Ο απαγορευμένος καρπός της σωματικότητας.
Όπως ήδη σημειώθηκε ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο ‘’ἀπό τῆς γῆς, καί ἐνεφύσησεν εἰς τό πρόσωπον αὐτοῦ πνοήν ζωῆς, καί ἐγένετο ὁ ἄνθρωπος εἰς ψυχήν ζῶσαν’’ [91]. Εντούτοις, στο διάβα της ιστορίας η σωματικότητα αυτή σκανδάλισε και εξακολουθεί να σκανδαλίζει.
Πρεσβυτέρου Ηρακλή Φίλιου
Θεολόγου, Βαλκανιολόγου
Κληρικού της Ιεράς Μητροπόλεως Σταγών & Μετεώρων
Είναι γνωστό πως το σώμα παρουσιαζόταν υποδιαίστερο της ψυχής και ως κάτι κακό, εφόσον εκπροσωπούσε την ύλη [92]. Γι’ αυτό και ο Κέλσος κατηγορούσε τους χριστιανούς ως ‘’φιλοσώματον γένος’’ [93]. Η αρχαιοελληνική φιλοσοφία στάθηκε με μία αρνητικότητα προς το σώμα, εξαίροντας πάντοτε την ψυχή. Ο Πλάτων, για παράδειγμα, χαρακτήριζε το σώμα ως τάφο της ψυχής [94], ως φυλακή [95]. Ο Πλωτίνος [96], εκπρόσωπος του νεοπλατωνισμού, στις Εννεάδες [97] μας λέει πως η ψυχή μετέχει περισσότερο στην ομοίωση κατά θεό, απ’ ότι το σώμα [98]. Επίσης, στο ίδιο του έργο, γράφει για τη σχέση ψυχής και σώματος,
στοχοποιώντας πάλι το σώμα: ‘’Ἄς δεχτοῦμε λοιπόν ὅτι πρόκειται γιά μίξη. Ἀλλ’ ἄν ἔχουμε μίξη, τό κατώτερο – τό σῶμα – θά γίνεται καλύτερο, ἐνῶ τό ἄλλο – ἡ ψυχή – χειρότερο. Το σῶμα θά γίνεται καλύτερο μετέχοντας στη ζωή καί ἡ ψυχή χειρότερη μετέχοντας στόν θάνατο καί τήν ἀλογία’’ [99]. Από την άλλη, ο Δαμασκηνός χρησιμοποιεί ένα πολύ ωραίο παράδειγμα για να δείξει πως η κακία δεν αποτελεί μέρος του σώματος αλλά προέρχεται από την ψυχή, απαντώντας με τον τρόπο αυτό στους κατηγόρους του. Γράφει, λοιπόν: ‘’Τό σῶμα νεκρόν κείμενον οὐχ ἁμαρτάνει. Οὐκοῦν οὐκ ἐκ τοῦ σώματος ἡ κακία, ἀλλ’ ἐκ τῆς ψυχῆς [100]. Όπως και τα πάθη δεν προέρχονται από το σώμα [101].
Το σώμα ως ύλη θεωρήθηκε κάτι το κακό, ως αμαρτία. Περιφρονήθηκε και ενοχοποιήθηκε. Η ύλη θεωρήθηκε ως φθορά και θάνατος [102]. Η ύλη δεν μπορεί να είναι κάτι το κακό, εφόσον αποτελεί μέρος της δημιουργίας του Θεού. Οι Πατέρες της Εκκλησίας δεν απορρίπτουν την ύλη [103]. Απεναντίας, η ύλη αγιάζεται σε μία χαρισματική προοπτική μέσα στη ζωή της Εκκλησίας, όπως και ο όλος άνθρωπος. Βλέπουμε πως το νερό στην ακολουθία του Αγιασμού αγιάζεται [104]. Τα λείψανα των αγίων ευωδιάζουν. Τα σκηνώματα των αγίων παραμένουν άφθαρτα. Ο άρτος και ο οίνος που προσφέρουμε στη Θεία Λειτουργία μεταβάλλονται διά της ενεργείας του Αγίου Πνεύματος σε Σώμα και Αίμα Χριστού [105]. Το ανθρώπινο σώμα δεν απέχει από αυτή την προοπτική του αγιασμού. Συμμετέχει σε κάθε Μυστήριο της Εκκλησίας. Στην Θεία Λειτουργία [106], αλλά και στις υπόλοιπες ιερές ακολουθίες και μυστήρια [107], οι δεήσεις δεν αφορούν μόνο την ψυχή (κάτι τέτοιο θα αποτελούσε ανθρωπολογική αίρεση), αλλά την όλη ύπαρξη, τον όλο άνθρωπο. Ως εκ τούτων, δεν παραβλέπεται η ανθρώπινη σωματικότητα από την μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας, δηλαδή από την φανέρωση των άκτιστων ενεργειών του Θεού. Ο απόστολος Παύλος, φτάνει στο σημείο να πει πως το σώμα είναι ναός του Αγίου Πνεύματος [108], μία άκρως αντιπλατωνική θέση που ξέφευγε από την τραγικότητα της αφαίμαξης της ανθρώπινης σωματικότητας, όπως αυτή συναντήθηκε στον αρχαίο ελληνικό κόσμο. Ακόμη κι ο Νίτσε θα ταχθεί εναντίον εκείνων που υποτιμούν το σώμα, λέγοντας τους πως μέσα από την υποτίμηση αυτή αποστρέφονται τη ζωή [109].
Ακόμη κι όταν ο Νύσσης φαίνεται να υποτιμά το σώμα [110], μέσα από τον διαχωρισμό ψυχής – σώματος, θέλει να δείξει την αξία της ασώματης ζωής, στην οποία το σαρκικό φρόνημα απουσιάζει. Ανάλογα, κάτι τέτοιο, θα πει και ο απόστολος Παύλος, ο οποίος χρησιμοποιεί το αντιθετικό σχήμα σώμα – σαρξ. Είναι άλλο το σώμα και άλλο η σάρκα, το σαρκικό φρόνημα, για τον Παύλο [111].
Η σωματικότητα αποτελεί βασικό σημείο συνάντησης του ανθρώπου με τον Θεό. Ο Θεός αποκαλύφθηκε σωματικώς. Σαρκώθηκε. Η ενσάρκωση έδωσε στην ύλη νέα αξία [112]. Κάτι τέτοιο αποτελεί την υψηλότερη κένωση του Θεού [113]. Είναι απείρου κάλλους ο λόγος του αγίου Γρηγορίου Θεολόγου για την σάρκωση του Θεού: ‘’Ὁ ἄσαρκος σαρκοῦται. Ὁ Λόγος παχύνεται. Ὁ ἀόρατος ὁρᾶται. Ὁ ἀναφής ψηλαφᾶται. Ὁ ἄχρονος ἄρχεται…’’ [114]. Έχουμε να κάνουμε με έναν Θεό που αποκαλύπτεται και μάλιστα ἐν σαρκί [115]. Ο Θεός καταφάσκει στο ανθρώπινο σώμα. Η Δ’ Οικουμενική Σύνοδος (451), εκτός από τη θεολογική της σημασία μέσα από τη διατύπωση του δόγματος περί του προσώπου του Θεανθρώπου ως τέλειου Θεού και τέλειου ανθρώπου (τελικός Όρος της Συνόδου), είχε ύψιστη ανθρωπολογική σημασία• ο Χριστός καταφάσκει στην ύλη, στην σωματικότητα, στην ανθρωπινότητα. Εκείνο που σαφώς συνηγορεί υπέρ της ιερότητας του σώματος στην ορθόδοξη θεολογία και θεώρηση δεν είναι ένας τυχαίος και αόριστος ανθρωπισμός [116] αλλά το ίδιο το αναστημένο σώμα του Χριστού. Ο Χριστός δεν αναστήθηκε θεωρητικά, φαινομενικά, αναστήθηκε ἐν σώματι. Ανάμεσα στο ανθρώπινο σώμα και στο σώμα του Χριστού υπάρχει ισχυρός σύνδεσμος [117]. Ο τρόπος με τον οποίο έχουμε γνώση του αναστημένου Χριστού είναι η σωματικότητα του [118].
Υπό αυτή την πραγματικότητα ο χριστιανός δεν φοβάται το σώμα του, δεν τον κυριαρχεί καμία σωματοφοβία [119]. Εξάλλου, πολύ σωστά θα πει ο Merleau – Ponty με φαινομενολογικό τρόπο πως ο άνθρωπος δεν έχει απλά σώμα αλλά είναι σώμα [120].
Εκείνο που χρειάζεται να αντιμετωπίσει ο χριστιανός είναι τα πάθη, τα οποία πρέπει να μεταμορφώσει. Το σώμα του είναι η μαρτυρία της ύπαρξης του ως πραγματικότητα και ως αυθεντικότητα. Πέρα από το δικό του σώμα, ο χριστιανός δεν φοβάται το σώμα του άλλου, τον οποίο γνωρίζει μέσα από την σωματικότητα. Γνωρίζει τον άλλο μέσα από την σωματική του παρουσία [121]. Αυτή είναι η πρώτη γνώση που έχει κανείς για τον άλλον. Γνώση του εαυτού, λοιπόν, και του άλλου έχουμε μέσα από την κατάσταση της σωματικότητας, ως προσωπικής συνάντησης και αλληλοπεριχώρησης.
Υποσημειώσεις:
[91] Γέν. 2,7.
[92] Ο μανιχαϊσμός κι εν γένει ο γνωστικισμός στέκονται επικριτικά απέναντι στο σώμα. Βλ. σχετικά Ιωάννου Δαμασκηνού, Κατά Μανιχαίων διάλογος, Εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2007, §27 – §28, σσ. 79-83.
[93] Κέλσος, Αληθής Λόγος, Θύραθεν ΕΠΙΛΟΓΗ, Θεσσαλονίκη, σ. 136.
[94] Πλάτωνος, Κρατύλος, 400C: ‘’Καί γάρ σῆμά τινές φασίν αὐτό εἶναι τῆς ψυχῆς’’.
[95] Πλάτωνος, Φαίδων, 62b.
[96] Ο Πλωτίνος ντρεπόταν για το σώμα του. Βλ. Πορφύριος, Περί τοῦ Πλωτίνου βίου, Plotini Opera, vol. 1, Leiden, Brill, 1951, 1.1-2: ‘’Πλωτίνος ὁ καθ’ ἡμᾶς γεγονώς φιλόσοφος ἑῴκει μέν αἰσχυνομένῳ ὅτι ἐν σώματι εἴη’’.
[97] Ο μαθητής του Πλωτίνου, ο Πορφύριος, επιμελήθηκε και εξέδωσε τις Εννεάδες.
[98] Πλωτίνου, Εννεάς Πρώτη, Περί ἀρετῶν, Κέντρον ερεύνης της ελληνικής και λατινικής γραμματείας, Ἀθῆναι 2006, σ. 45.
[99] Ό.π. σ. 25.
[100] Βλ. Ιωάννου Δαμασκηνού, Κατά Μανιχαίων διάλογος, Εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2007, §29, σ. 84.
[101] Γρηγορίου Νύσσης, Εἰς τούς κοιμηθέντας, PG 46, 529A: ‘’…οὐκοῦν οὐ τό σῶμα τούς τῶν κακῶν ἀφορμάς ἀλλ’ ἡ προαίρεσις ἐμποιεῖ τόν σκοπόν τῆς χρείας εἰς τήν τῶν ἀτόπων ἐπιθυμίαν ἐκτρέπουσα’’.
[102] Ό.π. σ. 77.
[103] Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός είναι σαφής στο διάλογο του με τον μανιχαίο: ‘’Μή κάκιζε την ὕλην• οὐ γάρ ἄτιμος. Οὐδέν γάρ ἄτιμον, ὅ παρά θεοῦ γεγένηται• τῶν Μανιχαίων τοῦτο τό φρόνημα’’. Βλ. Ιωάννου Δαμασκηνού, Πρός τούς διαβάλλοντας τάς ἁγίας εἰκόνας Λόγος Α΄, Εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2007, σσ. 190, 192.
[104] ‘’Ὑπέρ τοῦ ἁγιασθῆναι τό ὕδωρ τοῦτο, τῇ δυνάμει καί ἐνεργείᾳ καί ἐπιφοιτήσει τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν’’, Ακολουθία Μικρού Αγιασμού.
[105] Καί ποίησον τόν μέν ἄρτον τοῦτον τίμιον σῶμα τοῦ Χριστοῦ σου. Ἀμήν· τό δέ ἐν τῷ ποτηρίῳ τούτῳ τίμιον αἷμα τοῦ Χριστοῦ σου. Ἀμήν· μεταβαλών τῷ Πνεύματί σου τῷ Ἁγίῳ. Ἀμήν, ἀμήν, ἀμήν. Ευχή Αναφοράς στη Θεία Λειτουργία.
[106] ‘’..ἁγίασον ἡμῶν τάς ψυχάς καί τά σώματα’’ (Ευχή Τρισαγίου ύμνου), ‘’ Σύ γάρ εἶ ὁ φωτισμός τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων ἡμῶν (Ευχή πριν από την ανάγνωση του ευαγγελίου), ‘’καθαρίσῃς ἡμῶν τάς ψυχάς καί τά σώματα ἀπό παντός μολυσμοῦ σαρκός καί πνεύματος’’ (Ευχή Β’ των πιστών), ‘’Ἄγγελον εἰρήνης, πιστόν ὁδηγόν, φύλακα τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων ἡμῶν, παρά τοῦ Κυρίου αἰτησώμεθα’’ (Πληρωτικά).
[107] ‘’Ῥῦσαι πάσης ἀπειλῆς ἐπερχομένης τούς σούς δούλους, Πανάχραντε Δέσποινα, καί πάσης βλάβης ψυχῆς τε καί σώματος’’ (Κανών Μικρού Αγιασμού), ‘’Ὑπέρ τοῦ γενέσθαι τό ὕδωρ τοῦτο ἰαματικόν ψυχῶν καί σωμάτων, καί πάσης ἀντικειμένης δυνάμεως ἀποτρεπτικόν, τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν’’ (Ειρηνικά Ακολουθίας Μικρού Αγιασμού), ‘’Ναί, Δέσποτα, δεόμεθα• ἐπίσκεψαι ἡμῶν, Ἀγαθέ, τήν ἀσθένειαν καί ἴασαι ἡμῶν τάς νόσους ψυχῆς τε καί σώματος, τῷ ἐλέει σου’’ (Ευχή Μικρού Αγιασμού), ‘’Ἐλαίῳ τῆς εὐσπλαγχνίας Δέσποτα, ὁ ἱλαρύνων ἀεί, ψυχάς ὁμοῦ καί
σώματα βροτῶν, καί φρουρῶν ἐν Ἐλαίῳ πιστούς’’ (Κανών Ευχελαίου), ‘’Σύ ἐν ἐλέει καί οἰκτιρμοῖς Σου, Σῶτερ μόνος Θεός, πάντων ἰατρεύων πάθη τε τῶν ψυχῶν, και σωμάτων τά συντρίμματα, Αὐτός θεράπευσον, καί τούς ἐν νόσοις πάσχοντας Εὔσπλαγχνε’’ (Κοντάκιο Ευχελαίου), ‘’Πάτερ Ἅγιε, ἰατρέ τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων, ὁ πέμψας τόν μονογενῆ σου Υἱόν, τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, πᾶσαν νόσον ἰώμενον καί ἐκ θανάτου λυτρούμενον, ἴασαι καί τόν δοῦλον σου (τόνδε), ἐκ τῆς περιεχούσης αὐτόν σωματικῆς ἀσθενείας, καί ζωοποίησον αὐτόν, διά τῆς χάριτος τοῦ Χριστοῦ σου’’ (Ευχή Ευχελαίου).
[108] Α’ Κορ. 6,19.
[109] Friedrich Nietsche, Τάδε έφη Ζαρατούστρα, Εκδόσεις Παρ. Καλφάκη, Αθήναι 1958, σσ. 30-31.
[110] Γρηγορίου Νύσσης, Εἰς τους κοιμηθέντας, PG 46, 517C.
[111] Γαλ. 5,17: ‘’Ἡ γάρ σάρξ ἐπιθυμεῖ κατά τοῦ πνεύματος, τό δέ πνεῦμα κατά τῆς σαρκός• ταῦτα γάρ ἀλλήλοις ἀντίκειται, ἵνα μή ἅ θέλῃτε ταῦτα ποιῆτε.
[112] Τάνιας Βελμάνς, Η συναρπαστική ιστορία των εικόνων, Εκδόσεις Ωκεανίδα, Αθήνα 2006, σ. 96
[113] ‘’Καί ἡ σάρκωση δέν εἶναι τίποτα περισσότερο, ἀλλά καί τίποτα λιγότερο, παρά ἡ μεγέθυνση τούτου τοῦ ἀρχικοῦ ἔρωτα, ἡ ἔκρηξη τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, πού δίνεται ὁλοκληρωτικά γιά νά προσλάβει ὁλοκληρωτικά τόν ἀγαθό καρπό τῆς δημιουργίας του’’. Βλ. Χρυσοστόμου Σταμούλη, Ἔρως και θάνατος, Εκδόσεις Ακρίτας, Αθήνα 2009, σ. 152.
[114] Γρηγορίου Θεολόγου, Εἰς τά Γενέθλια τοῦ Σωτῆρος, Ομιλία ΛΗ’, PG36 313B.
[115] Α’ Τιμ. 3,16.
[116] Βλ. σχετικά Χ. Γιανναρά, Τό πρόσωπο καί ὁ ἔρως, Εκδόσεις Ίκαρος, Αθήνα 2017, σ. 137.
[117] Α’ Κορ. 6,15.
[118] Λουκ. 24,39.
[119] Βλ. π. Νικολάου Λουδοβίκου, Ορθοδοξία και εκσυγχρονισμός. Ορθόδοξη Εξατομίκευση, Κράτος και Ιστορία, στην προοπτική του ευρωπαϊκού μέλλοντος, Εκδόσεις Αρμός, Αθήνα 2006, σσ. 156-157.
[120] Βλ. Maurice Merleau – Ponty, Phenomenology of Perception, Routledge Classics, New York 20068, μτφρ. Colin Smith, σ. 201.
[121] Vogel, Arthur, Body Theology. God’s Presence in Man’s World, Harper and Row Publishers, New York 1973, σ. 9. Πρβλ. Χρυσοστόμου Σαββάτου, Μητροπολίτου Μεσσηνίας, Καθηγητοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, Τό ἐρώτημα τί εἶναι ζωή καί τό δικαίωμα γιά ζωή, Αθήνα 2018, σ. 25.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!