ΗΛΙΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ,
ΦΙΛΟΛΟΓΟΥ
«Οι Έλληνες για να πάνε μπροστά, πρέπει να κοιτάζουν πίσω»
(Δ. Καμπούρογλου)
Στο μεταίχμιο δύο επετείων – 200 χρόνια από την επανάσταση του 1821 και 100 χρόνια από την Μικρασιατική καταστροφή του 1921 – ο Έλληνας πολίτης νιώθει την ανάγκη να ισορροπήσει πάνω σε ένα δύσκολο τοπίο που το διαμορφώνουν οι αυστηροί κανόνες της λογικής και οι εξάρσεις του συναισθήματος. Κι αυτό γιατί οι επέτειοι λειτουργούν αμφίσημα. Από τη μια πλευρά μάς δίνουν την ευκαιρία για μία εις βάθος εθνική αυτογνωσία κι από την άλλη τονώνουν το εθνικό φρόνημα και τροφοδοτούν την «πατριωτική ευωχία».
Οι τρεις δρόμοι
Κάθε εθνική επέτειος μάς προκαλεί να διαβούμε με περίσκεψη τρεις δρόμους. Αρχικά τον δρόμο του παρελθόντος για να γνωρίσουμε καλά όλα εκείνα τα γεγονότα που σήμερα γιορτάζουμε χωρίς την απόκρυψη κάποιων που καταστρέφουν την εξιδανικευμένη εικόνα της φυλής μα. Αρνητική, επίσης, κρίνεται στο οδοιπορικό αυτό και η προβολή ιστορικών αναληθειών που διακονούν σκοπιμότητες και εξωραΐζουν την εθνική μας ιστορία – πορεία.
Ο δεύτερος δρόμος είναι αυτός του παρόντος, του σήμερα για να ανιχνεύσουμε το κατά πόσο το «δοξασμένο» παρελθόν (1821) διαμορφώνει και διαποτίζει την συμπεριφορά μας ως άτομα και ως Έλληνες. Η «ηρωϊκή αποκοτιά» των αγωνιστών του 1821 σε ποιο βαθμό έχει ενσωματωθεί από τον σύγχρονο Έλληνα στο αξιακό του σύστημα; Ο πόθος για εθνική ελευθερία σε ποιο βαθμό συγκλονίζει το «πατριωτικό» Εγώ του σημερινού Έλληνα και ιδιαίτερα του νέου;
Στον τρίτο δρόμο του μέλλοντος οφείλουμε ως άτομα και ως «πατριώτες» να πραγματοποιήσουμε τα βήματά μας με βάση τις εμπειρίες, τη γνώση και τα διδάγματα του παρελθόντος αλλά και τις ανάγκες του αύριο. Αν ένα ιστορικό γεγονός και οι επετειακές εκδηλώσεις αδυνατούν να ερμηνεύσουν και να διδάξουν γρήγορα θα περιπέσουν στην ιστορική λήθη και στα ιστορικά αζήτητα. Όταν τα σύμβολα του ιστορικού παρελθόντος εξαϋλώνονται από τη φθορά του χρόνου και αναβιώνουν μόνον στις επετειακές εκδηλώσεις, τότε οφείλουμε ως εθνική κοινότητα να στοχαστούμε για το περιεχόμενο και την ανάγκη νέων συμβόλων. Κι αυτό γιατί η απουσία εθνικών συμβόλων προκαλεί εθνικές ανισορροπίες και λειαίνει το έδαφος για την εθνική ασυνέχεια.
Τα διδάγματα
«Ποτέ δεν αποτυχαίνουν αυτοί που πεθαίνουν για έναν μεγάλο σκοπό»
(Λόρδος Βύρων)
Η επανάσταση του 1821 δεν ανήκει σε εκείνες τις εθνικές επετείους που απλά μάς υποχρεώνει να θυμηθούμε τα γεγονότα του παρελθόντος. Δεν είναι μία δοκιμασία της ιστορικής μας μνήμης. Το 1821 ως γεγονός μάς διδάσκει, μάς διαπαιδαγωγεί, μάς φρονηματίζει, μάς συγκλονίζει και μάς παρακινεί να ζούμε και να αντιδρούμε ως άτομα, κοινωνία και έθνος έξω από τα συμβατικά όρια – πλαίσια και κανόνες που θέτουν η πεζή καθημερινότητα, οι ανάγκες της υλικής επιβίωσης και οι πολυποίκιλες αναγκαιότητες (πολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές…).
Τα πρόσωπα – πρωταγωνιστές του ’21 ήταν πολύ ανθρώπινοι τύποι, απρόβλεπτοι, ακανόνιστοι και γήινοι. Είχαν όλα εκείνα τα «χαρίσματα» και τα γνωρίσματα που ήταν αναγκαία για την επίτευξη της εθνικής ελευθερίας μετά από 400 χρόνια σκλαβιάς. Ο Κάλβος χώρεσε όλα αυτά σε δύο λέξεις: «Αρετήν και Τόλμη». Οι ήρωες του 1821 δεν ζητούν από εμάς σήμερα να αρκεστούμε στους φθηνούς πανηγυρισμούς, στα άχρωμα και άνευρα ζήτω και στις ατελέσφορες εθνικές δοξολογίες. Μάς ζητούν να διατηρήσουμε την ιστορική μνήμη εκείνης της επαναστατικής περιόδου όχι από εθνική υποχρέωση και πατριωτικό καθήκον, αλλά γιατί πρέπει ως Έλληνες να αγαπάμε και να διεκδικούμε με πάθος και γνώση ό,τι χαρακτηρίζει και συνθέτει την ανθρώπινη ύπαρξη: Την ατελεύτητη εμμονή μας στην ελευθερία και στην εθνική αξιοπρέπεια – εθνικό φιλότιμο.
Ζητούν, δηλαδή, να υπερβούμε για λίγο τη λογική και συρματοπλέγματα ενός αρρωστημένου και αντικοινωνικού ατομικισμού και να αναζητήσουμε με επιμονή τα όρια ενός εθνικού και συλλογικού Εμείς.
Και όλα αυτά γιατί η επανάσταση του 1821 δεν αποτέλεσε μόνον την ληξιαρχική πράξη γέννησης του νεοελληνικού κράτους αλλά και την απαρχή μιας νέας αντίληψης για την ζωή, τον θάνατο, τον άνθρωπο, την ελευθερία και την πατρίδα.
«Είμαστε ωραίοι ως Έλληνες…»
Η επανάσταση του 1821 ως ιστορικό γεγονός ακύρωσε κάποιες ακλόνητες αλήθειες της διεθνούς διπλωματίας και των ειδικών στις πολεμικές επιχειρήσεις. Διέψευσε, επίσης, τις επιστήμες της λογικής του πολέμου και των στατιστικών της στρατιωτικής μάχης. Κι αυτό γιατί η «τρέλα» των αγωνιστών του ’21 δεν μπορεί να χωρέσει στην επιστήμη της ιστορίας και του πολέμου.
«Ο κόσμος μάς έλεγεν τρελούς. Ημείς αν δεν είμεθα τρελοί,
δεν εκάναμε την επανάσταση…»
(Κολοκοτρώνης)
Η επανάσταση εκτός των άλλων πρόβαλε εμφαντικά τον ανθρώπινο ηρωισμό ως βασικό συστατικό στοιχείο του διαχρονικού ανθρώπου. Δίδαξε, δηλαδή, πως ο κεντρικός στόχος του ανθρώπου δεν είναι η απλή επιβίωση, αλλά η ζωή που πραγματώνεται μέσα σε συνθήκες προσωπικής ελευθερίας και εθνικής αυτονομίας.
Το 1821 κηρύσσει ακόμη και σήμερα την δικαίωση του ελεύθερου ανθρώπου αλλά και του ανυπότακτου ελληνικού φρονήματος που γνωρίζει, όμως, να πειθαρχεί στους νόμους της λεβεντιάς, του φιλότιμου και της εθνικής αξιοπρέπειας.
Τα 200 χρόνια από την επανάσταση του 1821 δοκιμάζουν την λογική μας, κεντρίζουν το θυμικό μας, αναδιαμορφώνουν το αξιακό μας σύστημα και σαλπίζουν αιώνιες αξίες και ιδανικά για τον διαχρονικό και οικουμενικό άνθρωπο. Θα ήταν ευτύχημα στο τέλος των επετειακών εκδηλώσεων να μπορούσαμε να βροντοφωνάξουμε απαλλαγμένοι από κάποια στοιχεία εθνικού ναρκισσισμού και παραφράζοντας τον γνωστό στίχο του Εγγονόπουλου:
Είμαστε ωραίοι ως Έλληνες.