Έχοντας διανύσει τη πρώτη μετεκλογική εβδομάδα, η νέα Κυβέρνηση ΣΥ.ΡΙΖ.Α-ΑΝΕΛ ξεκινά με βασικό στόχο να σταθεί ξανά η ελληνική οικονομία στα πόδια της.
Οι προγραμματικές δηλώσεις του ΣΥ.ΡΙΖ.Α για την επόμενη ημέρα κινούνται σε τρεις βασικούς πυλώνες.
Πρώτον, την υποστήριξη των παραγωγικών δυνάμεων, δεύτερον, την ενίσχυση του κοινωνικού κράτους και τρίτον, τον εκδημοκρατισμό και τον οργανωτικό μετασχηματισμό της κρατικής μηχανής. Βασική προϋπόθεση όμως, για να προσδοκούμε θετικά αποτελέσματα, είναι η διαρκής μάχη για τη ελάφρυνση του ελληνικού χρέους που πρέπει οπωσδήποτε να κερδηθεί. Αυτό θα δώσει ανάσα στην Ελληνική οικονομία και θα μας βοηθήσει να βγούμε από την εκβιαστική πολιτική της λιτότητας. Η αναδιάρθρωση του χρέους για πρώτη φορά μπαίνει στις πραγματικές της διαστάσεις ως ένα πρόβλημα όχι μόνο δικό μας, αλλά υπερεθνικό. Είναι σαφές ότι την μάχη αυτή μπορεί να τη δώσει και να την κερδίσει, μόνο μια πολιτική δύναμη που δεν ανήκει στο παλιό πολιτικό σκηνικό, το οποίο έχει ευθύνες για τη δημιουργία του χρέους.
Ακόμη πρέπει να μπει ένα τέλος στη χρόνια διαφθορά που μαστίζει ορισμένες πτυχές της ελληνικής οικονομίας, με στοχευόμενες κινήσεις που θα την εντοπίζουν και θα την ξεσκεπάζουν, ώστε να μην χάνονται ετησίως τόσα χρήματα στη φοροδιαφυγή και σε παράνομες ενέργειες. Το επόμενο διάστημα, η καταπολέμηση παντός είδους διαφθοράς πρέπει να είναι σημαία της κυβέρνησης, με αυστηρότερες ποινές και απλοποίηση της διαδικασίας επιβολής τους. Μπορούμε να αντλήσουμε τεχνογνωσία από πετυχημένα μοντέλα αντιμετώπισης τέτοιων φαινομένων και να τα συνδυάσουμε με την απαραίτητη πολιτική βούληση για την καταπολέμηση των σκανδάλων. Όπως έδειξε το πρόσφατο σκάνδαλό της αυτοκινητοβιομηχανίας Volkswagen, όσο καλά και να λειτουργεί ένα κράτος, η πάταξη της διαφθοράς είναι κυρίως θέμα της πολιτικής βούλησης. Τα χρήματα που θα προκύψουν από την πάταξη της παραοικονομίας και της φοροδιαφυγής, το χτύπημα του λαθρεμπορίου, την απόδοση του ΦΠΑ που ανέρχεται στα 6 δισ. € ετησίως, μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την ενίσχυση του κράτους πρόνοιας και σε αντισταθμιστικά μετρά.
Επιπλέον, πρέπει να ενισχύσουμε την επιχειρηματικότητα που πολλοί, λανθασμένα, πιστεύουν ότι δεν συνάδει με τις αξίες της αριστεράς. Η επιχειρηματικότητα ορίζεται ως η ανθρώπινη ικανότητα συνδυασμού των τριών παραγωγικών συντελεστών, εργασίας, γης και κεφαλαίου, για την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών. Δημιουργεί ένα κέρδος που μπορεί και πρέπει να είναι κοινωνικό, όταν υπάρχουν κανόνες και δεν γίνεται σε βάρος του ανθρώπινου παράγοντα. Τότε μιλάμε για «υγιή» επιχειρηματικότητα, με αντίστοιχα υγιείς εργασιακές σχέσεις, σεβασμό στο περιβάλλον και τήρηση των νόμων. Υπ’ αυτή την έννοια η επιχειρηματικότητα είναι καλή και επιθυμητή διότι έχει θετικό αποτέλεσμα για το κοινωνικό σύνολο. Η «κακή» επιχειρηματικότητα είναι: όταν οι λίγοι κερδίζουν σε βάρος των πολλών, όταν βασίζεται στην αισχροκέρδεια, το καθεστώς εργασιακής επισφάλειας και προωθεί τις συλλογικές απολύσεις. Είναι αυτή που για το άμεσο κέρδος, καταστρέφει το περιβάλλον και υποθηκεύει το μέλλον των επόμενων γενεών. (Περίπτωση Volkswagen, Ελληνικός Χρυσός). Αυτή η μορφή επιχειρηματικότητας είναι απεχθής, αποτελεί γενεσιουργό αιτία για τις οικονομικές κρίσεις και θα μας βρει αντιμέτωπους.
Πως λοιπόν θα προωθήσουμε την οικονομική ανάπτυξη, την παραγωγική ανασυγκρότηση και τη ενίσχυση των παραγωγικών δυνάμενων; Σε πρώτη φάση οφείλουμε να κινηθούμε προς την αποκατάσταση της ρευστότητας με σκοπό να άρουμε την χρηματοπιστωτική ασφυξία. Απαραίτητη είναι η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, η σωστή διαχείριση του νέου ΕΠΣΑ και του επενδυτικού προγράμματος Γιούνκερ. Στη συνέχεια έρχεται η αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας. Με τον όρο αξιοποίηση οφείλουμε να εννοούμε μία ενέργεια που θα ωφελήσει οικονομικά και το δημόσιο, άρα τον ελληνικό λαό. Τόσα χρόνια υπάρχουν πολλά παραδείγματα ξεπουλήματος δημόσιας περιουσίας σε «ημετέρους».
Η συνήθης διαδικασία ξεκίναγε με την εγκατάλειψη και απαξίωση του δημόσιου πλούτου, την ίδια στιγμή που μισθώνονταν άλλα ακίνητα για τις δημόσιες λειτουργίες και στη συνέχεια ακολουθούσε η πώληση σε εξευτελιστικές τιμές. Η νεοφιλελεύθερη λογική προστάζει ότι κάποιος για να επενδύσει, άρα να δημιουργήσει θέσεις εργασίας, άρα να φέρει ανάπτυξη πρέπει να έχει προσδοκία σε υπερκέρδη, με χαμηλούς μισθούς και ευέλικτη εργασία. Πρώτιστος στόχος για εμάς είναι η βελτίωση της καθημερινότητας των πολιτών και η κοινωνική δικαιοσύνη και για να επιτευχτεί αυτό πρέπει η δημόσια περιουσία να αξιοποιηθεί με αμοιβαία οφέλη, με τήρηση του νομικού πλαισίου, δημόσια εποπτεία και σεβασμό στον εργαζόμενο και το περιβάλλον. Όπως όλοι ξέρουμε, αυτοί που κυβέρνησαν τόσα χρόνια δημιούργησαν αποτρεπτικό πεδίο για την επιχειρηματικότητα με τη γραφειοκρατία και τη διαφθορά.
Επομένως, στο προσεχές διάστημα, οφείλουμε να διευκολύνουμε τις αδειοδοτήσεις των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, να πατάξουμε τη γραφειοκρατία και να μεταφέρουμε ανταγωνιστικότητα της οικονομίας από την αγορά εργασίας, στην καινοτομία και την έρευνα. Επιπλέον, κλειδί για την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας είναι η αγροτική οικονομία. Για την κυβέρνηση της Αριστεράς, η προστασία του εισοδήματος του αγρότη, ο έλεγχος των παράνομων εισαγωγών και η εφαρμογή επιστημονικού παραγωγικού σχεδιασμού για τη διατροφική επάρκεια και την εξαγωγή των αγροτών προϊόντων, είναι ύψιστης σημασίας. Ακόμη, η κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία, μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο στην αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου αν ενισχυθεί και από το κράτος. Το νέο, ενοποιημένο θεσμικό πλαίσιο για τη συνεταιριστική οικονομία και η συγκρότηση ταμείου κοινωνικής οικονομίας είναι στις δεσμεύσεις της κυβέρνησης.
Ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α στοχεύει στην απεμπλοκή από το νεοφιλελεύθερο δόγμα και τη λιτότητα, στο ριζοσπαστικό, δημοκρατικό μετασχηματισμό του κράτους και το περιορισμό των αρνητικών συνεπειών της συμφωνίας. Όλα αυτά με στρατηγικό στόχο, το Σοσιαλισμό με Δημοκρατία και Ελευθερία. Συνεχίζουμε με δουλειά και αγώνα!