Αυτό που δεν θα αντιληφθεί ποτέ το εκ του κόσμου τούτου πολιτειακό σώμα, καθότι οι ντιρεκτίβες του αντιμετωπίζουν το εκκλησιαστικό σώμα ως θρησκειοποιημένη ομήγυρη, έρχεται με σαφή και κομψό τρόπο να το διευθετήσει ο Χριστός στο ευαγγέλιο της Κυριακής (Λουκ. 14, 16 – 24).
Ο Χριστός απευθύνει πρόσκληση. Πρόσκληση σε Δείπνο. Ένα δείπνο αλλιώτικο, ασυνήθιστο, πνευματικά ‘’εκκεντρικό’’. Ο Χριστός καλεί σε δείπνο πρόσωπα. Όμως, καθένας από αυτούς είχε και μία δικαιολογία ώστε να μην παρευρεθεί σ’ αυτό. Ο οικοδεσπότης οργίζεται. Στέλνει τον δούλο στους δρόμους, στις πλατείες για να φέρει στο δείπνο φτωχούς, ανάπηρους, χωλούς, τυφλούς. Υπάρχει κι άλλος χώρος στο δείπνο. Ο οικοδεσπότης καλεί κι άλλους και καταλήγει σε μία υπενθύμιση∙ κανένας από αυτούς που είχαν προσκληθεί δεν θα γευθεί το δείπνο.
Η παραβολή αυτή αναφέρεται στις δωρεές του Θεού που θα γευθεί ο άνθρωπος στη Βασιλεία Του. Έχει όμως και μία προέκταση με επίκαιρες σκέψεις και νοήματα. Ο Χριστός καλεί σ’ ένα ακόμη Μυστικό Δείπνο, που φανερώνεται, καταφατικά, σε πρόσωπα, διαθέσεις, τρόπους. Αυτό το Δείπνο διαφέρει από κάθε κοσμικό δείπνο. Δεν είναι ένα ακόμη πλατωνικό Συμπόσιο, όπου οι συνδαιτυμόνες αναζητούν τη φύση του έρωτα. Το Δείπνο αυτό έχει όμως έρωτα. Έχει σχέση. Με άλλα λόγια έχει πρόσωπα. Δεν υφίσταται δείπνο χωρίς πρόσωπα, όπως και δεν υφίσταται σχέση χωρίς ελευθερία. Είναι αλληλένδετα στοιχεία μιας κοινής κατάληξης, της ύπαρξης του ανθρώπου και της χαρισματικής συνύπαρξης του ανθρωπίνου προσώπου στο πρόσωπο του Χριστού.
Ο Χριστός καλεί τον άνθρωπο να συμμετέχει στην Θεία Ευχαριστία. Ο άνθρωπος έχει πολλούς λόγους όμως να απουσιάζει. Είτε από άγνοια, είτε από έλλειψη, είτε από φοβίες, είτε από άρνηση, επιδίδεται σε μία πνευματική ακαμψία, που εμφαντικά σηματοδοτεί ανθρωπολογική αμηχανία. Πρόκειται για υπαρξιακή αφασία ενώπιον μιας ουσιαστικής μετοχής, μιας μετοχής στο μυστήριο του σαρκωμένου Θεού, ‘’οὐχ ὡς ἐν συμβόλοις’’, αλλά ‘’πράγματος ταυτότης’’, όπως θα ‘λεγε και σήμερα ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας.
Αυτό το Δείπνο φοβίζει. Φοβίζει όσους απειλούνται από ασθένειες, ιούς. Έτσι, τους οδηγεί σε οπισθοχώρηση, αναμέτρηση με την περατότητα των εννοιοκρατικών σημείων του φόβου και του τρόμου, τα οποία εν τέλει σηματοδοτούν την κάθοδο του ανθρώπου στον Άδη. Και κάθε παραμονή στον Άδη μόνο φόβο και απογοήτευση μπορεί να επιφέρει. Μάλιστα δε η πολιτειακή νοοτροπία, στις μέρες μας, για να δείξει πως γνωρίζει την εκκλησιαστική γλώσσα, αρέσκεται να φλερτάρει με όρους όπως το ‘’δόγμα’’, αγνοώντας πως το δόγμα σημαίνει πρώτα την ζωή. Αυτή την ζωή που βίωναν οι πρώτοι χριστιανοί που μετείχαν χωρίς φόβο και πάθος στο Δείπνο. Αυτό το Δείπνο δεν είναι η καταδίκη του ανθρωπίνου προσώπου, όμως κάλλιστα θα μπορούσε να συνηγορήσει στην καταδίκη του ανθρωπίνου τρόμου. Κι όταν ο τρόμος κυριαρχεί, απουσιάζει ο τρόπος, απουσιάζει η σχέση.
Ο Χριστός δεν δίνει ιδεολογία στον άνθρωπο. Δίνει τη Σάρκα Του. Δίνει το Αίμα Του. Δίνει την ύπαρξη Του. Την δίνει όμως σε σχέση. Την δίνει σε πρόσωπα που καταφάσκουν στο πρόσωπο Του μέσα από την ελευθερία σχέσης. Αυτή η σχέση έχει να κάνει με πρόσωπα. Δεν κοινωνούν άτομα. Τα άτομα μένουν στο άτμητο τους απωθημένο. Κοινωνούν πρόσωπα. Σε σχέση αγάπης, ελευθερίας και συνεργίας. Αυτή η σύναψη σχέσης σημαίνει τον έρωτα, τον κατεξοχήν έρωτα, τον Χριστό. Μην σας σκανδαλίζει η λέξη. Αρκετά με τα δήθεν και υποτιθέμενα. Το Δείπνο σημαίνει τον έρωτα. Τον έρωτα του Θεού προς τον άνθρωπο και τον έρωτα του ανθρώπου προς τον Θεό.
Η Θεία Ευχαριστία που δεν εμφορείται από ιδεολογικές τοποθετήσεις και φιλοσοφικούς στοχασμούς, δεν απαιτεί τίποτε από τον άνθρωπο. Ο Χριστός δίνεται στους ανθρώπους για να αποκτήσουν αιώνια ζωή. Η Θεία Ευχαριστία στη ζωή της Εκκλησίας δεν αποτελεί ένα αίσθημα φυγής από την κοσμική ματαιότητα, μήτε μία συναισθηματική έξαρση γιορτινών ημερών, παρασυρμένων από τις φολκλορικές διαθέσεις ενός γιορτινού κλίματος. Είναι χαρά. Τα πάντα είναι γιορτή. Σαν ιερά πανήγυρη διακριτικών χορευτικών κινήσεων στο πέπλο του σαρκωμένου μυστηρίου που ξετυλίγεται στον χώρο της Αγίας Τραπέζης. Ο α – νόητος βίος της πολιτειακής εξουσίας δεν θα καταφέρει ποτέ να αντιληφθεί τη σάρκωση της ατελείωτης αυτής χαράς, αφού πάντοτε και παντού θα βλέπει σχήματα και νοήματα που ερμηνεύονται με όρους κοσμικής αυτάρκειας και αυταρέσκειας.
Ο Χριστός καλεί τον άνθρωπο σε συνάντηση. Κι όταν εκείνος ανασύρει δικαιολογίες, ο Χριστός βγαίνει στους δρόμους και στις πλατείες για να συναντήσει απροϋπόθετα πρόσωπα υπό απροϋπόθετες αξιολογήσεις. Τυφλούς, ανάπηρους, μοναχικούς, ταλαίπωρους κι ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί ο νους. Έτσι δίνεται ο Χριστός σε όσους αναζητούν εκλεπτυσμένους τρόπους πανηγύρεως του γεγονότος της σάρκωσης. Αυτές οι μέρες δεν πρέπει να χαθούν. Η ιερά πανήγυρη στήνεται και η χαρά κοινωνείται ως σάρκωση. Αλλά και ως πάτημα του θανάτου. Ποια άλλη βεβαίωση απαιτείται για να πειστεί κάποιος;
Πρεσβύτερος Ηρακλής Φίλιος (Βαλκανιολόγος, Θεολόγος)
Εφημέριος Ι.Ν. Αγίου Δημητρίου Διάβας