Του Σωτήρη Χατζηγάκη, πρώην υπουργού
Λίγες εβδομάδες μετά την 11η Σεπτεμβρίου δημοσιεύτηκε δήλωση του πρώην Προέδρου των ΗΠΑ Μπιλ Κλίντον, σύμφωνα με την οποία ο πρώην πλανητάρχης διακηρύσσει ότι πρέπει να δοθεί τέλος στις ανισότητες στον κόσμο. Συγκεκριμένα, ο Μπιλ Κλίντον ανέφερε πως «προς το παρόν πρέπει να κερδίσουμε τη μάχη που δίνουμε τώρα, αλλά μακροπρόθεσμα πρέπει να μοιράσουμε τα οφέλη και να μειώσουμε τα βάρη αυτής της νέας εποχής. Πρέπει, δηλαδή, να βοηθήσουμε τους πολίτες των αναπτυσσόμενων χωρών». Στη συνέχεια, ο πρώην Πρόεδρος των ΗΠΑ ανάφερε πως «οι ανισότητες ανά τον κόσμο προκαλούν τη βία και οι ΗΠΑ και οι άλλες εύρωστες οικονομικά χώρες πρέπει να κάνουν παν το δυνατόν για να πατάξουν τη φτώχια, το ΑΙDS και τα περιβαλλοντικά ζητήματα, όπως είναι και το φαινόμενο του θερμοκηπίου».
Ο Μπρεζίνσκι, επίσης, (στο βιβλίο του The Choice) υποστηρίζει πως η τρομοκρατία που έχει τις ρίζες της σε εθνοτικά, εθνικιστικά ή θρησκευτικά μίση είναι αυτή που έχει τη μεγαλύτερη διάρκεια και δεν μπορεί να εξηγηθεί επιφανειακά. Κατά τον επιφανή αυτόν πολιτικό και διανοούμενο δεν μπορεί κανείς να αμφισβητήσει το γεγονός πως το καμίνι του πολέμου και των εξεγέρσεων στη Μέση Ανατολή αποτελεί ένα βασικό λόγο που η τρομοκρατία έχει φουντώσει. Συνεπώς, για να κερδίσει κανείς τον πόλεμο κατά των τρομοκρατών που προέρχονται από τη Μέση Ανατολή, ναι μεν οι τρομοκράτες πρέπει να εξολοθρευτούν, αλλά συγχρόνως πρέπει να προωθηθεί και μία πολιτική διαδικασία η οποία θα αντιμετωπίζει τις καταστάσεις που οδήγησαν στην εμφάνιση αυτών των τρομοκρατών.
Πολλοί ισχυρίζονται, εσφαλμένα, πως το σημερινό φαινόμενο της τρομοκρατίας ούτε έχει τις ρίζες του σε κοινωνικά αίτια (όπως είναι η φτώχια, η ανεργία, η αδικία, οι ανισότητες, το περιθώριο κλπ), ούτε οφείλεται στους αψυχολόγητους πολέμους (πχ Ιράκ, Συρία κλπ) και στην καταπίεση και την εκμετάλλευση των λαών. Απλώς αποδίδουν το φαινόμενο αυτό, είτε στο θρησκευτικό φονταμενταλισμό και στην κατά Χάντινγκτον σύγκρουση των πολιτισμών, είτε στον εκκεντρισμό και στη σχιζοφρενική φιλοδοξομανία ορισμένων αρχομανών δισεκατομμυριούχων τύπου Μπιν Λάντεν, που θέλουν –από το πουθενά– να κατακτήσουν τον κόσμο! Η άποψη αυτή, όμως, είναι λανθασμένη, αφιλοσόφητη και ανιστόρητη. Η παραδοχή της, μάλιστα, καθίσταται ιδιαίτερα επικίνδυνη, γιατί, τελικά, η επικράτηση μίας τέτοιας θεωρίας οδηγεί την ανθρωπότητα σε μία παράλογη και μετωπική πολεμική σύγκρουση του δυτικού κόσμου από τη μία πλευρά, με το σύνολο του ισλαμικού φονταμενταλισμού, από την άλλη. Ο Δυτικός κόσμος προφανώς, δεν ερμήνευσε σωστά τα μέχρι σήμερα μηνύματα της τρομοκρατικής δράσης.
Οι χώρες της Δύσης, συνεπώς, θα πρέπει να προχωρήσουν σε αλλαγές, τόσο κοινωνικές, όσο και γεωπολιτικές, εάν θέλουν να αποφύγουν τα χειρότερα, όσον αφορά την τρομοκρατία. Πάντως, η ολοκληρωτική ήττα της μπορεί να επιτευχθεί, μόνο εάν ο αγώνας εναντίον της διεξάγεται σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο. Όλες, λοιπόν, οι διεξαγόμενες στρατιωτικές επιχειρήσεις οφείλουν να είναι νομιμοποιημένες και να εκτελούνται με ιδιαίτερη φειδώ και προσοχή. Άλλωστε, ο αγώνας κατά της τρομοκρατίας δεν μάχεται κάποιο λαό (για παράδειγμα, του Αφγανιστάν, του Ιράκ, της Συρίας κτλ.), αλλά πολεμά αποκλειστικά εκείνους που διαπράττουν φρικτές εγκληματικές πράξεις κατά αμάχων πληθυσμών και καταστροφές μνημείων της παγκόσμιας κληρονομιάς όπως κάνει ο καλούμενος ISIS.
Είναι αλήθεια πως στην Ευρώπη σήμερα έχουν μεταναστεύσει μεγάλες ομάδες ισλαμικών πληθυσμών οι οποίοι σταδιακά ριζοσπαστικοποιήθηκαν κυρίως λόγω του κοινωνικού τους αποκλεισμού από το οικονομικό και πολιτισμικό σύστημα. Ακόμα και παιδιά δεύτερης και τρίτης γενιάς αισθάνονται σήμερα σε πολλές χώρες της Ευρώπης αποκλεισμένα. Η πλειοψηφία, μάλιστα, αυτών είναι άνεργα και ζουν σε υποβαθμισμένες συνοικίες της Μασσαλίας, της Λιόν, του Παρισιού, του Μπράντφορντ και του Λέστερ. Γι’ αυτό και οι στρατολόγοι της «τζιχάντ» έχουν ήδη στρέψει την προσοχή τους σε αυτές τις περιοχές, καθώς και στα πανεπιστήμια και τα σχολεία.
Είναι γεγονός πως σε αντίθεση με τους Αμερικανούς μουσουλμάνους –οι οποίοι βρίσκονται γεωγραφικά διασκορπισμένοι και εθνοτικά διασπασμένοι–, στις ευρωπαϊκές χώρες οι μετανάστες αυτοί είναι συγκεντρωμένοι σε συγκεκριμένα μέρη και κρατούν ιδιαίτερα ισχυρούς δεσμούς με τις δικές τους κουλτούρες: Αλγερινοί στη Γαλλία, Μαροκινοί στην Ισπανία, Τούρκοι στη Γερμανία και Πακιστανοί στο Ηνωμένο Βασίλειο. Οι ευρωπαϊκές χώρες, λοιπόν –που ποτέ δεν έμαθαν πώς να ενσωματώνουν τους μετανάστες–, δημιούργησαν μία παραλλαγή αυτού που ο Γάλλος λόγιος Ολιβιέ Ρουά (Olivier Roy) αποκαλεί «παγκοσμιοποιημένο ισλάμ». Αυτό, όμως, όπως σημειώνει στο άρθρο του ο Robert Leiken «Οι θυμωμένοι μουσουλμάνοι της Ευρώπης» (Foreign Affairs, Ιούλιος – Αύγουστος 2005), έχει μεταμορφωθεί σε στρατιωτικό ισλαμικό μίσος προς τη δυτική κυριαρχία και σε «αντιιμπεριαλισμό», που προέρχεται κατά κύριο λόγο από την αναζωπύρωση του θρησκευτικού συναισθήματος. Δυστυχώς, ένα μεγάλο ποσοστό ισλαμικών πληθυσμών, που φιλοξενείται στην Ευρώπη, είναι κατ’ όνομα Ευρωπαίοι πολίτες, και πάντως, όχι πολιτισμικά και κοινωνικά. Μάλιστα, πολλοί νεαροί μουσουλμάνοι απορρίπτουν την ιδιότητα της μειονότητας –που απέκτησαν τις τελευταίες δεκαετίες οι γονείς τους– και προτιμούν τη δική τους «κοινωνική συνοχή», η οποία βεβαίως καταλήγει στην γκετοποίησή τους, και συχνά στην τρομοκρατία.
Η σημερινή στάση της Ευρώπης, επομένως, θα πρέπει να είναι συγκεκριμένη και να εστιάζεται στο πως θα αποφεύγεται η ριζοσπαστικοποίηση των μουσουλμάνων μεταναστών και στο πως αυτοί θα γίνουν πραγματικοί Ευρωπαίοι πολίτες και θα ενταχτούν στο ευρωπαϊκό σύστημα. Κοντολογίς, το ζητούμενο είναι η Ευρώπη να επαναφέρει το κοινωνικό της κράτος που έχει εγκαταλειφθεί τα τελευταία χρόνια και να οικοδομήσει ένα σύστημα ενσωμάτωσης των μεταναστών (melting pot) με βάση το παράδειγμα των ΗΠΑ του 19ου και 20ου αιώνα.
Δημοσιεύτηκε στο Βήμα της Κυριακής, 29 Νοεμβρίου, 2015.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!