Δημοσίευμα της κυριακάτικης Real (27 Σεπτεμβρίου) αναφέρει πως ο αποπεμφθείς Υφυπουργός κ. Δημήτριος Καμμένοςείχε επισκεφθεί τον χουντικό αξιωματικό με το σκοτεινό ΕΣΑ/τζίδικο παρελθόν, Θεόδωρο Θεοφιλογιαννάκο, εν όσω αυτός νοσηλευόταν στο 401 Στρατιωτικό Νοσοκομείο.
Φυσικά, κανείς δεν κατακρίνει, ως ανθρώπινη ενέργεια, τη συγκεκριμένη επίσκεψη στον ετοιμοθάνατο απότακτο αξιωματικό, η οποία είναι σύμφωνη και με το πνεύμα του χριστομίλητου “…ασθενής και εν φυλακή και ουκ επισκέψασθέ με…”.
Εντάσσοντάς την όμως στη γενικότερη πραγματολογία των φασιστικών συμφραζομένων της δημόσιας παρουσίας του κ. Δ. Καμμένου δεν μπορώ παρά να αναρωτηθώ για τα στρεβλά ιδεολογικοπολιτικά συμφραζόμενα της εν γένει αταίριαστης και φρανκεστανικά κατασκευασμένης κυβερνητικής συμπόρευσης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Η τραγικοκωμική συγκυρία θέλησε, λοιπόν, ειρωνικώ τω τρόπω, να συμπέσει ο πρόσφατος θάνατος του αρχιβασανιστή της χούντας Θεόδωρου Θεοφιλογιαννάκου με τη βιαστική αποπομπή από το νεοπαγές κυβερνητικό σχήμα του -ακόμη πιο βιαστικώς και ασκέπτως τοποθετηθέντος σε αυτό- Υφυπουργού (…για λιγότερο από 12 ώρες..) κ. Δημήτρη Καμμένου, λόγω αντισημιτικών και λοιπών, πολιτικά, ακραίων απόψεων που είχε εκφράσει παλαιότερα στο Twitter.
“Γιατί τόσο η αφέλεια, όσο και η θηριωδία μπορεί ενίοτε να έχουν ή να αποκτήσουν και δημοκρατικά εκλεγμένο πρόσημο”, όπως έγραφα τον περασμένο Απρίλιο, στη LIFO, με αφορμή την 48η αποφράδα επέτειο από την επιβολή της 7χρονης δικτατορίας των συνταγματαρχών (http://www.lifo.gr/lifoland/epistoles/65194).
Ολόκληρο το άρθρο αυτό, παρατίθεται κάτωθι:
Η 21η Απριλίου του 67 και “η Αποικία των Τιμωρημένων”
Σαρανταοχτώ χρόνια συμπληρώθηκαν από την αποφράδα ημέρα, της επιβολής της δικτατορίας της 21ης Απριλίου. Σαρανταοχτώ χρόνια από εκείνα τα ξημερώματα που ολιγόνοες (όπως αποδείχθηκαν αργότερα) και ορισμένοι εξ αυτών και ημιπαράφρονες (όπως προδήλως εμφαίνετο εξ αρχής) επίορκοι αξιωματικοί του στρατού έβαλαν “την Ελλάδα στον γύψο”, ο οποίος και αφαιρέθηκε επώδυνα, 7 χρόνια μετά, όταν τελείωσε η εθνικοπατριωτική μας νάρκη και νάρκωση, με τον εθνικό και εδαφικό ακρωτηριασμό του Ελληνισμού στη μαρτυρική μας Κύπρο.
Οι ανήκοντες στη γενιά των “late 70’s και early 80’s” δεν διαθέτουμε, ευτυχώς, εντυπωμένες δικτατορικές μνήμες. Οφείλουμε όμως να διαθέτουμε γνώση και αναγνώριση των αγωνιστών και των αγώνων που επανέφεραν τη δημοκρατία στον τόπο που τη γέννησε. Και να μη λησμονούμε, έστω και αν πέρασαν 48 χρόνια από τότε που η κατάλυση των δημοκρατικών θεσμών βαπτίστηκε Επανάσταση “με εργάτη, αγρότη, φοιτητή και πρώτον τον στρατιώτη”, μεταβάλλοντας τη χώρα σε μια απέραντη, καφκική “Αποικία των τιμωρημένων”.
Σήμερα, που, σχεδόν μισό αιώνα μετά, η Ελλάδα μας ξαναέγινε και παραμένει “Αποκία των τιμωρημένων” με τους “Θεσμούς” να μην καταλύονται φανερά, αλλά να εισβάλλουν πραξικοπηματικά, με άλλες ετεροεπιβαλόμενες ιδιότητες στο λεξιλόγιο της καθημερινής οικονομικής και κοινωνικής μας κρίσης, αποκτά ξεχωριστά επίκαιρο νόημα τα ομώνυμο, περί αποικίας, διήγημα του Φρανς Κάφκα και τα προλεγόμενα του Sylvain Ricard στην εικονογραφημένη έκδοσή του. “Εργάτης, Αγρότης, Φοιτητής, λοιπόν και πρώτος ο Στρατιώτης”, κατά, τραγική, για τη χώρα μας, αναλογία με τα καφκικά αντί-ηρωικά αρχέτυπα του Ταξιδιώτη, του Στρατίωτη, του Κατάδικου και του Αξιωματικού.
Σαρανταοχτώ χρόνια πέρασαν από την επιβολή της “21ης Απριλίου” για να αποκτήσει η Ελλάδα την πρώτη κυβέρνηση της Αριστεράς που, με τον ευρωπαϊκό κλοιό των δανειστών να στενεύει γύρω μας, μένει να αποδείξει αν το αντιστασιακό, ιστορικό, της πρόσημο μπορεί να φέρει ουσιαστικό αποτέλεσμα ελάφρυνσης των κοινωνικοικονομικών βαρών του λαού ή αν απλώς επανεισάγει τη λιτότητα με άλλο θεσμικό ένδυμα ή το χάος ως εναλλακτικό ιδεολόγημα που προκύπτει από την ανεφάρμοστη διαπραγμάτευση στη βάση θεωρηματικών ακαδημαϊκοπολιτικών συρραμμάτων της “οικονομίας των αμφιθεάτρων” και του λαϊκισμού.
Μέχρι τότε, διαβάζω και ξαναδιαβάζω, με εξαιρετικό ενδιαφέρον τα προλεγόμενα του Ricard στον Κάφκα, αναλογιζόμενος με λύπη (και λύπηση) τα διάφορα σύγχρονα ή προγενέστερα ανάλογα του τραγέλαφου που απετέλεσε για τη χώρα ο συνδυασμός της “απλοΐκής αφέλειας” και της “βαναυσότητας και της θηριωδίας” των Απριλιανών αξιωματικών του 67. Γιατί τόσο η αφέλεια, όσο και η θηριωδία μπορεί ενίοτε να έχουν ή να αποκτήσουν και δημοκρατικά εκλεγμένο πρόσημο.
Ενώ η βαναυσότητα δεν χρειάζεται το περιβραχιόνιο της ΕΣΑ, αλλά μπορεί να αρκεστεί και στη μορφή ενός νέου ΕΜΦΙΑ/κού χαρατσιού που θα περιβροχίσει κι άλλο την απελπιστικά καθημαγμένη μεσαία τάξη. Κι όλα αυτά, εν αναμονή της συνέχισης της δίκης της Χρυσής Αυγής… Γράφει, λοιπόν, ο Sylvain Ricard: “Ο Αξιωματικός είναι βαθιά αφελής και τυφλά αφοσιωμένος στον προ πολλού νεκρό παλιό διοικητή του.
Ο Ταξιδιώτης, ο Στρατίωτης, και ο Κατάδικος, θεατές αλλά και βασικά πρόσωπα σε αυτήν την παρωδία, γίνονται, ο καθένας με τον τρόπο του, κι ένα αντίβαρο στον αφοσιωμένο εκτελεστή-Αξιωματικό…
Στην Αποικία των Τιμωρημένων η βαναυσότητα και η θηριωδία συμπορεύονται με την απλοϊκή ευτυχία της παιδικής αφέλειας”.