«Όσα βουνά κι αν ανεβείτε, /
απ’ τις κορφές τους θ’ αγναντεύετε άλλες / κορφές / ψηλότερες, µιαν άλλη πλάση ξελογιάστρα· / Και στην κορυφή σα φτάστε την κατάψηλη, / πάλε θα καταλάβετε πως βρίσκεστε / σαν πρώτα κάτω απ’ όλα τ’ άστρα» (Παλαμά, «Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου»).
Ηλία Γιαννακόπουλου
Φιλολόγου
Κατά έναν παράξενο και απροσδιόριστο λόγο και που δύσκολα μπορείς να τον εντάξεις σε κάποιο νόμο της Ψυχολογίας την πρώτη ημέρα έναρξης της σχολικής χρονιάς ο νους μου εστιάζει στην παραπάνω στροφή του ποιήματος του Παλαμά. Είναι περίεργο, παράξενο και ενδιαφέρον να αισθάνεσαι πως επιστρέφεις σε παλιά ποιητικά αναγνώσματα που κάποτε σε καθήλωναν διαβάζοντάς τα.
Διαβάζοντας στις εφημερίδες και στα social media τα σχετικά κείμενα-μηνύματα των πολιτικών, των αυτοδιοικητικών και των υπηρεσιακών παραγόντων προς τους μαθητές και τους εκπαιδευτικούς επ΄ ευκαιρία της νέας σχολικής χρονιάς εύκολα το βλέμμα εστιάζει στις συνήθεις για την περίπτωση ευχές και προτροπές. Διαβάζοντας ή και ακούγοντας, λοιπόν, τις ευχές-προτροπές αυτές εύκολα επιστρέφουν στη μνήμη μου σαν ξεθωριασμένες φωτογραφίες οι παραπάνω στίχοι του Παλαμά.
Θεωρώ πως οι συμβουλές-προτροπές του Παλαμά μπορούν κάλλιστα να έχουν ως δέκτη όλους τους νέους που στην αρχή της νέας σχολικής χρονιάς ρίχνονται στο στίβο της Γνώσης.
Ο ποιητής με τον ποιητικό του οίστρο και με το ύφος του (προστακτικές, προτρεπτικές υποτακτικές, εικόνες…) διατυπώνει και διατυμπανίζει ως ευχή- προτροπή ή και προσταγή μία κοσμική, διαχρονική αλλά και τόσο επίκαιρη αλήθεια: To ανικανοποίητο του ανθρώπινου πνεύματος και το ερευνητικό στοιχείο της ανθρώπινης ψυχής-ύπαρξης.
Με τους στίχους-προτροπές του ο ποιητής δεν μάς υπενθυμίζει μόνον την αξία και τη χαρά να κατακτούμε συνεχώς καινούριες κορυφές, δεν επιδιώκει να μάς γεμίσει με το αίσθημα της ματαιότητας και της απογοήτευσης αλλά να μάς διδάξει και την μετριοφροσύνη μπροστά σε αυτά που κατακτήσαμε ως τώρα και σε όσα μάς μένουν ή μπορούμε ακόμη να κατακτήσουμε.
Εμφαντικά ο ποιητής μάς προκαλεί να ξαναδοκιμάσουμε, να ξαναπροσπαθήσουμε ή να συνεχίσουμε την προσπάθεια και τον αγώνα για κάτι περισσότερο και ψηλότερο και να μην αρκούμαστε ούτε να εφησυχάζουμε στα κεκτημένα. Κι αυτό γιατί στη ζωή μας υπάρχει πάντα ένα άλλο βουνό, μία άλλη κορυφή που μάς καλεί-προκαλεί για κατάκτηση.
Ο αγώνας και ο στίβος της Γνώσης (πνευματικός αγώνας) δεν έχει όρια, δεν έχει τελειωμό. Το όριο της αναζήτησης και των ανθρώπινων φιλοδοξιών που θέτει ο ποιητής με το στίχο «πάλε θα καταλάβετε πως βρίσκεστε / σαν πρώτα κάτω απ΄ όλα τα΄ άστρα» δεν είναι αποτρεπτικό της προσπάθειά μας, ούτε σημάδι-προμήνυμα της ματαιότητας και της απογοήτευσης.
Αντίθετα με το «κάτω απ΄ όλα τ΄ άστρα» υπονοεί το άπιαστο, το απίθανο, το ατελεύτητο. Όλα αυτά εμπεριέχουν κι ένα μήνυμα ελπίδας ή και μία προτροπή να θέσουμε καινούριους και πιο υψηλούς στόχους στη Γνώση και τη Ζωή μας. Είναι λάθος να ερμηνεύουμε αυτήν την επισήμανση του ποιητή πως ο αγώνας μας είναι τελικά ατελέσφορος. Ούτε, επίσης, θέλει να καταδείξει και να καταδικάσει την ματαιότητα και την αδηφαγία του ανθρώπου.
Η ανάβαση νέων βουνών και η κατάκτηση νέων κορυφών συνιστά μία εσωτερική ανάγκη του ανθρώπου και όχι κατ΄ ανάγκη τεκμήριο της απληστίας και της αδηφαγίας μας. Η κατάκτηση μιας κορυφής δεν αποτελεί το τέλος της προσπάθειάς μας- όση ικανοποίηση κι αν μας παρέχει- αλλά το κίνητρο να κατακτήσουμε μιαν άλλη “ψηλότερη κορφή”.
Ίσως ο άνθρωπος να είναι έτσι πλασμένος. Να μην αρκείται στα κεκτημένα και να στοχεύει ψηλότερα. Η αδηφαγία και η απληστία στο χώρο της Γνώσης είναι επιτρεπτές και καθαγιασμένες. Αυτή η ανάγκη, πνοή– θεϊκή για πολλούς- για κάτι ψηλότερο ίσως να είναι η έκφραση της ανθρώπινης δημιουργικότητας που δεν υπάρχει στο άλλο ζωικό βασίλειο (ακόμη και η μέλισσα γνωρίζει μόνον έναν τρόπο να δημιουργεί τις κηρήθρες…).
Θα ήταν πολύ χρήσιμο, λοιπόν, για τους νέους, τους οδοιπόρους της Γνώσης, στην αρχή της σχολικής χρονιάς να γνωρίζουν ή να ακούσουν το σάλπισμα του Παλαμά που συμπυκνώνει μία διαχρονική και κοσμική “αλήθεια”:
«Όσα βουνά κι αν ανεβείτε, /
απ’ τις κορφές τους (να) θ’ αγναντεύετε άλλες / κορφές / ψηλότερες, µιαν άλλη πλάση ξελογιάστρα».
Στο ανερμήνευτο και παράξενο παιχνίδι των μετεφηβικών μου αναμνήσεων τέτοιες μέρες (αρχή της νέας σχολικής χρονιάς) δεσπόζουσα θέση κατέχει και το γνωστό μουσικό άλμπουμ των Pink Floyd, το «The Wall» (Ο Τοίχος) και ιδιαίτερα εκείνο το άσμα που σχετίζεται με το σχολείο, τους μαθητές και τους δασκάλους, το εμβληματικό “Another Brick in the Wall” (Ακόμα ένα τούβλο στον τοίχο).
“Δεν χρειαζόμαστε εκπαίδευση
Δεν χρειαζόμαστε έλεγχο στη σκέψη
Όχι μαύρο σαρκασμό στην τάξη
Δάσκαλοι, αφήστε τα παιδιά ήσυχα
Έ! Δάσκαλε, άσε τα παιδιά ήσυχα
Στο κάτω κάτω είναι απλά ένα ακόμα τούβλο στον τοίχο
Στο κάτω κάτω είσαι απλά ένα ακόμα τούβλο στον τοίχο” (“Ακόμα ένα τούβλο στον τοίχο», Pink Floyd).
Το «The Wall” από την εποχή που κυκλοφόρησε (30/11/1979) μέχρι και σήμερα παραμένει ένας από τους πιο επιδραστικούς μουσικούς δίσκους όλων των εποχών και ιδιαίτερα στο χώρο της νεολαίας. Ένας δίσκος που γρήγορα ταυτίστηκε με τον αγώνα των νέων αλλά και όλων εκείνων που χρόνια πάσχιζαν και αγωνίζονταν για ένα άλλο, πιο φιλελεύθερο και δημοκρατικό σύστημα Εκπαίδευσης.
Ακούγοντας και διαβάζοντας κάποιος προσεχτικά τους στίχους-κραυγή-διαμαρτυρία του τραγουδιού εύκολα αντιλαμβάνεται πως καταγγέλλεται ο λανθασμένος – αυταρχικός τρόπος εκπαίδευσης των νέων στο σχολείο.
Σε αυτό το σχολείο ο δάσκαλος ως η απόλυτη αυθεντία καταχράται τα δικαιώματά του και την sui generis εξουσία του και περιφρονεί, υποβαθμίζει ή και καταπιέζει τους μαθητές του. Γι αυτό ακούγεται με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο-έστω και με κάποια υπερβολή για έμφαση-το: «Δεν θέλουμε εκπαίδευση, δε θέλουμε έλεγχο της σκέψης».
Η επίθεση γίνεται στον παρωχημένο τύπο δασκάλου που λειτουργεί και επιβάλλεται στην τάξη του με στρατιωτικές εντολές χάριν της περιλάλητης “πειθαρχίας”. Κι αυτό γιατί ο δάσκαλος με την συμπεριφορά του και την παιδαγωγική του και χάνοντας κάθε ίχνος ανθρωπιάς – ίσως και ασυνείδητα – καθίσταται ένα άψυχο και σκληρό αντικείμενο που εμποδίζει την επικοινωνία με τους μαθητές και με τη γνώση.
Γίνεται, δηλαδή, ένα τούβλο στον τοίχο που επαναλαμβάνεται συνεχώς ως διαπίστωση-καταγγελία.
“Στο κάτω κάτω είσαι απλά ένα ακόμα τούβλο στον τοίχο”.
To “τούβλο στον τoίχο” αποτυπώνει με ενάργεια όχι μόνον το παιδαγωγικό κλίμα στη σχολική τάξη αλλά και την εικόνα της σύγχρονης κοινωνίας μας. Όλοι υψώνουμε τον δικό μας “τοίχο”. Τοίχο με τον διπλανό μας, τοίχο με τον ξένο (αλλοδαπό), τοίχο με τον “άλλον”- τον διαφορετικό, τοίχο ακόμα και με τον εαυτό μας για να μη βλέπουμε το αληθινό μας πρόσωπο που κάποτε μας τρομάζει. Δεν λείπουν και οι περιπτώσεις που πολλοί χρησιμοποιούν τον “Τοίχο” ως το τελευταίο προσωπικό τους καταφύγιο. Επί ματαίω όμως…
Στο αυτοβιογραφικό μουσικό κομμάτι «Ένα άλλο τούβλο στον τοίχο» κατακρίνεται και η ομογενοποιημένη σκέψη που επιβάλλει το κυρίαρχο μοντέλο εκπαίδευσης και κοινωνικοποίησης των νέων. Η ισοπέδωση των προσωπικών ιδιαιτεροτήτων και η επιβολή μιας ενιαίας ταυτότητας συνιστά το θάνατο του ανθρώπου. Η ομογενοποιημένη σκέψη επωάζει την αγελαία συνείδηση κι αυτή με τη σειρά της τον άβουλο και υποτακτικό πολίτη. Γι αυτό στο τραγούδι ακούγεται εμφαντικά το “Δεν χρειαζόμαστε έλεγχο στη σκέψη”.
Στην κινηματογραφική απόδοση του μουσικού άλμπουμ και ιδιαίτερα του μουσικού κομματιού «Ένα τούβλο στον Τοίχο» η διαδικασία της ομογενοποιημένης σκέψης αποδόθηκε θαυμάσια με τον κοινό βηματισμό των νέων και με την κρεατομηχανή που μετέτρεπε την διαφορετικότητα των μαθητών σε μία άμορφη μάζα κρέατος-κιμά.
Ωστόσο ως άτομα, ως κοινωνία και πολιτισμός χρειαζόμαστε ένα σχολείο που να ευνοεί και να καλλιεργεί την διαφορετικότητα και όχι να την ενοχοποιεί. Επιβάλλεται να απαλλαγούμε από το αίσθημα δυσφορίας και εχθρότητας προς εκείνον που σκέπτεται διαφορετικά από εμάς και διατυπώνει μία σκέψη-θέση αντίθετη από την “καθεστηκυία” .
“Αυτό που το πλήθος απεχθάνεται περισσότερο είναι εκείνος που σκέφτεται διαφορετικά. Δεν είναι τόσο η ίδια η άποψη, αλλά το θράσος του να θέλει να σκέφτεται μόνος του, κάτι που οι άλλοι δεν ξέρουν πώς να το κάνουν” .
Αν όλα τα παραπάνω αποτελούσαν μία θλιβερή πραγματικότητα στο σχολικό χώρο την εποχή της κυκλοφορίας του δίσκου (30/11/1979) μπορεί κανείς να καταλάβει καλύτερα την κραυγή-οργή του στίχου που αποδίδει θαυμάσια η παιδική χορωδία και μας συγκινεί ακόμη:
“Έ! Δάσκαλε, άσε τα παιδιά ήσυχα”
Φυσικά από τότε πολλά άλλαξαν στην παιδαγωγική και στο χώρο του σχολείου και θα ήταν άδικο να κατηγορούμε συλλήβδην την εκπαίδευση και το δάσκαλο. Κανείς σήμερα δεν θα ήθελε να νιώθει αυτό που καταγγέλλεται στο τραγούδι:
“Στο κάτω κάτω είναι απλά ένα ακόμα τούβλο στον τοίχο
Στο κάτω κάτω είσαι απλά ένα ακόμα τούβλο στον τοίχο”
Ωστόσο θα ήταν ασυγχώρητη εθελοτυφλία και επιλεκτική χρήση των αναμνήσεών μου αν δεν γινόταν μία σύντομη αναφορά στο έργο και στο ρόλο του δασκάλου, όπως αυτά αποτυπώθηκαν στο μουσικό έργο του Γιάννη Μαρκόπουλο «Θεσσαλικός Κύκλος» και ιδιαίτερα στο τραγούδι «Το δάσκαλο, το δάσκαλο»:
«Το δάσκαλο το δάσκαλο αυτόν τον σαρδανάπαλο
να μου τον φέρετε στο στρώμα
που λέει στους χουσμεκιάρηδες
που λέει στους μεσιακάρηδες
ότι δικό τους είν’ το χώμα.
«Το δάσκαλο το δάσκαλο αυτόν τον σαρδανάπαλο
να σταματήσει πια να δασκαλεύει
με λόγια σαν και τούτα της φωτιάς
πως όποιος για το δίκιο δεν παλεύει
θα ζει και θα πεθαίνει σα ραγιάς».
Το παραπάνω τραγούδι συνιστά έναν διαχρονικό ύμνο στο δάσκαλο-κοινωνικό αγωνιστή που με τη δράση του άλλαξε όχι μόνον τις συνειδήσεις των αγροτών-κολίγων αλλά και ευρύτερων κοινωνικών στρωμάτων.
Μπορεί το τραγούδι να “φωτογραφίζει” και να υμνεί τους κοινωνικούς αγώνες του Μαρίνου Αντύπα στον Θεσσαλικό κάμπο, αλλά ταυτόχρονα αποτελεί κι ένα δοξαστικό στο διαχρονικό πρότυπο του δασκάλου-παιδαγωγού. Ενός δασκάλου που όλοι ευχόμασταν να έχουμε στα παιδικά μας χρόνια, αφού πάνω σε αυτά χτίζεται η μετέπειτα ζωή του ανθρώπου.
Και ήταν πολλοί αυτοί οι δάσκαλοι και είναι άδικο να ισοπεδώνουμε με εύκολες και ισοπεδωτικές κριτικές το διαχρονικό τους έργο τόσο στο επίπεδο της παιδαγωγικής και της μάθησης όσο και στο επίπεδο της κοινωνικής και πολιτικής ωρίμανσής μας (με την ευρύτερη έννοια του όρου).
Κατά το χρόνο γραφής αυτού του κειμένου στριφογυρίζει βασανιστικά στη μνήμη μου και με πιέζει να γράψω κάτι η εικόνα Δάσκαλού μου (με Δ κεφαλαίο) των παιδικών μου χρόνων (έκτη δημοτικού, του σχολικού έτους 1964-65 στην Πιαλεία Τρικάλων), του Γεωργίου Κούγκουλου. Δεν νομίζω να υπάρχει μαθητής του που να μην τον θυμάται. Η εικόνα του επανέρχεται τακτικά στην μνήμη μου κι ας διάγω τα 70 μου χρόνια.
Ας είναι το κείμενο αυτό, σήμερα Παγκόσμια Ημέρα των Εκπαιδευτικών, ένα Μνημόσυνο στον παλιό μου αλλά καθόλου ξεχασμένο ΔΑΣΚΑΛΟ μου.
Θέλω να ελπίζω πως με την επί 33 χρόνια παρουσία μου στη Μέση Εκπαίδευση να τον δικαίωσα.
Εξάλλου όλοι μπορούμε και πρέπει σε κάθε τομέα- ανεξαρτήτου επαγγέλματος – να λειτουργούμε ως Δ ά σ κ α λ ο ι.
Ίσως έτσι Άνθρωποι και Κοινωνία να γίνουμε καλύτεροι….
Εν τω μεταξύ εμείς και πριν οι δάσκαλοι αντικατασταθούν από τον αλγόριθμο της Τεχνητής Νοημοσύνης ας έχουμε υπόψη τον παιάνα-προτροπή του Παλαμά προς τον Δάσκαλο.
“Σμίλεψε πάλι, δάσκαλε, ψυχές!”
Σμίλεψε πάλι, δάσκαλε, ψυχές!
Κι ό,τι σ’ απόμεινε ακόμη στη ζωή σου,
Μην τ’ αρνηθείς! Θυσίασέ το ως τη στερνή πνοή σου!
Χτίσ’ το παλάτι, δάσκαλε σοφέ!
Κι αν λίγη δύναμη μές στο κορμί σου μένει,
Μην κουρασθείς. Είν’ η ψυχή σου ατσαλωμένη.
Θέμελα βάλε τώρα πιο βαθιά,
Ο πόλεμος να μην μπορεί να τα γκρεμίσει.
Σκάψε βαθιά. Τι κι αν πολλοί σ’ έχουνε λησμονήσει;
Θα θυμηθούνε κάποτε κι αυτοί
Τα βάρη που κρατάς σαν Άτλαντας στην πλάτη,
Υπομονή! Χτίζε, σοφέ, της κοινωνίας το παλάτι.
*ΠΗΓΗ: Blog, “ΙΔΕΟπολις”
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!