Του Γεωργίου Παπασίμου
Η πρόσφατη ανακεφαλαιοποίηση των Ελληνικών τραπεζών, που τις μετέτρεψε σε «αδύναμο κρίκο» στα χέρια αυτών, που ευθύνονται σημαντικά για την «κατρακύλα» της Χώρας σε συνδυασμό με την μη ορθολογική ρύθμιση του εσωτερικού χρέους και των «κόκκινων δανείων», που θα ήταν η δημιουργία ενός ενδιάμεσου κρατικού φορέα, που θα μπορούσε να τα εξυγιάνει και να προχωρήσει σε μία ορθολογική «σεισάχθεια» («κούρεμα» με βάση την αναλογική στήριξη των τραπεζών, την μείωση της αγοραστικής δύναμης του Ελληνικού Λαού, αλλά και την σοβαρή μείωση των αξιών των ακινήτων), αποτελεί «κακό οιωνό».
«Κακό οιωνό» για την πορεία της Ελληνικής οικονομίας, αλλά και την συνοχή της Ελληνικής κοινωνίας, που έχει, ήδη, τραυματισθεί βαρύτατα από τον εξαετή μνημονιακό «οδοστρωτήρα», αλλά και για την σημερινή πολιτική διακυβέρνηση, αφού έχουν τεθεί οι βάσεις για την φθορά της στην συνείδηση πλατειών τμημάτων του Λαού, ως προς την πορεία των πραγμάτων και την αποτελεσματικότητά της.
Τα κρίσιμα ερωτήματα στην σοβαρή αυτή υπόθεση των «κόκκινων δανείων», που αφορά σχεδόν το σύνολο της εναπομείνασας επιχειρηματικής τάξης στην Ελλάδα, αλλά και της πλειοψηφίας των Ελληνικών νοικοκυριών, πέραν της σοβαρής υπαναχώρησης από τις αρχικές διακηρύξεις, του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. περί εφαρμογής «σεισάχθειας» υπέρ των πολιτών, μέσω της δημιουργίας ενός ενδιάμεσου κρατικού φορέα, είναι εάν αυτή η, μέχρι τώρα, εξέλιξη της παραχώρησης των μεγάλων επιχειρηματικών δανείων στα ξένα επιθετικά funds «αντί πινακίου φακής», που «φωτογραφίζει» και την εξέλιξη της ρύθμισης των υπολοίπων μικρομεσαίων επιχειρηματικών δανείων, αλλά και των στεγαστικών και καταναλωτικών δανείων των πολιτών, που ακολουθεί, αφενός, ήταν μονόδρομος ή όχι και, αφετέρου, εάν μπορεί να προσδώσει οικονομική δυναμική και ώθηση στην Χώρα, η οποία βρίσκεται «βυθισμένη».
Οι απαντήσεις, δυστυχώς, και στα δύο ερωτήματα είναι αρνητικές. Δηλαδή ούτε αυτή η επιλογή, που προκρίθηκε, ήταν μονόδρομος από οικονομική, κοινωνική, πολιτική και ιδεολογική σκοπιά, ούτε αναμένεται να προσδώσει οικονομική δυναμική στην Χώρα, ως αντιστάθμισμα στην κοινωνική «έκρηξη», που πιθανολογείται ότι θα επέλθει από την στιγμή, που θα θιγεί ο πυρήνας της κατοικίας στην Χώρα. Και αυτό το γεγονός επιτείνει τις πολιτικές ευθύνες του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης, που επέλεξε αυτή την μορφή ανακεφαλαιοποίησης και λύσης των «κόκκινων» επιχειρηματικών δανείων. Θα πρόκειται, δε, για «πυροβολισμό στα πόδια», εάν με παρόμοιο τρόπο ρυθμισθεί το θέμα των μικρομεσαίων επιχειρηματικών και των στεγαστικών δανείων τον προσεχή Φεβρουάριο.
Πρέπει να τονισθεί ότι, η υπόθεση του εσωτερικού χρέους και των «κόκκινων δανείων», που αφορά την πλειοψηφία του Ελληνικού Λαού, δεν αποτελεί απλώς μια οικονομική πτυχή, αλλά είναι, ταυτόχρονα, μία τεχνική διακυβέρνησης και ελέγχου των ατομικών και συλλογικών υποκειμένων, όπως, άλλωστε, τέτοιο μηχανισμό ελέγχου για την Χώρα αποτελεί το δημόσιο χρέος, που λειτούργησε ως «μοχλός», για να μετατραπεί αυτή σε μια ιδιότυπη «αποικία χρέους».
Για το θέμα αυτό, ο Ιταλός φιλόσοφος Maurizio Lazzarato στο εξαιρετικό του βιβλίο «Η κατασκευή του χρεωμένου ανθρώπου», αναφέρει χαρακτηριστικά ότι: «Το χρέος λειτουργεί ταυτόχρονα σαν μηχανή αρπαγής, ’’λεηλασίας’’ ή ’’αφαίμαξης’’ της κοινωνίας στο σύνολό της, σαν εργαλείο μακροοικονομικής διαχείρισης και καθοδήγησης και σαν μηχανισμός αναδιανομής των εισοδημάτων. Λειτουργεί επίσης σαν μηχανισμός παραγωγής και ’’διακυβέρνησης’’ συλλογικών και ατομικών υποκειμενικοτήτων … Όμως η σχέση πιστωτή-οφειλέτη δεν περιορίζεται στην ικανότητα ’’να επηρεάζει άμεσα τις κοινωνικές σχέσεις’’, καθώς είναι και η ίδια μια σχέση εξουσίας, μία από τις σημαντικότερες και πιο καθολικές του σύγχρονου καπιταλισμού».
Ειδικότερα, ως προς τις απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα, που έχουν αρνητικό πρόσημο, λεκτέα τα εξής: Κατ’ αρχήν, τόσο η ανακεφαλαιοποίηση, όσο και η επιλεγείσα διευθέτηση των «κόκκινων» δανείων, δεν ήταν, σε καμία περίπτωση, μονόδρομος, αλλά ούτε και επωφελής για τη Χώρα και την κοινωνία. Η λύση, που θα έπρεπε να ακολουθηθεί από την σημερινή Κυβέρνηση, ήταν αυτή, που θα προσιδίαζε περισσότερο στο παράδειγμα των Η.Π.Α. κατά την μεγάλη καπιταλιστική κρίση του 2008 και της Ισλανδίας, που ακολούθησε. Δηλαδή, θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν όλα τα διαθέσιμα χρήματα των 25 δις, που προβλέφθηκαν για την ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος κατά την επώδυνη συμφωνία του Καλοκαιριού (τρίτο Μνημόνιο), και ειδικότερα το μεγαλύτερο μέρος για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και ένα μικρό μέρος αυτού για την ανακεφαλαιοποίηση του ασφαλιστικού συστήματος. Μαζί με τα ιδιωτικά κεφάλαια, που θα μπορούσαν να προσελκυσθούν, θα έδιναν την δυνατότητα για εξαγωγή της «γάγγραινας» των «κόκκινων» δανείων από το τραπεζικό σύστημα, με την διαγραφή αυτών από το ενεργητικό τους και την μεταφορά τους σε έναν ενδιάμεσο δημόσιο φορέα διαχείρισής τους (Bad Bank). Είναι αυτό, που έκαναν οι Η.Π.Α. την κρίσιμη περίοδο της μεγάλης κρίσης των δομημένων ομολόγων του 2008 και μπόρεσαν να εκκαθαρίσουν το τραπεζικό σύστημα, με χαρακτηριστικότερη περίπτωση αυτή της CITIBANK. Ακολούθως, ο ενδιάμεσος δημόσιος φορέας διαχείρισης θα μπορούσε να προχωρήσει σε «σεισάχθεια» αυτών των «κόκκινων» δανείων, όπως έκανε, για παράδειγμα, η Ισλανδία το 2010, η οποία «κούρεψε» μαζικά όλα τα δάνεια σε ποσοστό 30 έως 70%, ανάλογα με την οικονομική δύναμη των δανειοληπτών, δίνοντας, έτσι, «οξυγόνο» στην οικονομία και στην κοινωνία, με συνέπεια, σήμερα να παρουσιάζει σοβαρή ανάπτυξη και κοινωνική ισορροπία.
Μια τέτοια πολιτική θα έδινε «το φιλί της ζωής», τόσο στην Ελληνική οικονομία, όσο και στην κοινωνία, που χειμάζεται καθ’ όλη την περίοδο του μνημονιακού «οδοστρωτήρα». Το γεγονός, ότι θα αύξανε περαιτέρω το δημόσιο χρέος, που, ήδη, είναι μη βιώσιμο, είναι προφανές, ότι δεν θα αποτελούσε «πρόβλημα», όταν, μάλιστα, η μείωση αυτού του δημοσίου χρέους αποτελεί στρατηγικό στόχο και την ελπίδα της σημερινής Κυβέρνησης να πετύχει κάτι σημαντικό, προς όφελος της Χώρας.
Οι παραπάνω λύσεις, είναι προφανές, ότι δεν αποτελούν «απαγορευμένη διαδικασία» για την παγκόσμια νεοφιλελεύθερη «ορθοδοξία» και τους κερδοσκόπους δανειστές, αφού χρησιμοποιήθηκαν από την Μητρόπολη του καπιταλισμού, τις Η.Π.Α. και, ως εκ τούτου, η επιμονή για μη εφαρμογή αυτών, ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδος, που συνεχίζει να είναι το «διεθνές πειραματόζωο», μόνο σε άλλες επιδιώξεις των δανειστών μπορεί να αποδοθεί (πλήρης αφελληνισμός της Ελληνικής παραγωγικής βάσης, προστασία του εξαρτημένου «παρασιτικού» Ελληνικού κεφαλαίου και «σκύλευση» των «φιλέτων» της Ελληνικής γης).
Τα παραπάνω «φωτίζουν» και την απάντηση στην δεύτερη ερώτηση, εάν, δηλαδή, πρόκειται αυτές οι λύσεις να ωφελήσουν την Ελληνική οικονομία. Δυστυχώς, και εδώ το «όχι» φαντάζει ως σίγουρο, αφού τίποτα θετικό δεν προοιωνίζεται η «ασθενική» ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών υπέρ του ιδιωτικού κεφαλαίου και των ξένων funds, η βίαιη «σμίκρυνση» του τραπεζικού συστήματος από τα Βαλκάνια και την Τουρκία, η παραχώρηση περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών αξίας 40 περίπου δις, εκ των οποίων πιθανολογείται, ότι θα αποφέρουν στις τράπεζες 5 – 8 δις και η εκποίηση «αντί πινακίου φακής» στο 10% της αξίας των «κόκκινων» δανείων, χωρίς, έστω, την εφαρμογή της ρήτρας προτιμήσεων των δανειοληπτών, κυρίως στους κλάδους του τουρισμού, υποδομών, ακτοπλοΐας και εμπορίου, την ίδια ώρα, που οι Έλληνες δανειολήπτες θα βρίσκονται στο έλεος αυτών κατά 100%.
*O κ. Παπασίμος είναι Δικηγόρος, Μέλος Δ.Σ. του «ΠΡΑΤΤΩ»
Site: http://www.gpapasimos.gr, Twitter: @PapasimosG