Μπήκα φουριόζα στο μαγαζί με τα σουβενίρ για να αγοράσω κάτι. Στην περιοχή με γνωρίζουν όλοι και ειδικά οι γονείς, που δε διστάζουν να μοιραστούν μαζί μου την αγωνία τους για τα θέματα του σχολείου των παιδιών τους.
Μιλάω για το πλέον βορειοδυτικό άκρο της χώρας, μια περιοχή που θεωρείται πολύ μακρινή καθώς απέχει γύρω στα 40km από τη χώρα του νησιού, αλλά διαθέτει δυο Δημοτικά, το ένα μάλιστα από φέτος λειτουργεί με το Ενιαίο Αναμορφωμένο Πρόγραμμα αλλά και δυο Γυμνάσια σε κοντινές αποστάσεις. Δηλαδή σε μια ακτίνα 8 χιλιομέτρων, υπάρχουν τέσσερα σχολεία.
Μιλάω για μια περιοχή αγροτική κατά βάση και δευτερευόντως τουριστική, όπου οι άνθρωποι διατηρούν ακόμα και σήμερα το σεβασμό προς τους θεσμούς, ήτοι: το δάσκαλο, τον παπά, τον αστυνομικό και δεν ντρέπονται να το δείξουν.
«Τι θα γίνει με τις απεργίες σας», μου απεύθυνε το ερώτημα η αγχωμένη μαμά. Της εξήγησα τα τεχνικά, δηλαδή τι έχει εξαγγελθεί κι εκείνη συνέχισε:
«Μας φώναξε την περασμένη εβδομάδα η Διεύθυνση του Γυμνασίου και μας είπε ότι η απεργία γίνεται για τις υποχρεωτικές μετακινήσεις, την αύξηση του ωραρίου των καθηγητών και ότι θέλουν (sic) να μας υποχρεώσουν να στέλνουμε όλοι τα παιδιά μας στο φροντιστήριο. Μας είπαν ότι τα παιδιά των πλουσίων μόνο θα σπουδάζουν, ενώ τα παιδιά των φτωχών, που δεν έχουν λεφτά για φροντιστήρια, θα μένουν πίσω. Αλλά μήπως και τώρα, αυτό δε γίνεται; Η κόρη μου πέρυσι είχε μια καθηγήτρια στα Αρχαία που δεν ήξερε να κάνει μάθημα. Είχαν όλα τα παιδιά παράπονα. Πήγα στο διευθυντή πέντε φορές για να το συζητήσω. Εκείνος μου έλεγε ότι είναι νέα, ότι είναι άπειρη, να κάνουμε υπομονή και κάτι τέτοια. Μα είναι δυνατόν να μην καταλαβαίνει το μάθημα κανένα παιδί της τάξης; Μήπως η κυρία δεν μπορεί να μεταδώσει τις γνώσεις; Άκρη δε βρήκα. Αλλά αφού το παιδί μου δεν καταλάβαινε, αναγκάστηκα να το στείλω φροντιστήριο».
«Και γιατί δεν το είπες τις προάλλες στην ενημέρωση που έγινε στο σχολείο;», τη ρώτησα.
«Με το ζόρι κρατήθηκα. Ήθελα να τους τα πω, αλλά αποφάσισα τελικά να μην πω τίποτα, μήπως βάλουν στο μάτι το παιδί μου και μετά την πληρώσει εκείνο».
Δεν μπόρεσα να μας υποστηρίξω συνάδελφοι. Δεν μπόρεσα επειδή πολύ απλά, είμαι κι εγώ μάνα και όλα αυτά τα έχω ζήσει εις τριπλούν. Και επειδή όλα αυτά τα έχω ακούσει να συζητιούνται και μεταξύ μας, πίσω από κλειστές πόρτες. Με το φάντασμα μιας ομερτά να πλανάται, μεταμφιεσμένο σε ‘συναδελφική αλληλεγγύη’. Όλοι τα ξέρουμε, αλλά να μη βγουν παραέξω. Να μας φτύνουν κι εμείς να νομίζουμε ότι ψιχαλίζει! Και μέσα στην αναίδειά μας ν’ αναμασάμε διαρκώς προφάσεις εν αμαρτίαις. Και ν’ αναρωτιόμαστε, γιατί άραγε δε μας στηρίζουν οι γονείς;
Μόνο σε μια περίπτωση θα μας υποστήριζα και θα απεργούσα.
Σ’ έναν αγώνα για να καλυφθούν τα κενά σε όλα τα σχολεία και ειδικά εκείνα των μακρινών χωριών, όπου συνήθως δεν επιθυμεί να πάει κανείς.
Για ν’ αποκαλυφθούν και ν’ ανακληθούν οι δήθεν αναρρωτικές άδειες και οι επαπειλούμενες εγκυμοσύνες α λα καρτ.
Για να σταματήσουν οι αποσπάσεις ‘για τις ανάγκες της Υπηρεσίας’ σε κολλητούς και ψηφοφόρους και να δοθούν σ’ όσους τις έχουν πραγματικά ανάγκη.
Για να λειτουργεί το κάθε σχολείο με πλήρες πρόγραμμα όπως αυτό ορίζεται.
Για να χτίσουμε νέα σύγχρονα σχολεία όπου χρειάζεται. Για να συντηρήσουμε τα παλιά.
Για να τα εξοπλίσουμε με τις υποδομές που είναι απαραίτητες στον 21ο αιώνα.
Για ν’ απομονώσουμε, εμείς οι ίδιοι, όσους παραβαίνουν το νόμο παραδίδοντας ανήθικα και ‘μαύρα’ ιδιαίτερα μαθήματα.
Για να βοηθήσουμε τους πιο αδύναμους συναδέλφους μας δείχνοντάς τους τρόπους και μεθόδους ώστε να γίνουν περισσότερο αποτελεσματικοί μέσα στην τάξη τους.
Για ν’ αναδείξουμε τα ταλέντα των μαθητών μας μέσα από ευέλικτες και δημιουργικές μορφές διδασκαλίας.
Για ν’ ανοίξει επιτέλους μια δημόσια ανοιχτή συζήτηση, στο διαδίκτυο κατά προτίμηση, χωρίς κραυγές, για την ουσία της εκπαίδευσης και για το πώς αυτή θα συγκλίνει με την εκπαίδευση που απολαμβάνουν μαθητές και δάσκαλοι στο σύγχρονο κόσμο.
Σ’ αυτόν τον ουσιαστικό αγώνα, αν ποτέ γίνει, θα είναι όλοι μαζί μας.