Ο Ζακχαίος του ευαγγελίου της Κυριακής (Λουκ. 19, 1-10) είναι ένας άνθρωπος, που για τη σύνολη ευσεβιστική και ηθικιστική αντίληψη του ιερατείου της εποχής έπρεπε να βγει από το κάδρο της συνάντησης με τον Χριστό. Σκανδαλίζει ο Ζακχαίος, σκανδαλίζει και ο Χριστός. Ο λόγος σκανδαλισμού του πρώτου αφορά τη ζωή του, την ιδιότητα του, τον τρόπο της ζωής του. Ζει σε βάρος άλλων, είναι αρχιτελώνης, πλούσιος και έχει πατήσει πάνω σε άλλους για να αναρριχηθεί και να αποκτήσει την περιουσία που έχει. Έχει αδικήσει και αυτό τον κάνει μισητό απέναντι στους άλλους. Ποιος θέλει δίπλα του έναν τέτοιο άνθρωπο; Αυτός είναι ο τρόπος σκέψης και θεώρησης των περισσοτέρων ανθρώπων. Από την άλλη, ο Χριστός μόλις τον συναντά του αναγγέλλει πως πρέπει να μείνει στο σπίτι του. Ο κόσμος κατακρίνει. Χαρακτηρίζει αμαρτωλό τον Ζακχαίο.
Ο Χριστός όμως τους την έφερε ξανά. Ήρθε σε συνάντηση με αυτόν τον αμαρτωλό άνθρωπο, άδικο, κλέφτη, άρπαγα που πλούτιζε σε βάρος των άλλων, δίνοντας του την αφορμή να ξεδιπλωθεί το σχέδιο του Θεού Πατέρα. Είναι απίστευτος ο τρόπος με τον οποίο ο Θεός ξετυλίγει το σχέδιο του. Συναντάμε έναν άδικο και τον κατακρίνουμε, τον στοχοποιούμε. Ο Χριστός συναντά έναν άδικο και του υπενθυμίζει πως είναι εικόνα του απολύτου Θεού! Μιλάμε για τέτοιο καλλιτέχνη Θεό που εργάζεται με τρόπους και μυστικές οδούς, με κάθε τι ανεξιχνίαστο στις δικές μας πονηρές και κακόγουστες θεωρήσεις. Παίρνει έναν αρχιτελώνη και οδηγεί την προαίρεση και το θέλημα του στο αγαθό. Χωρίς τις δικές μας βαττολογίες και τις κάθε είδους ηθικιστικές μαγκιές. Η συνάντηση αυτή με τον Χριστό οδηγεί στη σωτηρία. Πουθενά αλλού. Άρπαξε την ευκαιρία ο Ζακχαίος και σώθηκε. Και οι άλλοι έμειναν να κοιτάζουν. Αποκαθιστά τις αδικίες που είχε διαπράξει και μοιράζει την περιουσία του. Αυτή είναι αληθινή μετάνοια. Αυτό είναι πραγματικό πανηγύρι.
Στην Εκκλησία περισσότερο γίνεται λόγος για τιμωρία, καταδίκη, αμαρτία, παράβαση νόμων, κανόνων, ξεχνώντας πως το μεγαλύτερο υπαρξιακό επιτίμιο είναι η αμετανοησία. Ο Θεός ποτέ δεν τιμωρεί. Τιμωρεί μόνο για όσους άδειασαν τις ζωές τους σε ένα απύθμενο υπαρξιακό τετελεσμένο και τώρα θέλουν να αδειάσουν και τις ζωές των άλλων, των συνανθρώπων τους, δημιουργώντας τους, μάλλον, μεταφέροντας τους τις δικές τους ενοχές και φοβικά σύνδρομα.
Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής δεν θα καθόταν να γράψει τα Κεφάλαια περί αγάπης αν ήταν να κατακριθεί και να καταδικαστεί το ανθρώπινο πρόσωπο. Γράφει σε ένα σημείο για το πως φέρεται ο Θεός απέναντι στον αγαθό και στον φαύλο: ‘’Ὥσπερ ὁ Θεός φύσει ὤν ἀγαθός καί ἀπαθής, πάντας μέν, ἐξ ἴσου ἀγαπᾷ, ὡς ἔργα αὐτοῦ• ἀλλά τόν μέν ἐνάρετον δοξάζει, ὡς καί τῇ γνώμῃ, οἰκειούμενον• τόν δέ φαῦλον, δι᾿ ἀγαθότητα ἐλεεῖ, καί ἐν τῷ αἰῶνι τούτῳ παιδεύων ἐπιστρέφει• οὕτω καί ὁ τῇ γνώμῃ ἀγαθός καί ἀπαθής, πάντας ἀνθρώπους ἐξ ἴσου ἀγαπᾶ• τόν μέν ἐνάρετον, διά τε τήν φύσιν καί τήν ἀγαθήν προαίρεσιν• τόν δέ φαῦλον, διά τε τήν φύσιν, καί τήν συμπάθειαν ἐλεῶν ὡς ἄφρονα καί ἐν σκότει διαπορευόμενον’’.
Χρειάζεται να δούμε τον άλλον μέσα σε μία ανεξάρτητη πραγματικότητα. Χωρίς όλα εκείνα τα σημεία που του προσδίδουν έναν αρνητικό χαρακτηρισμό. Αυτή την αντίληψη την εκφράζει με άριστο τρόπο η φαινομενολογία του Husserl. Η φαινομενολογία του Husserl έχει αντιστοιχία με το περιστατικό του ευαγγελίου και το πρόσωπο του Ζακχαίου. Κρίνουμε τον Ζακχαίο λόγω της κοινωνικής του θέσης και από αυτή τη θέση απορρέουν αρνητικοί χαρακτηρισμοί. Χρειάζεται να τον δούμε ανεξάρτητα από τη θέση αυτή, θέση που δημιουργεί αρνητικούς συσχετισμούς. Χρειάζεται με άλλα λόγια ανατροπή της φυσικής σκοπιάς. Να αμφιβάλλουμε για τα πράγματα, αποδομώντας τη φυσική πραγματικότητα που επιβάλλεται από τις συνθήκες, δημιουργώντας παράλληλα την πραγματική κανονικότητα που αφορά το πρόσωπο και τα πράγματα. Ο άλλος να μην ερμηνεύεται υπό την επήρεια των καταγωγικών του ιδιοτήτων, οι οποίες αντιβαίνουν την αυθεντικότητα της σχεσιακής διυποκειμενικότητας που αναπτύσσεται, αλλά μέσα από την ενύπαρκτη υπερβατικότητα των δομημένων ετεροτήτων.
Ο π. Σεραφείμ Ρόουζ πριν γνωρίσει την ορθοδοξία και βαφτιστεί, υπήρξε ομοφυλόφιλος. Είχε μάλιστα γνωρίσει την ορθοδοξία μέσα από τη σχέση του με έναν νέο ορθόδοξο Φινλανδό. Στις 14 Ιουνίου του 1964 είχε γράψει ένα γράμμα στους γονείς του.
Αναφερόμενος στο πρόσωπο του Χριστού, μεταξύ άλλων, έγραφε: ‘’Αν ο Χριστός ερχόταν σήμερα σ’ αυτόν τον κόσμο, ξέρετε τι θα Του συνέβαινε; Θα Τον έκλειναν σε ψυχιατρείο και θα Τον υπέβαλαν σε ψυχοθεραπεία και το ίδιο θα έκαναν και στους αγίους Του. Ο κόσμος θα Τον σταύρωνε σήμερα ακριβώς όπως το έπραξε πριν από δύο χιλιάδες χρόνια, διότι ο κόσμος δεν έχει μάθει τίποτα πέρα από το να κατεργάζεται ακόμη δολιότερες μορφές υποκρισίας’’. Τώρα, αναλογιστείτε το εσωτερικό δράμα όλων εκείνων που κατακρίνουν τους αδελφούς τους, χωρίς να αντιλαμβάνονται τη ‘’φιλάνθρωπη αναξιοπρέπεια’’ του άπαιχτου Θεού για τη σωτηρία του ανθρωπίνου προσώπου.
Πρεσβύτερος Ηρακλής Φίλιος (Θεολόγος, Βαλκανιολόγος)
Εφημέριος Ι.Ν. Αγίου Δημητρίου Διάβας – Ι.Μ. Σταγών & Μετεώρων