Έχει λεχθεί πως το σπουδαιότερο έργο του αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου, τον οποίο η Εκκλησία εορτάζει στις 13 Νοεμβρίου, είναι η Θεία Λειτουργία. Οι βιβλικοί, βέβαια, θα μας πουν πως υπήρχε ένα αντιοχειανό κείμενο ευχών, το οποίο έφερε μαζί του ο Χρυσόστομος όταν πήγε στην Κωνσταντινούπολη. Ο ίδιος εμπλούτισε το κείμενο και δεν έγραψε δική του Θεία Λειτουργία. Δεν μειώνει όμως κάτι τέτοιο την συνεισφορά του στο τομέα αυτό.
Η Εκκλησία δεν υφίσταται χωρίς τη Λειτουργία και η Λειτουργία δεν υφίσταται χωρίς την Εκκλησία. Υπάρχει μία σύνδεση των δύο μεγεθών, μία αλληλοπεριχώρηση, με αποτέλεσμα να κάνουμε λόγο για ‘’ευχαριστιακή εκκλησιολογία’’ στις μέρες μας (Afanassieff). Ο χαρακτήρας της Εκκλησίας είναι ευχαριστιακός. Ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας, τον 14ο αιώνα έδωσε έναν ‘’ορισμό’’ για την Εκκλησία, μάλλον καλύτερα, επιχείρησε μία προσέγγιση και μας λέει πως η Εκκλησία είναι τα μυστήρια της, εννοώντας πως Εκκλησία είναι η Θεία Ευχαριστία. Εξάλλου, αυτή είναι και η ειδοποιός διαφορά της Εκκλησίας από κάθε τι άλλο κτιστό, επομένως και κοσμικό. Ειδάλλως, η Εκκλησία μετατρέπεται σε σύλλογο, οργάνωση, σωματείο.
Η Λειτουργία μας υπενθυμίζει πάντοτε πως η σύναξη επί το αυτό, η ευχαριστιακή σύναξη, σημαίνει το έργο ενός συνόλου, αφού προέρχεται από τις λέξεις λείτος (λαός) και έργο. Είναι έργο ενός συνόλου. Οι ατομικιστικές διαθέσεις του μονοειδούς αυτοθεωρούμενου ανθρώπου εγκλωβίζουν την δυναμική της συνάντησης του άλλου. Όποιος θεωρεί τον εαυτό του άτομο και όχι πρόσωπο, ουδέποτε θα αντιληφθεί και βιώσει τη μοναδικότητα του μυστηρίου αυτής της συνάντησης που ενώνει πολλά πρόσωπα στο σώμα που έχει κεφαλή τον Χριστό. Ο άνθρωπος μέσα στην Εκκλησία δεν πηγαίνει για να σωθεί μόνος του. Στην αλήθεια της θεολογίας της ορθόδοξης Ανατολής δεν υφίσταται μία τέτοια θέση. Δεν υπάρχει ατομική προσευχή, ατομική Θεία Λειτουργία, ατομική λατρεία, ατομική σωτηρία. Όλα αυτά είναι ύβρις. Ο άλλος με σώζει. Δεν υπάρχει “εγώ” μέσα στη λειτουργική ζωή. Ακόμη και η ατομική προσευχή στη βάση της είναι κοινωνική, πολύ κοινωνική. Είναι εμφανές πως κάθε τι που αποκόπτει τον άνθρωπο από τα υπόλοιπα πρόσωπα μέσα στην Εκκλησία και δεν τον καθιστά συμμέτοχο της δόξης, της λατρείας, της δέησης, αποβαίνει ένας κατηγορηματικά απαίσιος ευσεβισμός που γεννά στείρο ηθικισμό. Κι αυτό, δυστυχώς, το βιώνουμε έντονα μέσα στη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας.
Ο άνθρωπος όταν έρχεται στη Θεία Λειτουργία έρχεται σε μία συνάντηση. Συναντά τους συνανθρώπους του και μαζί τους αναπτύσσει μία κοινωνία. Κοινωνία προσώπων. Η Λειτουργία αποδέχεται τα πάντα. Τον άνθρωπο, την κτίση, τη δημιουργία, την ιστορία, αναφέροντας τα όλα αυτά στον Θεό Πατέρα. Εμείς οι ιερείς διαπράττουμε ένα μεγάλο λάθος στη Θεία Λειτουργία. Ποιος από εμάς ή ποιος πιστός στρέφει τον εαυτό του προσευχητικά στον Θεό Πατέρα; Στην Ωραία Πύλη υποκλινόμαστε στην εικόνα του Χριστού, ενώ πρέπει να στρεφόμαστε προς το Άγιο Βήμα, προς τον Ουράνιο Πατέρα. Ο νους μας πηγαίνει πάντοτε στον Χριστό. Βέβαια, μέσα από τον Υιό γνωρίζεται ο Πατέρας, όμως υπάρχει η αρχή, η αιτία του Υιού και του Αγίου Πνεύματος κι αυτή είναι ο Θεός Πατέρας. Ο Υιός αποκαλύπτει τον Πατέρα και αποκαλύπτοντας Τον δεν Τον ταυτίζει με τον Εαυτό Του. Από την άλλη αυτό δεν μας επιτρέπει να οδηγηθούμε σε έναν Πατρομονισμό, όμως ο Πατήρ είναι η αιτία των πάντων και δεν πρέπει ποτέ να το αμελούμε αυτό στη Θεία Λειτουργία. Εν τέλει, στον Θεό Πατέρα προσφέρονται όλα και ο Υιός εκεί τα προσφέρει με τη σειρά Του.
Η Θεία Λειτουργία δεν αποτελεί κείμενο ύψιστης φιλοσοφικής αξίας ή πνευματικού βάθους. Τα ξεπερνάει όλα αυτά. Η Θεία Ευχαριστία είναι το κατέβασμα του Θεού στη γη και η τέλεση μιας θυσίας αναίμακτης για την σωτηρία όλου του κόσμου. Αυτός ο κόσμος είναι που προσφέρεται, τα αγαθά του κόσμου τούτου (…σοι προσφέροντες), ο άνθρωπος, η κτίση, τα πάντα. Γράφει ο Μητροπολίτης Γέρων Περγάμου Ιωάννης, ίσως ο κορυφαίος θεολόγος της οικουμένης αυτή τη στιγμή, τα εξής: “Κάθε πιστός, που μεταβαίνει στην λειτουργία, φέρει μαζί του τον κόσμο… Φέρει την όλη σχέση του προς τον φυσικό κόσμο, προς την δημιουργία… κατά την λειτουργία συντελείται ακριβώς μία πορεία, μία παρέλασις θα έλεγε κανείς, του όλου κόσμου προς την αγία τράπεζα”.
Η Θεία Ευχαριστία δημιουργεί στον προετοιμασμένο πιστό που θα κοινωνήσει μία βεβαιότητα. Η αυθεντικότητα του βιώματος τούτου προέρχεται από την πίστη στην καταπάτηση του αφύσικου και άρριζου, κατά άγιο Γρηγόριο Νύσσης, θανάτου από τον Χριστό με την Ανάσταση Του. Η Θεία Λειτουργία αποτελεί πρόκληση για κάθε διανοούμενη και φιλοσοφική σκέψη. Καταργεί τον χρόνο και υπερβαίνει την τραγικότητα των μεταφυσικών αδιεξόδων. Ως εμπειρία η συμμετοχή στο Σώμα και στο Αίμα του Χριστού αμφισβητεί την μονιμότητα του θανάτου, ενός μη οντολογικού γεγονότος, μιας αλλοιωμένης κατάστασης (αφού ως άρνηση της αληθινής ζωής νοείται) που τρέμει το ουσιώδες του ευχαριστιακού μυστηρίου. Εξάλλου, τί νομίζετε πως συμβαίνει στη Θεία Λειτουργία; Ένας ατελείωτος αναστάσιμος χορός πάνω στο μνήμα του θανάτου.
Πρεσβύτερος Ηρακλής Φίλιος (θεολόγος, βαλκανιολόγος)
Εφημέριος Διάβας