Του Μητροπολίτου Αυλώνος ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ MR.TH
ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
Ρωμ. 2, 10-16
«Δόξα δέ καί τιμή καί εἰρήνη παντί τῷ ἐργαζομένῳ τό ἀγαθόν… οὐ γάρ οἱ ἀκροαταί τοῦ νόμου δίκαιοι παρά τῷ Θεῷ, ἀλλ’ οἱ ποιηταί τοῦ νόμου δικαιωθήσονται» (Ρωμ. 2, 10, 13).
Ὁποιαδήποτε καί ἄν εἶναι ἡ δόξα τοῦ κόσμου, δέ συγκρίνεται μέ τή δόξα τοῦ Θεοῦ. Ἡ δόξα τοῦ κόσμου συνόδεψε σέ αὐτή τήν πρόσκαιρη ζωή σπουδαίους καί ἐπιφανεῖς ἀνθρώπους τοῦ πνεύματος, τῶν ὁποίων τά ἔργα, ἴσως νά ὠφέλησαν τήν ἀνθρωπότητα, ἴσως ὄχι. Ἡ δόξα, ὅμως, πού περιμένει ἐκεῖνον πού κάνει τό καλό εἶναι αἰώνια, γιατί εἶναι ἐπιβράβευση τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο καί συνοδεύεται πάντοτε μέ τή συνειδησιακή εἰρήνη.
«Στό θεϊκό δικαστήριο δέ δικαιώνονται ὅσοι ἄκουσαν ἁπλῶς τό νόμο ἀλλά μόνο ὅσοι τήρησαν τό νόμο». Ὅσοι δοξάσθηκαν ἀπό ἀνθρώπους, δέν ξέρουμε, ἄν εἶχαν εἰρήνη στή συνείδησή τους, ψυχική ἱκανοποίηση καί χαρά. Ὅσοι, ἀπεναντίας, ἔπραξαν τό καλό, καί ἄν ἀκόμη δέν δοξάσθηκαν ἀπό τούς ἀνθρώπους, γνωρίζουμε πολύ καλά ὅτι αἰσθάνθηκαν ἐσωτερική εὐχαρίστηση, εἰρήνη καί χαρά. Αὐτοί θά ζήσουν καί στήν αἰώνια δόξα τοῦ Θεοῦ.
Σάν διαπίστωση, λοιπόν, τῆς μέλλουσας δόξας μπορεῖ νά χαρακτηρισθεῖ καί ὁ λόγος τοῦ ἀποστόλου Παύλου στή σημερινή περικοπή. «Δόξα, τιμή καί εἰρήνη προσμένουν ὅποιον κάνει τό καλό, πρῶτα τόν Ἰουδαῖο, ἀλλά καί τόν ἐθνικό• γιατί ὁ Θεός δέν κάνει διακρίσεις».
Ἐκεῖνος πού εἶπε «θησαυρίστε θησαυρούς στόν οὐρανό» (Ματθ. 6, 20), Ἐκεῖνος πού δίδαξε, πώς «ὅποιος δώσει σ’ ἕναν ἀπ’ αὐτούς τούς ἄσημους ἕνα ποτήρι κρύο νερό θά λάβει τήν ἀμοιβή του» (Ματθ. 10, 42), Ἐκεῖνος πού ὑποσχέθηκε πώς θά ἀποδώσει ἑκατονταπλάσια τήν κάθε ἐλεημοσύνη (Ματθ. 6, 1-4), ἀλλά τό ἴδιο θά ἀμοίψει καί τήν κάθε ἀρετή, Ἐκεῖνος, ἀσφαλῶς, θά ἀποδώσει τή δόξα καί τήν τιμή σέ κεῖνον πού κάνει τό καλό.
Ἄδικα καί παράνομα δέ θά κριθεῖ κανένας. Αὐτό ἐννοεῖ ὁ Ἀπόστολος, ὅταν γράφει: «Ὅσοι ἁμάρτησαν χωρίς νά ξέρουν τό νόμο τοῦ Θεοῦ θά καταδικαστοῦν ὄχι μέ κριτήριο τό νόμο. Κι ἀπό τήν ἄλλη, ὅσοι ἁμάρτησαν γνωρίζοντας τό νόμο θά δικαστοῦν μέ κριτήριο τό νόμο». Δέν εἶναι ἀρκετό νά μάθει, δηλαδή, καί νά γνωρίζει ὁ ἄνθρωπος τό θέλημα τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία του, γιατί αὐτό τό προνόμιο προκαλεῖ μεγαλύτερες εὐθύνες ἀπέναντι στό Θεό καί τόν κάνει ἀναπολόγητο. Θυμηθεῖτε τό «ὁ ποιήσας καί διδάξας» (Ματθ. 5, 19).
Ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς λέει πώς «ἐκεῖνος ὁ δοῦλος πού ξέρει τί θέλει ὁ Κύριός του, δέν εἶναι ὅμως ἕτοιμος καί δέν κάνει αὐτό πού θέλει ὁ κύριός του, θά τιμωρηθεῖ αὐστηρά» (Λουκ. 12, 47). Οἱ Δέκα ἐντολές, λέει ἡ σημερινή περικοπή, πρίν νά δοθοῦν στούς Ἑβραίους, γράφτηκαν ἀπό τό Θεό στίς συνειδήσεις τῶν ἀνθρώπων. Ἄς μήν τὄχουν γιά καύχημα οἱ Ἑβραῖοι πώς ἔλαβαν τό Νόμο καί οἱ χριστιανοί πώς ἔχουν τό Εὐαγγέλιο, γιατί οἱ εἰδωλολάτρες εἶναι οἱ ἴδιοι νόμος στόν ἑαυτό τους.
Γιά νά ἀποφύγει κανείς τήν Κρίση τοῦ Θεοῦ καί νά ἔχει στήν ψυχή του τήν εὐλογία Του, ἑρμηνευόμενη σέ εἰρήνη καί χαρά, ἄς εἶναι ἄνθρωπος ἀγάπης, γιατί «ἡ ἀγάπη θά ὑπάρχει πάντα»! (Α΄ Κορ. 13, 8).