Του Γεωργίου Παπασίμου
Ο βουλευτής της ΝΔ και Υφυπουργός Παιδείας και καθηγητής Διεθνών Σχέσεων Άγγελος Συρίγος, στις πρόσφατες δηλώσεις του στην ΕΡΤ, ότι είναι προς το συμφέρον της Ελλάδος να πάρει η Τουρκία τα F-16 σε βάθος χρόνου προκάλεσε τεράστιες αντιδράσεις στο εσωτερικό, αλλά και στην ομογένεια.
Και αυτό γιατί οι δηλώσεις αυτές έρχονται σε πλήρη αντίθεση με τον αγώνα που δίνει το ελληνοαμερικανικό λόμπι με αιχμή του δόρατος τον Γερουσιαστή Μενέντεζ να αποφευχθεί η πώληση και ο εκσυγχρονισμός των F-16 λόγω της επιθετικής αναθεωρητικής τουρκικής πολιτικής στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Για το μείζον αυτό θέμα η Τουρκία διπλωματία και προπαγάνδα βρίσκεται στο απόγειο της, όπως καταδείχθηκε και στο τελευταίο ταξίδι Τσαβούσογλου στις ΗΠΑ.
Πέραν των ευλόγων πολιτικών δηλώσεων και αντιδράσεων είναι κρίσιμο να διερευνηθεί αν πράγματι ή όχι είναι προς το συμφέρον της Ελλάδος η πώληση αυτών των οπλικών συστημάτων των ΗΠΑ στην Τουρκία υπό τους όρους που θέτει η Επιτροπή Γερουσία υπό τον Μενέντεζ με στόχο σύμφωνα με την άποψη Συρίγου να ελέγχεται η Τουρκία από τη Δύση, αφού σε διαφορετική περίπτωση θα ήταν πολύ πιο επιθετική εάν απέκοβε τους δεσμούς της με αυτήν και προμηθεύονταν για παράδειγμα τα αεροπλάνα αυτά από τη Ρωσία.
Η άποψη αυτή δεν είναι τίποτε περισσότερο, παρά μια παραλλαγή της διαχρονικής κατευναστικής αντίληψης απέναντι στον τουρκικό κίνδυνο, η οποία κυριαρχεί διαχρονικά στο ελληνικό πολιτικό σύστημα, σχεδόν σε όλη την Μεταπολεμική περίοδο. Αποτελεί μια εκσυγχρονισμένη προσέγγιση του βασικού πυρήνα αυτής ότι η ελληνοτουρκικές διαφορές θα επιλύονταν μέσα από την εξημέρωση του τουρκικού θηρίου με την εισδοχή της Τουρκίας στην Ε.Ε.
Η αντίληψη αυτή και οι υποχωρήσεις που έγιναν στο όνομα της κατά τις δεκαετίες 1990 ως 2000, (συμφωνία Μαδρίτης, Ελσίνκι, Ίμια κπλ) συνετρίβη παταγωδώς λόγω της επιθετικής και εξτρεμιστικής νεο-οθωμανικής πολιτικής η οποία πλέον δεν ορρωδεί προ ουδενός, προσβάλλοντας με βάναυσο τρόπο τη Συνθήκη της Λωζάνης και τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου. Ομιλώντας περί γαλάζιας πατρίδας, αποστρατικοποίησης των νησιών του Αιγαίου με αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας επ’ αυτών, χωρίς κανέναν στοιχειώδη περιορισμό, η καθημερινή πολεμική ρητορική της Άγκυρας δηλητηριάζει τα πάντα.
Και ενώ συνετρίβη πλήρως η προηγούμενη πτυχή αυτής της κατευναστικήςαντίληψης στη χώρα, προωθείται η μετεξέλιξη της, που συνίσταται στην αντίληψη ότι είναι προς το συμφέρον της χώρας η Τουρκία να παραμείνει προσδεδέμενη στη Δύση προκειμένου να ελέγχεται.
Πρόκειται για εσφαλμένη αντίληψη, αφού η Ιστορία έχει καταδείξει ότι η Τουρκία και το βαθύ κράτος αυτής χρησιμοποιεί την πρόσδεση της στη Δύση αποκλειστικά για τα δικά της συμφέροντα χωρίς να εντάσσεται και να συμμορφώνεται με τους κανόνες αυτής και χωρίς ποτέ να έχει απαλείψει από τη στόχευση της τις παράνομες διεκδικήσεις κατά της Ελλάδος και της Κύπρου.
Άλλωστε, για πολλές δεκαετίες η συμμετοχή των δύο χωρών στο ΝΑΤΟ και η αντιμετώπιση της Ελλάδος και της Τουρκίας από τις ΗΠΑ ως ένα σύμπλεγμα χωρών με μεγαλύτερο γεωπολιτικό βάρος της Τουρκίας υποδαύλισε αντί να μειώσει τον τουρκικό επεκτατισμό.
Αυτή, δε, η αρνητική κατάσταση για την Ελλάδα έχει μεγεθυνθεί από τότε που η νεο-οθωμανική Τουρκία επιχειρεί την γεωπολιτική της αυτονόμηση και την ανάδειξη της σε περιφερειακή – παγκόσμια δύναμη, εκμεταλλευόμενη την τεράστια πλανητική γεωπολιτική ρευστότητα και την δημιουργία ενός πολυπολικού κόσμου.
Αυτές οι συνθήκες σε συνδυασμό με τη δομική επεκτατική αντίληψη του τουρκικού κράτους οδήγησαν την Τουρκία σε προσανατολισμούς αντιθετικούς με τα συμφέροντα της Δύσης, όπως είναι ο μερικός εναγκαλισμός με τη Ρωσία και τα ανοίγματα της προς τον ασιατικό χώρο (Κίνα κλπ).
Η πορεία αυτή της Τουρκίας δεν είναι περιστασιακή, όπως πιστεύουν οι εθελόδουλοι Δυτικοί, αλλά έχει ισχυρά δομικά εσωτερικά χαρακτηριστικά καθώς έχει συντελεστεί μια τεράστια ενίσχυση της συντηρητικής θρησκευτικής και αντιδυτικής πολιτισμικά αντίληψης σε βάρος της παραδοσιακής δυτικότροπης κεμαλικής αντίληψης.
Η παραδοσιακή, δε, θέση στα δυτικά κέντρα αποφάσεων ότι δεν πρέπει να χαθεί για τη Δύση η Τουρκία είναι αυτή που επιτρέπει στο σημερινό τουρκικό νεο-οθωμανικό καθεστώς να συνεχίζει χωρίς καμία επίπτωση τις επιθετικές πολιτικές του, πολλές φορές ακόμα και ανοιχτά σε βάρος των συμφερόντων της Δύσης, η οποία προσποιείται ότι δεν βλέπει και δεν ακούει, ειδικά εν σχέσει με την επιθετική ανοιχτή πολεμική ρητορική σε βάρος της χώρας μας.
Συνεπώς, η μέχρι τώρα πρόσδεση της Τουρκίας στους δυτικούς αρμούς, που κρίνεται θετικά και αποτελεί στόχο της νέας παραλλαγής της κατευναστικής αντίληψης, όχι μόνο δεν έχει ανασχέσει την τουρκική επιθετικότητα σε βάρος μας, αλλά την έχει διευρύνει στο μέγιστο βαθμό.
Ως εκ τούτου, η καλύτερη εξέλιξη για την προστασία των εθνικών μας θεμάτων είναι να ολοκληρωθεί η ουσιαστική ρήξη της Τουρκίας με τη Δύση και να εξατμιστεί η ιώβειος υπομονή των Δυτικών έναντι των νεο-οθωμανών.
Αυτό αυτομάτως θα μετέτρεπε την Ελλάδα σε προπύργιο της δυτικής αρχιτεκτονικής ασφαλείας στην περιοχή, καθιστώντας έτσι σε μια τέτοια περίπτωση αποτρεπτικό έναν στρατιωτικό τουρκικό τυχοδιωκτισμό σε βάρος της χώρας, αφού σε αυτήν την περίπτωση η εθνική της ασφάλεια θα ταυτίζονταν άμεσα με τα συμφέροντα της Δύσης στην ευαίσθητη γεωπολιτικά περιοχή της Μεσογείου.
Προς αυτή την κατεύθυνση οφείλει η Ελλάδα και η Κύπρος να διαμορφώσουν μια ολοκληρωμένη στρατηγική και να αναδείξουν το ατελέσφορο της ως τώρα Δυτικής υποκρισίας απέναντι στον επιτήδειο και επικίνδυνο γείτονα μας, όχι μόνο για τον Ελληνισμό, αλλά και για τα γεωπολιτικά συμφέροντα της Δύσης ευρύτερα.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!