Του Θανάση Σιούτα
Με Μπροστάρηδες τους συνδικαλιστές της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, η Ελλάδα και πάλι πρωτοτυπεί. Είμαστε η χώρα, όπου εντελώς αβάσιμα και επιπόλαια κρατάμε το πείσμα μας για ένα πλαίσιο Νόμου, που άπτεται της προόδου και της ευημερίας ενός λαού που ταλαιπωρήθηκε πολύ και έμεινε πίσω σε πολλά πράγματα. Χρόνια τώρα παίζεται με τον πιο άχαρο και υποκριτικό τρόπο ένα απαίσιο παιγνίδι σε βάρος της ελληνικής Παιδείας, την οποία υποτίθεται ότι όλοι πασχίζουμε να βελτιώσουμε και να την καταστήσουμε ικανή για το καλό του κοινωνικού συνόλου. Χρονίζει δυστυχώς αυτό το τόσο μεγάλο και σοβαρό θέμα, που ταλανίζει την ελληνική κοινωνία, η οποία άγεται και φέρεται από τα συνδικαλιστικά όργανα της ΔΟΕ και της ΟΛΜΕ. Εκείνοι καλά «παίζουν» το παιγνίδι τους, οι άλλοι που ακολουθούν, δεν καταλαβαίνω πού το πάνε, και μέχρι πού τέλος πάντων θα φθάσει αυτό; Μήπως ήρθε η ώρα να ορθώσουν ψηλά το ανάστημά τους;
Η 24/ωρη απεργία που κηρύχτηκε από τις δυο μικρότερες βαθμίδες Εκπαίδευσης (Α’/θμιας και Β΄/θμιας), προσωπικά μου προκάλεσε αλγεινή εντύπωση. Ξαφνιάστηκα, όταν διαπίστωσα ότι τα σχολεία ήταν όλα κλειστά, καθώς το Υπουργείο προσπαθεί με κάθε τρόπο (έτσι δείχνει τουλάχιστον – το λέω αυτό, γιατί έχουν δει πολλά τα μάτια μου), να εφαρμόσει επί τέλους την αξιολόγηση σε όλες τις βαθμίδες Εκπαίδευσης. Και αντί να βγούμε και να υποστηρίξουμε μια τέτοια θετική ενέργεια, κηρύσσουμε 24/ωρη απεργία.
Οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί, αλλά και όλοι μας δεν κάνουμε τίποτε άλλο από το να αξιολογούμε τους πάντες και τα πάντα. Μέρος της δουλειάς τους είναι (ως εκπαιδευτικοί) να αξιολογούν τον κάθε μαθητή με τη βαθμολογία, αλλά και την συμπεριφορά του. Αξιολογούν ως εργαζόμενοι τις συνθήκες εργασίας, αξιολογούν το Υπουργείο για τα βιβλία που θα παραλάβουν, αξιολογούν τη Δημοτική Αρχή για τις υπηρεσίες που τους παρέχουν, όπως καθαριότητα, θέρμανση, εξαερισμός, φθορές αιθουσών και συντήρηση διδακτηρίου· αξιολογούν ακόμη ως πολίτες την Κυβέρνηση για σοβαρά θέματα αμυντικής πολιτικής· ως καταναλωτές αξιολογούν τα προϊόντα που αγοράζουν και ούτω καθεξής. Πώς γίνεται όμως, εμείς να αξιολογούμε τους πάντες, και καλά κάνουμε, αλλά να μην δεχόμαστε να μας αξιολογεί κανένας; Μήπως οι εκπαιδευτικοί ανήκουν στην κατηγορία της κοινωνίας των αγγέλων; Κοροϊδεύουμε τους εαυτούς μας, όταν λέμε ότι συμφωνούμε με την αξιολόγηση, αλλά διαφωνούμε με την αξιολόγηση του έργου μας. Αυτό κι αν δεν είναι παραλογισμός!
Πριν από δεκαοχτώ περίπου χρόνια (από αυτά για μένα τα δεκαπέντε πέρασαν με σύνταξη), είχε επισκεφθεί την πόλη μας ένα από τα υψηλόβαθμα στελέχη της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας. Κληθήκαμε ως Διευθυντές να συναντηθούμε σε κάποιο Σχολείο της πόλης, προκειμένου να ακούσουμε τα όσα θα μας έλεγε το υψηλόβαθμο στέλεχος σχετικά με την αξιολόγηση. Επέμεινε θυμάμαι και τότε ότι δεν είμαστε πολέμιοι της αξιολόγησης, αλλά να πώς θα γίνει το ένα, πώς θα γίνει το άλλο και κάτι τέτοιες αβάσιμες δικαιολογίες. Πετιέται προς τιμή του ένας δάσκαλος του σχολείου συνάντησης και του λέει: Γιατί δεν έχετε το θάρρος να πείτε τη μεγάλη αλήθεια που πιστεύετε, ότι δηλαδή δεν θέλουμε την αξιολόγηση και αρκείσθε στο ναι μεν αλλά; Ξέρετε τί έκαμε, μόλις ο συνάδελφος του μίλησε έτσι; Γυρίζει το κεφάλι του αριστερά και ψιθυριστά ρωτάει: Ποιος είναι αυτός, δεν είναι δικός μας; Και φυσικά, είναι δικός μας του απαντά εκείνος. Τα συμπεράσματα δικά σας. Το πώς έφυγε από το σχολείο, μην το ρωτάτε· όπως η βρεγμένη γάτα. Δυστυχώς, απ’ ό,τι φαίνεται, μέχρι και σήμερα διαιωνίζεται η ίδια κατάσταση.
Καιρός να αλλάξουμε γραμμή πλεύσης, να εγκαταλείψουμε τα κακώς κείμενα του παρελθόντος και να προσγειωθούμε σε πρακτικές χρήσιμες και ωφέλιμες για το καλό όλων μας. Όχι αντιπολίτευση για την αντιπολίτευση σε βάρος της μόρφωσης των παιδιών μας. Επί τέλους, να σταματήσουν οι κομματικοί μηχανισμοί να «παίζουν» αυτόν τον άχαρο ρόλο. Έλεος!