Αδυνατεί ο νους να ερμηνεύσει το γεγονός της Ανάστασης του Θεανθρώπου. Πρόκειται για το γεγονός που δυσανασχέτησε τους Αθηναίους, όταν ο απόστολος Παύλος τους μίλησε για την ανάσταση των νεκρών (Πράξ. 17,32). Ανάσταση από την εξουσία του θανάτου; Την ισχύ του κακού;
Όσο κι αν φαίνεται παράξενο, το κακό δεν υπάρχει. Υπάρχει κάτι που έχει υπόσταση. Τα πάντα θεμελιώνουν την ύπαρξή τους στην υπόστασή τους. Εάν το κακό υπάρχει, εάν έχει δηλαδή οντολογία, τότε ο Θεός είναι ο δημιουργός του. Αλλά επειδή ο Θεός είναι φύσει αγαθός κατά τους Πατέρες, το κακό δεν αποτελεί δημιούργημα του Θεού. Αυτό σημαίνει πως υπάρχει ως αλλοίωση της όντως καλής φύσης των πραγμάτων, και όχι το ίδιο ως καλή φύση. Θα το πει ‘’παρασυτική υπόσταση του κακού’’ (παρυπόσταση) ο νεοπλατωνικός φιλόσοφος Πρόκλος. Παρυπόσταση θα το πει και ο άγιος Διονύσιος Αρεοπαγίτης.
Δεν έχει δική του οντολογία το κακό. Υπάρχει ως αλλοίωση της υπόστασης, ως διάβρωση της υπόστασης, δεν έχει δικό του ‘’είναι’’. Το κακό, ο θάνατος, η αμαρτία, δεν ‘’είναι’’. Υφίστανται, όμως δεν έχουν οντολογική αναφορά και σημασία. Το κακό θεμελιώνει την ανυπαρξία του στην ερωτική εκστατικότητα του Θεού.
Το ίδιο συμβαίνει και με τον θάνατο. Ο Θεός δεν δημιούργησε τον θάνατο. Ο θάνατος αποτελεί συνέπεια μιας λάθος απόφασης, μιας διακοπής κοινωνίας και απομάκρυνσης από την πηγή της ζωής που είναι ο Θεός. Αυτό συνέβη με τους πρωτόπλαστους. Διέρρηξαν με δική τους ευθύνη την σχέση που είχαν συνάψει με τον Θεό. Βρίσκονταν σε κοινωνία μαζί του, επέλεξαν όμως την ισοθεΐα. Δεν τιμωρήθηκαν γι’ αυτό όμως από τον Θεό. Δεν τιμωρείσαι για κάτι που επιλέγεις να μην είσαι. Αυτό είναι νομικό πνεύμα, ποινές, τιμωρία, καταδίκη. Αυτά είναι ξένα προς την ορθόδοξη θεολογία. Το γεγονός του σωματικού θανάτου είναι και γεγονός πνευματικού θανάτου. Κατά τον Γρηγόριο Νύσσης ο σωματικός θάνατος προϋποθέτει τον ψυχικό θάνατο.
Η ανθρωπότητα αλλά και η σύμπασα κτίση έπασχε. Η προαίρεση του ανθρώπου νοσούσε. Αυτό έπρεπε να διορθωθεί. Όλα οδηγούσαν στο μνήμα κι εκεί γραφόταν το πιο τραγικό τέλος της ανθρώπινης ζωής, χωρίς την ύπαρξη βεβαιωμένης κατάστασης για την ελπίδα που θα μπορούσε να σηματοδοτήσει η συνέχεια της κτιστής πραγματικότητας σε έναν κόσμο ασυμβίβαστο με το θρηνώδες που προκαλούσε η κτιστή τραγωδία. Η ενανθρώπιση του Θεού Λόγου, η σταυρική Του θυσία και η Ανάσταση Του εγκαινίασαν μία νέα πραγματικότητα. Αποτέλεσαν την θεραπεία στην ασθένεια που βίωνε το ανθρώπινο πρόσωπο. Το τέλος της ζωής δεν είναι ο θάνατος. Δεν έχει κυριαρχία ο θάνατος. Η Ανάσταση του Χριστού τα άλλαξε όλα. Άλλαξε δεδομένα, όρους, προϋποθέσεις. Βέβαια, δεν εμφορούμαστε βιωματικής εμπειρίας του θανάτου ώστε να αποδείξουμε τα παραπάνω. Ο θάνατος είναι μια νοητική σύλληψη, απρόσιτη σε εμπειρική βιωματική προσέγγιση, όπως σημείωνε σε επιφυλλίδα του ο Χρήστος Γιανναράς.
Η μεταμόρφωση της κτιστής πραγματικότητας ξεπήδησε μέσα από την Ανάσταση του Χριστού. Δεν σημαίνει πως έχασε την κτιστότητά της, αλλά ευεργετήθηκε από τη νίκη του Χριστού κατά του θανάτου. Ο θάνατος πατήθηκε. Πατήθηκε με έναν άλλον θάνατο. Όχι ενός ανθρώπου. Δεν θα μπορούσε εξάλλου άνθρωπος να καταφέρει μία τέτοια μοναδική ανατροπή. Ο θάνατος του Θεανθρώπου είναι που σήμανε το τέλος της καταδίκης. Η Ανάσταση συμπαρασύρει μία ανακαίνιση. Ανακαίνιση της ανθρώπινης φύσης, ανακαίνιση ολάκερης της θείας δημιουργίας. Αυτά πλέον βιώνονται και αποτελούν εμπειρία μέσα στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Γευόμενοι το Σώμα και Αίμα του Κυρίου, το ανθρώπινο πρόσωπο καταγγέλει τον θάνατο και ομολογεί την Ανάσταση του Κυρίου. Δεν υπάρχει πλέον ο τρόμος του απροσπέλαστου θανάτου.
Ένα νέο πολίτευμα δημιουργείται με την Ανάσταση του Κυρίου. Ο Κύριος χαρίζει την αιωνιότητα στον άνθρωπο. Ο θάνατος σε απολογία. Σε απολογία για όσα κακά έχει συμπαρασύρει μαζί του. Και κυρίως σε απολογία για την υποκρισία του να δείχνει στον άνθρωπο πως έχει κυριαρχία και ερείσματα στην αιωνιότητα. Η Ανάσταση του Θεανθρώπου αποτελεί το πιο οντολογικό γεγονός αποδόμησης του κράτους και της ισχύος του θανάτου. ‘’Ποῦ σου θάνατε τὸ κέντρον; Ποῦ σου Ἅδη τὸ νῖκος; Ἀνέστη Χριστός, καὶ σὺ καταβέβλησαι. Ἀνέστη Χριστὸς καὶ πεπτώκασι δαίμονες. Ἀνέστη Χριστός, καὶ χαίρουσιν Ἄγγελοι.
Ἀνέστη Χριστός, καὶ ζωὴ πολιτεύεται. Ἀνέστη Χριστός, καὶ νεκρὸς οὐδεὶς ἐπὶ μνήματος. Χριστὸς γὰρ ἐγερθείς ἐκ νεκρῶν ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο’’, σημειώνει με ύφος πανηγυρικό ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Πράγματι, η ζωή πολιτεύεται!
Πρεσβύτερος Ηρακλής Φίλιος (Θεολόγος, Βαλκανιολόγος)
Εφημέριος Διάβας – Ι.Μ. Σταγών & Μετεώρων