Στα Λαγκάδια Αρκαδίας, σε ένα εγκαταλειμμένο κτήριο του 1860, που η φθορά του χρόνου το κάνει να μοιάζει με έτοιμο σκηνικό θεάτρου η Ζάννα Αρτέμη παρουσιάζει τη νέα της προσωπική έκθεση που φέρει τον τίτλο «Είστ’ ούλοι φερμένοι;» που σημαίνει «Έχετε έρθει όλοι;».
«Κοιτάζοντας κανείς το χωριό από ψηλά, αφήνει το μάτι του να χαϊδέψει κλιμακωτά τα κτίσματα στις πλαγιές του βουνού, ακολουθώντας έναν σπονδυλωτό άξονα. Την ίδια εικόνα δημιουργεί και στο εσωτερικό του το κτήριο όπου λαμβάνει χώρα αυτή η έκθεση σύγχρονης τέχνης. Με άξονα τον μακρύ διάδρομο, μπορεί κανείς να οδηγηθεί σε πολλά δωμάτια. Κι όπως τα σπίτια του χωριού, έτσι και οι χώροι όπου στήθηκαν τα έργα έχουν να διηγηθούν μοναδικές ιστορίες, ακριβώς σαν κι αυτές που ξεπηδούν μέσα από τα κείμενα που η καλλιτέχνιδα έχει επιλέξει, για να συνοδέψουν τα εκθέματά της», λέει η καλλιτέχνης στο CNN Greece.
«Τα Λαγκάδια είναι ένα πανέμορφο ορεινό χωριό, με άγρια φύση και πετρόχτιστα σπίτια από μαστόρους της πέτρας. Η πέτρα έχει τη δύναμη και τη σοφία της γης. Παράλληλα η ορμή του υγρού στοιχείου, με τα τρεχούμενα νερά όλο το χρόνο και η οργιάζουσα φύση, αποδίδουν το κατάλληλο φόντο για την έκθεση που οραματίστηκα», μου λέει η καλλιτέχνης για την απόφασή της να κάνει την έκθεση στα Λαγκάδια.
Για το κτήριο, το οποίο στεγάζει την έκθεση λέει: «Η έκθεση στεγάζεται σε ένα εγκαταλειμμένο κτήριο του 1860, που η φθορά του χρόνου το κάνει να μοιάζει με έτοιμο σκηνικό θεάτρου. Ήταν το Μαθητικό κέντρο του χωριού, που στέγαζε και σίτιζε τα παιδιά από τα γύρω χωριά, που ερχόντουσαν για το σχολείο. Πολλοί επισκέπτες κατά τη διάρκεια των εγκαινίων έμπαιναν συγκινημένοι, ψάχνοντας τις δικές τους αναφορές. Προσπάθησα να μην επέμβω καθόλου στο κτήριο, αλλά να αναδείξω πολλά από τα στοιχεία του».
-Πως ένιωσες όταν μπήκες μέσα στο κτίριο, την ρωτάω: «Μπαίνοντας σε ένα χώρο σαν κι αυτόν, θαυμάζεις τη μεγαλοπρέπεια και τη φροντίδα με την οποία κτίστηκε. Οι μεγάλοι λειτουργικοί χώροι και ο μακρύς διάδρομος με τα πολλά δωμάτια δίνουν ξεχωριστή αίσθηση στον άνθρωπο που ενδιαφέρεται να βυθιστεί στις μνήμες του. Άλλωστε η μνήμη είναι πολιτισμός».
Αναρωτιέμαι πως «παντρεύεται» η σύγχρονη τέχνη με το «παλιό» του κτιρίου: «Αυτό ήταν και το μεγάλο στοίχημα. Να παντρέψω δύο διαφορετικούς κόσμους με τις αντιφάσεις τους. Το άρωμα του χωριού, με την πρωτοπορία της αστικής κουλτούρας», απαντά.
Τα εγκαίνια έγιναν στις 29 Ιουλίου και η έκθεση θα διαρκέσει μέχρι 30 Σεπτεμβρίου 2017. Ενδιάμεσα θα δώσω δύο παραστάσεις performance και με τη βοήθεια της Living Country θα οργανωθεί μια νυχτερινή μουσική παράσταση, καθιστώντας το χώρο της έκθεσης, όχι ένα αποστασιοποιημένο οίκημα, αλλά ένα χώρο που μπορεί κάποιος με οδηγό το μυστήριο της νύχτας, να ταξιδέψει νοερά σε ένα μαγικό κόσμο. Οι ημερομηνίες θα ανακοινωθούν από τα social media.
«Η έκθεση φέρει τον τίτλο «Είστ’ ούλοι φερμένοι;» που σημαίνει «Έχετε έρθει όλοι;». Πρόκειται για ιδιωματισμό τοπικής διαλέκτου, (τα κρεκόνικα) η οποία διατηρείται ζωντανή στην ευρύτερη περιοχή έως σήμερα. Διάλεκτο που χρησιμοποιούσαν τα μπουλούκια των μαστόρων της πέτρας για να συνεννοούνται μεταξύ τους».
«Στην είσοδο του χωριού περνά κανείς από ένα μικρό και στενό γραφικό γεφυράκι, παλαιάς αρχιτεκτονικής. Το καμπαναριό της εκκλησίας των Αγίων Ταξιαρχών και η υπέροχη πλατεία με τον πλάτανο, δεν αφήνει ασυγκίνητο τον ταξιδιώτη. Κοιτάζοντας το χωριό από ψηλά, η ματιά αγκαλιάζει κλιμακωτά τα κτίσματα στις πλαγιές του βουνού, ακολουθώντας έναν σπονδυλωτό άξονα. Την ίδια εικόνα συναντάμε και στο εσωτερικό του κτηρίου της έκθεσης. Με άξονα τον μακρύ διάδρομο, μπορεί κανείς να οδηγηθεί σε πολλά δωμάτια. Κι όπως τα σπίτια του χωριού, έτσι και οι χώροι όπου στήθηκαν τα έργα έχουν να διηγηθούν τις δικές τους μοναδικές ιστορίες», είναι οι πρώτες εικόνες που αντικρίζει ο ταξιδιώτης φτάνοντας στα Λαγκάδια.
Τα θεματικά δωμάτια
Η υποδοχή γίνεται με τα «παράλογα δέντρα». Τα ονομάζω έτσι, γιατί ίπτανται. Πρόκειται για ραμμένα διάφανα υφάσματα που απεικονίζουν δέντρα σαν αυτά που στο πρώτο δωμάτιο έχω ζωγραφίσει με σινική μελάνη και ακουαρέλες. Συνεχίζουμε στο δωμάτιο της καρποφορίας, με φρούτα γλυπτά δίπλα στη σμιλεμένη πέτρα και αυθεντικά εργαλεία των μαστόρων της πέτρας. Δίπλα τους υψώνεται ένα τεράστιο φρούτο, απαγορευμένος καρπός και έπαθλο ομορφιάς σε άλλους καιρούς.
Η εγκατάσταση με το συρματόπλεγμα και τα υπόλευκα λουλούδια που ξεπροβάλλουν, δίνουν τη δική τους διάσταση για την ιδιοκτησία της γης, όπως την αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι. Στα επόμενα δωμάτια είναι αναρτημένοι πίνακες, λάδι σε μουσαμά, που απεικονίζονται γωνιές αλλά και η γενική άποψη του χωριού, καθώς και το δωμάτιο της συνομιλίας.Τα πορτρέτα είναι αντικριστά βαλμένα μεταξύ τους ώστε να συνομιλούν μεταξύ τους.
Το τελευταίο δωμάτιο είναι αφιερωμένο στις αναζητήσεις του ατόμου. Η μαύρη κορδέλα περιμετρικά του δωματίου που κόβεται απότομα, αποτελεί ένδειξη πένθους. Προσωπικά αντικείμενα, βότανα της περιοχής, λάδι, κρασί, ξίδι, ότι συντροφεύει τον άνθρωπο στη ζωή του, κλεισμένα σε βαζάκια, σαν να σταματούν το χρόνο, καθιστώντας τη καθημερινότητα, έκθεμα. Το κρεβάτι που γεννιόμαστε, ονειρευόμαστε και πεθαίνουμε, δεν θα μπορούσε να λείπει από τις βαθύτερες σκέψεις μας. Όλα συνθέτουν ένα πάζλ ζωής. Με αφορμή την έκθεση, γυρίστηκε ένα βίντεο που περιγράφει τον τρόπο που δουλεύω, δείχνει το χωριό και έχει μεγάλο μέρος της προετοιμασίας και του στησίματος της έκθεσης καθώς και των εγκαινίων.
Πώς περνάνε οι ώρες μοναξιάς μέσα στο εργαστήριό σας, είναι η επόμενη μου ερώτηση: «Συντροφιά με το ραδιόφωνο, με εμμονή και επιμονή σε νέα υλικά και μεθόδους, κάνοντας μικρές διακοπές, βουτιές ονειροπόλησης και έμπνευσης στη λογοτεχνία και στη ποίηση. Αρκεί να σκεφτεί κανείς, ότι ο δημιουργός προσηλώνεται ατέλειωτες ώρες στο δημιούργημά του, στην έκθεση, ένα, δύο ή και περισσότερα χρόνια. Ο συνηθέστερος χρόνος διάρκειας των εκθέσεων είναι δέκα μέρες. Επειδή δεν υπάρχει ίση αναλογία του χρόνου δημιουργίας με το χρόνο έκθεσης, δημιουργούνται δύο αγωνίες. Η μεγαλύτερη να υλοποιηθεί το έργο και η επόμενη να επικοινωνηθεί».