Tο κονάκι Περιστέρας έχει χαρακτηρισθεί «ως ιστορικό μνημείο και έργο τέχνης ΦΕΚ401 β/28.06.1985 δύο έννοιες που χρειάζονται περαιτέρω ανάλυση.
Για να δούμε: πόσο ιστορικό είναι; και γιατί είναι έργο τέχνης;
Είναι ιστορικό, καθότι, η Θεσσαλία σκλαβώθηκε 60 χρόνια πριν την άλωση της Κωνσταντινούπολης (1393-1453) και λευτερώθηκε 60 χρόνια μετά τη σύσταση του νέου ελληνικού κράτους (1821-1881) δηλ. έμεινε σκλαβωμένη στους Τούρκους 120 χρόνια περισσότερα, από ότι η Νότια Ελλάδα.
Οι Τούρκοι αφού κατέλαβαν τη Θεσσαλία, μοίρασαν τη γη σε τσιφλίκια (τιμάρια) και τα παραχώρησαν, δωρεάν, σε ανώτερους τούρκους αξιωματικούς προς εκμετάλλευση.
Όσα χωριά αντιστάθηκαν, οι κατακτητές σκότωσαν τους κατοίκους ή τους πούλησαν σε σκλαβοπάζαρα.
Όσα δεν αντιστάθηκαν, κράτησαν τους κατοίκους για να καλλιεργούν τη γη. Οι ραγιάδες -έτσι αποκαλούσαν τους σκλάβους- έμειναν σε καλυβόσπιτα τα οποία κατασκεύαζαν πρόχειρα μόνοι τους, με δύο χωρίσματα.
Στο ένα έμεινε η οικογένεια του ραγιά & στο άλλο έβαζαν τα βόδια, με τα οποία καλλιεργούσαν τη γη των αγάδων. Οι αγάδες έμειναν στις πόλεις, αλλά έχτιζαν και κονάκια (φρουριακού τύπου) σε επίκαιρα σημεία εντός του οικισμού των ραγιάδων, για να τους ελέγχουν.
Οι τσιφλικάδες, Τούρκοι & Έλληνες (μετά το 1881) εκμεταλλεύονταν άγρια τους ραγιάδες (τους παππούδες μας) οι οποίοι καλλιεργούσαν, κάτω από αντίξοες συνθήκες, τη γη των προγόνων τους, χωρίς να ορίζουν ούτε ένα τ.μ. Το 1897 το κονάκι σώζει τα γυναικόπαιδα. Την προηγούμενη μέρα 2-3 κλέφτες που είχαν το λημέρι στον Κόζιακα, επιχείρησαν ν’ αρπάξουν ένα δαμάλι από την αγέλη του χωριού.
Ο γελαδάρης αντέδρασε και πάνω στον καυγά τραυματίστηκε ένας κλέφτης. Το ίδιο βράδυ, σε αντίποινα, κατέβηκαν καμιά 50ριά κλέφτες, οι οποίοι αφού άρπαξαν κάμποσα ζώα, έκαψαν και το χωριό. Τα γυναικόπαιδα πρόλαβαν και κλείστηκαν στο κονάκι, μαζί με τον παπά Κώστα Τσέργα και τον Ευθύμιο Κατσακιώρη (έχοντες 2 γκράδες). Η Μαρία Γκούμα, γιαγιά του Προέδρου του ΟΦΠΚ, δεν πρόλαβε να μπει στο κονάκι και κρύφτηκε -μαζί με τα δυο παιδιά της- σε παρακείμενο κρυψώνα από θάμνους (βάτα, παλιούρια κλπ) απ’ όπου έβλεπε όλες τις κινήσεις των κλεφτών.
Τους είδε να βάζουν φωτιά, το ένα μετά το άλλο, τα καλυβόσπιτα και η νύχτα έγινε μέρα. Προσπάθησαν να μπουν και στο κονάκι, αλλά δεν μπόρεσαν. Η Μ. Γ. τους άκουσε να λένε: πάμε να φύγουμε, γιατί μάς τραυμάτισαν τον καπετάνιο.
Το 1943 – με την ίδρυση των αντιστασιακών οργανώσεων- το υπόγειο της έπαυλης χρησιμοποιήθηκε ως αποθήκη πυρομαχικών. Το κονάκι είναι ένα μεταφορικό μέσο το οποίο μας μεταφέρει, δωρεάν, το πλούσιο παρελθόν, στο παρόν. Μάς δείχνει τις πατημασιές της ιστορίας μας. Λαός που ξεχνάει την ιστορία του δεν έχει μέλλον! Ευθύνη έχουμε κι εμείς απέναντι στις μελλοντικές γενιές, καθώς επιδρούμε στον τρόπο που εξελίσσεται η ιστορία της φυλής μας. Αν καταφέρουμε να συνδέσουμε τη ζωή των μαθητών με το παρελθόν, η συμβολή μας θα είναι ανεκτίμητη. Δίκαια, λοιπόν, το κονάκι χαρακτηρίζεται ως ιστορικό μνημείο!
Το «κονάκι» θεωρείται έργο τέχνης και χρειάζεται κρατική προστασία. Η Οθωμανική έπαυλη Περιστέρας (πρώην Τσιάσι) κτίστηκε επί τουρκοκρατίας από τούρκο Αγά. ‘Έχει ποιοτικά χαρακτηριστικά, όμοια με τα κτίσματα του μεγάλου αρχιτέκτονα ΣΙΝΑΝ -ελληνικής καταγωγής- ο οποίος τοποθετούσε κάθε κτίσμα σε σημείο τέτοιο, που να το αναδεικνύει, χωρίς να τραυματίζει το περιβάλλον. Τέτοιο ήταν το κονάκι Περιστέρας.
Χτίστηκε στο κέντρο του οικισμού (αρ. Ο.Τ. 10 οικόπεδο 36 εκτάσεως 681,36τμ. πριν τη διανομή (1932) είχε έκταση 214 στρ. Πρόκειται για ένα 3ροφο πέτρινο κτίσμα – φρουριακού τύπου – περιτειχισμένο με πέτρινο μαντρότοιχο. Το ύψος της έπαυλης είναι 12 μ. περίπου {ύψος τοίχων 7,5μ.+ 2,5μ.μπαζωμ. αυλή+2μ. ύψος στέγης}. Το έδαφος- έξω από το μαντρότοιχο- μπαζώθηκε κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να δίνει την εντύπωση, πως το κονάκι είναι χτισμένο πάνω σε γήλοφο. Το ισόγειο (ημιυπόγειο με την υπερύψωση της αυλής) χτίστηκε σύμφωνα με το ισοδομικό σύστημα από γωνιόλιθους μεγάλων διαστάσεων (70χ50χ-50) για να αντέχει στο χρόνο και στους σεισμούς.
Ο πρώτος όροφος χτίστηκε, με εμφανή καλοδουλεμένη λιθοδομή, από άριστα υλικά, δυσεύρετα & πανάκριβα στον κάμπο, για κείνη την εποχή. ( σ.σ. οι παππούδες μολογούσαν ότι τα κουβαλούσαν οι κολίγοι, με τα ζώα, από τον Κλεινοβό χωριό της Καλαμπάκας και τη Ράξα χωριό των Τρικάλων) .
Ο 2ος όροφος χτίστηκε με υλικά κατώτερης ποιότητας γι’ αυτό κι επιχρίστηκε με κουρασάνι, κονίαμα με δυνατή πρόσφυση, μικρή υδατοπερατότητα και ανεξίτηλο χρώμα. Το πιο χαρακτηριστικό γνώρισμα της αρχιτεκτονικής φινέτσας (γούστο) της έπαυλης είναι τα καλοδουλεμένα λιθοανάγλυφα αγκωνάρια που κοσμούν τις 4 γωνίες του κτιρίου και τα περιθυρώματα (γύρω από τις θύρες και τα παράθυρα). Έχουν τέτοια τελειότητα και ακρίβεια στις διαστάσεις, που δύσκολα τα διακρίνει κάποιος, ότι είναι επεξεργασμένα στο χέρι. Είναι όλα όμοια, σαν να βγήκαν από το ίδιο καλούπι.
Οι πέτρες χτισίματος – από τα λατομεία της περιοχής- είναι συμπαγείς, χωρίς φλέβες και ξένες ουσίες, άθραυστες και με ελάχιστη υδατοπερατότητα. Έχουν φυσικές γήινες αποχρώσεις, με ποικιλία χρωμάτων.
Ειδικότερα αυτές που χρησιμοποιήθηκαν στο ισόγειο και τον 1ου όροφο έχουν ομοιογενή υφή, χωρίς στίγματα, ρωγμές, κομμούς (κτυπήματα) ή διαχωριστικά στρωσιγενών επιφανειών, με μεγάλη αντοχή στη γήρανση.
Οι κτίστες, άριστοι τεχνίτες, πρόσεξαν τις λεπτομέρειες γιατί αυτές κάνουν τη διαφορά. Χρησιμοποίησαν φυσικά υλικά, περίτεχνα τοποθετημένα, έτσι ώστε: ενώ το κτίσμα είναι ψηλό και ογκώδες, φαίνεται λιτό και κομψό, δημιουργώντας την αίσθηση μιας άψογης και ισόρροπης τεχνοτροπίας.
Οι τοιχοποιίες που το πάχος των ξεπερνάει τους 40 πόντους είναι κατακόρυφες, ομαλές, χωρίς σφάλματα στη διάταξη των υλικών. Οι οριζόντιες και κατακόρυφες ευθυγραμμίσεις, ελεγχόμενες με ράμμα, δεν παρουσιάζουν καμιά απόκλιση.
Συνεπώς, δίκαια χαρακτηρίζεται, ως: έργο τέχνης!
Όσον αφορά το ιδιοκτησιακό καθεστώς του μνημείου «κονάκι Μέκιου» ο Όμιλος. Φιλ. Πολιτιστικής Κληρονομιάς έχει στην κατοχή του δύο συμβόλαια. Το πρώτο, με αριθ. 21611/10-03-2009 «ΠΡΑΞΗ ΑΠΟΔΟΧΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ» του συμβολαιογράφου, κατοίκου Αθηνών, Ιωάννη Γεωργίου Παπαγεωργίου αφορά την αποδοχή κληρονομιάς του ακινήτου κονάκι Μέκιου από τους φυσικούς κληρονόμους, Αιμιλία Μέκιου και τα 4 παιδιά της που μεταγράφηκε στον τόμο 755 με αύξ. Αριθ. 76977 του Υποθηκοφυλακείου Καλαμπάκας και το δεύτερο, με αριθ. 8621/20-06-2011 της συμβολαιογράφου Καλαμπάκας Γεωργίας Γεωργίου Τόπη, αφορά αποδοχή δωρεάς ακινήτου «κονάκι» Μέκιου, από τον Κων/νο Ζ. Μπαρμπαρούση, που μεταγράφηκε στον τόμο 803 με αύξ. αριθ. 81729 και 81730 των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Καλαμπάκας.
Οι πρώτοι εκ των φερομένων ως ιδιοκτητών, λόγω αδυναμίας να το συντηρήσουν, υπέβαλαν αίτηση δωρεάς του ακινήτου «κονάκι Μέκιου» προς τον Δήμαρχο και τα μέλη του Δ.Σ. του δήμου Καλαμπάκας, με κοινοποίηση της δωρεάς και στην υπηρεσία Ν.Μ. Τ.Ε.Θ.Κ.Σ. στο Βόλο. Ύστερα από την ανωτέρω εξέλιξη, απευθυνόμεθα προς τον β φερόμενο ως ιδιοκτήτης (Κ.Ζ.Μ.) και τον καλούμε: ή να επισκευάσει το μνημείο ή να το παραχωρήσει στον οικείο Δήμο.
Σε αντίθετη περίπτωση καλούμε τη νομική υπηρεσία του Δήμου Μετεώρων να ζητήσει από την Εισαγγελία Πρωτοδικών Τρικάλων να διατάξει διενέργεια προκαταρτικής εξέτασης «για τη μη εφαρμογή του ν. 3028 αρ. 41 (ΦΕΚ 153 Α/ 28-06-2002) σε συνδυασμό με το Ν. 1469/1950 «περί προστασίας ειδικής κατηγορίας οικοδομημάτων και έργων τέχνης μεταγενέστερων του 1830 και να επιβληθούν οι από το νόμο προβλεπόμενες ποινές.
Κανείς δεν μπορεί να παίζει με την πολιτιστική μας κληρονομιά.
Για τον Όμιλο Φίλων Πολιτιστικής Κληρονομιάς
Ο Πρόεδρος Νικόλαος Γκούμας
ο Γραμματέας Κων/νος Βαϊνάς