Τα Χριστούγεννα εορτάζουμε κάτι πολύ ‘’αιρετικό’’. Τα Χριστούγεννα ‘’διχάζουν’’. Από τη μία ένας Θεός που παραμένει secretus αλλά και publicus και από την άλλη ένας Θεός που αποκαλύπτεται με την πιο αναξιοπρεπή και αταίριαστη μορφή. Το σώμα.
Αναρωτηθήκατε γιατί ο Θεός επέλεξε να ντυθεί τη σάρκα; Να αποκτήσει σωματικότητα; Δεν μπορούσε να σώσει με έναν διαφορετικό τρόπο; Πώς πέφτει τόσο χαμηλά και προσλαμβάνει την κτιστότητα; Ο άκτιστος Θεός γίνεται καταληπτός με τον πιο απόλυτο και καταφατικό τρόπο. Καταφάσκει στην ανθρώπινη σωματικότητα και ντύνεται το σώμα, γίνεται σώμα. Όχι με τρόπο ενός άκομψου και άκαμπτου δοκητισμού, αλλά με έναν τρόπο οικείο στον άνθρωπο, ανταλλάσοντας τη δόξα Του με τη δική μας ζωή, μπαίνοντας η καθαρότητα μέσα στο δικό μας ρύπο, όπως λέει ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης.
Ασφαλώς και θα μπορούσε ο Θεός να σώσει τον άνθρωπο με οποιονδήποτε τρόπο. Θεός δεν είναι; Είναι ζήτημα δικαιοσύνης, χωρίς να συνδέεται η δικαιοσύνη αυτή με τον νομικισμό της δυτικής θεώρησης και αντίληψης του Θεού. Είναι ζήτημα δικαιοσύνης για τον απόστολο Παύλο, τον Γρηγόριο Νύσσης, τον άγιο Βασίλειο Σελευκείας και άλλους Πατέρες. Ο άνθρωπος πέφτοντας στην ακοινωνησία με τον Θεό, επομένως και στην αμαρτία, ως γεγονός ελευθερωτικής διαθέσεως και επιλογής, είχε ανάγκη από μία καινούρια αναμάρτητη απαρχή, η οποία θα τον απελευθέρωνε. Αυτό το πραγμάτωσε ο Θεός βγαίνοντας από τη βεβαιότητα που Του παρείχε η Τριαδική του φύση.
Έπρεπε οπωσδήποτε να αγιασθεί ο όλος άνθρωπος και τον όλον αυτού για τον άγιο Μάξιμο Ομολογητή δεν είναι μόνο το επιπόλαιο άθροισμα του σώματος και της ψυχής, αλλά και η ανθρώπινη βούληση. Νοσούσε ο άνθρωπος. Δεν έφταιγε το σώμα του• εξάλλου ‘’τό σῶμα νεκρόν κείμενον οὐχ ἁμαρτάνει’’ κατά άγιο Ιωάννη Δαμασκηνό. Με τη θεία ενανθρώπιση έχουμε την πιο ρηξικέλευθη ανθρωπολογική διακήρυξη της εποχής εκείνης, αλλά και της σημερινής. Ο Χριστός αποϊεροποιεί την αντίληψη και πεποίθηση περί αμαρτωλότητας του σώματος και καταφάσκει περίτρανα και δοξαστικά στη σωματικότητα.
Δεν είναι και λίγο να είσαι σύμμορφος της εικόνας του Θεού. Αυτό όμως, θεωρώ πως δεν απασχολεί τον σύγχρονο άνθρωπο. Ο άνθρωπος των ημερών μας χρειάζεται να αντικαταστήσει τον ‘’απρόσιτο’’ Θεό με προσιτές εκφάνσεις εκείνης της θρησκευτικότητας που ρέπει στην απογοήτευση. Και ρέπει προς την απογοήτευση καθώς πίσω της αφήνει πάντοτε συντρίμμια. Δεν συμβαδίζει η θρησκευτικότητα με το γεγονός, τη μετοχή, την κοινωνία, την εμπειρία. Για τον καθηγητή Χ. Γιανναρά ‘’ο τρόπος υπάρξεως που ενσάρκωνε ο Χριστός και στον οποίο καλούσε τους ανθρώπους, δεν είχε στοιχεία – γνωρίσματα απαιτήσεων θρησκείας’’. Η θρησκεία βρίσκεται στον αντίποδα της πίστης ως βίωμα. Αυτά ο άνθρωπος δεν είναι το θέμα ότι τα έχει απεμπολήσει, δεν τα έχει καν υποψιαστεί.
Εκείνο που συναντάται, δυστυχώς, ακόμη και μέσα στη ζωή της Εκκλησίας, χωρίς να ευθύνεται η ίδια για τις αστοχίες των ανθρώπων, είναι ένα παραφόρτωμα άγευστης κακογουστιάς που δέχεται στο σώμα της. Η αποθέωση του κιτς. Ούτε καν θρησκευτικότητα.
Εμπαιγμός της ωραιότητας με την οποία έχει ντυθεί η πίστη ως βίωμα. Δείτε το για παράδειγμα στο στολισμό ναών αυτή τη χριστουγεννιάτικη περίοδο. Ναοί μεταμορφούμενοι σε καρικατούρα με φκιασίδια άτολμων εισχωρήσεων στο νόημα της εορτής. Πολυέλαιοι που κρέμονται αμέτρητα κλαδιά, Ωραία Πύλη που στενάζει από τον απροσπέλαστο μετεωρισμό του βήματος εξ’ αιτίας αμέτρητων λουλουδιών. Η αποθέωση του κιτς ως απειλή της αυθεντικότητας, της απλότητας, επομένως και της ωραιότητας. Ένοχη κενολογία. Σιωπηρή εκκωφαντικότητα της κακογουστιάς. Όλα να γίνουν θέαμα, όλα να γίνουν εντύπωση.
Σε επιφυλλίδα του ο Χ. Γιανναράς, πριν από δύο χρόνια, ανέφερε πως πρέπει να σμίξει η γιορτή με το νόημα. Γιορτή δεν είναι τα πολύχρωμα φώτα, τα χριστουγεννιάτικα δώρα, κάθε συναισθηματισμός που δεν γίνεται βίωμα. Τα Χριστούγεννα γιορτάζουμε ένα συγκεκριμένο γεγονός. Την γέννηση του Θεανθρώπου. Την απαρχή μιας ελπιδοφόρας πορείας για την ανθρωπότητα, η οποία και σήμερα αδυνατεί να δώσει νόημα στη ζωή και στο θάνατο, προτιμώντας ανέραστες θανατικές ψευδαισθήσεις. Γεννήθηκε ο Χριστός; Ε, και; Αν το γεγονός αυτό δεν έχει να προσφέρει κάτι στην ανθρώπινη ύπαρξη, αν αυτό το γεγονός διαρκεί λίγες ημέρες υπό το φως όλων όσων βαστάνε την αντοχή τους χωρίς να γίνονται βίωμα, τότε ποιο το νόημα της γέννησης;
Να ξανασμίξει η γιορτή με το νόημα. Μόνο τότε θα καταφέρει ο άνθρωπος να γευτεί κάθε σημαινόμενο μυστηριακό γεγονός ως προσφερόμενο, προσδεχόμενο και διαδιδόμενο. Να βρούμε όσα απωλέσαμε. Να δούμε ποιοι είμαστε και ποια προοπτική μας ανοίγεται. Πως πλαστήκαμε και γιατί πλαστήκαμε. Τι αρνηθήκαμε και γιατί το αρνηθήκαμε. Ο εκκλησιασμός να δραπετεύσει επειγόντως από μία συνηθισμένη υποχρέωση στις γιορτές και να καταστεί ερωτικό γεγονός, όπως μέγας ερωτικός είναι ο Χριστός. Η γιορτή να γίνει αληθινό ξεφάντωμα. Ξεφάντωμα αποξένωσης από τη φθορά. Να στήσουμε χορό και πανηγύρι για τη σωτηρία που μας ετοιμάστηκε.
Πρεσβύτερος Ηρακλής Φίλιος (Θεολόγος, Βαλκανιολόγος)
Εφημέριος Διάβας