Γράφει ο Θανάσης Σιούτας
Με αφορμή τις δραματικές εξελίξεις στο Καπιτώλιο του Λευκού Οίκου μετά τις αμερικανικές εκλογές της 3ης Νοεμβρίου 2020 στη μεγαλύτερη Δημοκρατία του πλανήτη (Η.Π.Α.), θα επιχειρήσω να καταθέσω κάποιες μου σκέψεις για τα θλιβερά αυτά γεγονότα, που παρακολουθήσαμε έκπληκτοι στις 6 Ιανουαρίου. Ήταν γεγονότα τα οποία αμαύρωσαν την αμερικανική Δημοκρατία και δεν ξέρω αν σχετίζονται με τον τρόπο διακυβέρνησης της χώρας ή αποκλειστικά οφείλονται στο αλλοπρόσαλλο των ατόμων που αναλαμβάνουν τις τύχες όχι μόνο του λαού τους αλλά και τις τύχες του κόσμου ολόκληρου. Αυτά που είδαν τα μάτια μας δεν ήταν λάθη που ξέφυγαν, αλλά καθοδηγούμενες εσκεμμένες ενέργειες, που ενδεχομένως έχουν βαθύτερες ρίζες. Ήταν ένα κίνημα που δίχασε την αμερικανική κοινωνία και έδωσε την αίσθηση της επιταχυνόμενης καθοδικής παρακμιακής πορείας.
Ο απερχόμενος Πρόεδρος των ΗΠΑ (κ. Τραμπ) είχε κάμει και πριν την εκλογική αναμέτρηση μια δήλωση με την οποία πραγματικά σοκαριστήκαμε. Άκουσον άκουσον, τι είπε ο πλανητάρχης: «Στην περίπτωση που χάσω τις εκλογές δεν θα αποδεχθώ το αποτέλεσμα». Στο άκουσμα αυτής της δήλωσης από έναν Πρόεδρο των ΗΠΑ, σίγουρα ο καθένας μας θα αναρωτήθηκε τι σόι δήλωση ήταν αυτή και πού την στήριζε. Πώς τόλμησε να ξεστομίζει κάτι τέτοιο ένας πλανητάρχης, που κυβέρνησε την Αμερική μια ολόκληρη πενταετία με βάση το σύνταγμα και τους νόμους του Κράτους, έχοντας δώσει όρκο για την πιστή τήρηση αυτών; Στην αρχή είπαμε ότι, όταν κάποιος χάνει, μπορεί πάνω στο θυμό του να πει και μια κουβέντα παραπάνω· εξάλλου μετά από λίγο όλα ξεχνιούνται. Όταν όμως είδαμε αρκετό καιρό μετά την αναμέτρηση να καταλαμβάνεται το Καπιτώλιο στο Λευκό Οίκο από οπαδούς και συνωμοσιολόγους του απερχόμενου Προέδρου των Η.Π.Α, πέσαμε από τα σύννεφα. Ποιος θα μπορούσε να φαντασθεί ότι αυτά που έλεγε, τα εννοούσε κιόλας. Τρανή απόδειξη ότι ο ίδιος δεν καταδίκασε τη λαϊκή αυτή εξέγερση, τη στιγμή που η σύζυγός του τόλμησε να πει ότι «αυτό το κίνημα ήταν φοβερά ντροπιαστικό για την αμερικανική κοινωνία».
Η Δημοκρατία είναι το πολίτευμα που θεσπίσθηκε για πρώτη φορά στη χώρα μας τον 6ο π. Χ. αιώνα (508-507) από τον θεμελιωτή αυτής Κλεισθένη και διέπεται από συγκεκριμένες αρχές: Η εξουσία πηγάζει από το λαό, ασκείται από το λαό και υπηρετεί τα συμφέροντα του λαού. Χαρακτηριστικό της γνώρισμα είναι ότι οι αποφάσεις παίρνονται με ψηφοφορία από τους πολίτες, όταν πρόκειται για εκλογικές αναμετρήσεις, με ακρογωνιαίους λίθους την ελευθερία του λόγου, την ισοτιμία, τη συμμετοχή στα κοινά και το δικαίωμα στη ζωή. Κατά τον Αριστοτέλη, είναι το πολίτευμα στο οποίο επικρατούν οι απόψεις της πλειοψηφίας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι πολίτες της μειοψηφίας δεν έχουν και αυτοί τα ίδια δικαιώματα.
Αλήθεια, σε τι είδους Δημοκρατία πιστεύουν κάποιοι που υπηρετούν σε υψηλές θέσεις, αλλά και όλοι εκείνοι που παίρνουν τη μεγάλη απόφαση να προσφέρουν στο λαό τους και προπαντός στην τοπική τους κοινωνία; Η απάντηση είναι ότι πρέπει πριν ακόμη βάλουν υποψηφιότητα, να κάνουν και τους απαραίτητους συμβιβασμούς με τον εαυτό τους. Το Δημοκρατικό Πολίτευμα, που ξεπήδησε από την αρχαία Ελλάδα και εφαρμόζεται σε όλα σχεδόν τα κράτη του πλανήτη που ζούμε, είναι το καλύτερο από όλα τα γνωστά πολιτεύματα και όπως ανέφερα και παραπάνω βασίζεται στην αρχή της πλειοψηφίας. Μπορεί για λίγους ψήφους να κερδίσεις, αλλά και να χάσεις. Ο κάθε υποψήφιος να είναι προετοιμασμένος και για το γλέντι (χαρά) αλλά και για τη στενοχώρια (λύπη)· και για τη νίκη αλλά και για την ήττα. Ο εκλογικός νόμος ισχύει το ίδιο για όλους του υποψηφίους και δεν μπορεί να ερμηνεύεται από τον καθένα κατά το δοκούν.
Στις μικρές κοινωνίες που ζούμε φαίνεται πολλές φορές ξεκάθαρα η ακραία στάση πολιτών που συμμετείχαν σε αναμετρήσεις (εκλογικές), και επειδή δεν κατάφεραν να βγουν στο προσκήνιο της επικαιρότητας, έδειξαν τον πιο κακό τους εαυτό. Αυτοί οι άνθρωποι που δεν μπορούν να συμβιβασθούν με την ήττα, καλό είναι να μην βάζουν υποψηφιότητα, και για το δικό τους καλό αλλά και για τους άλλους. Μπορούμε όμως να πούμε με ευκολία ότι κάτι παρόμοιο συνέβη και για έναν πλανητάρχη; Είναι λίγο δύσκολο, αλλά τίποτα δεν μπορεί να αποκλεισθεί.
Πολλοί υποστηρίζουν ότι η λαϊκή εξέγερση στο Καπιτώλιο δεν οφείλεται αποκλειστικά στην ολέθρια πολιτική Τραμπ, αλλά έχει βαθύτερες ρίζες οι οποίες ξεκινούν από την νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, που επιβλήθηκε από τις χρηματοπιστωτικές ελίτ της Δύσης, από το δυσβάσταχτο οικονομικό κόστος των αποτυχημένων πολέμων των ΗΠΑ σε Αφγανιστάν, Ιράκ και Συρία και από την εμφάνιση ισχυρών φασιστικών και λαϊκίστικων κινημάτων σε Ευρώπη και Αμερική, λόγω της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης και της σκληρής πολιτικής που εφάρμοσαν αυτές. Σημαντικό επίσης ρόλο έπαιξε και η καπιταλιστική κρίση του 2008, η οποία επιταχύνθηκε από την πενταετή διακυβέρνηση Τραμπ, με αποκορύφωμα την πολιτική του απέναντι στην πανδημία του κορωνοϊού, για την οποία όχι μόνο δεν έλαβε τα ενδεικνυόμενα μέτρα, αλλά έμεινε παντελώς αδιάφορος, με αποτέλεσμα η αμερικανική κοινωνία να πληρώσει βαρύ τίμημα με χιλιάδες νεκρούς.
Πέραν από τα όσα ακούγονται και λέγονται, η αντικειμενική πλευρά των πραγμάτων κατέδειξε ότι από την συγκεκριμένη ανταρσία οι θεσμοί άντεξαν και ακόμη πιο εντυπωσιακή ήταν η πανηγυρική επιβεβαίωση της ανεξάρτητης Δικαιοσύνης. Όλες οι προσφυγές που υποβλήθηκαν εκ μέρους του Τραμπ κατά των εκλογικών αποτελεσμάτων σε διάφορες πολιτείες απορρίφθηκαν με συνοπτικές διαδικασίες από τα ομοσπονδιακά δικαστήρια, με κορυφαίο το Ανώτατο δικαστήριο.
Μέχρι στιγμής πολλά έχουν ειπωθεί και πολλά θα ειπωθούν ακόμη. Το αναμφισβήτητο όμως παράδοξο στην όλη υπόθεση είναι ότι η λαϊκή αυτή εξέγερση στο Καπιτώλιο υποκινήθηκε από τον ίδιο τον Πρόεδρο Τραμπ και αυτή του η εγκληματική ενέργεια δεν θα μείνει ατιμώρητη από την αμερικανική κοινωνία. Ίσως εν καιρώ αντιληφθεί και ο ίδιος τη ζημιά που προξένησε και στην αμερικανική Δημοκρατία αλλά και στα προσωπικά του συμφέροντα. Γι’ αυτό και ο θυμόσοφος λαός μας σε τέτοιες περιπτώσεις επικαλείται την λαϊκή παροιμία: «Έβαλε τα χεράκια του κι έβγαλε τα ματάκια του».