Λέχθηκε ότι ο Θεός ούτε φοβείται ούτε έχει ανάγκη από την ελπίδα. ότι τα ζώα μόνο φοβούνται, ενώ ο άνθρωπος και φοβείται και ελπίζει. Ας δούμε πώς είδε αυτό το θέμα ο Νεοφιλόσοφος και Παιδαγωγός Ευάγγελος Παπανούτσος (1900-1982). Η σκληρή εποχή μας, καθώς και η ελληνική ιδιαιτερότητα προκαλούν πολλούς φόβους, που χρειάζεται να αντιμετωπιστούν με την αγωνιστικότητα και τη ρεαλιστική ελπίδα. Χρειάζεται δηλαδή εναρμόνιση ανάμεσα στους δύο πόλους τής ανθρώπινης ζωής, τον φόβο και την ελπίδα.
1. Ανάμεσα στον φόβο και στην ελπίδα μοιράζεται -αλοίμονο- του ανθρώπου η ζωή. Κοντά στους άλλους ορισμούς θα μπορούσε να του δώσει κανείς και αυτόν τον πολύ σύντομο, αλλά περιεκτικό: έμφοβο ον, που δεν κουράζεται να ελπίζει. Γιατί σε οποιαδήποτε ηλι-κία κι αν βρίσκεται, όποια κι αν είναι η ιδιοσυγκρασία και η αγωγή του, οσαδήποτε οικονομικά μέσα και επαγγελματικά εφόδια κι αν διαθέτει, ο άνθρωπος φοβάται. Και ταυτόχρονα ελπίζει. Φοβάται τα πάντα. Από τα φυσικά απρόοπτα: τη φωτιά, την καταιγίδα, το σεισμό, και από τα φυσικά αναπόφευκτα: την αρρώστια, τα γεράματα, τον θάνατο, έως τα κοινωνικά δεινά, τα άλλο τόσο απρόοπτα και αναπόφευκτα: τον παραμερισμό και τη φτώχια την κλοπή και τη δολοφονία, τον φθόνο και τις διώξεις. Εντούτοις, δεν τον εγκαταλείπει ποτέ η ελπίδα ότι θα βρεθεί τρόπος, έστω και την τελευταία στιγμή, να διαφύγει τον κίνδυνο, και αν όχι να σωθεί από το μοιραίο, τουλάχιστον να μαλακώσει τα πλήγματά του. Και δεν παύει να ελπίζει, ακόμη και την ώρα που το παιγνίδι φαίνεται χαμένο, ότι δεν θα του λείψουν αυτά που απέκτησε, ή ότι όλα στο τέλος θα πάνε καλά: θα ζήσει πολύ, θα σταδιοδρομήσει, θα απολαύσει τους κόπους του, θα χαρεί τη φιλία, τον έρωτα, την αναγνώριση.
2. Ο φόβος είναι έμφυτος. Καταδυναστεύει όλα τα ζωντανά πλάσματα. Αλλά συνάμα τους προσφέρει και μια πολύτιμη υπηρεσία: Τα κρατάει άγρυπνα, τα παρακινεί και τους δίνει τη δύναμη ή να πολεμήσουν, για να αλλάξουν τους δυσμενείς όρους που απειλούν τη ζωή τους, ή να σωθούν με τη φυγή (ή την απόκρυψη) από ακαταμάχητους εχθρούς.
3. Στον άνθρωπο το ένστικτο του φόβου (όπως και τόσες άλλες φυσικές διαθέσεις και ροπές) πλουτίζεται με τη σκέψη και τη φαντασία και γίνεται πολύ συχνά ακαταγώνιστο. Δεν υπάρχει στον κόσμο άλλο ζώο που να φοβάται, να τρέμει σε τέτοιο βαθμό και για τόσα πράγματα (παράδοξα πολλές φορές και ασήμαντα), όσο ο άνθρωπος. Απόδειξη, το πλήθος και η απερίγραπτη ποικιλία τών προλήψεων και των δεισιδαιμονιών του.
4. Ο διορατικός, ο οξύτερα σκεπτόμενος και ο πολυμαθέστερος άνθρωπος είναι πιο πολύ εκτεθειμένος στο φόβο από τον επιπόλαιο, τον απερίσκεπτο και τον αμαθή. Ακριβώς γιατί προβλέπει τους κινδύνους που επέρχονται, και ξέρει πόσο αξίζουν, πόσο μπορούν να είναι αποτελεσματικά τα μέσα που διαθέτει για την προστασία του, ενώ ο μικρόνους ησυχάζει με τη μωρία και την κενότητά του. Μόνο η άγνοια φαίνεται ότι δίνει σιγουριά στον άνθρωπο. η γνώση φέρνει την αβεβαιότητα και τρέφει το φόβο. Γι’ αυτό το λόγο, το παιδί φοβάται λιγότερο από τον ενήλικο, και ο διανοητικά καθυστερημένος λιγότερο από τον ευφυή.
5. Το φόβο γνωρίζουν, από τον φόβο υποφέρουν, ακόμη και οι γενναίοι. Οι μαρτυρίες που έχουμε από εξομολογήσεις και απομνημονεύματα ποντοπόρων, πολεμιστών, εξερευνητών, τολμηρών γενικά ανθρώπων, που έχουν καταπλήξει με τα κατορθώματά τους, επιβεβαιώνουν αυτή την αλήθεια. Άλλωστε, ανδρείος, καθώς μας έχει διδάξει ο πλατωνικός Σωκράτης, είναι εκείνος που γνωρίζει τα «δεινά», όχι εκείνος που πέφτει απάνω τους τυφλά σαν το αλόγιστο θηρίο. Η διαφορά του από τον δειλό βρίσκεται αλλού. Ο δειλός γίνεται έρμαιο του φόβου του. δεν μπορεί να τον δαμάσει, να τον κρατήσει μέσα στα όρια που χαράζουν οι περιστάσεις. πανικοβάλλεται εύκολα και χάνεται ακόμη και εκεί όπου μπορεί με μικρή προσπάθεια να σωθεί. Αντίθετα, ο ανδρείος δεν αφήνει το φόβο να παραλύσει και να αχρηστέψει τις (φυσικές και ηθικές) δυνάμεις του, αλλά τον υπερνικάει και αντιμετωπίζει τον κίνδυνο με θάρρος και αποφασιστικότητα. Αυτό θα πει ευψυχία.
6. Το αντίστροφο συμβαίνει με την ελπίδα. Στην ελπίδα παραδίδονται χωρίς ανασχέσεις οι επιπόλαιοι και οι άκριτοι, οι διανοητικά ανώριμοι. όλα τα περιμένουν από τις υποσχέσεις που δίνει η φαντασία στις επιθυμίες τους. Οι «μυαλωμένοι», αυτοί που στέκονται και με τα δυό τους πόδια πάνω στην πραγματικότητα, είναι στις ελπίδες τους φειδωλοί, επιφυλακτικοί, μετρημένοι.
7. Όλοι έχουμε λίγο ως πολύ τις ελπίδες μας. Και με αυτές αναπνέουμε και ζούμε. Με τη διαφορά ότι άλλοι στηρίζουν τις προσδοκίες τους στον έλεγχο των δεδομένων και αισιοδοξούν, εάν αυτά ευνοούν τις ελπίδες τους, ενώ άλλοι δεν εννοούν με κανέναν τρόπο να ψαλιδίσουν τα φτερά τών ελπίδων τους, ακόμη και όταν μια πρόχειρη αλλά προσεκτική εκτίμηση των περιστάσεων επιβάλλει την υποστολή τους, επειδήα η επιθυμία τους τρέχει γρηγορότερα από την κρίση τους.
8. Υπάρχει πλήθος περιπτώσεις «ανώμαλου» φόβου. το φάσμα τών ποικιλιών του αρχίζει από τις ανώδυνες φοβίες και φτάνει έως το άγχος. «Φόβο τού φόβου» ονομάζουν μερικοί ψυχίατροι αυτή τη βασανιστική αγωνία. Σύστοιχο φαινόμενο στην κλίμακα της συλλογικής ζωής είναι ο πανικός: Ο φόβος μεταδίδεται από το ένα στο άλλο μέλος τής ομάδας τυφλά και με αυτή τη μετάδοσή του φουντώνει όλο και περισσότερο σαν την πυρκαγιά.
9. Ειδικό φαινόμενο παρουσιάζει ο θρησκευτικός, γενικότερα ο μεταφυσικός φόβος (υπάρχει και η θρησκευτική, η μεταφυσική ελπίδα), φαινόμενο καθαρά και αποκλειστικά ανθρώπινο. Για να τον ξεχωρίζουμε από τις άλλες παραλλαγές τού φόβου, έχουμε φυλάξει ειδικά γι’ αυτόν (στη γλώσσα μας) τον όρο «δέος». Μπροστά στο αινιγματικό, το γεμάτο μυστήριο σύμπαν ο άνθρωπος, όταν ορθώθηκε και σήκωσε ψηλά το κεφάλι του, και ιδίως όταν σάστισε από την αδυσώπητη ρομφαία τού θανάτου, που τον είδε να παραμονεύει σε κάθε βήμα του, συγκλονίστηκε από έναν ιδιόρρυθμο, βαθύ και αδάμαστο, «ι-ερό» φόβο, έπεσε και προσκύνησε. Timor fecit deos, είπε επιγραμματικά ο αρχαίος σκεπτικός. Στη ρίζα τής θρησκείας βρίσκεται ο φόβος. κοσμικός, αλλά και ηθικός φόβος, η αγωνία τής αμαρτίας, όπως υπογραμμίζει στις βαθυστόχαστες αναλύσεις του ένας μεγάλος χριστιανός φιλόσοφος του περασμένου αιώνα (o Kierkeraard).
10. Κοντά στο φόβο πρέπει να βάλουμε εδώ και την ελπίδα, την ελπίδα της «σωτηρίας» – εύρημα και τούτο πολύτιμο της χριστιανικής συνείδησης. «Έστι δε πίστις ελπιζομένων υπόστασις, πραγμάτων έλεγχος ου βλεπομένων» (Απόστολος Παύλος). Κλασικός ορισμός που βεβαιώνει ότι μια εσωτερική συνάφεια υπάρχει μεταξύ φόβου και ελπίδας, αφού οι δύο αυτές ισχυρές διαθέσεις συνυπάρχουν μέσα στο θρησκευτικό βίωμα.
11. «Οίκτο αισθανόμαστε, όταν βλέπουμε (στη σκηνή) να υποφέρει ο ανάξιος. Φόβο, όταν πάσχει ο όμοιος. Συμπονούμε εκείνον που βασανίζεται, χωρίς να το αξίζει. το μαρτύριο όμως του ήρωα που θαυμάζουμε, εμπνέει φόβο. Τρέμουμε, γιατί δεν ξέρουμε τί να σημαίνει για μας και για όλους τους ομοίους η σκοτεινή και βίαιη καταφορά τής τύχης» («Ποιητική» τού Αριστοτέλη).
12. Τα λόγια που χαράχτηκαν απάνω στον ερημικό τάφο τού Νίκου Καζαντζάκη ήσαν, λέγεται, παραγγελία τού ίδιου:
«Δεν φοβάμαι τίποτε.
Δεν ελπίζω τίποτε.
Είμαι ελεύθερος».
– Μεγαλόστομος ο Κρητικός, άφησε πίσω του και τούτο τον μεγάλο λόγο. Μεγάλο, αλλά και προβληματικό. Είχε λοιπόν στην προσωπική του ζωή κατορθώσει το ακτόρθωτο ο ποιητής τής «Οδύσσειας», όπως ο πολύπλαγκτος ήρωας του έπους του; Κατάφερε δηλαδή να σπάσει το ανθρώπινο φράγμα, να καταλύσει τους δύο άξονες της ψυχής, το φόβο και την ελπίδα; Ας δώσουν την απάντηση όσοι γνώρισαν από κοντά όχι μόνο τον λόγιο, αλλά και τον ασκητή Καζαντζάκη. Έχει κι ο λαβύρινθος της ψυχής τούς σκοτεινούς, τους αδιέξοδους δρόμους του. επομένως, τίποτε δεν αποκλείεται. Ο ενήμερος όμως και έμπειρος ερευνητής θα παρατηρήσει, πιστεύω, ότι το καθαυτό ανθρώπινο μέσα στον άνθρωπο, ο άθλος που τον υψώνει και τον αγιάζει, είναι να ζητεί και να κατακτά την ελευθερία όχι πέρα από τη δουλεία, αλλά μέσα στη δουλεία τού φόβου και της ελπίδας. «Εις τους θεούς ευρίσκονται τα πέραν», θα έλεγε ο Καβάφης.