*Γράφει ο Ηλίας Γιαννακόπουλος, Φιλόλογος
“*Οδυσσεύς: Τίνος κλύοντες; Ή δεδήμευται κράτος;“ (Ευριπίδου «Κύκλωψ»).
Μάνδρα (2017), Μάτι (2018), Τέμπη (2023)…..
Δεν ξέρω αν τα αποσιωπητικά υποδηλώνουν μία υποθετική (απευκταία ωστόσο) επανάληψη φαινομένων σαν τα παραπάνω στη χώρα μας. Ωστόσο στη γλώσσα μας και τα σημεία στίξης έχουν τη σημασία τους.
Στην απευκταία επανάληψη των παραπάνω φαινομένων που υποδηλώνουν τα εισαγωγικά θα μπορούσε ίσως να προστεθεί και μία υπόρρητη ειρωνεία-καταγγελία για τα αίτια και τους υπεύθυνους των θλιβερών αυτών γεγονότων που σκόρπισαν όχι μόνον τον θάνατο πολλών συνανθρώπων μας, αλλά κατέδειξαν και τον ελλιπή (επιεικής χαρακτηρισμός/προβληματικός) τρόπο λειτουργίας του κράτους μας .
Θα ήταν ασέβεια στον άδικο θάνατο των συνανθρώπων μας αν προσπαθούσα να αξιολογήσω τις τρεις αυτές καταστροφές με κριτήριο τον αριθμό των ανθρώπων που έχασαν άδικα τη ζωή τους. Εξάλλου δεν είναι αυτός ο σκοπός του κειμένου, αλλά η ανάδειξη του προβληματικού τρόπου με τον οποίο αντέδρασε η πολιτεία-κράτος απέναντι σε αυτά τα τρία τραγικά γεγονότα.
Για τις καταστροφές στη Μάνδρα και για την πυρκαγιά στο Μάτι θα μπορούσε κάποιος να επισημάνει πως η αιτία βρισκόταν στα στοιχεία και στις δυνάμεις της Φύσης (αν και η φωτιά στο Μάτι αρχικά από κάποιο ανθρώπινο χέρι και απρονοησία ξεκίνησε). Αντίθετα η τραγωδία των Τεμπών χρεώνεται αποκλειστικά σε ανθρωπογενές αίτιο (κλειδούχος/σταθμάρχης).
Ωστόσο, και στα τρία αυτά θλιβερά γεγονότα εμπλέκεται και το κράτος, πότε άμεσα και πότε έμμεσα, όχι τόσο ως αιτία πρόκλησής τους, αλλά ως προς τον τρόπο που χειρίστηκε αυτά, πριν ή και κατά τη διάρκεια της εκδήλωσής τους.
Η συνενοχή του κράτους αφορά τόσο την απουσία των κατάλληλων υποδομών για τον περιορισμό ή την πρόληψη των καταστροφών-δυστυχημάτων όσο και τη διαχείριση από ανθρώπους και φορείς που όφειλαν να είναι προετοιμασμένοι για τέτοιου είδους φαινόμενα με οδυνηρά για την ανθρώπινη ζωή αποτελέσματα.
Ίσως αντιτείνουν κάποιοι πως τέτοια φαινόμενα (πλημμύρες, πυρκαγιές…) δεν συμβαίνουν συχνά και πως η δύναμή τους υπερβαίνει ακόμη και την οργάνωση του πιο τέλειου κράτους στη γη μας (παράδειγμα Βαλένθιας, Λος Άντζελες). Αυτή η άποψη αν δεν ενέχει στοιχεία μοιρολατρίας, είναι επικίνδυνη να υιοθετηθεί.
Κι αυτό γιατί αντιβαίνει στη φύση του ίδιου του ανθρώπου και το σκοπό ύπαρξης του κράτους που οφείλει να προβλέπει, να προλαβαίνει και να διορθώνει είτε το “θυμό” της Φύσης είτε τα ανθρώπινα λάθη.
Κι ενώ όλα τα παραπάνω λαμβάνονται ως αυτονόητα για την εποχή μας σε μία στοιχειωδώς οργανωμένη πολιτεία κα σε μία υγιή δημοκρατία παρατηρούμε φαινόμενα που προκαλούν όχι μόνον τον προβληματισμό μας αλλά και την ανησυχία-φόβο μας για την αναποτελεσματικότητα του κράτους στη γρήγορη διαλεύκανση κάθε γκρίζας ζώνης της τραγωδίας των Τεμπών.
Είναι λυπηρό δύο χρόνια τώρα μετά το δυστύχημα να εστιάζεται όλη η συζήτηση για το Ξυλόλιο σε κάποια βαγόνια του μοιραίου τρένου. Λησμονούμε, επίσης, πως η τηλεοπτική παρέλαση σε καθημερινή βάση του χώρου της τραγωδίας συνιστά ένα μαρτύριο για τους γονείς και συγγενείς των θυμάτων.
Τον πόνο και την απογοήτευση αλλά και την οργή των γονέων και των συγγενών των θυμάτων την τρέφουν καθημερινά και οι πολιτικές αντιδικίες. Ερίζουν καθημερινά με δηλώσεις και αντιδηλώσεις, ως εάν δεν μπορούν να συναντηθούν όλοι οι πολιτικοί αρχηγοί με την παρουσία κι ενός εκπροσώπου της Δικαιοσύνης για να συμφωνήσουν σε μία κοινή γραμμή πλεύσης για την αποτελεσματικότερη διερεύνηση όλων των σκοτεινών πτυχών της τραγωδίας.
Όλοι μιλούν για εθνικό πένθος, αλλά δεν βλέπουμε καμία ευαισθησία και ανάληψη πρωτοβουλιών από την ανώτατη πολιτειακή ηγεσία για τον συντονισμό των πολιτικών κινήσεων με στόχο την επούλωση των πληγών αλλά και την διαβεβαίωση πως τέτοια δυστυχήματα θα πρέπει να είναι τα τελευταία στη χώρα μας. Κι αυτό γιατί όλοι επικαλούνται το άρθρο (τάδε) του Συντάγματος, παράγραφος (τάδε), εδάφιο(τάδε)…
Ο νεοεκλεγής Πρόεδρος της Δημοκρατίας μας (ως γνώστης των κοινοβουλευτικών διαδικασιών/γι αυτό άλλωστε εξελέγη κατά δήλωσή του Πρωθυπουργού) οφείλει να αναλάβει άμεσα τις αναγκαίες θεσμικά πρωτοβουλίες για την ταχύτατη και πλήρη διαλεύκανση όλων των πτυχών του τραγικού γεγονότος πριν είναι αργά και τρωθεί ανεπανόρθωτα το κύρος τόσο του πολιτικού μας συστήματος όσο και της Δικαιοσύνης.
Ήδη ξεκίνησαν οι αλληλομηνύσεις (δικαστικοί vs πολίτες και το αντίθετο).Ένας υφέρπων πόλεμος όλων εναντίον όλων. Ακόμη και οι Ιεράρχες μπήκαν στο παιχνίδι αποκαθήλωση της κ.Καρυστιανού (ως μη όφειλε) με αποτέλεσμα να παρέμβει πυροσβεστικά ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος.
Σε λίγο, κι ας μην φανεί παράξενο με αυτά που ζούμε, μπορεί να δούμε ή να ακούσουμε την παρέμβαση της αρχαίας θεάς Θέμιδος, προστάτιδας της Δικαιοσύνης και της Ηθικής τάξης.
Αυτή η “ειλωτεία” της ελληνικής Δικαιοσύνης πρέπει να σταματήσει. Κι αυτό γιατί τη δικαιοσύνη τη θέλουμε εκτός από “τυφλή” κι “ε λ ε ύ θ ε ρ η”…
Εν τω μεταξύ όσο οι πολιτικές αντιδικίες συνεχίζονται με τις γνωστές και κουραστικές πολιτικές κοκορομαχίες, τόσο τα δημοσκοπικά ευρήματα θα επισημαίνουν πως τα αντισυστημικά κόμματα θα γιγαντώνονται και στο τέλος θα γίνουν οι τιμητές και οι αρνητές της εύθραυστης δημοκρατίας μας.
Αποτελεί ασύγγνωστη πλάνη αν οι τρόφιμοι του πολιτικού μας συστήματος πιστεύουν πως οι προκαταρκτικές, οι εξεταστικές και άλλα κοινοβουλευτικά τεχνάσματα (καθόλα νόμιμα, βέβαια) θα απαλύνουν τον πόνο των συγγενών των θυμάτων ή θα μειώσουν τον θυμό και την οργή του. Τουναντίον και ανεξάρτητα από το τελικό πόρισμα η δυσπιστία θα διογκωθεί και θα τραυματισθούν για άλλη μία φορά οι διαδικασίες του κοινοβουλίου αφού η πλειοψηφία θα μιλά για δικαίωση και η μειοψηφία για κουκούλωμα…
Γιατί η Δημοκρατία δεν συνιστά μόνον μία απλή διαδικασία ανάδειξης των “αρχόντων” μας, αλλά και ένα πεδίο άσκησης πολιτικής συμμετοχής και δράσης του δήμου-πολιτών. Δημοκρατία υπάρχει μόνον εκεί που το “κράτος δημεύεται”.
Στην τραγωδία (σατυρικό δράμα)του Ευριπίδη «Κύκλωψ» ο Οδυσσέας ρωτά τον Σιλινό ποιος κυβερνά στη χώρα των Κυκλώπων ή μήπως έχουν κι αυτοί δημοκρατία. Το παροιμιώδες «δεδήμευται κράτος;» συνιστά έναν από τους πιο επιτυχείς- ωστόσο άγνωστο- ορισμό της Δημοκρατίας μετά από εκείνον που έδωσε στον επιτάφιό του ο Περικλής «…Δια το μη ες ολίγους αλλ΄ εις πλείονας οικείν».
Η διαφορά των δύο ορισμών είναι εμφανής αφού ο καθένας εστιάζει σε διαφορετικό στοιχείο-κριτήριο. Η ελληνική γλώσσα-που περιφρονείται και χάνεται στα πρωινάδικα (του τύπου “Happy day ή Bougiorno) αποδίδει με μοναδικό τρόπο την υπόσταση και τη βαθύτερη ουσία της δημοκρατίας. Δημοκρατία, δηλαδή, έχουμε όταν το κράτος υποστασιοποιείται (δημεύεται) από το δήμο-πολίτες.
Επομένως, η δημοκρατία ως πολίτευμα δεν δικαιώνεται τόσο από το στοιχείο της πλειοψηφίας, που κάθε φορά το επικαλείται η εκάστοτε κυβερνητική πλειοψηφία αλλά από τη θέση-δύναμη των πολιτών στη διαμόρφωση των αποφάσεων. Κάθε σύγκριση μεταξύ της αρχαίας δημοκρατίας και της σημερινής για τη θέση-δύναμη των πολιτών μόνο θλίψη και μελαγχολία θα μας γέμιζε.
Παραβλέπω για λόγους οικονομίας του κειμένου τις επισημάνσεις-θέσεις του Πρωταγόρα για δύο άλλα στοιχεία που συγκροτούν μία υγιή κοινωνία και δημοκρατία. Κι αυτά δεν είναι άλλα από την «αιδώ» και τη «δίκη» που πρέπει να χαρακτηρίζουν κάθε πολιτικό και πολίτη, σύμφωνα και με την εντολή του Δία «επί πάντας και πάντων μετεχόντων».
Ποιος θα μπορούσε να υποστηρίξει με βεβαιότητα σε ένα κλίμα πολιτικής καχυποψίας πως όλοι οι πολιτικοί μας, αλλά και οι πολίτες διακατέχονται από τα δύο αυτά στοιχεία, δηλαδή την «Αιδώ» (αιδημοσύνη, ντροπή) και την «Δίκη» (δικαιοσύνη);
Στην υπόθεση των Τεμπών φαίνεται πως ισχύει η απάντηση του Σιλινού στον Οδυσσέα “Μονάδες· ἀκούει δ’ οὐδὲν οὐδεὶς οὐδενός.”(καθένας ζει μονάχος, γιατί υπήκοος να γίνει κανείς δεν θέλει κανενός και σε τίποτα απολύτως, Ευριπίδου «Κύκλωψ»).
Κι αυτό γιατί ως κοινωνία και πολιτικό σύστημα δίνουμε την εντύπωση πως ο καθένας ακολουθεί τον δικό του μοναχικό δρόμο.
Ταμπουρωμένοι όλοι μας στη δική μας “αλήθεια” (που σημειωτέον είναι αυτονόητη!) κακίζουμε τους άλλους που δεν την βλέπουν και δεν την αποδέχονται. Έτσι βαδίζουμε ως κοινωνία και πολιτικό σύστημα μέχρι που να συμβεί πάλι το επόμενο δυστύχημα και τότε αυτάρεσκα θα λέμε πως για όλα φταίει η “κακιά η ώρα”, ο θυμός της Φύσης ή και κάποιο “ανθρώπινο λάθος”.
Εν τω μεταξύ σε αυτόν τον ολισθηρό δρόμο της πολιτικής αυταρέσκειας και ασυνεννοησίας λησμονείται και ένα άλλο δομικό στοιχείο της δημοκρατίας μας, το αρχαιοελληνικό «Λόγον Διδόναι» (υποχρέωση λογοδοσίας-απολογισμού των πολιτικών μας ταγών).
Ζητητέον, λοιπόν, από τη δημοκρατία μας είναι ο «Υψίπολις» και όχι ο «Άπολις». Ο Σοφοκλής, στην «Αντιγόνη» μας είχε δώσει, αιώνες πριν, το υπόβαθρo και των δύο τύπων πολιτών:
“νόμους παρείρων χθονός / θεών τ΄ ένορκον δίκαν / υψίπολις. Άπολις ότω το μη καλόν / ξύνεστι τόλμας χάριν./ μήτ΄ εμοί παρέστιος / γένοιτο μήτ΄ ίσον φρονών / ος τάδε έρδοι“( όποιος συνυφαίνει τους νόμους της πατρίδας-πόλης, με τους άγραφους θεϊκούς νόμους αυτός είναι υψίπολις, ισότιμο μέλος της κοινωνίας. Αλλά όποιος δεν πράττει το καλό εξαιτίας της αυθάδειάς του αυτός είναι άπολις, δεν έχει καμιά θέση στην κοινωνία των ανθρώπων, στ. 368-371,ελεύθερη μετάφραση).
Ηλίας Γιαννακόπουλος, Blog “ΙΔΕΟπολις”
