Αξιότιμε κ. Δήμαρχε και λοιπά εντιμότατα μέλη του Δ.Σ. του Δήμου Μετεώρων, σας αποστέλλουμε συνημμένο περιληπτικό υπόμνημα του ιστορικού μνημείου “ΚΟΝΑΚΙ ΜΕΚΙΟΥ”, προκειμένου να διαπιστώσετε τη σημαντικότητα της διατήρησής του, έτσι ώστε να προβείτε αρχικά στην αποδοχή δωρεάς του εν λόγω μνημείου από από τους νόμιμους κληρονόμους (οικογένεια ΜΕΚΙΟΥ) και στη συνέχεια στις απαραίτητες ενέργειες για να το εντάξετε στη ΔΡΑΣΗ συντήρησης διατηρητέων κτιρίων του προγράμματος “ΑΝΤΩΝΗΣ ΤΡΙΤΣΗΣ”
Παρακαλούμε για τις δικές σας ενέργειες.
Για τον ΟΜΙΛΟ ΦΙΛΩΝ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ τ.κ. ΠΕΡΙΣΤΕΡΑΣ του ΔΗΜΟΥ ΜΕΤΕΩΡΩΝ
Ο Πρόεδρος
Ν. Γκούμας
“Ο λόγος για το «πολύπαθο» κονάκι Μέκιου» στην τ. κ. Περιστέρας του δήμου Μετεώρων, Π. Ε. Τρικάλων- Θεσσαλίας, του οποίου, εδώ και τρία χρόνια έπεσε η στέγη του και το εμβληματικό μνημείο κινδυνεύει με ολική κατάρρευση.
Ιστορικά:
● ΠΕΡΙΣΤΕΡΑ η, (έως 1928 Τσιάσι) πεδινός οικ. (υ. 180μ.) της Δυτ. Θεσσαλίας,
Βρίσκεται 15 χιλ. περίπου ΒΔ των Τρικάλων και 10 χιλμ. ΝΔ της Καλαμπάκας
(έως το 1949 άνηκε στην κοιν. Διάβας // έως 1997 αποτελούσε ιδία κοινότητα της επαρχίας Καλαμπάκας// έως 2010 ήταν κοιν. του δ. Βασιλικής κι από 01/01/2011 αποτελεί τ. κ. του διευρυμένου δ. Μετεώρων.
● Ο πληθυσμός (διαχρονικά) 1928 193κ. 1940 259κ 1951 308κ, 1961 356, 1991 239κ, & 2011 237κ . Στις απογραφές, μέχρι το 1961, παρατηρείται μια αυξητική τάση κι έκτοτε ακολουθεί φθίνουσα πορεία.
● Η συνολική έκταση του αγροκτήματος Περιστέρας –σύμφωνα με τους πίνακες του αναδασμού 1973- καλλιεργήσιμη και μη, ανέρχεται στα 6.287,122 στρ. εκ των οποίων τα μισά βρίσκονται δυτικά του Πηνειού και τα άλλα μισά (με τον οικισμό) βρίσκονται ανατ. του Πηνειού.
● Δεν γνωρίζουμε πότε χτίστηκε ο οικισμός, ούτε ποιος τον έχτισε, ούτε αν βρίσκο-νταν στην ίδια, με τη σημερινή, θέση ή σε κάποια άλλη, ίσως, δυτ. του Πηνειού με άλλο όνομα.
● Η προφορά του ονόματος (που είχε αρχικά ο οικισμός) καθώς και η ορθογραφία, ποικίλουν όπως φαίνεται στις παρακάτω πηγές.
Αυτό οφείλεται και στην έλλειψη παιδείας, αφού επί πέντε αιώνες δεν λειτουργούσαν σχολεία στην περιοχή και οι άνθρωποι –μη γνωρίζοντες γραφή κι ανάγνωση- ο καθένας πρόφερε το όνομα κατά πως το άκουγε.
1.- Στην απογραφή 1454/55 αναφέρεται ως «Τσάς Κατούνα»
2.- Στον Κωδ. 223 φ. 1ο της Ι Μ Βαρλαάμ Μετεώρων αναγράφεται ως «Τζιάσι»
3.- Στον Κωδ. 291 (φ.3β-12α) της Ι. Μ. Βαρλαάμ του 18ου αι. (ΧΥΙΙ) στο Δίπτυχο της προθέσεως αναφέρεται ως «Τζιάτζι»
4.- Στην πρόθεση της Ι Μ Αγία Τριάδα Δρακότρυπας (1740-48) στο φ. 22β στις αφιερώσεις κληρικών και λαϊκών, αναφέρεται και το όνομα ενός δωρητή, από το χωριό «Τζηάσοι»
5.- Στην καταγραφή των σπιτιών του Βιλαετίου Τρίκης και Σταγών (Σ/ριος 1820)
Αναφέρεται ως «Τζιάσι» με 10 σπίτια.
6.- Στην απογραφή 1881 αναφέρεται ως «Τζάσι» (μετά την προσάρτηση της Θ.)
7.- Στην απογραφή 31/03/1883 αναφέρεται ως «Τσιάσι» (ΦΕΚ126 τ. Α 2/4/1883)
8.- Στην Γενική Απογραφή 1897 αναφέρεται ως «Τσάσι», είχε 77άρρενες και 51 θήλεις, σύνολο 128 κατοίκους (ΦΕΚ 59 τ. β17 Ιουνίου 1897).
Το 1754 είχε 20 οικογένειες, το 1756 είχε 22 οικ, το 1820 είχε 10 σπίτια, το 1880 αναφέρονται 130 χριστιανοί και το 1881 είχε 105 κατοίκους.
● Όσον αφορά την αλλαγή του ονόματος (από Τσιάσι σε Περιστέρα) δεν είναι εξακριβωμένο γιατί προτιμήθηκε αυτό το όνομα. Από έρευνα που έγινε, στα αρχεία της Νομαρχίας Τρικάλων και στο Υπουργείο Εσωτερικών, δε βρέθηκε καμία εισήγηση ή γνωμοδότηση ή άλλο στοιχείο αναφερόμενο στην αλλαγή του ονόματος. Στους εκκλησιαστικούς κώδικες αναφέρεται μια επισκοπή με το όνομα Περιστερά
(ο τόνος στη λήγουσα) γειτνιάζουσα με το Γαρδίκι κι έδρα τα Τρίκαλα, διόλου απίθανο, να υπήρχε εκεί κοντά, κάποιος οικισμός μ’ αυτό το όνομα.
Τις 10ετίες ’40 -’50 πολλοί κάτοικοι, εκ Περιστέρας, σκάβοντας στην ανατ. πλευρά του λόφου «Σκούμπος» [στην κορυφή βρίσκονται τα ερείπια της Φαλώρειας] έβρισκαν θαμμένα ντουβάρια, χτισμένα με γωνιόλιθους (από πωρόλιθο) μεγάλων διαστάσεων (1,80μχ0,90μχ0,70μ) όμοιους με κείνους που ήταν χτισμένη η ακρόπολη της Φαλώρειας. (σ.σ. η ακρόπολη ήταν χτισμένη με πωρόλιθους και τιτανόλιθους)
Ίσως, χρησιμοποιήθηκαν υλικά από τα καταστραμμένα τείχη για το χτίσιμο κάποιου νεότερου οικισμού -πιθανώς Περιστερά- οπότε, αν δεχθούμε: ότι, η ονοματολογία προήλθε από το όνομα της επισκοπής, δικαιολογείται η προέλευσής της.
Αν όχι, θεωρείται αδιανόητο, ο οικισμός -εντός του οποίου βρίσκονται τα ερείπια της αρχ. Φαλώρειας- να φέρει άλλο όνομα, πέρα από αυτό που όφειλε: Νέα Φαλώρεια.
Η ανωτέρω ονοματολογία φανερώνει άγνοια προς το ένδοξο παρελθόν της αρχαίας πόλης κι έλλειψη σεβασμού προς τους προγόνους μας.
Ποιοι τσιφλικάδες εκμεταλλεύτηκαν το αγρόκτημα (τσιφλίκι) Περιστέρας.
■ Κατά την απογραφή (1454) το Τσας Κατούνα μαζί με την Καστάνιανη, την Ασπροκκλησιά, τη Λεπενίτσα και τη Μπομπούνιανη ήταν τιμάριο του μουσά, γιου του Ιλιάς, δούλου του κράτους και του Χασάν, γιου του Χαλίλ.
■ Κατά την απογραφή (1455) το Τσας, η Ασπροκκλησιά, η Καστάνιανη, και η Λεπενίτσα ήταν τιμάριο του Αλή και του Ιμπραήμ, παιδιά του Τσαβού Μπαλαμπίν που εκμεταλλεύονταν από κοινού το τιμάριο, έκτοτε χάνονται τα ίχνη. (σ. τότε οι τιμαριούχοι, πέρα από την είσπραξη των φόρων, δεν είχαν καμιά άλλη ανάμειξη με τον οικισμό)
■ Τελευταίος Οθωμανός τσιφλικάς, ήταν ο εφένδης Ιμπραχήμ, Αρίφ εφένδη Φλοροκάτι, πιθανός τουρκαλβανός, αφού την περίοδο 1787-1819 όλα τα τσιφλίκια της Θ. και της Β. Εύβοιας περιήλθαν στα χέρια του πανίσχυρου Αλή- Πασά των Ιωαννίνων, ο οποίος, προτού αρπάξει (δια της βίας) τα τσιφλίκια, έκανε καταγραφή όλων των οικιών και χωραφιών (20/7/ 1816) για να μην του ξεφύγει κανένα.
■ Το 1894 το τσιφλίκι περιέρχεται στον, ελληνικής καταγωγής τσιφλικά, Σπύρο Ι. Μέκιου έναντι του ποσού Δρχ. 83.000 (τ. λίρες 2.090) και παρέμεινε στην κατοχή του μέχρι το 1923, οπότε και απαλλοτριώθηκε υπέρ των γεωργών του οικισμού.
● Η Οθωμανική έπαυλη, ένα από τα πιο εμβληματικά κτίρια του 19ου αι., λέγε-ται και κούλια ή «κονάκι του Μέκιου» από το όνομα του τελευταίου τσιφλικά
πρόσοψη της κούλιας BΑ άποψη του κτιρίου 2014
και τούτο, γιατί έως το 2010 όλοι οι κάτοικοι του χωριού το ήξεραν σαν «κονάκι του Μέκιου».
Πίστευαν δηλ. ότι το είχε χτίσει ο Μέκιος, μέχρι που ο συγγραφέας του βιβ. «Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΦΑΛΩΡΕΙΑΣ ΕΣΤΙΑΙΩΤΙΔΟΣ» Αθήνα 2011] Νίκος Γκούμας ανακάλυψε, στο ΑΡΧΕΙΟΦΥΛΑΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (οδός ΓΕΝΝΑΔΙΟΥ 4) το συμβόλαιο με αρ.11392/ 21.5.1909 του συμβ/γράφου Αθηνών Γρηγόρη Ν. Φουρτούνα αναφερόμενο στα περιουσιακά στοιχεία & μερίδια της οικ. Μέκιου.
Σ’ αυτό, αναφέρονταν και το υπ. αριθ. 15897/05-08-1894 συμβόλαιο του συμβ/φου Τρικάλων Στέργ. Κ. Παλαιού [βρίσκεται στα Γεν. Αρχεία του Κράτους Κολοκοτρώνη 13 Τρίκαλα] σύμφωνα με το οποίο η οικ. Μέκιου έγινε κάτοχος του κτήματος Τσιάσι (Περιστέρα).
Το συμβόλαιο συνομολογήθηκε μεταξύ του Ιμπραήμ εφένδη Αρί εφένδη Φλοροκάτι κατοίκου Ιωαννίνων και του Σπ. Ι. Μέκιου, τραπεζίτη, κατοίκου Αθηνών όπου αναφέρονται τα κάτωθι:
«ο μεν πρώτος κύριος ων και κάτοχος, εκ πατρικής κληρονομιάς νομίμων οθωμανικών τίτλων ολοκλήρου του κτήματος Τσιάσι, κειμένω εν τη περιφερεία του Δήμου Αιγινίου αποτελούμενον εκ πέντε, περίπου, χιλιάδων στρεμμάτων γαιών, καλλιεργησίμων και μη, βοσκήσιμων, λιβαδιών, κήπων, αλωνίων, νομής ύδατος, ενός κονακίου, δώδεκα γεωργικών οικιών μετά των αχυρώνων και λοιπών παραρτημάτων και εξαρτημάτων αυτών και συνορευομένου εν όλω γύρωθεν με τας περιφερείας των χωρίων Σαρακίνης, Βοϊβόδας, Νικλητσίου, Μεγάρχης και της Ι.Μονής Βυτουμά…»
Από το ανωτέρω συμβόλαιο αποκαλύπτονται & οι εξής αλήθειες:
1ον Στο εν λόγω συμβόλαιο δεν αναφέρεται κάποιο άλλο συμβόλαιο που να υποδηλώνει τον τρόπο με τον οποίο ο τούρκος τσιφλικάς απέκτησε το αγρόκτημα Τσιασίου (αν το αγόρασε ή το άρπαξε) παρά, λέει: «εκ πατρικής κληρονομιάς».
2ον ο αγάς -εκτός από το κτήμα- ήταν κάτοχος ενός κονακίου, 12 γεωργικών οικιών μετά των αχυρώνων και λοιπών παραρτημάτων και εξαρτημάτων (τα οποία είχαν φτιάξει οι παππούδες μας, με τον ιδρώτα και το αίμα τους.
3ον ο τσιφλικάς κατείχε 6.285,122 στρ. δηλ. 1.285 στρ. περισσότερα από αυτά που αναφέρονταν στο συμβόλαιο, ενώ οι παππούδες μας δεν όριζαν ούτε ένα τετραγωνικό μέτρο γης.
4ον ο δράκος είχε στην κατοχή του και τη νομή ύδατος δηλ. το νερό (Πηνειού-πηγών-πηγαδιών) που έπιναν οι κάτοικοι και τα ζώα, ήταν δικό του.
5ον Τότε που συντάχθηκε το συμβόλαιο, 13 έτη μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας, ο τούρκος αγάς φαίνεται σαν κάτοικος Ιωαννίνων που σημαίνει ότι είχε μετοικήσει σε άλλη πόλη εντός της Οθωμανικής επικράτειας για περισσότερη ασφάλεια.
6ον Από το συμβόλαιο διαπιστώνουμε, ότι ο τσιφλικάς είχε καθολικά δικαιώματα επί του τσιφλικιού, και το ερώτημα που τίθεται είναι: τι σόι ελευθερία είχαν; όταν οι γηγενείς γεωργοί δεν όριζαν: ούτε τον τόπο που πατούσαν, ούτε τα σπίτια που έμειναν, αλλά ούτε και το νερό που έπιναν. Αυτό δεν συνέβαινε μόνο στην Περιστέρα, αλλά σε όλα τα χωριά της Θεσσαλίας
Περιγραφή του κτηρίου.
Το κονάκι βρίσκεται στο κέντρο του οικισμού (αριθ.Ο.Τ.10) στο 36 οικόπεδο, εκτάσεως 681,36 τμ. [πριν τη διανομή ήταν 214 στρέμματα]
Πρόκειται για ένα 3ώροφο φρουριακού τύπου πέτρινο κτίριο, που κτίστηκε πριν από την απελευθέρωση της Θεσσαλίας.
Το ύψος της έπαυλης είναι, περίπου, 12μ. [είτε, εξ. ύψ. 7,5μ + 2,5μ. μπαζωμένη αυλή + 2μ. ύψος στέγης = 12μ.] και το εμβαδόν είναι =84τμ. ανά όροφο.
■ Το κτήριο με την επιβλητικότητά του δέσποζε ανάμεσα στα καλυβόσπιτα των κολίγων υποδηλώνοντας την αίγλη και την υπεροχή του τσιφλικά, έναντι των υποτελών του.
Ακόμη και σήμερα (παρόλο που είναι εγκαταλειμμένο πάνω από 30 χρόνια) φαντάζει: «σαν αληθινό παλάτι» ανάμεσα στα σύγχρονα σπίτια του χωριού που δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από εκείνα των πόλεων.
Η θωριά, αιχμαλωτίζει τις αισθήσεις & μονοπωλεί το διαφέρον του επισκέπτη.
Οι εντυπώσεις που αποκομίζει, παραμένουν ζωηρές και αναλλοίωτες από όποια οπτική γωνία κι αν το κοιτάξει.
■ Οι ντόπιοι, το βλέπουν: σαν στολίδι, σαν ιδέα, σαν σύμβολο. Συμβολίζει, λένε: ότι η Ακρόπολη για τους Αθηναίους, ο Λευκός Πύργος για τη Θεσσαλονίκη, το φρούριο Τρικάλων για τους Τρικαλινούς κ. ο. κ.
● Το μπαρόκ κτίριο, ρυθμός που αναπτύχθηκε τον 15ο-16ο αιώνα στη Δ. Ευρώπη, με τα λίθο-ανάγλυφα αγκωνάρια και τα θαυμάσια παραθυρώματα, σε συνδυασμό και με την καταπληκτική θέα των γύρω λόφων, το κατατάσσουν στην ελίτ των αρχοντικών.
● Ο σύνθετος καλλιτεχνικός ρυθμός [που πηγάζει από τα ήθη κι έθιμα της ελληνικής παραδοσιακής αρχιτεκτονικής κι εξελίχτηκε «προσθετικά» με την πά-ροδο των αιώνων σ’ ένα σύστημα αξιών, με προϋπάρχοντες σχεδιαστικούς κανόνες, για τη μορφή και τη θέση του αρχοντικού μέσα στο χώρο] υφίσταται από αρχαιοτάτων χρόνων, όπως βεβαιώνεται & από αρχαιολογικά ευρήματα. .
Πεποίθησή μας είναι: ότι η επιλογή της θέσης για την ανέγερση της έπαυλης έχει σχέση και με την αρχαία Φαλώρεια που καταστράφηκε το 198 π.Χ.
● Η οθωμανική έπαυλη είναι ένα από τα καλύτερα πέτρ. κτίσματα της Ελλάδας.
Η καλά αρμολογημένη λιθοδομή, με τις περίτεχνες κατασκευαστικές λεπτομέ-ρειες, το ασύγκριτο ελληνικό φως, με τις πανέμορφες δαντελωτές κορφές του επιβλητικού Κόζιακα, αφοπλίζουν το βλέμμα του επισκέπτη -παρατηρητή.
● Για την έπαυλη δε γνωρίζαμε -μέχρι τελευταία- ούτε το έτος ανέγερσης, ούτε ποιος την έχτισε.
Συνήθως, οι μαστόροι έγραφαν σε κάποια γωνία (του κτιρίου) το έτος ανέγερσης, όμως, τέτοια ένδειξη δεν υπάρχει στο κονάκι.
Τη 10ετία 1950 ρωτούσαμε τους υπερήλικες του χωριού (τους γεννηθέντες 1870-80) να μας πουν: για το πότε χτίστηκε το κονάκι κι από ποιον, και η απάντησή τους ήταν αινιγματική. «εμείς, έλεγαν, έτσι το αγρικήσαμε, οι γονείς μας μάς μολογούσαν ότι το έχτισε το αφεντικό» έτσι έλεγαν τον τσιφλικά.
Μας έλεγαν ακόμη, ότι: «τις πέτρες άλλες τις έβγαλαν από τα λατομεία που υπήρχαν στα Γαβριά και στις Λομπάρδες (τοποθεσίες του χωριού) κι άλλες τις έφεραν από άλλα μέρη, Ράξα-Τρικάλων, Κλεινοβό-Καλαμπάκα. η δε μεταφορά γίνονταν με βοϊδάμαξες, ή τις φόρτωναν σε γαϊδούρια, άλογα, ή μουλάρια».
Κανείς δεν μπορούσε να μάς πει: με βεβαιότητα την ακριβή ημερομηνία ανέγερσης, απλά, όλοι το ήξεραν, σαν «κονάκι του Μέκιου».
● Από τότε που εντοπίστηκε το συμβόλαιο (15897/05-08-1894) λύθηκαν πολλές απορίες.
α) το κονάκι υπήρχε, άρα δεν το έχτισε ο Μέκιος, όπως λανθασμένα πίστευαν.
β) Από το συμβόλαιο μπορούμε, να προσδιορίσουμε και τη χρον/γία ανέγερσης του κτιρίου. Ο Ιμπραήμ Φλοροκάτη (κατά τη σύνταξη των συμβολαίων) φέρεται σαν κάτοικος Ιωαννίνων. Πρακτικά, αυτό σημαίνει: ότι, μετά την προσάρτηση της Θ. μετοίκησε σε ασφαλέστερη περιοχή (εντός της Οθωμανικής επικράτειας).
Άρα, με σιγουριά μπορούμε να πούμε: ότι το κονάκι χτίστηκε, τουλάχιστο, μία 10ετία πριν από το 1881, καθ’ ότι θεωρείται απίθανο, να μη γνώριζε ο Τούρκος αγάς, τις ζυμώσεις «περί προσαρτήσεως» της Θεσσαλίας, οπότε δεν θα ξόδευε τόσα χρήματα για μια αμφίβολη επένδυση.
γ) Το κονάκι χτίστηκε πριν από τη διμερή σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, συνεπώς: θεωρείται κρατική περιουσία και κανείς δεν μπορεί, να επικαλεστεί, τίτλους κυριότητας ή χρησικτησίας.
δ) Το κονάκι, μαζί με το αγρόκτημα και όλα τα άλλα κτίσματα (12 γεωργικές οικίες κ.λπ.) μεταβιβάστηκαν «σαν πακέτο» και «σαν πακέτο» απαλλοτριώθηκαν δυνάμει: της αρ. 5/1923 αποφάσεως της Β΄ Επιτροπής Απαλλοτριώσεως Πρωτοδικείου Τρικάλων υπέρ των ακτημόνων αγροτών της Περιστέρας.
Σύντομη ιστορία. Το κονάκι εκτός από έργο τέχνης είναι και ιστορικό μνημείο.
Σε αυτό συμπυκνώνεται όλη η ιστορία του τόπου μας, από την τουρκοκρατία μέχρι σήμερα.
☻ Το 1897 το κονάκι σώζει τα γυναικόπαιδα.
Την προηγούμενη μέρα 2-3 κλέφτες θέλησαν να πάρουν ένα δαμάλι από την αγέλη του χωριού. Ο βουκόλος (γελαδάρης) αντέδρασε και πάνω στη συμπλοκή, τραυμάτισε με το γκρα, τον έναν (αργότερα μάθανε ότι ήταν το πρωτοπαλίκαρο των κλεφτών).
Το ίδιο βράδυ -σε αντίποινα- κατέβηκαν καμιά 50αριά κλέφτες που είχαν το λημέρι στις παρυφές του Κόζιακα (Βυτουμά) κι έκαψαν το Τσιάσι.
Τα γυναικόπαιδα πρόλαβαν και κλείστηκαν στο κονάκι, μαζί κλείστηκε ο παπάς του χωριού Κώστας Τσέργας κι ο γέρο-Θύμιος Κατσακιώρης με δύο γκράδες.
Οι άνδρες ήσαν άοπλοι και επειδή δε χωρούσαν (όλοι) στο κονάκι, κρύφτηκαν στους λόφους, γύρω από το χωριό.
Η Μαρία Β. Γκούμα (γιαγιά μου) δεν πρόλαβε να μπει στο κονάκι και κρύφτηκε- μαζί με τα δυο μικρά παιδιά της- σε παρακείμενο κρυψώνα, από βάτα, γαύρους, παλιούρια κ. ά. θάμνους. Από κει έβλεπε όλες τις κινήσεις των κλεφτών.
Τους είδε να βάζουν φωτιά στα καλυβόσπιτα, τους αχυρώνες και τα μαντριά -το ένα μετά το άλλο- και το χωριό λαμπάδιασε. Η νύχτα έγινε μέρα.
Στη συνέχεια, προσπάθησαν να μπουν στο κονάκι αλλά δεν τα κατάφεραν. Από την ανταλλαγή των πυροβολισμών τραυματίστηκε θανάσιμα ο αρχηγός των κλεφτών (καπετάν Λιάλιος).
Η γιαγιά μου τους άκουσε, να λένε: «μας χτύπησαν τον καπετάνιο, δεν μπορούμε να μπούμε στο κονάκι, πάμε να φύγουμε»
☻ Το κονάκι επιτάσσεται από τις δυνάμεις κατοχής.
Τη διετία 1941-42, επιτάχθηκε από τα Ιταλικά στρατεύματα και χρησιμοποιήθηκε σαν βίλα σεξουαλικών οργίων, με πρωταγωνιστές Ιταλούς αξιωματικούς και εκδιδόμενες γυναίκες, χωρίς να αποκλείονται και οι μη εκδιδόμενες που επιστρατεύονταν με τη βία. Ρόλο έπαιξε κι ένας χωριανός μας (Κ.Α.Γ.) που συνεργάστηκε με τους κατακτητές, όχι για να βλάψει, αλλά για να προστατέψει το χωριό. Πλήρωσε, όμως, με τη ζωή του αυτή την απερισκεψία. Σκοτώθηκε στη μάχη της Μερίτσας (Οξύνεια) Καλαμπάκας κατά την αποχώρηση των στρατευμάτων κατοχής.
☻ Το κονάκι μετατρέπεται σε αποθήκη πυρομαχικών
Το 1943 ιδρύθηκαν οι αντιστασιακές οργανώσεις & το υπόγειο του κονακιού μετατρέπεται σε αποθήκη πυρομαχικών (με όπλα, νάρκες, χειροβομβίδες κ.λπ.) για τις ανάγκες του αγώνα κατά των κατακτητών.
☻ Κατά την αποχώρηση των Γερμανών (1944) μία εχθρική οβίδα χτύπησε την άνω ΒΑ γωνία του κτιρίου, προκαλώντας, τότε, μικροζημιές∙ σήμερα η γωνία κατέρρευσε.
☻ Το κονάκι επιτάσσεται από το ελληνικό κράτος.
Την περίοδο του εμφυλίου πολέμου (1947-49) το κονάκι επιτάχθηκε από το ελληνικό κράτος και στεγάστηκαν σ’ αυτό καταδιωκόμενοι από το χωριό Ανθρακιά Γρεβενών.
☻ Το κονάκι μετά τη λήξη του εμφυλίου που τα πράγματα ηρέμησαν και η ζωή βρήκε τον κανονικό ρυθμό της, το κονάκι χρησιμοποιείται -εκ περιτροπής- άλλοτε από το Βασ. Μέκιο (πρώην τσιφλικά) σαν κατοικία κι άλλοτε από τους κατοίκους του χωριού για διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις.
(σ.σ ο Β. Μ. έρχονταν δύο- τρεις φορές το χρόνο και διέμεινε στο κονάκι.
☻ Μετά το θάνατο του Μέκιου, στο κονάκι διέμεινε προσωρινά η οικ. του Ζήση Μπαρμπαρούση μέχρι να φτιάξει το δικό της σπίτι, όπως έλεγε, αλλά τελικά εγκαταλείφτηκε και ρήμαξε. Τα διατηρητέα δεν διατηρούνται από μόνα τους.
Νικ. Γκούμας πρόεδρος ΦΙΛΩΝ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ
[6] (βλ. σ. 524 α. βιβ. «ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΒΔ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ» Β.Κ.Σπανού εκδ. οίκος Αντ. Σταμούλη
[7] (εννοούμε την περιφέρει που καταλάμβανε η επισκοπή και όχι τον οικισμό)
[8] Βλ. βιβλ. «οι οικισμοί της Βορειοδυτικής Θεσσαλίας κατά την τουρκοκρατία» Βασ. Κ. Σπανού εκδοτικός οίκος Αντ. Σταμούλη 2004
[9] «.ηγεμονεύοντος του Υψηλοτάτου Αλή πασιά εφένδη μας ο οποίος επρόσταξε τον Ιμπραήμ Αγά Δραγώτην, κεχαγιάν του Βελή πασιά εφένδη μας και τα εμέτρησεν ως κάτωθι φαίνονται…» βλ. εκκλ. Κώδικα Τρίκκης.
[10]
[11] Βλ. τοπ. διάγραμμα διανομής 1932 στο τέλος του βιβλίου «τα πέτρινα κονάκια…»
[12] Βλ. «Ελληνική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική Διαδρομή» Χρήστου Μπούρα
[13] Βλ. σ. 146 «Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΦΑΛΩΡΕΙΑΣ» Ν. Δ. .ΓΚΟΎΜΑΣ Αθήνα 2011
[14] περισσότερα για τα υλικά του κτιρίου σε άλλη ενότητα