Όσον αφορά τον Δ’ Λόγο (1, 15-2,7), στην αρχή του λόγου ο Γρηγόριος Νύσσης αναφέρεται στον καθαρισμό του χρυσαφιού. Μας προετοιμάζει με τον τρόπο αυτό για όσα πολύ ωφέλιμα θα πει για την προπτωτική και μεταπτωτική κατάσταση του ανθρώπου.
Η ψυχή του ανθρώπου έμοιαζε με το χρυσάφι πριν εισέλθει στον άνθρωπο η αμαρτία, λάμποντας από την καθαρότητά της. Όταν όμως η αμαρτία εισήλθε και το κακό, η ανθρώπινη φύση έγινε άσχημη και μαύρη [42], χάνοντας το αρχικό της κάλλος. Την διόρθωση αυτή ανέλαβε ο Θεός, ο οποίος δεν επινόησε μία καινούρια ομορφιά αλλά την επανέφερε στην αρχική τέχνη με λιώσιμο, αναχωνεύοντας, με στόχο την αθανασία, εκείνη που μαύρισε από την κακία [43]. Ο Θεός δεν άφησε τον άνθρωπο στην πτώση του, αλλά με το σχέδιο της θείας οικονομίας προσπάθησε να φέρει τον άνθρωπο ξανά στην προπτωτική του κατάσταση, δηλαδή στην ομορφιά που είχε πρώτα.
Ο Νυμφίος λέει στη νύμφη πως είναι ωραία εκείνη που κάθεται δίπλα του και πως τα μάτια της είναι σαν περιστέρια. Ήταν εμφανής η αποξένωση της από το αρχέτυπο κάλλος και η αλλοίωση της αφού έγινε άσχημη όταν γειτνίασε με την κακία. Ο Νύσσης στη συνέχεια δίνει θεολογική διάσταση στην απώλεια της αρχικού κάλλους. Η προαίρεση οδηγεί την διαμόρφωση της ελεύθερης γνώμης και η ανθρώπινη φύση αναλόγως μεταβάλλεται. Αυτό σχετίζεται με τα πάθη [44]. Αν δηλαδή κάποιος έχει το πάθος του θυμού γίνεται θυμώδης, ενώ η μακροθυμία, η καθαρότητα, η ειρηνικότητα, η πραότητα, δείχνουν πως η κατάσταση της ψυχής βρίσκεται σε γαλήνια αταραξία [45].
Ο Δ’ Λόγος λοιπόν παρατηρεί πως η νύμφη έχει ομορφύνει και έχει πλησιάσει στην αρχική ομορφιά, σαν αντανακλά το αρχικό κάλλος. Αυτό βέβαια συμβαίνει επειδή αποτραβήχτηκε από την κακία. Είναι χαρακτηριστικό πως ο Νύσσης παρομοιάζει την ψυχή με καθρέφτη, ο οποίος μεταβάλλεται ανάλογα με το περιεχόμενο των επιθυμιών του.
Στη συνέχεια ο ίδιος αναφέρεται στο ωραίο, το οποίο υπάρχει μόνο στη φαντασία αυτών που το τιμούν [46]. Σαφώς και πρόκειται για μία επισήμανση του Νύσσης με πλατωνικό υπόβαθρο, αφού σύμφωνα με το Συμπόσιο οτιδήποτε ωραίο υπάρχει στη γη αποτελεί φευγαλέα αντανάκλαση του υπερβατικού κάλλους, το οποίο προέρχεται όμως από τον ουρανό [47].
Λίγο παρακάτω γίνεται λόγος για κλίνη [48]. Ο Νυμφίος δεν έρχεται όπως είναι στην κλίνη για να συναντήσει τη νύμφη αλλά έρχεται ‘’σύσκιος’’ [49], δηλαδή ισκιωμένος. Είναι αδύνατον ο Θεός να παρουσιαστεί με την θεϊκή του φύση στους ανθρώπους. Εξάλλου, η φύση του Θεού είναι άκτιστη, ενώ του ανθρώπου κτιστή. Γι’ αυτό τύλιξε στον ίσκιο τον εαυτό του σκεπάζοντας την καθαρή ακτίνα της θεότητας με την μορφή του δούλου. Δηλαδή ο Θεός ενανθρώπησε, αποκαλύφθηκε ἐν σώματι στους ανθρώπους, γι’ αυτό και η νύμφη θα πει πως ήλθε με το φόρεμα του σώματος [50]. ‘’Κλίνη’’ η νύμφη ονομάζει την ανάκραση της ανθρώπινης φύσης με την θεότητα, δηλαδή το μέγα μυστήριο της ένωσης του Χριστού με την Εκκλησία [51].
Ενδιαφέρουσα είναι η αναφορά του Νύσσης στα στάδια ανύψωσης της ψυχής, κάτι που μας φέρνει στο νου τους αναβαθμούς του έρωτα στο πλατωνικό Συμπόσιο [52], όπου η ανάβαση είναι διαρκής [53]. Η ψυχή δεν φτάνει αμέσως στον Θεό, η νύμφη σε ολόκληρο το έργο αναζητά τον Νυμφίο και συνεχώς ανέρχεται για να τον συναντήσει. Ο Νύσσης στο σημείο αυτό θαυμάζει το ύψος στο οποίο έχει φτάσει η ψυχή.
Υποσημειώσεις:
[42] Πρβλ. Μ. Αθανασίου, Περί Ένανθρωπήσεως, ΕΠΕ 1, 14, στ. 13-18, σ. 260: ‘’ Ὡς γὰρ τῆς γραφείσης ἐν ξύλῳ μορφῆς παραφανισθείσης ἐκ τῶν ἔξωθεν ῥύπων, πάλιν χρεία τοῦτον παραγενέσθαι, οὗ καὶ ἔστιν ἡ μορφή, ἵνα ἀνακαινισθῆναι ἡ εἰκὼν δυνηθῇ ἐν τῇ αὐτῇ ὕλῃ διὰ γὰρ τὴν ἐκείνου γραφὴν καὶ αὐτὴ ἡ ὕλη ἐν ᾗ καὶ γέγραπται οὐκ ἐκβάλλεται, ἀλλ᾿ ἐν αὐτῇ ἀνατυποῦται’’.
[43] Γρηγορίου Νύσσης, Εξήγηση στα Άσματα, Λόγος Δ’, ΕΠΕ 7, Θεσσαλονίκη, 1989, στ. 7-15, σ. 118.
[44] Τα πάθη δεν είναι αρνητικά αλλά φυσικές δυνάμεις της ψυχής. Βλ. Ιωάννου Δαμασκηνού, Εισαγωγή δογμάτων στοιχειώδης, 9, Kotter I: ‘’Πάθος ἐστί φυσικόν κίνησις φύσεως παθητική τοῦ πάσχοντος. Ἥτις τῆς μέν φύσεώς ἐστιν ἐνέργεια, πάθος δέ τοῦ, περί ὃ ἡ ἐνέργεια, οἷον γένεσις, χαρά, λύπη, ἀγωνία, ἀδημονία, φόβος, ὄκνος, κόπος, ὕπνος, ἡδονή, πόνος, θυμός, ἐπιθυμία, τομή, ῥεῦσις καὶ φθορὰ καὶ τὰ τοιαῦτα. Ταῦτα καί τά τοιαῦτα πάθη φυσικά εἰσι καί ἀδιάβλητα οὐκ ἐφ’ ἡμῖν ὄντα’’. Η χρήση τους είναι που τα καθιστά καλά ή κακά. Ο Γρηγόριος Νύσσης αναφέρει: «Ταῦτα δέ ἔστιν ὅσα ἐν ἡμῖν γινόμενα πάθη λέγεται, ἃ οὐχί πάντως ἐπί κακῷ τινι τῇ ἀνθρωπίνῃ συνεκληρώθη ζωῇ… ἀλλά τῇ ποιᾷ χρήσει τῆς προαιρέσεως, ἢ ἀρετῆς, ἢ κακίας ὄργανα τά τοιαῦτα τῆς ψυχῆς κινήματα γίνεται’’. Βλ. Γρηγορίου Νύσσης, Περί ψυχῆς καί ἀναστάσεως, P.G. 46, 61AB.
[45] Γρηγορίου Νύσσης, Εξήγηση στα Άσματα, Λόγος Δ’, ΕΠΕ 7, Θεσσαλονίκη, 1989, στ. 1-8, σ. 120.
[46] Ό.π. στ. 5, σ. 124.
[47] Βλ. Constantine Bozinis, ‘’The Royal Bed’’: Gregory of Nyssa’s Platonic Reading of the Song of Songs, Gregory of Nyssa: In Canticum Canticorum. Analytical and Supporting Studies. Proceedings of the 13th International Colloquium on Gregory of Nyssa (Rome, 17-20 September 2014), Brill, Leiden, Boston, 2018, p. 403.
[48] Γρηγορίου Νύσσης, Εξήγηση στα Άσματα, Λόγος Δ’, ΕΠΕ 7, Θεσσαλονίκη, 1989, στ. 13-16, σ. 124.
[49] Ό.π.
[50] Πρβλ. Μ. Αθανασίου, Περί Ένανθρωπήσεως, ΕΠΕ 1, 14, στ. 29-30, σ. 244 και στ. 1-6, σ. 246: ‘’…λαμβάνει ἑαυτῷ σῶμα, καὶ τοῦτο οὐκ ἀλλότριον τοῦ ἡμετέρου. Οὐ γὰρ ἁπλῶς ἠθέλησεν ἐν σώματι γενέσθαι, οὐδὲ μόνον ἤθελε φανῆναι· ἐδύνατο γάρ, εἰ μόνον ἤθελε φανῆναι, καὶ δι᾿ ἑτέρου κρείττονος τὴν θεοφάνειαν αὐτοῦ ποιήσασθαι· ἀλλὰ λαμβάνει τὸ ἡμέτερον, καὶ τοῦτο οὐχ ἁπλῶς, ἀλλ᾿ ἐξ ἀχράντου καὶ ἀμιάντου ἀνδρὸς ἀπείρου παρθένου, καθαρὸν καὶ ὄντως ἀμιγὲς τῆς ἀνδρῶν συνουσίας.
[51] Γρηγορίου Νύσσης, Εξήγηση στα Άσματα, Λόγος Δ’, ΕΠΕ 7, Θεσσαλονίκη, 1989, στ. 24-29, σ. 124.
[52] Για τους αναβαθμούς ανόδου της ψυχής στον Γρηγόριο Νύσσης και του έρωτα στον Πλάτωνα βλ. Constantine Bozinis, ‘’The Royal Bed’’: Gregory of Nyssa’s Platonic Reading of the Song of Songs, Gregory of Nyssa: In Canticum Canticorum. Analytical and Supporting Studies. Proceedings of the 13th International Colloquium on Gregory of Nyssa (Rome, 17-20 September 2014), Brill, Leiden, Boston, 2018, p. 404.
[53] ‘’…ἀρχόμενον ἀπό τῶνδε τῶν καλῶν ἐκείνου ἕνεκα τοῦ καλοῦ ἀεί ἐπανιέναι, ὥσπερ ἐπαναβασμοῖς χρώμενον…’’. Βλ. Πλάτωνος, Συμπόσιον, Εκδόσεις Κάκτος, Αθήνα, 1992, 211C.
(συνεχίζεται)
Πρεσβύτερος Ηρακλής Φίλιος (θεολόγος, βαλκανιολόγος)
Κληρικός Ιεράς Μητροπόλεως Σταγών & Μετεώρων
