Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΓΚΑΝΟΥΛΗ
Μη λυπάσαι αυτούς που κλαίγονται για τις προβληματικές σχέσεις τους, γιατί δεν κάθησαν ποτέ να σκεφτούν πως λίγη αλήθεια, λίγη εντιμότητα,λίγη ανιδιοτέλεια μπορούν να γίνουν τα πιο γερά θεμέλια μιας σχέσης.
Τόσο πολύ έχουν ερωτευθεί την πάρτη τους, τα κινητά, τα αμάξια τους, που θέλει δύναμη
να σηκώσουν τα μάτια λίγο πιο πάνω. Για τα μεγάλα, τα ουσιώδη. Αντέχουν;
Εκείνοι βλέπεις έχουν μάθει στα μικρά και τα λίγα· στα σίγουρα. Σε αυτά που δεν έχουν
ρίσκο και που δεν εμπεριέχουν κινδύνους. Θέλει κότσια να τα βάλεις με τη μοίρα σου και να πεις «ομορφιά μου εδώ κάνω κουμάντο εγώ και δε σε φοβάμαι».
Γι’ αυτό ο λόγος μου συμβόλαιο είναι προνόμιο των δυνατών. Γιατί οι δυνατοί δεν έχουν ανάγκη ψέματα και δικαιολογίες για να σταθούν.
Μια λέξη χιλιάδες ιστορίες. Εγωϊσμός. Έρωτες που δεν εκφράστηκαν ποτέ επειδή το εγώ δεν ήθελε να εκτεθεί. Συγγνώμες κι αλήθειες που δεν ειπώθηκαν, δικαιώματα που καταστρατηγήθηκαν, «μου έλειψες», «θέλω να σε δω», «σε έχω ανάγκη» που προτίμησαν να πνιγούν σε τσιγάρα και κρασί. Αριθμοί που δεν πληκτρολογήθηκαν όταν χρειάστηκε, ανόητοι χειρισμοί.
Κι όλα αυτά γιατί; Γιατί απ’ το να ακούσεις ένα «όχι» προτιμάς να πέσεις κάτω από τα Μετέωρα. Ο εγωισμός πρέπει πάντα να συγχωρείται γιατί δεν υπάρχει ελπίδα θεραπείας. Από την άλλη, ο έρωτας αν υπάρχει εγωισμός δεν είναι έρωτας και η αγάπη αν είναι κτητική δεν είναι αγάπη.
Πάσχω κι εγώ από ένα είδος εγωισμού. Ο δικός μου είναι υγιής όμως. Αξιοπρέπεια λέγεται και δεν έχει καμία σχέση με το δικό σου. Είμαι ανοιχτός στις συγγνώμες σου και θα κάνω τα πάντα να διορθώσω τα κακώς κείμενα άπαξ κι είμαι λάθος εγώ. Σε καμία περίπτωση όμως δε θα επιτρέψω στον εαυτό μου να αφήσει απροστάτευτη την αξιοπρέπεια μου όταν ο εγωισμός σου απειλεί να την κάνει σμπαράλια.
Υπάρχει μια λεπτή γραμμή στο να υπερασπίζεσαι απλά την άποψή σου και να μην είσαι εμμονικός με αυτή. Και το πρόβλημα δεν είναι η διαφορά των απόψεων ή η συμφωνία που μπορεί να προκύψει. Είναι πολύ ωραίο να παθιάζεσαι και να υπερασπίζεσαι τις αξίες σου με εντάσεις και σθένος. Είναι όμως τελείως διαφορετικό να πατρονάρεις αυτούς που διαφωνούν
με σένα. Μη γίνεσαι εμμονικός σαν τον διαφημιστή του «Δημητράκα».
«Ήταν ένας βιομήχανος, ονόματι Δημητράκας. Το εργοστάσιό του κατασκεύαζε πρόκες. Αλλά επειδή οι πωλήσεις του είχαν πέσει τους τελευταίους μήνες, αποφάσισε να πάει σε μια διαφημιστική εταιρεία, για να ανορθώσει το image της εταιρίας του…
Συναντιέται με τον μάνατζερ της διαφημιστικής εταιρίας, συζητάνε κάποια πράγματα, και ο μάνατζερ τον ενημερώνει ότι το σποτάκι θα είναι έτοιμο σε μια εβδομάδα, οπότε και θα μπορεί να περάσει να το δει.
Πάει λοιπόν μετά από μια εβδομάδα ο κος Δημητράκας στα γραφεία της εταιρίας και έπειτα από εορταστικό γεύμα, οδηγείται στην αίθουσα προβολής. Εκεί, οι άνθρωποι της εταιρίας του παρουσιάζουν το τηλεοπτικό σποτάκι που δημιούργησαν γι’ αυτόν. Ξεκινάει λοιπόν, και τί δείχνει; Δείχνει τον Ληστή, τη στιγμή της σταύρωσής. Ρωμαίοι στρατιώτες με σφυριά μπήγουν καρφιά στα χέρια του Ληστή, ο Ληστής υποφέρει, και προς το τέλος γυρνάει ένας
στρατιώτης στη κάμερα και χαμογελώντας πετάει το slogan:
Για δουλειές στο τσάκα-τσάκα μόνο πρόκες «Δημητράκα».
Λέει ο Δημητράκας «Ρε σεις, τι είναι αυτό το σποτάκι; Θέλετε να το συνδέσουν με τον Σταυρωμένο Χριστό και να με αφορίσουν; Αλλάξτε το αμέσως!» Του λέει ο μάνατζερ «Εντάξει, πέρνα ξανά σε μια εβδομάδα».
Έτσι και γίνεται, και ο κος Δημητράκας επιστρέφει στην αίθουσα προβολής, μετά από μια εβδομάδα και ύστερα από ένα εορταστικό ποτό και γλυκό στη διαφημιστική εταιρία, οδηγείται στην αίθουσα προβολής ελπίζοντας σε καλύτερα αποτελέσματα. Του βάζουν λοιπόν το σποτάκι, και δείχει πάλι τα ίδια. Ρωμαίοι στρατιώτες να μπήγουν καρφιά στα χέρια του Ληστή, ο Ληστής να σφαδάζει από τον πόνο, και ένας στρατιώτης όλος χαρά να γυρνάει στην κάμερα και να λέει:
Η ζωή είναι μια πλακα με τις πρόκες «Δημητράκα».
Τα παίρνει ο Δημητράκας και τους λέει: «Ρε σεις, τι ακριβώς δεν καταλαβαίνετε; Δεν θέλω σταύρωση στο σποτάκι μου, και δεν θέλω βίαιες σκηνές! Θα μας κλείσουν όλους μέσα αν παιχτεί στην τηλεόραση. Σοβαρευτείτε!» Του λέει ο μάνατζερ, «Οκ, νομίζω ότι έχω αυτό ακριβώς που χρειάζεσαι. Πέρνα ξανά σε μια βδομάδα».
Πάει για τρίτη φορά ο Δημητράκας στα γραφεία της διαφημιστικής εταιρίας, και μετά από την κλασσική διαδικασία με γλυκό και ποτό, όπου ο μάνατζερ τον διαβεβαιώνει ότι έλαβε πολύ σοβαρά υπόψη του τις παρατηρήσεις της προηγούμενης εβδομάδας, πηγαίνει στην αίθουσα προβολής για να παρακολουθήσει το σποτάκι.
Και τι να δει; Βλέπει πάλι το Ληστή, αυτή τη φορά να τρέχει μακρυά, και από πίσω 5-6 ρωμαίους στρατιώτες να τον κυνηγούν, με σφυριά και καρφιά στα χέρια. Και στο τέλος ακούγεται το σλόγκαν: ΚΑΙ ΣΟΥ ΤΟ ‘ΠΑ, ΡΕ ΜΑΚΑΚΑ… ΒΑΛΕ ΠΡΟΚΕΣ «ΔΗΜΗΤΡΑΚΑ»!