Στο ευαγγέλιο της Κυριακής (Ματθ. 15, 21-28) μία γυναίκα Χαναναία, δηλαδή γυναίκα που προέρχεται από τον εθνικό και ειδωλολατρικό κόσμο, ζητάει απεγνωσμένα το έλεος του Θεού και ζητάει να βοηθήσει την κόρη της που βασανίζεται από δαιμόνιο. Εκείνος της απαντάει πως έχει σταλθεί για τους Ισραηλίτες που παραστράτησαν. Εκείνος της απαντά αινιγματικά: ‘’Δεν είναι σωστό να πάρω το ψωμί των παιδιών και να το ρίξω στα σκυλιά’’ (Ματθ. 15, 26-27). Κι εκείνη του λέει: ‘’Ναι, Κύριε, αλλά και τα σκυλιά τρώνε από τα ψίχουλα, που πέφτουν από το τραπέζι των κυρίων τους’’ (Ματθ. 15, 27-28). Ο Χριστός τότε έμεινε! Θαύμασε την πίστη της και της είπε ας γίνει όπως εσύ θέλεις, θεραπεύοντας την κόρη της.
Είναι πολύ τολμηρές οι πρώτες σειρές του σημερινού ευαγγελίου. Τις διαβάζεις και αμέσως σε ρίχνουν κάτω. Αν ξεκινούσε έτσι το ευαγγέλιο του Ματθαίου, πολύ φοβούμαι πως οι ελπίδες του ανθρώπου θα έσβηναν νωρίς. Δεν μπορεί να σε κυνηγάει κάποιος από πίσω, να σου φωνάζει, να σε ικετεύει κι εσύ να προχωράς αδιάφορος. Πού θα στραφεί η ελπίδα; Κι όλα αυτά από μία γυναίκα Χαναναία. Δεν ήταν Ιουδαία. Ήταν γυναίκα εθνική, είχε να κάνει με τα είδωλα. Κι αυτός ο λαός, για τους Ιουδαίους, δεν είναι ο εκλεκτός του Θεού. Αυτή λοιπόν η γυναίκα με αυτή την πολιτισμική και θρησκευτική ιδιοσυγκρασία απευθύνεται στον Χριστό. Και απευθύνεται πιστεύοντας σ’ Εκείνον.
Το ευαγγέλιο δεν τελειώνει στις πρώτες του σειρές. Όποιος γυρίσει γρήγορα την σελίδα, αφού γνωρίσει πρώτα έναν Χριστό που αγνοεί το ανθρώπινο βάσανο, κάνει ένα μεγάλο λάθος. Μένοντας στις πρώτες εντυπώσεις δεν διαβάζει την συνέχεια, η οποία απομυθοποιεί την στάση του Χριστού. Ο Χριστός πάντοτε είχε τους λόγους του. Και φυσικά γνωρίζει και την πίστη της γυναίκας. Απλά αφήνει να εκτυλιχτεί αυτή η επικοινωνία, η κοινωνία προσώπων. Ενδεχομένως θα ήταν εντελώς απρόσωπο στην περίπτωση που θεράπευε την κόρη της Χαναναίας με μόνη την σκέψη του. Μήπως δεν μπορεί να το πράξει; Ο Υιός του Θεού είναι.
Ο Χριστός σε ολόκληρο το ευαγγέλιο αφήνει τις αγωνίες να αποτυπώνονται και να εκτυλίσσεται ένας διάλογος με τους ανθρώπους. Δεν τους αντιμετωπίζει ως μία υπόθεση που πρέπει να γιατρευτεί και μάλιστα με απαραίτητη την πίστη. Φυσικά και η πίστη σώζει, όμως η πίστη αυτή ως εμπιστοσύνη στην θεία πρόνοια δεν έρχεται και δεν λειτουργεί με μαγικό τρόπο μέσα στη ζωή της εκκλησίας. Συνομιλώντας με τους ανθρώπους και φτάνοντας τους στα άκρα, όπως στην περίπτωση της Χαναναίας, ο Χριστός θέλει να δείξει κάτι, όχι τόσο στους ίδιους, αλλά και στους άλλους.
Φτάνοντας ο Χριστός την Χαναναία στα άκρα, της δίνει αφορμή να ξεδιπλώσει τον χαρακτήρα της και το πρόσωπό της να συναντήσει το πρόσωπο του Χριστού, αλλά και για να δούμε μέχρι που είναι ικανός ο Χριστός και η Χαναναία να φτάσουν την σχέση που συνάπτεται. Δεν παράγει ιδεολογίες ο Χριστός και ωφέλιμες ηθικές διδασκαλίες. Παράγει λόγο και ο λόγος προϋποθέτει την ύπαρξη των προσώπων που συνάπτουν σχέση.
Προσώπων που συναντούνται, προσώπων που γνωρίζονται, προσώπων που αλληλοπεριχωρούνται, αδιαιρέτως, ασυγχύτως, μία φύση σεσαρκωμένη στο πρόσωπο του άλλου. Όλα αυτά παράγουν υψηλή θεολογία∙ όχι θεολογία άκαμπτων δογματισμών και ανέραστων βαυκαλιζομένων οπαδών μιας θρησκείας που λειτουργεί στον αντίποδα της αποκάλυψης. Ο Χριστός και στο σημερινό ευαγγέλιο τοποθετεί πολύ ψηλά την έννοια του προσώπου, της ύπαρξης, της ελευθερίας.
Ανθρώπινος πόνος. Το κακό που δημιουργεί τον πόνο, τον φόβο, τον θάνατο. Άρριζα όλα, όπως και ο θάνατος κατά Γρηγόριο Νύσσης, όχι ατελεύτητα, αλλά με αφανισμό στην αιώνια Βασιλεία του Θεού. Εμείς όμως πώς χρειάζεται να ενεργούμε μπροστά στον ανθρώπινο πόνο; Θα μας το πει ο π. Νικόλαος Λουδοβίκος: ‘’Όταν δίνεις εύκολες απαντήσεις στον πόνο των ανθρώπων, αυτό δεν λέγεται συναφειακή θεολογία. Είναι έλλειψη αγάπης, είναι βαθύς ναρκισσισμός, είναι η σωτηρία σου από τον άλλον. Κι αυτό γιατί αισθάνεσαι ότι η απορία του άλλου σε ξεβολεύει. Δεν αναλαμβάνεις τον άλλον. Αυτός ο άλλος, το καταλαβαίνει αυτό και δεν σε υπολογίζει. Λίγοι έχουνε το ποιμαντικό βάσανο για τη θεολογία’’.
Πρεσβύτερος Ηρακλής Φίλιος (βαλκανιολόγος, θεολόγος)
Εφημέριος Ι.Ν. Αγίου Δημητρίου Διάβας