Γράφει ο ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΥΡΙΤΣΗΣ, Φιλόλογος
Η χρήση της Δοτικής στην Νεοελληνική Γλώσσα
Η Δοτική είναι η τρίτη κατά σειράν πτώση των κλιτών μερών του λόγου (άρθρου, ουσιαστικού, επιθέτου, αντωνυμίας και μετοχής) της αρχαίας ελληνικής γλώσσας και της καθαρεύουσας. Υπήρχε κατά κάποιον τρόπο το «θύμα» ανάμεσα από τις πέντε πτώσεις στη «διαμάχη» ανάμεσα στην παλιά μορφή της γλώσσας μας, την καθαρεύουσα, και στη δημοτική που επικράτησε και επίσημα το 1976 και στον γραπτό λόγο. «Χαράς ευαγγέλια» για τους φανατικούς οπαδούς της δημοτικής και άσπονδους εχθρούς της καθαρεύουσας. Διαλαλούσαν την οριστική νίκη της δημοτικής, της γλώσσας του λαού, όπως έλεγαν, -και λένε και σήμερα- και ελεεινολογούσαν την ήττα της καθαρεύουσας.
Ο παραμερισμός, μεταξύ άλλων, της δοτικής πτώσης έγινε σχεδόν πανηγυρικά! Τέρμα είπαν οι δοτικές με τις αρχαιοπρεπείς και ακατανόητες για πολλούς καταλήξεις των πτωτικών. Θάνατος και ταφόπλακα στις υπογεγραμμένες, που η παράλειψή τους στοίχιζε απώλεια βαθμών στους μαθητές και της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης!
Ωστόσο, η δοτική, «γάτα εφτάψυχη», κατάφερε να επιζήσει και στην κυρίαρχη γλωσσική πραγματικότητα της δημοτικής. Παρότι αντικαταστάθηκε στο λόγο -και επιτυχώς- από τη γενική και από την αιτιατική, είτε απρόθετη είτε εμπρόθετη, κυρίως με την πρόθεση σε (+ αιτιατ.), η παρουσία της κρίνεται απαραίτητη σε πολλές φράσεις, είτε με εμπρόθετη είτε με απρόθετη μορφή. Συγκεκριμένα αρχαίες και λόγιες φράσεις ως βασική έννοια κυριαρχούν στη νεοελληνική-δημοτική γλώσσα, χωρίς να είναι δυνατό να αντικατασταθούν με άλλες νεοελληνικές φράσεις, καθιστώντας αρκούντως κατανοητό και ταυτόχρονα ελκυστικό και σφριγηλό το λόγο. Το ίδιο θετικός είναι και ο ρόλος πολλών απρόθετων δοτικών, που είναι σχεδόν αδιανόητη και η σκέψη αντικατάστασής τους με ταυτόσημες φράσεις της νεοελληνικής γλώσσας!
Ενδεικτικά και μόνο θα καταγράψω μερικές πολύ εύχρηστες δοτικές απρόθετες και φράσεις με βασική λέξη δοτική:
Α) Απρόθετες δοτικές με επιρρηματική σημασία:
– βάσει + γεν. // π.χ. βάσει σχεδίου (=σύμφωνα με το σχέδιο).
– δημοσία δαπάνη (=με έξοδα του δημοσίου, του κράτους για λόγους τιμητικούς).
– ιδίαις δαπάναις / ιδία δαπάνη (=με προσωπικά έξοδα). ΣΥΝ.: ιδίοις αναλώμασι < αναλώνω < αρχ. ρ. ἀναλίσκω ( =ξοδεύω) (ανάλ -ωσα, -ώθηκα, -ωμένος).
– ιδίοις όμμασι (=με τα ίδια μου τα μάτια)· η δοτ. δηλώνει τρόπο, μέσο.
– ελλείψει + γεν. // π.χ. ελλείψει χρόνου (= εξαιτίας της έλλειψης χρόνου)· η δοτ. δηλώνει αιτία.
– θέσει (=από τη θέση)· η δοτ. δηλώνει αιτία.
– πάση θυσία (=με κάθε, έστω και δύσκολη προσπάθειαν)· η δοτ. δηλώνει τρόπο.
– τοις μετρητοίς (=με άμεση καταβολή του αντιτίμου). Αντιθ. επί πιστώσει. Φρ. α) (μτφ.) παίρνω τοις μετρητοίς (=λαμβάνω σοβαρά υπόψη κάτι που δεν χρήζει ανάλογης αντιμετώπισης) // π.χ. δεν παίρνω τοις μετρητοίς τίποτε απ’ όσα λέει (αφού ξέρω ότι αυτά που λέει σήμερα αύριο θα τα πει αλλιώς), β) ο πωλών τοις μετρητοίς: i. ο έμπορος που πουλά χωρίς πίστωση, ii. (μτφ.) ο άνετος οικονομικά άνθρωπος, ο ανέμελος, ο αμέριμνος.
– πράγματι (=στην πραγματικότητα), δοτ. του ονομ. πράγμα, η οποία περιέπεσε σε επιρρηματική χρήση. ΣΥΝ.: τω όντι (=πράγματι), δοτ. της αρχ. μετοχής ὤν, οὖσα, ὄν, με σημ. τροπικού επιρρ.
– κοινή συναινέσει (=με κοινή συγκατάθεση )· η δοτ. δηλώνει τρόπο
– αβρόχοις ποσί: α) (κυριολ.) με όχι βρεγμένα πόδια, β) (μετφ.) χωρίς κόπο, ταλαιπωρία. Η φράση είναι παρμένη από τη βιβλική αφήγηση της διέλευσης των Ισραηλιτών από την Ερυθρά Θάλασσα. Η δοτ. δηλώνει τρόπο.
Β) Εμπρόθετες δοτικές με επιρρηματική σημασία:
– συν τοις άλλοις: Η φρ. δηλώνει επιρρηματικά προσθήκη· λέγεται ακόμη με την ίδια σημασία και η φρ. εκτός των άλλων (= εκτός από τα υπόλοιπα, ανάμεσα στα άλλα που έχουν προειπωθεί).
– εν αναμονή + γεν. (=σε αναμονή) // π.χ. εν αναμονή των αποτελεσμάτων.
– εν αντιθέσει (=σε αντίθεση με ή προς )· λόγια έκφραση.
– εν γένει / ενγένει (=γενικά, συνολικά)· η φρ. δηλώνει τρόπο.
– επ’ ευκαιρία / επί τη ευκαιρία + γεν. (=με αφορμή την ευνοϊκή κατάσταση, μιας και τόφερε η συζήτηση)· το εμπρόθ. δηλώνει κατάσταση.
– εν κραιπάλη (μέθης)· (το εμπρόθετο δηλώνει κατάσταση). Η λ. κραιπάλη είναι αρχ. και η ετυμολογία της είναι αβέβαιη· συνοδεύεται σχεδόν πάντοτε από τη γεν. μέθης. Σημαίνει: «σε κατάσταση μεγάλης μέθης», (μτφ.) «στα πλαίσια ασύδοτης και ακόλαστης ζωής».
– εν κατακλείδι· η φράση είναι λόγια και δηλώνει χρόνο. Η λ. κατακλείδι είναι δοτ. του αρχ. κατακλείς, ἡ (=το κλειδί). Σημαίνει: «στο τέλος μιας αφήγησης, προφορικής ή γραπτής, τελικά».
– εν λευκώ· η φράση δηλώνει τρόπο ή κατάσταση· προέρχεται από την πληρέστερη φρ. «εν λευκώ χάρτη…». Σημασία: «με απόλυτη ελευθερία κινήσεων, χωρίς επιφυλάξεις ή εγγυήσεις».
– εν ονόματι + γεν.: η φράση χρησιμοποιείται στις περιπτώσεις που θέλουμε στηριζόμενοι σε κάποια ανώτερη δύναμη ή αρχή να πετύχουμε, να επιβάλουμε κάτι· π.χ. συλλαμβάνεσαι εν ονόιιατι του νόμου. Παραπλήσιας σημασίας είναι και το επ’ ονόματι (+ γεν.): «στο όνομα κάποιου» (συνήθως για τίτλους ιδιοκτησίας ή για επίσημα έγγραφα)· π.χ. «οι τραπεζικές καταθέσεις έγιναν επ’ ονόματι του συζύγου».
– Ειρήσθω εν παρόδω· λόγια έκφραση. Ο τύπος ειρήσθω < αρχ. εἰρήσθω είναι προστακτική παθητική παρκ. του λέγομαι· παρόδω < αρχ. παρόδω, είναι δοτ. του ονόμ. πάροδος, ἡ. Η φράση σημαίνει: «ας ειπωθεί κατά τη ροή του λόγου»· χρησιμοποιείται από τον ομιλητή, όταν θέλει να προσθέσει παρενθετικά κάποια ενδιαφέροντα σχόλια.
– εν πάση περιπτώσει (= σε κάθε περίπτωση) : λόγια φράση, πολύ εύχρηστη στο νεοελληνικό λόγο.
– ενώ: σύνδεσμος χρονικός ή εναντιωματικός· προέκυψε ἐν ὧ (ενν. χρόνω) (το ὧ είναι δοτ. της αναφ. αντωνυμίας ὅς, ἥ, ὃ). κ.ά.
Συντμήσεις: αναφ. = αναφορικής, αρχ. = (-α), γεν. = γενική, δοτ. = δοτική, εμπρόθ. = εμπρόθετο, επιρρ. = επιρρήματος, κ.ά. = και άλλα, κυριολ. = κυριολεκτικά (-ή), λ. = λέξη, μετφ. = μεταφορικά (-ή), ονόμ. = ονόματος, πρκ. = παρακείμενος, σημ. = σημασία, ΣΥΝ. = συνώνυμο, σημ = σημασία, φρ = φράση.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!