Η Εκκλησία μας ενθυμείται σήμερα τους 318 Πατέρες της Α’ Οικουμενικής Συνόδου, η οποία πραγματοποιήθηκε στη Νίκαια της Βιθυνίας (325). Στη Σύνοδο αυτή ο Άρειος χαρακτήριζε τον Υιό του Θεού ως κτίσμα και ποίημα, όπως σημειώνει ο Μ. Αθανάσιος και μάλιστα οι Πατέρες συνήλθαν για να αναιρέσουν τους όρους αυτούς, σύμφωνα πάλι με τον ίδιο Πατέρα.
Τα παραπάνω, για να είμαστε ειλικρινείς δεν απασχολούν τον άνθρωπο της μετανεωτερικής (postmodernity) εποχής και κοινωνίας. Πραγματικά, οι άνθρωποι μένουν αδιάφοροι προς τα δογματικά ζητήματα της Εκκλησίας. Αυτό συμβαίνει ενδεχομένως διότι αφενός μεν έχουν μία τρομερή δυσκολία στην προσέγγιση και ερμηνεία τους, αφετέρου δε οι ίδιοι δεν εντοπίζουν κάποια χρησιμότητά τους στις σύγχρονες υπαρξιακές προκλήσεις εντός του κόσμου τούτου.
Ποια λοιπόν η σχέση μεταξύ μιας Οικουμενικής Συνόδου, η οποία έλαβε χώρα πριν από πολλούς αιώνες, και του σύγχρονου ανθρώπου, των υπαρξιακών του ανησυχιών, αναγκών και αναζητήσεων, αλλά και της κοινωνίας του 21ου αιώνα; Με άλλα λόγια τί έχει να προσφέρει στον σύγχρονο άνθρωπο και στην κοινωνία της μετανεωτερικότητας το γεγονός ότι ο Υιός και Λόγος του Θεού δεν είναι κτίσμα, αλλά είναι ομοούσιος και συναΐδιος με τον Πατέρα; Η ανθρωπότητα καθημερινά πλήττεται από την βία, την βία στην πιο ακραία της μορφή, με πολέμους, οικονομικές καταρρεύσεις, κοινωνικά προβλήματα που διογκώνονται, οικολογικές καταστροφές, κοινωνικές ανισότητες, κοινωνικούς αποκλεισμούς, θρησκευτικό φονταμενταλισμό, μεταφυσικές αναζητήσεις που αποτυγχάνουν να ερμηνεύσουν τον σκοπό της ανθρωπίνης ύπαρξης, προτάσσοντας στην καλύτερη περίπτωση μία χρεωκοπημένη ιδεολογία που διαχώρισε το συναμφότερον του ανθρώπου, το σώμα από την ψυχή και την ψυχή από το σώμα. Πώς λοιπόν η Α’ Οικουμενική Σύνοδος και η αλήθεια που διακηρύσσει περί της θεότητος του Υιού έχει την δυνατότητα να ‘’κουμπώσει’’ στο γεγονός της ανθρώπινης ύπαρξης και της σύγχρονης κοινωνικής αναστάτωσης;
Η συμβολή των Πατέρων της Α’ Οικουμενικής Συνόδου (όπως και όλων των Οικουμενικών Συνόδων) είναι τεράστια και επεκτείνεται στους αιώνες. Συγκεκριμένα, το γεγονός της θείας ενανθρώπισης έχει άμεσες σωτηριολογικές συνέπειες για τον άνθρωπο. Στην πραγματικότητα έχει ύψιστη ανθρωπολογική σημασία. Ο Θεός έγινε άνθρωπος για να γίνει ο άνθρωπος κατά χάρη θεός, θα πει ο Μ. Αθανάσιος. Αν ο Χριστός είναι κτίσμα, όπως διακήρυττε με σθένος ο Άρειος, τότε είναι αδύνατη κάθε πραγμάτωση σωτηρίας του ανθρώπου από το κακό και από όλα όσα εκείνο συμπαρασύρει. Σε μία τέτοια λοιπόν περίπτωση η ανθρωπινότητα του Υιού δεν εξυπηρετεί κανένα σωτηριολογικό σκοπό. Η σωτηρία καταντά ουτοπία, σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Επομένως, ποια η σημασία της θείας ενανθρώπισης, αν δεν εξυπηρετείται το μυστήριο της σωτηρίας; Στην ουσία ένας Υιός που είναι μόνο άνθρωπος και όχι Θεός, όπως έλεγε ο Άρειος, δεν μπορεί να σώσει τον άνθρωπο από την πτώση, τη φθορά, το χάος.
Ο σύγχρονος άνθρωπος φαίνεται περισσότερο να αναζητά την αυτονόμηση του, παρά την αναζήτηση του Δημιουργού του. Κι αυτό διότι το δεύτερο προστάζει την ανάληψη ευθύνης. Ο άνθρωπος δεν επιδιώκει να αναλάβει τις ευθύνες του. Ζει σε μία κοινωνία ειδωλολατρίας, όπου το κάθε μορφής είδωλο του ικανοποιεί την ανάγκη της ισοθεϊας, εκείνης της αποτυχημένης οδού που μεταποιεί τα πρόσωπα σε προσωπεία και την πίστη σε ιδεολογία. Πρόκειται για μία εκκωφαντική στιγμή υπαρξιακής αμηχανίας, στην οποία το ανθρώπινο πρόσωπο εντός της κοινωνίας, αρνείται να χαρακτηριστεί ως το εξ’ ανθρωπίνης συγκράσεως δημιούργημα υπαρξιακών δεδομένων (ψυχή και σώμα) που φύτευσε ο Θεός στην ύπαρξη του. Είναι σαφές πλέον πως σε μία τέτοια κοινωνία ο Θεός δεν έχει θέση και ο Ίδιος έχει αντικατασταθεί από απρόσωπες ιδεολογίες.
Σε ποιο επιστημονικό γεγονός μπορεί η κοινωνία μας να ελπίζει για ένα καλύτερο μέλλον και για έναν άνθρωπο που θα ενεργεί ως πρόσωπο μιας κοινωνίας αξιών και αρχών; Μήπως κάποια πολιτική τοποθέτηση καταφέρει να ακουμπήσει στην έννοια του ανθρωπίνου προσώπου ή κάποιο ιδεολόγημα να καθησυχάσει τις οποιεσδήποτε μεταφυσικές ανησυχίες του σύγχρονου ανθρώπου; Οι Πατέρες της Νικαίας μας υπενθυμίζουν πως η αλήθεια των πραγμάτων βρίσκεται στο γεγονός του μυστηρίου της θείας ενανθρώπισης και της αξίας της θείας κένωσης για το ανθρώπινο πρόσωπο. Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος στο βιβλίο του Εκκλησία και Κοινωνία σημειώνει εμφαντικά: ‘’Σήμερα που η ίδια η ανθρώπινη κοινωνία δοκιμάζεται από την παρακμή του ήθους, την έλλειψη της συντροφικότητας και της ανεκτικότητας, τον πειρασμό της βίας και του κοινωνικού ρατσισμού, την επαπειλούμενη διατάραξη της ειρήνης και της κοινωνικής συνοχής και την απανθρωπιά, το γεγονός της ενανθρώπισης του Θεού μας προσκαλεί για αναζήτηση της γνησιότητας, της καταφατικής προσφοράς προς τον άλλον, της βεβαιότητας για ένα καλύτερο αύριο, της ελπιδοφόρας προσδοκίας για μία πραγματική ζωή, για απόρριψη κάθε έκφρασης ατομισμού των κοινωνιών’’.
Πρεσβύτερος Ηρακλής Φίλιος (Θεολόγος, Βαλκανιολόγος)
Εφημέριος Διάβας – Ι.Μ. Σταγών & Μετεώρων