ΗΛΙΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ,
ΦΙΛΟΛΟΓΟΥ
«Δημιουργείται ένας τύπος ανθρώπου που έχει πλήρως απορροφηθεί από την κατανάλωση και την ηδονή της στιγμής, απαθής ως προς τα κοινά, ταυτόχρονα κυνικός και κονφορμιστής»
(Καστοριάδης)
Το τελευταίο διάστημα παρατηρείται μία υπερδραστηριοποίηση ομάδων αντιεμβολιαστών αλλά και κάποιων θυλάκων όπου πρωταγωνιστούν οπαδοί καταδικασμένων πολιτικών ιδεολογιών και πρακτικών. Απέναντι στις ομάδες αυτές – που δεν είχαν προβλεφθεί και δεν είναι αριθμητικά αμελητέες – στέκεται το μεγάλο πλήθος των «νομιμόφρονων» που παρακολουθεί παθητικά αλλά και με έκδηλη ανησυχία τον πολιτικό και κοινωνικό ακτιβισμό των δύο παραπάνω ομάδων.
Έτσι διαμορφώνονται δύο ομάδες «πολιτικών υποκειμένων» που αλληλοκατηγορούνται για τις επιλογές τους. Από την μία όχθη βρίσκονται οι αρνητές του εμβολιασμού και οι νοσταλγοί της πολιτικής βίας κι από την άλλη οι πολίτες που προβληματισμένοι για την σημερινή κατάσταση (πανδημία, οικονομική δυσπραγία…) επιλέγουν ως πολιτική στάση και πρακτική την σιωπή εμπλουτισμένη με κάποια μορφή αδράνειας και παθητικότητας.
Στη διαπάλη αυτών των ομάδων – που εκφράζουν και μία κοσμοθεωρία – ευδοκιμούν συνθήματα κι επιχειρήματα που αξιολογούνται από τους ειδικούς (κοινωνιολόγους, ψυχολόγους, πολιτικούς αναλυτές…) στην προσπάθειά τους να ερμηνεύσουν το φαινόμενο αυτό. Οι αντιεμβολιαστές και οι νοσταλγοί αναχρονιστικών ιδεολογιών κατηγορούνται για «κοινωνικό και πολιτικό συντηρητισμό». Θεωρούνται ως αρνητές της επιστήμης και της δημόσιας υγείας και γαλήνης. Από την άλλη πλευρά, οι «φιλήσυχοι πολίτες» κατηγορούνται για πολιτική απάθεια και επικίνδυνη νομιμοφροσύνη στις επιταγές του πολιτικού συστήματος.
Οι αντι-εμβολιαστές
Η καταγραφή των επί μέρους αιτιάσεων της κάθε ομάδας εναντίον της άλλης αλλά και των επιχειρημάτων συνιστά ένα επίπονο έργο γιατί στην αξιολόγησή τους εμπλέκονται στοιχεία που θολώνουν την ταυτότητα αυτών των ομάδων. Στην πρώτη ομάδα (αντιεμβολιστές…) διακρίνεται μία ετερόκλητη σύμπραξη ανθρώπων με διαφορετικούς στόχους και αφετηρία. Η ανθρώπινη δυσπιστία προς κάθε εμβόλιο φαίνεται να συμπράττει με τον εθνικισμό, τον υπερπατριωτισμό, την θρησκευτική πίστη και τον πολιτικό εξτρεμισμό. Κάποια συνθήματα στις πορείες αυτής της ομάδας είναι δηλωτικά του μωσαϊκού της ταυτότητάς τους: Ελευθερία ή Θάνατος, Ορθοδοξία ή Θάνατος, Κάτω η μασονία, Όχι στην παγκοσμιοποίηση…
Η ανοίκειη χρήση εθνικών και θρησκευτικών συμβόλων και οι ακροδεξιές ιαχές σκιάζουν και τις οποιεσδήποτε «καλές» προθέσεις των διαμαρτυρομένων που παντού βλέπουν μία παγκόσμια συνομωσία εναντίον του έθνους και της θρησκείας μας. Εξάλλου όταν ένα καθαρά επιστημονικό και υγειονομικό θέμα καθίσταται αντικείμενο κριτικής και αμφισβήτησης με εθνικά, θρησκευτικά ή και πολιτικά κριτήρια, τότε οι αντιδράσεις και οι όποιες «δικαιολογημένες» διαμαρτυρίες παύουν να πείθουν.
Ωστόσο, θα ήταν λάθος να κατατάξουμε το πλήθος αυτό των διαμαρτυρομένων σε μια κατηγορία γραφικών και πνευματικά απαίδευτων πολιτών. Οι έρευνες αποδεικνύουν πως στις ομάδες αυτές βρίσκονται και άτομα με υψηλή μόρφωση και οικονομικά ευκατάστατα. Το επιχείρημα πως τις ομάδες αυτές τις συγκροτούν οι άνεργοι και οι απαίδευτοι δεν έχει βάση. Γι’ αυτό οι ειδικοί – επιστήμονες και πολιτικοί – πρέπει αλλού να αναζητήσουν τα αίτια της υπερδραστηριοποίησης των παραπάνω ομάδων.
Οι φιλήσυχοι πολίτες
Από την άλλη πλευρά το πλήθος των πολιτών που πείθεται και πειθαρχεί αδιαμαρτύρητα στις αποφάσεις της πολιτικής ηγεσίας και στις νουθεσίες των επιστημόνων το συγκροτεί ένα κράμα πολιτών που δύσκολα μπορεί κάποιος να το προσδιορίσει με ακρίβεια. Τα πολιτικά κριτήρια και το πνευματικό υπόβαθρο ή ο πατριωτισμός και η θρησκευτική πίστη δεν είναι αξιόπιστα για έναν γενικό χαρακτηρισμό. Οι κατηγοριοποιήσεις γενικά των ανθρώπων είναι αυθαίρετες και αντιεπιστημονικές.
Δεν λείπουν, ωστόσο, και οι γνωστές αιτιάσεις των διαμαρτυρομένων (αντιεμβολιαστές…) εναντίον των φιλήσυχων και αδρανών πολιτών. Κι εδώ οι χαρακτηρισμοί πλεονάζουν και αποτελούν απάντηση στο «οι ψεκασμένοι» και οι «γραφικοί». Το αδρανές πλήθος κατηγορείται για μία «παθητική θέαση» και εθελοδουλεία απέναντι στην πανδημία και στη διαχείρισή της. Κατηγορείται, επίσης, για έναν υφέρποντα αγελαίο ατομικισμό και για μία αντικοινωνική ιδιώτευση. Κατηγορούνται, επίσης, για μία εθνική και θρησκευτική υποχώρηση και έκπτωση. Η απραξία των πολλών μεταφράζεται είτε ως πολιτική συναίνεση είτε ως κοινωνική παραίτηση.
Στην ακραία τους εκδοχή οι αιτιάσεις των υπερ-ευαίσθητων και «υποψιασμένων» αντιεμβολιαστών εναντίον των πειθαρχημένων μορφοποιούνται στους χαρακτηρισμούς του τύπου: «Το μοναχικό πλήθος» και ο «μαζικός άνθρωπος». Αυτό το πλήθος κατηγορείται για αδυναμία να δει τις αόρατες δυνάμεις που απεργάζονται την εργαλειοποίηση του ανθρώπου και τη μετατροπή του σε ένα ον που υπέστη μία πνευματική λοβοτομή. Ο φόβος των πολλών και η αγωνία τους για την επιβίωση τους καθιστά ανίκανους να κατανοήσουν την «ηθική βαρβαρότητα» που υφαίνουν τα μεγάλα συμφέροντα και οι πολυεθνικές των εμβολίων.
Ας διώξουμε το φόβο
Μέσα σε αυτό, λοιπόν, το σύννεφο των αλληλοκατηγοριών, των συνθημάτων και των χαρακτηρισμών – ένθεν και ένθεν – χάνεται η λογική, ο ορθολογισμός και η νηφάλια σκέψη. Πληγώνεται, όμως, και η δημοκρατία, αφού η έννοια του πολίτη ακροβατεί ανάμεσα στις υπερβολικές αντιδράσεις (αντιεμβολιαστές και τα πολιτικά τους παράγωγα) και στην άκριτη αποδοχή κάποιων πολιτικών αποφάσεων στη διαχείριση του Covid 19 ή στην ευπιστία τους σε επιστημονικές ερμηνείες που διεκδικούν το αλάθητο.
Φαίνεται πως ο σύγχρονος άνθρωπος παγιδευμένος σε έναν κόσμο που του επιβάλλεται σκοτεινός και παντοδύναμος συνθλίβεται. Μέσα στους μηχανισμούς μιας απρόσωπης τάξης ασφυκτιά και νιώθει αδύναμος να επέμβει ή και να αντισταθεί. Γι’ αυτό άλλοτε αντιδρά νευρωτικά και ανορθολογικά κι άλλοτε αποσύρεται απαθής στο βασίλειο του προσωπικού του ναρκισσισμού.
Οι παραδοσιακοί μύθοι και οι πολιτικές αυταπάτες δεν λύνουν προβλήματα. Το αντίθετο, τα διογκώνουν. Η ενημέρωση και η δημοκρατία με τη θεραπαινίδα αυτής, την παιδεία μπορούν να βοηθήσουν στην συγκρότηση μιας υγιούς προσωπικότητας που θα μπορεί να αντιμετωπίζει κάθε κρίση. Ο φόβος και τα παράγωγά του ας μην μάς κυριαρχήσουν. Διαφορετικά θα δικαιωθεί η θέση του Γάλλου φιλόσοφου Εντγκάρ Μορέν:
«Η απειλή έχει μπει στη ζωή μας, έγινε ο δεύτερος εαυτός μας και όλοι τρέχουμε να σώσουμε ένα κομμάτι του εαυτού μας, που μπορεί να παραμένει ακόμη αλώβητο».
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!