Τοῦ Ἀρχιμ. Βαρλαὰμ Μετεωρίτου
«Ἀνέτειλε τὸ ἔαρ τῆς νηστείας, καὶ τὸ ἄνθος τῆς μετανοίας, ἁγνίσωμεν οὖν ἑαυτοὺς ἀδελφοί, ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ, τῷ φωτοδότῃ ψάλλοντες, εἴπωμεν. Δόξα σοι, μόνε φιλάνθρωπε». (Ἀπόστιχο Ἰδιόμελο. Ἦχος γ’. Τετάρτη ἑσπέρας τῆς Τυρινῆς)
Ἀνέτειλε ἡ ἄνοιξη τῆς νηστείας, ἡ ἐυλογημένη περίοδος τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, καὶ μὲ αὐτήν, ἡ εὐκαιρία γιὰ κάθαρση καὶ μεταμόρφωση. Καιρὸς μετανοίας· καιρὸς ἐγκράτειας· καιρὸς μυστικῆς κοινωνίας μετὰ τοῦ Θεοῦ. Μπροστά μας, ἀνοίγεται δρόμος ἀσκήσεως καὶ προσευχῆς· δρόμος φωτός· πορεία, ἀπὸ τὴν σκοτεινὴ νύχτα τῆς πτώσεως, στὴν ἑωθινὴ ἀνατολὴ τῆς Ἀναστάσεως.
Ἡ ψυχὴ μοιάζει μὲ κῆπο, ποὺ ὁ γεωργὸς καλεῖται νὰ καλλιεργήσῃ. Ἐὰν ἀφήσῃ τὴ γῆ ἄκαρπη, τὰ ἀγριόχορτα τῶν παθῶν θὰ φυτρώνουν καὶ θὰ πνίγουν κάθε καλὸ βλαστάρι. Ἐὰν ὅμως, ποτίσῃ μὲ τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας, ἐὰν ἀνασκάψῃ μὲ τὴν προσευχή, ἐὰν σπείρῃ σπόρους ἀρετῆς, τότε ὁ κῆπος θὰ γεμίσῃ εὐωδιαστὰ ἄνθη, ποὺ θὰ προσφέρονται, ὡς θυσία εὐπρόσδεκτη, στὸν Κύριο.
«Καθαρῶμεν ἑαυτοὺς ἀδελφοί,» ὡς ἄλλοι προσκυνητὲς πορευόμενοι πρὸς τὴν Ἁγία Πόλη, ἀποθέτοντες κάθε βάρος ποὺ μᾶς καθηλώνει στὴ γῆ. Ἂς ἀποτινάξουμε τὰ δεσμὰ τῆς φιληδονίας, τῆς ἀκηδίας, τῆς κατακρίσεως. Ἂς τρέξουμε ἐλαφροὶ τὴν ὁδὸ τῆς ἀρετῆς. Ἂς πλουτίσουμε μὲ νηστεία, μὲ προσευχή, μὲ ἐλεημοσύνη. Ἂς θυμηθοῦμε ὅτι, ἡ ἀληθινὴ νηστεία, δὲν εἶναι ἁπλῶς ἡ στέρηση τροφῆς, ἀλλὰ ἡ κάθαρση καρδίας καὶ λογισμῶν. Δὲν ἀρκεῖ νὰ μὴν τρῶμε, πρέπει νὰ τρέφουμε. Δὲν φθάνει νὰ μὴν κρίνουμε, πρέπει νὰ συγχωροῦμε. Δὲν ἀρκεῖ νὰ σωπαίνουμε, πρέπει νὰ προσευχόμαστε.
Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή, εἶναι ἡ ἔρημος ποὺ μᾶς ὁδηγεῖ στὴν Ἐπαγγελία. Δοκιμάζεται ἡ ὑπομονή, ἐξετάζεται ἡ πίστη, ἀποκαλύπτεται ἡ ἀδυναμία μας. Ἀλλὰ ὁ Θεὸς δὲν μᾶς ἀφήνει ὀρφανούς. Δίδει τὸ μάννα τοῦ Λόγου Του· προσφέρει τὴν δροσιὰ τῆς Χάριτος· χαρίζει τὸ φῶς τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ φωτίζει τὴν ὁδό μας.
Στὸ τέλος τοῦ δρόμου, ἡ Ἀνάσταση. Ἡ νίκη τῆς ζωῆς ἐπάνω στὸν θάνατο. Ἡ βεβαίωση ὅτι, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ δὲν ἔχει ὅρια. Ὅτι ἡ πτώση δὲν εἶναι τελευταῖα, ἀλλὰ ὁ ἀγώνας γιὰ τὴν ἔγερση. Ὅτι ὁ σταυρὸς δὲν εἶναι ἀπώλεια, ἀλλὰ ἡ ὁδὸς πρὸς τὴν δόξα.
Ἀδελφοί, ἂς βαδίσουμε μὲ θέρμη, ἂς κρατήσουμε τὴ λαμπάδα τῆς πίστεως ἀναμμένη, ἂς προχωρήσουμε μὲ θάῤῥος. Καί, ὅταν φθάσουμε στὴν ἡμέρα τῆς Λαμπρῆς, ἂς ἀναφωνήσουμε μὲ ὅλη μας τὴν ψυχή: «Χριστὸς Ἀνέστη!»
Καλὴ καὶ εὐλογημένη Ἁγία καὶ Μεγάλη Τεσσαρακοστή.
Ὡς ῥόδον ἐν μέσῳ τῆς ἐρήμου, ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ νὰ ἀνθίζῃ στὶς ψυχές μας.
Καρποφόροι, παρὰ Θεοῦ, οἱ πνευματικοί μας ἀγῶνες, ὡς στάχυες χρυσέοι ἐν τῷ λειμῶνι τῆς ἀρετῆς.
Ἄνθη εὐωδιαστὰ καὶ μυρίπνοα, ἐξακοντίζοντα τὴν εὐωδίαν τῆς προσευχῆς, ὡς θυμίαμα εὐπρόσδεκτον ἐνώπιον Κυρίου.
