Του φιλολόγου Σπυρίδωνος Βλιώρα
Εισαγωγή
Θα θέλαμε στις προσωπικότητες που αρχίσαμε να παρουσιάζουμε λίγο πριν από την 25η Μαρτίου 2021, στα πλαίσια των εόρτιων / εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων για την διακοσιετηρίδα από την Ελληνική Επανάσταση του 1821, να συμπεριλάβουμε και γυναίκες, δεν είμαστε όμως σε θέση να γράψουμε ολόκληρη μελέτη για κάποια γυναικεία προσωπικότητα της εποχής, καθώς δεν είναι γνωστά επαρκή στοιχεία. Το κενό αυτό προσπαθούμε να αναπληρώσουμε με την σύντομη αυτή παρουσίαση της Βασιλικής Κονταξή, που, αν και δεν διαδραμάτισε —εμφανή— πρωταγωνιστικό ρόλο που να σχετίζεται με την περιοχή μας, εντούτοις έδωσε τ’ όνομά της σ’ ένα χωριό του Δήμου Μετεώρων, που από Βοϊβόντα μετονομάστηκε Βασιλική.
Ας δώσουμε το λόγο στον Σπυρίδωνα Αραβαντινό1 (και τον πατέρα του Παναγιώτη), που έγραψαν την Ἱστορία Ἀλῆ πασᾶ τοῦ Τεπελενλῆ. Η καθαρεύουσα γλώσσα του κειμένου ίσως δυσκολέψει λίγο κάποιους αναγνώστες, έχει όμως την γοητεία της.
Βασιλική Κονταξή (κυρα–Βασιλική)
Η κυρα–Βασιλική με τον Αλή Πασά. Ελαιογραφία (158×182 εκ.) του Paul Emil Jacobs, 1842
Ἐν μέσῳ τῶν ἡδονῶν τοῦ χαρεμίου2 καὶ τῶν διαβατικῶν αὐτοῦ ἐρώτων, ὁ Ἀλῆς ἐτρώθη ὑπὸ ἀληθοῦς ἔρωτος καί, ὡς ὁ Ἡρακλῆς εἰς τοὺς πόδας τῆς Ὀμφάλης, προσέπεσε καὶ οὗτος εἰς τοὺς πόδας ὡραίας καὶ θελκτικῆς γυναικός, γέρων ἤδη, καὶ ἐμαλάχθη ὑπὸ τῶν θελγήτρων αὐτῆς ὁ σκληροτέραν καὶ χάλυβος ἔχων καρδίαν. Ἡ γυνή, ἥτις κατώρθωσε νὰ καταστήσῃ τὸν Ἀλῆν ὑποχείριον, ἦτο ἡ κυρα–Βασιλική.
Καταγωγή, αρπαγή από τον Αλή
Ἡ Βασιλικὴ3 ἦν θυγάτηρ τοῦ ἐκ Πλεσίβιτσας4 τῆς ἐπαρχίας Φιλιατῶν5 Κίτσου Κονταξῆ,6 ἐκ τῶν ἐγκρίτων τῆς κωμοπόλεως ταύτης πολιτῶν. Θελκτικωτάτη παιδίσκη, ὀκταέτις μόλις, ἡ Βασιλικὴ ἀνηρπάγη ἐκ τῆς πατρικῆς ἀγκάλης. Γύναιόν τι ὀνόματι Μαρίνα Τσάτσαινα, ἐκ τῆς αὐτῆς κωμοπόλεως, συγγενὴς δ’ ἐκ μητρὸς τῆς Βασιλικῆς, γνωρίσασα τῷ Ἀλῇ τὴν ὕπαρξιν τοῦ μυροβόλου τούτου ἄν0ους, ἐγένετο τὸ ὄργανον τῆς ἀπαγωγῆς. Ἡμέραν λοιπόν τινα τοῦ ἔτους 1812, ἀπόντων τῶν γονέων τῆς Βασιλικῆς καὶ τῶν λοιπῶν οἰκείων, ὡδήγησε παρ’ ἑαυτῇ τὴν κορασίδα καὶ εἰδοποίησε τοὺς παραφυλάττοντας τζοχανταραίους τοῦ βεζίρου. Αὐθημερὸν δ’ οὗτοι ἀπαγαγόντες ἔφερον τὴν Βασιλικὴν ὀλοφυρομένην καὶ ἐνέκλεισαν αὐτὴν ἐν τῷ γυναικωνίτῃ τοῦ φρουρίου.
Ἀπὸ τῆς ἡμερας ἐκείνης ὁ ταλαίπωρος πατὴρ τῆς ἀπαχθείσης, συνειδὼς τὸ ἀδύνατον τῆς ἀπαλλαγῆς τῆς προσφιλοῦς θυγατρὸς περιῆλθεν εἰς τοσαύτην ἀδημονίαν, ὥστε σχεδὸν παρεφρόνησεν, ὠρύξας δὲ τάφον ἐν τῷ ὑπογείῳ τῆς οἰκίας του, ἐζώσθη σχοινίον καὶ ἐν νηστείαις καὶ στερήσεσι διάγων ἐπεκαλεῖτο τὴν Θεομήτορα ὑπὲρ τῆς ἐπανόδου τῆς Βασιλικῆς του.
Διατήρησε την χριστιανική πίστη της
Αὕτη δὲ ἀναπτυσσόμενη ἐν χάριτι καὶ καλλονῇ, πεπροικισμένῃ δὲ ὑπὸ νοημοσύνης καὶ συνέσεως, προσείλκυσε ταχέως τὴν προσοχὴν τοῦ Ἀλῇ καὶ ἐγένετο ἑκοῦσα ἄκουσα ἡ κατ’ ἐξοχὴν εὐνοουμένη αὐτοῦ. Κατώρθωσεν ὅμως διὰ τῆς ἐπ’ αὐτοῦ ἰσχύος της παρ’ ὅλας τὰς ἐπιμόνους αὐτοῦ καὶ τῶν οἰκείων του παροτρύνσεις, οὐ μόνον τὸ θρήσκευμα αὐτῆς νὰ τηρήσῃ, ἀλλὰ καὶ μικρὸν οἶκον εὐκτήριον νὰ ἐγκαταστήσῃ ἐν τῷ γυναικωνίτῃ τοῦ Ἀλῇ, ὅπου καὶ ἱερεὺς ἤρχετο καὶ ἱερούργει. Διηγοῦνται ὅτι, ὅτε ἀπεφάσισεν ὁ Ἀλῆς νὰ τὴν νυμφευθῇ, πολλαὶ δὲ κατεβάλλοντο προσπάθειαι ὑπὸ τῶν περὶ αὐτόν ὅπως ἀναγκάσωσι τὴν Βασιλικὴν νὰ ἐξωμόσῃ.7 Εἰσῆλθεν αὕτη, κατὰ συμβουλὴν τοῦ Μάνθου καὶ τοῦ Γεωργίου Τουρτούρη, ἡμέραν τινὰ εἰς τὰ δώματα αὐτοῦ, μελανείμων8 καὶ φέρουσα ἐπὶ τοῦ λαιμοῦ ἠρτημένον σταυρὸν μέλανα ἐπίσης. Γονυπετήσασα δὲ πρὸ τοῦ Ἀλῇ καὶ κρατοῦσα τὸν σταυρόν, εἶπεν αὐτῷ μετὰ θάῤῥους ὅτι μόνον τὸ σῶμα αὐτῆς εἶναι ἰδικόν του, ἡ δὲ ψυχὴ αὐτῆς ἀνήκει ὁλόκληρος εἰς τὸν Θεὸν τῶν πατέρων αὐτῆς, ἐκ τοῦ ὁποίου οὐδεμία ἀνθρωπίνη δύναμις θὰ δυνηθῇ νὰ τὴν ἀποσπάσῃ. Ἦτο δὲ τόσῳ θελκτικωτάτη ἐν τῇ μελανείμονι περιβολῇ ἡ καλλονὴ αὐτῆς, ὥστε ὁ Ἀλῆς ἐν γοητείᾳ διατελῶν ἀνήγειρεν αὐτὴν καὶ θέσας ἐπὶ τῶν γονάτων του τὴν ἠσπάσθη καὶ διαβεβαίωσεν ὅτι εἶναι ἐλευθέρα νὰ λατρεύῃ τὸν Θεὸν τῶν πατέρων της.
Η κυρα–Βασιλική. Μουσείο Ελληνικής Ιστορίας Παύλου Βρέλλη.
Νόμιμη σύζυγος του Αλή
Ἔκτοτε ἡ Βασιλικὴ δεκαοκταέτις ἤδη οὖσα, ἐγένετο νόμιμος τοῦ Ἀλῆ σύζυγος,9 τοῦ μουσουλμανικοῦ ἱεροῦ νόμου ἐπιτρεπόντος τὸν τοιοῦτον μετ’ ἀλλοδόξου γυναικὸς γάμον. Ἡ δὲ δρᾶσις τῆς γυναικὸς ταύτης ἐν τῇ περιόδῳ ταύτῃ τοῦ βίου τοῦ Ἀλῆ ὑπῆρξε τῷ ὄντι σπουδαία, πολλοὺς δ’ ἐπήνεγκε καρποὺς ἐπ’ ἀγαθῷ τῶν συμπολιτῶν αὐτῆς χριστιανῶν καὶ ὀθωμανῶν.
Βοήθησε πολλούς (και τον εθνικό σκοπό)
Ἔχουσα ἐπὶ τοῦ πνεύματος αὐτοῦ μέγα κράτος,10 ἐγίνωσκε νὰ ποιῆται ἐπωφελῆ καὶ σκόπιμον τῆς ἰσχύος αὐτῆς χρῆσιν, δεξιότατα δὲ ἐκμεταλλευομένη διὰ τῆς συνέσεως αὐτῆς τὰς ἀδυναμίας τοῦ Ἀλῆ, κατόρθωνε πολλοὺς νὰ διασώζῃ ἐκ τῆς σπάθης ἢ ἐκ τοῦ βρόχου τοῦ δημίου. Οἱ ἐν τῇ αὐλῇ αὐτοῦ συνετοὶ καὶ φιλοπάτριδες ἄνδρες, ὁ Μάνθος καὶ ὁ Κολοβὸς καὶ ὁ Τουρτούρης καὶ οἱ λοιποί, ἐν γνώσει τούτου ὄντες, καὶ προσοικειωθέντες τὴν Βασιλικήν, μετεχειρίζοντο αὐτήν, πλὴν τῆς ἐξυπηρετήσεως τῆς φιλανθρωπίας, καὶ εἰς ἐπιτυχίαν πολλάκις πολιτικῶν σκοπῶν, ὑψίστης ἐθνικῆς σημασίας καὶ ἐνδιαφέροντος.
Μόνο μ’ αυτήν αναπαυόταν ο Αλής!
Βασιλική και Αλή πασάς, χαλκογραφία της Alexandre Marie Colin, 1829.
Κλίνων τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ ἐπὶ τῶν γονάτων τῆς ἀγαπητῆς του, ἐλησμόνει ἐν ταῖς γλυκείαις αὐτῆς θωπείαις ὁ Ἀλῆς ὅλον τὸν ἄλλον κόσμον, ἐπὶ ὥρας δ’ ὁλοκλήρους ἔμενεν ἐν τῇ θέσει ταύτῃ, ἀπολαμβάνων ἐκεῖ τὸν ὕπνον, ὅστις πανταχοῦ ἄλλοθι ἔφευγεν ἐπιμόνως αὐτόν.11 Διότι, τίς οἶδε πόσα φάσματα αἱμοσταγῆ παρήλαυνον ἐν τῷ σκότει πρὸ τῶν ὀφθαλμῶν του! Μύχιον δ’ εἶχε πόθον ν’ ἀποκτήσῃ ἐκ τῆς Βασιλικῆς τέκνα, ἀλλὰ δὲν κατόρθωσε νὰ ἴδῃ τὸν πόθον αὐτοῦ πληρούμενον, ἐφ’ ᾧ βαθεῖαν ᾐσθάνετο λύπην.12
Τελευταίες ημέρες του Αλή
Η Σφαγή του Αλή πασά, Μουσείο Ελληνικής Ιστορίας Παύλου Βρέλλη.
«Εἰς τὰ διαμερίσματα λοιπὸν ταῦτα κατέφυγε μετὰ τῶν γυναικῶν καὶ οἰκετῶν αὐτοῦ, τῆς κυρα–Βασιλικῆς, τοῦ μικροῦ Μανθάκη καὶ τοῦ Θανάση Βάγια. Παρὰ τὸν σωρὸν τῶν βαρελίων τῆς πυρίτιδος, ἥτις ἦτο ἱκανὴ ὁλόκληρον τὸ φοούριον καὶ τὴν πόλιν τῶν Ἰωαννίνων ν’ ἀνατινάξῃ καὶ ἀποτεφρώσῃ, ἔταξε τὸν πιστὸν καὶ ἀφωσιωμένον αὐτῷ ὑπηρέτην Σελὴμ Τσάμην, ἔχοντα φανόν, οὗ ἡ θρυαλλὶς ἔκαιεν ἀεννάως, καὶ παρήγγειλεν αὐτῷ νὰ θέσῃ τὸ πῦρ εἰς πρώτην αὐτοῦ διαταγήν.»13
«Τὴν πρωίαν λοιπὸν τῆς 2ας Ἰανουαρίου 1822 κατῆλθε τοῦ Ἲτς Καλὲ ἐκ τοῦ ὄπισθεν μέρους τοῦ φρουρίου καὶ ἐπέβη λέμβου, φέρων μεθ’ ἑαυτοῦ μόνην τὴν φιλτάτην αὐτῷ Βασιλικὴν καὶ μέρος τῶν τιμαλφῶν αὐτοῦ (τῶν εὐαρίθμων14 σωματοφυλάκων15 του ἀκολουθούντων αὐτὸν ἐν ἑτέρα λέμβῳ). Ἐλθὼν δὲ ἐκεῖ καὶ θεωρῶν ἑαυτὸν ἀσφαλῆ ἐνεκλείσθη εἰς τὰ ἀνατολικὰ κελλία τῆς ἐν τῇ νήσῳ μονῆς τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος. (…) Περιωρισμένος ἐν τῇ πενιχρᾷ ταύτῃ κατοικίᾳ ὁ τέως μεγαλοδύναμος Σατράπης διήρχετο τὰς ἡμέρας καὶ τὰς ὥρας ἐν ἀθυμίᾳ καὶ ἀγωνίᾳ, μικρὰν εὑρίσκων παρηγορίαν εἰς τὰς θωπείας τῆς κυρα–Βασιλικῆς.»16
«Ἐξηντλημένος καὶ ψυχοῤῥαγῶν ἐκάλεσε τὸν Βάγιαν, τὸν μετά τινων ἄλλων σωματοφυλάκων πυροβολοῦντα ἔτι ἐκ τῶν παραθύρων, καὶ παρήγγειλεν αὐτὸν διὰ θνησκούσης φωνῆς νὰ φονεύσῃ τὴν εἰς τὸ παρακείμενον δωμάτιον καταφυγοῦσαν Βασιλικήν. Οὗτος ὅμως ἰδὼν τὸν Ἀλῆν ἐκπνέοντα, ἤνοιξε παράθυρον καὶ διὰ φωνῶν καὶ σημείων ἐδήλωσε τοῖς ἐν τῇ αὐλῇ ὅτι παραδίδονται. (…) Ἐκ τῶν αἰχμαλωτισθέντων ἦσαν ὁ Θανάσης Βάγιας, ὁ μικρὸς Μανθάκης, ὁ Κώστας Μπότσαρης καὶ ἡ κυρα– Βασιλική, ἥτις καθ’ ὅλην τὴν συμπλοκὴν ἐκρύπτετο ἐντὸς τοῦ παρακειμένου σπηλαίου, ὅπου ἔντρομος εἶχε καταφύγει.»17
Αιχμάλωτη στην Πόλη μετά από την θανάτωση του Αλή
Ἡ Βασιλική, ὡς εἴδομεν, παρηκολούθησε τὸν Ἀλῆν καὶ εἰς τὸ τελευταῖον ἐν τῇ μονῇ τοῦ Παντελεήμονος καταφυγίου, ὅπου εὗρεν οὗτος τὸν θάνατον, ἐπέζησε δὲ καίτοι ἐπιβουλευθέντος ἐκ ζηλοτυπίας τὴν ζωὴν αὐτῆς ἐν ταῖς τελευταίαις αὐτοῦ στιγμαῖς καὶ διατάξαντος τὸν Ἀθανάσιον Βάγιαν ὅπως τὴν φονεύσῃ. Αἰχμάλωτος τοῦ Χουρσίτ, ἦλθεν ἡ Βασιλικὴ μετὰ τὴν καταστροφὴν εἰς Κωνσταντινούπολιν, ὅθεν ἐστάλη εἰς Προῦσσαν ὑπὸ περιορισμόν, κύριον σκοπὸν ἔχοντα τὴν ἐξανάγκασιν αὐτῆς, ὅπως ὑποδείξῃ τοὺς ὑποτιθεμένους θησαυροὺς τοῦ Ἀλῆ.
1830 κ.ε.: Στην Ελλάδα
Ἐν ἔτει δὲ 1830 τυχοῦσα τῆς συγγνώμης τοῦ Σουλτάνου καὶ ἀπολυτρωθεῖσα, κατέφυγε κατ’ ἀρχὰς μὲν εἰς τὸ παρὰ τὰ Τρίκαλα ὡραῖον κτῆμα Βόιβοδα, ὅπερ εἶχε δωρήσει αὐτῇ ὁ Ἀλῆς, κατόπιν δὲ εἰς Μεσολόγγιον κατοικήσασα ἐν τῷ χωρίῳ Κατοχῇ.18 Αἱ δοκιμιασίαι, ἃς ὑπέστη ἐν τῷ περιπετειώδει βίῳ αὐτῆς, ἡ κατάπτωσις ἀπὸ τοῦ κατακορύφου τῆς δόξης καὶ τῆς εὐδαιμονίας εἰς τὴν ἀσημότητα καὶ πενιχρότητα, ἰδίως δὲ ἡ βαθεῖα ὀδύνη, ἣν ᾐσθάνθη ἐπὶ τῷ θανάτῳ τῶν ἀδελφῶν αὐτῆς, ἔφεραν αὐτὴν προώρως εἰς τὸν τάφον, θανοῦσαν ἐν Αἰτωλικῷ, τῷ 1835 (το σωστό: 1834).19
Ἔχομεν ἐξ ἀφηγήσεως τῆς θυγατρὸς τοῦ Γεωργίου Τουρτούρη, Βασιλικῆς Ἀρτ. Μίχου, ὅτι μετὰ τὴν καταστροφὴν τοῦ Ἀλῇ καὶ ἰδίως περὶ τὰ ἔσχατα τοῦ βίου της ἔτη ἡ Βασιλικὴ εἶχεν ὑποπέσει εἰς τὴν οἰνοποσίαν, ἦλθε δὲ δὶς εἰς Ναύπλιον ἐπὶ Κυβερνήτου, φέρουσα περιβολὴν ὀθωμανίδος καὶ εἶχε καταστῇ ἀγνώριστος σχεδὸν ἡ ἔξοχος ἐκείνη καλλονή· τὸ ἀγγελικὸ αὐτῆς πρόσωπον εἶχεν ἀπωλέσει τὴν στιλπνότητα καὶ διαφάνεια τῆς ἐπιδερμίδος διαυλακωθείσης ἐκ τῶν ῥυτίδων προώρου γήρατος ἕνεκα τοῦ πάθους τῆς οἰνοποσίας.
Τύχη περιουσίας Βασιλικής και Αλή
Ἐκ τοῦ βαρυτίμου κόσμου τῶν ἀδαμάντων καὶ τῶν ἄλλων πολυτίμων εἰδῶν καὶ ἀμφιέσεων, ἃς εἶχε προσπορίσει αὐτῇ ἡ μεγαλοδωρία τοῦ Ἀλῆ,20 διέσωσεν ἡ Βασιλικὴ τινά, ὅσα ἔφερε μεθ’ ἑαυτῆς συνωδεύσασα αὐτὸν κατὰ τὴν ἐκ τοῦ φρουρίου εἰς τὴν νῆσον τῶν Ἰωαννίνων μετάβασίν του καὶ δι’ αὐτῶν κατώρθωσεν αὕτη νὰ συντηρηθῇ κατόπιν ἐν τῷ πλάνητι αὐτῆς βίῳ, καὶ θὰ ἠδύνατο δι’ αὐτῶν νὰ συντηρηθῇ ἐπὶ πλεῖστα ἔτη ἐν εὐπορίᾳ, διότι ἀπετέλουν ἀληθῆ πλοῦτον.21
«Ὁ Θανάσης Βάγιας, ὁ ἀφοσιωμένος οὗτος ὑπηρέτης τοῦ Ἀλῆ καὶ τυφλὸν αὐτοῦ ὄργανον, ἐπανελθὼν ἐν ἔτει 1834 εἰς Ἰωάννινα ἐξ Ἑλλάδος,22 ἀνεκοίνωσεν εἰς φίλον του (παρ’ οὗ βραδύτερον ὁ συγγραφεὺς τῆς παρούσης ἱστορίας ἔμαθε τοῦτο) ὅτι εἰς τὴν κυρα–Βασιλικὴν ἦτο γνωστὴ ἡ θέσις δύο περὶ τὰ Ἰωάννινα κρυπτῶν, ἐν αἷς εἶχεν ἐναποθέσει ὁ Ἀλῆς μέρος τῶν θησαυρῶν του καὶ ὅτι τὴν ὕπαρξιν τῶν κρυπτῶν τούτων εἶχε καταστήσει ἡ Βασιλικὴ ἐν Ἑλλάδι διατρίβουσα γνωστὴν καὶ τῷ ἀειμνήστῳ Κυβερνήτῃ, ὑποσχεθεῖσα νὰ ὑποδείξῃ καὶ τὰς θέσεις τῶν θησαυρῶν ἅμα τῇ ἐθνικῇ ἀποκαταστάσει τῆς ἠπειρωτικῆς χώρας. Καὶ ὅ,τι μὲν εἶπεν ὁ Βάγιας ἐν Ἰωαννίνοις δύναται νὰ εἶναι ἀληθές· ἀλλ’ ἡ ἀποκάλυψις αὕτη τῆς Βασιλικῆς εἰς μόνον τὸν Καποδίστριαν καὶ πρὸ πάντων ὁ δυσεκπλήρωτος ὅρος, ἐξ οὗ αὕτη ἤρτησε τὴν ἀποκάλψιν τῶν θησαυρῶν, ἐνδεικνύουσιν ἀρκούντως, νομίζομεν, ὅτι πρόκειται οὐχὶ περὶ σπουδαίων. Τὰ δὲ περὶ θησαυρῶν τοῦ Ἀλῆ εἶναι προωρισμένα νὰ παραμένωσι καὶ ἐν τῷ μέλλοντι ἴδιον τῶν μυθιστοριογράφων καὶ τῶν ποιητῶν κτῆμα.»23
Χωριό Βοϊβόντα→Βασιλική
Μέχρι τα 1927 το χωριό που βρίσκεται στη θέση 39.639962, 21.704822, 10 περίπου χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Καλαμπάκας, ονομαζόταν Βοϊβόντα.24 Στο ὑπὲρ τῆς ἐπισκοπῆς Σταγῶν σιγίλλιον (σιγιλλιώδη παρακέλευσιν) του οικουμενικού πατριάρχη Αντωνίου Δʹ στα 1393 διαβάζουμε ότι η Βοϊβόντα παλαιότερα λεγόταν Βλάχοι: «Ἄρχονται δὲ τα ὑποκείμενα ὅρια ταῦτα τῇ ἁγιωτάτῃ ἐπισκοπῇ Σταγῶν ἐκ χωρίου λεγομένου Βοϊβόντα, ἐπονομαζόμενον ἔκπαλαι Βλάχους.»25
Από τις 4 Νοεμβρίου 192726 και εντεύθεν το χωριό ονομάζεται Βασιλική, προς τιμήν τής κυρα–Βασιλικής.27 «Όταν ο Αλή πασάς των Ιωαννίνων παντρεύτηκε την κυρα–Βασιλική (…) από την οικογένεια Κονταξή, η κυρα–Βασιλική επιβλήθηκε στον Αλή πασά. Διατήρησε τη χριστιανική πίστη και είχε την άδεια του Αλή να χτίζει και εκκλησίες. Έχτισε πέντε εκκλησίες, αφιερωμένες στον Άγιο Νικόλαο, τ’ όνομα του πατέρα της.28 Μια τέτοια, ίδια με τις άλλες τέσσερις (Φήκης, Μεγάλων Καλυβίων, Ριζώματος) είναι και του χωριού Βοεβόδα. Οι κάτοικοι, από ευγνωμοσύνη έδωσαν τ’ όνομά της στο χωριό, το όνομα Βασιλική. Στην εκκλησία δε είναι η κυρα–Βασιλική, σκαλιστή, στην εξωτερική ανατολική πλευρά, πάνω, δεξιά από το ιερό, σε μέγεθος ενός περίπου μέτρου επί μισό, μ’ ένα κλαδάκι στο χέρι. Έτσι πήρε τ’ όνομα Βασιλική το χωριό.»29
Άγιος Νικόλαος Βασιλικής.
«Οδεύοντας από την κεντρική πλατεία προς Ανατολάς συναντούμε αριστερά μας την εκκλησία του Αγίου Νικολάου που κτίστηκε30 από την κυρα–Βασιλική (1793–1834), την γυναίκα του Αλή πασά, τσιφλίκι της οποίας ήταν το χωριό μαζί με την Σαρακήνα Καλαμπάκας και την Μεταμόρφωση Καρδίτσας. Αργότερα και μέχρι την απελευθέρωση της Θεσσαλίας το χωριό έγινε τσιφλίκι της Βαλιντέ σουλτάνας (μητέρας του σουλτάνου). Η κυρα–Βασιλική έκτισε και τις εκκλησίες του Αγίου Νικολάου στη Φήκη και τα Μεγάλα Καλύβια. Σύμφωνα με την παράδοση, για την κατασκευή του Αγίου Νικολάου Βασιλικής ο Αλή πασάς έστειλε τον πρωτομάστορά του Σάμπλο και κατασκεύασε μέσα στο χωριό ένα χαντάκι που όριζε την περιοχή του ασύλου για τους Χριστιανούς που καταδίωκαν οι Τούρκοι. (…) Από την ανατολική πλευρά του ναού εξέχουν τρεις κόγχες, πάνω δε δεξιά υπάρχει εντοιχισμένο ανάγλυφο της κυρα–Βασιλικής (0,53 Χ 0,90 μ.). Πάνω από την νότια είσοδο του ναού υπάρχει σκαλισμένη σε μαρμάρινη πλάκα η εξής μεγαλογράμματη επιγραφή: “Ἀνεκαινίσθη ἐκ θεμελίων ὁ θεῖος ναὸς τοῦ Ἁγίου Νικολάου δι’ ἐξόδων τῶν ἐγχωρίων, διὰ συνδρομῆς Βασιλικῆς αὐθεντίσσης Βοϊβόντας καὶ τῶν ἀδελφῶν αὐτῆς Γεωργίου, Νικολάου, Σίμου, Ἰωάννου, προτροπῇ δὲ τοῦ κεχαγιᾶ Χαρίτου ἀναγνώστου, ἀρχιερατεύοντος τοῦ θεοφιλεστάτου ἐπισκόπου Σταγῶν κυρίου Ἀνθίμου, ἱερουργούντων δὲ τῶν εὐλαβεστάτων ἱερέων παπα–Κώνστα, παπα–Παναγιώτου, παπα–Ἰωάννου, παπα–Κώνστα, παπα–Ἰωάννου, ἐπιτροπεύοντος τοῦ Χριστοδούλου ἀναγνώστου, ἐν ἔτει ͵αωιηʹ (1818), Μαΐου ιβʹ (12).”»31
Επίλογος
Κλείνοντας την παρουσίαση των 10+1 σημαντικών προσωπικοτήτων της περιοχής μας που διαδραμάτισαν σπουδαίο ρόλο πριν από την επανάσταση του 1821 και κατά τη διάρκειά της, να θυμίσουμε ότι έχει προκηρυχθεί ένας διαγωνισμός ζωγραφικής για τη φιλοτέχνηση των προσωπογραφιών των προσωπικοτήτων αυτών ή χαρακτηριστικών σκηνών από τη ζωή τους. Θα δοθούν τρία βραβεία και τρεις έπαινοι για τα καλλιτεχνικά έργα που θα ξεχωρίσουν (το ένα —τουλάχιστον— από τα βραβεία και ο ένας —τουλάχιστον— από τους επαίνους θα δοθούν σε μαθητές του 2ου Γυμνασίου Καλαμπάκας). Το πρώτο βραβείο θα συνοδεύεται από χρηματικό ποσό 100€, το δεύτερο 80€ και το τρίτο 50€. Τα βραβεία και οι έπαινοι θα συνοδεύονται κι από ένα βιβλίο με θέμα την επανάσταση του 1821.
Περιλήψεις των δημοσιεύσεών μας οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να βρουν στις ιστοσελίδες https://www.vlioras.gr & https://2gymkal.wordpress.com, όπου και οι λεπτομέρειες για την φιλοτέχνηση και αποστολή των έργων τέχνης.
Υποσημειώσεις
1 Αραβαντινός 1895 (Αλής), 516–517. Το κείμενο εκτός αυτών των σελίδων το δηλώνουμε με ξεχωριστές παραπομπές.
2 «Ο Αλής είχε αμέτρητες παλακίδες, πλήθος από ευνοούμενες ή οδαλίσκες και δύο επίσημες συζύγους. Όποια επιθυμούσε από την απέραντη επικράτεια του μπορούσε και να την έχει, είτε με την βία, είτε με τη θέλησή της. Εκατοντάδες γυναίκες είχε στον κύριο γυναικωνίτη του μεγάλου σεραγιού στα Γιάννενα, και στα άλλα παλάτια του. Από όλες όμως αυτές καμιά δεν είχε πλησιάσει το σκοτεινό, φοβερό και άπαρτο κάστρο της καρδιάς του.» Παπασταύρος 2013β, 53.
3 «Η Βασιλική Κονταξή του Χρήστου και της Ελένης Σκέντου γεννήθηκε στην Πλεσίβιτσα το 1789, στο αρχοντικό σπίτι του Κονταξή στην Αμπολιάνα.» Πέγκας 2006, 254.
4 Η Πλισίβιτσα ή Πλισιβίτσα, που το 1928 μετονομάστηκε σε Παράβρυσος και τον επόμενο χρόνο έλαβε το όνομα Πλαίσιο Θεσπρωτίας, βρίσκεται στη θέση 39.645712, 20.279948. Το τοπωνύμιο προέρχεται από το παλαιοσλαβικό *Plěšivica (Vasmer 1941, 47), από την παλαιοσλαβική λέξη *plešь: φαλακρό σημείο (πβ. τη σλαβική λέξη плешив / plèšiv, που σημαίνει «φαλακρός» (για βουνό: άδενδρος, χωρίς βλάστηση) ή τη λέξη плеша / plȅša: φαλακρό μέρος). Σε Κροατία, Σλοβενία, Βουλγαρία και άλλες σλαβόφωνες χώρες συναντάμε τοπωνύμια Плешивица / Plešivica, Плешивец / Plešivec και άλλα παρόμοια.
5 «Συμφώνως με ένα μετεωρίτικο χειρόγραφο η Βασιλική καταγόταν από την Πογδόριανη–Παρακάλαμο των Ιωαννίνων.» Σπανός Β. 2000 (Οικισμοί), 219, υποσημείωση 17.
6 «Ὁ Λαμπρίδης (Β, 60) ἀναφέρει, ἄγνωστον πόθεν ἀντλῶν, ὅτι οὗτος κατεδιώκετο ὡς κιβδηλοποιός.» Υποσημείωση Αραβαντινού.
7 Αλλαξοπιστήσει.
8 Μαυροντυμένη, μαυροφορεμένη.
9 «Την παντρεύτηκε επίσημα το 1816.» Σιμόπουλος, Ταξιδιώτες Γ₂, 263 (υποσημείωση 1).
10 «“Βασιλική προστάζει, βεζίρη Ἀλῆ πασᾶ, / βάλε φωτιὰ στὰ τόπια, κάψε τὰ Γιάννενα”, λέγει ἐκφραστικότατα ὁ ποιητὴς τοῦ λαοῦ. Διὰ τῶν στίχων τούτων τοῦ θηριώδους ἄσματος οὐδὲν ἄλλο ἐκφράζει ὁ λαὸς ἢ τὴν μεγάλην ἐπὶ τοῦ Ἀλῆ ἰσχὺν τῆς κυρα–Βασιλικῆς, ὁ δ’ ἐμπρησμὸς τῶν Ἰωαννίνων ἐπ’ οὐδενὶ λόγῳ ἀποδοτέος εἰς κακόβουλον θέλησιν αὐτῆς.» Υποσημείωση Αραβαντινού.
11 «Ἐκοιμᾶτο μόλις τέσσαρας ὥρας τὸ ἡμερονύκτιον, πάσχων κατὰ τὰ τελευταῖα μάλιστα τῆς ζωῆς του ἔτη ἐκ διαρκοῦς ἀυπνίας, ἀποτέλεσμα τίς οἶδε τίνων συνειδότος τύψεων, προσέτρεχε πολλάκις εἰς τὰ δραστικότατα ναρκωτικά, ὅπως ὑπερνικήσῃ τὴν βασανίζουσαν αὐτὸν πάθησιν. Ἀλλὰ μόνον ἐπὶ τῶν γονάτων τῆς προσφιλοῦς του Βασιλικῆς εὕρισκε σχετικήν τινα ἀνάπαυσιν. Ἐπί τοῦ θελκτικοῦ τούτου προσκεφαλαίου καὶ ὑπὸ τὰς γλυκείας ἐκείνης θωπείας, πολλάκις κατελάμβανεν αὐτὸν λήθαργος βαθύς, ἐπί ὁλοκλήρους ὥρας διαρκῶν.» Αραβαντινός 1895 (Αλής), 504.
12 «Βεβαιοῦται ὅτι τῇ προτροπῇ αὐτοῦ ἦλθεν ἐπανειλημμένως εἰς συνάφειαν ἡ Βασιλικὴ πρὸς τὸν ἔγγονον αὐτοῦ Μεχμέτ, υἱὸν τοῦ Βελῆ, ἄλλ’ ἄνευ καρποῦ.» Υποσημείωση Αραβαντινού.
13 Αραβαντινός 1895 (Αλής), 324.
14 Ολιγάριθμος.
15 «Μεταξὺ τῶν εὐαρίθμων συνοδῶν τοῦ Ἀλῆ ὑπῆρχε καὶ ὁ ὡς ὅμηρος τῶν Σουλιωτῶν παρ’ αὐτῷ διατελῶν Κώστας Μπότσαρης, ἀδελφὸς τοῦ Μάρκου Μπότσαρη. Ἐκ τῶν λοιπῶν σωματοφυλάκων του εἶναι γνωστοὶ οἱ Θανάσης Βάγιας, Μανθάκης Οἰκονόμου (ὁ μικρός), Φεὶμ Τσάμης (κατὰ πᾶσαν πιθανότητα ἀδελφὸς τοῦ φύλακος τῆς πυριταποθήκης), Μπαϊράμης καὶ Σέλφος.» Υποσημείωση Αραβαντινού.
16 Αραβαντινός 1895 (Αλής), 327–328.
17 Αραβαντινός 1895 (Αλής), 332.
18 Στη θέση 38.412362, 21.253483, δυτικά τού Αιτωλικού.
19 «Άφησε την τελευταία της πνοή στις 10.12.1834 στο Αιτωλικό. Ετάφη στις 11.12.1834 στο Αιτωλικό, όπως αναφέρει η ληξιαρχική πράξη θανάτου της, στην Εκκλησία των Ταξιαρχών Αιτωλικού. “Ληξιαρχικὴ πρᾶξις θανάτου τῆς Βασιλικῆς Κονταξῆ: Ἀπέθανεν ἡ κυρα–Βασιλικὴ Κίτζου, ἀπὸ δυσεντερία ἦτον ἡ ἀσθένειά της, ἐτῶν 45, μετασχὼν (sic) τῶν ἀχράντων μυστηρίων τῆς θείας μεταλήψεως καὶ κατ’ ἀδείαν τοῦ ἐπιτρόπου τοῦ ἁγίου Ἀκαρνανίας καὶ ὑπὸ τοῦ ἐφημερίου τῶν Ταξιαρχῶν ἐτάφη κατὰ τὴ συνήθη ἐκκλησιαστικὴν τάξιν ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ τῶν Ταξιαρχῶν. | Ἐν Ἀνατολικῷ, τῇ 11ῃ Δεκεμβρίου 1834. | Μελέτιος Ιερεύς.”» Πέγκας 2006, 269.
20 «Ήταν και άπληστη και ματαιόδοξη. Εκμεταλλευόμενη την αδυναμία που της είχε ο γηραιός ηγεμόνας, έγινε μια από τις πλουσιότερες γυναίκες της εποχής της και —ίσως— η πλουσιότερη της τότε οθωμανικής αυτοκρατορίας. Είχε στην κατοχή της τον μισό θεσσαλικό κάμπο, αμύθητα πλούτη, χρήματα, πολύτιμους λίθους, πάμπολλα διαμερίσματα, δεκάδες σκλάβες και υπηρέτριες.» Παπασταύρος 2013β, 55–56.
21 «Ἡμεῖς αὐτοὶ εἴδομεν ἐν συγγενικῷ τινι τῆς Βασιλικῆς οἴκῳ τῶν Ἰωαννίνων πλουσιωτάτην ἐσθῆτα αὐτῆς ἐκ τῶν μεγίστης ἀξίας μεταξίνων ἐκείνων ὑφασμάτων τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, ἐπὶ τῶν παρυφῶν τῆς ὁποίας ἐσώζοντο ἔτι μαργαρῖται καὶ μικροὶ ἀδάμαντες, πολλὰ δὲ ἐκ χρυσοῦ σιρίτια. Τὴν ἐσθῆτα ταύτην καὶ ἄλλα τινὰ πολύτιμα κοσμήματα εἶχε λάβει παρὰ τῆς Βασιλικῆς, ἐν Αἰτωλικῷ διαμενούσης, εἷς συγγενής της συνεχῶς ἐπισκεπτόμενος αὐτὴν ἐκεῖ.» Υποσημείωση Αραβαντινού.
22 Εννοεί την ελεύθερη / απελευθερωμένη τότε Ελλάδα.
23 Αραβαντινός 1895 (Αλής), 516–517.
24 Από το πρωτοσλαβικό (Vasmer 1941, 87, Koder κ.ά. 1987 (Βυζαντινή Θεσσαλία, 35) *vojevoda (στρατιωτικός αρχηγός, ηγεμόνας· πβ. σλαβικό войвода), από τις πρωτοσλαβικές λέξεις *voji (στρατός) και *voditi (άρχω, οδηγώ).
25 Σοφιανός 2004 (Επισκοπή), 102, Koder κ.ά. 1987 (Βυζαντινή Θεσσαλία), 35.
26 http://pandektis.ekt.gr/dspace/handle/10442/169906.
27 Μαντζάνας 1981, 139, Σπανός Β. 2000 (Οικισμοί), 218.
28 Βέβαια, το όνομα του πατέρα της Βασιλικής ήταν Κίτσος / Χρίστος. Αραβαντινός 1895 (Αλής), 29, Πέγκας 2006, 254. Νικόλαος ήταν ένας από τους αδερφούς της. «Πατέρας της Βασιλικής ήταν ο Κίτσος (ή Χρήστος) Κονταξής (1740–;) και μητέρα της η Ελένη Σκέντου. Είχε έξι αδερφούς, τον Γιώργη (1780–1841), τον Σίμο (1783–π. 1835), τον Δήμο (1786–1823), τον Ιωάννη (1795–1826), το Νικόλαο (;–;) και τον Τσούτσια (1792–1826).» Παπασταύρος 2013β, 59.
29 Μαντζάνας 1981, 139.
30 «Ο ναός του Αγίου Νικολάου ανακαινίσθηκε το 1818, με έξοδα της Βασιλικής, συζύγου του Αλή πασά.» Σπανός Β. 2000 (Οικισμοί), 217.
31 Παπαζήσης 1997 (Καλαμπάκα), 254–255.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!