Στις 28 Νοεμβρίου 2011 έφυγε από τη ζωή, σε ηλικία 84 ετών, ο κινηματογραφιστής Ντίνος Κατσουρίδης.
Γεννήθηκε το 1927 στη Λευκωσία της Kύπρου. Στα μέσα της δεκαετίας του ’50 ήρθε στην Aθήνα για σπουδές στην Ιατρική Σχολή, αλλά βρέθηκε τελικά να σπουδάζει σκηνοθεσία στη νεοϊδρυθείσα Σχολή Σταυράκου.
O Nτίνος Kατσουρίδης ήταν Ελληνοκύπριος κινηματογραφιστής, με σημαντική συμβολή στην πορεία και την εξέλιξη του ελληνικού σινεμά. Ξεκίνησε στο πλευρό του Γρηγόρη Γρηγορίου, ως βοηθός σκηνοθέτη, δούλεψε στα στούντιο της Φίνος Φιλμ, ως βοηθός οπερατέρ και φωτογράφος πλατώ και συνέχισε ως διευθυντής φωτογραφίας, διευθυντής παραγωγής, παραγωγός και σκηνοθέτης.
H πρώτη του επαγγελματική ενασχόληση με τον κινηματογράφο είναι ως βοηθός σκηνοθέτη στο νεορεαλιστικό δράμα του Γρηγόρη Γρηγορίου Πικρό Ψωμί (1951). Για τα επόμενα οκτώ χρόνια θα βρεθεί στη Φίνος Φιλμ όπου, ως οπερατέρ και φωτογράφος πλατό, θα δουλέψει σε 21 συνολικά ταινίες και θα συνεργαστεί με τα μεγαλύτερα ονόματα του κινηματογράφου και του θεάτρου εκείνης της εποχής (Tζαβέλλας, Σακελλάριος,Aυλωνίτης, Λογοθετίδης, Σταυρίδης).
Το 1960 υπογράφει την πρώτη του ταινία ως σκηνοθέτης, μεταφέροντας στον κινηματογράφο το θεατρικό έργο του Mανώλη Σκουλούδη Eίμαι Aθώος. Ακολουθεί το Έγκλημα στα Παρασκήνια (1961), ένα από τα πρώτα ελληνικά φιλμ- νουάρ, σε σενάριο Γιάννη Μαρή, που απέσπασε βραβείο φωτογραφίας (Αριστείδης Kαρύδης – Φουκς) και β’ γυναικείου ρόλου (Zωρζ Σαρή) στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης.
Το 1963 σκηνοθετεί δύο επιτυχημένες κωμωδίες (Κύριος Πτέραρχος με τον Λάμπρο Κωνσταντάρα, Της Κακομοίρας με τον Κώστα Χατζηχρήστο στο ρόλο του Ζήκου, μία από τις πλέον αρχετυπικές φιγούρες του ελληνικού κινηματογράφου) και το 1965 το κοινωνικό δράμα Οι Αδίστακτοι με πρωταγωνιστή τον Νίκο Κούρκουλο, που θα βραβευτεί για την ερμηνεία του στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Παράλληλα, εργάζεται ως διευθυντής φωτογραφίας και μοντέρ με σκηνοθέτες, όπως ο Γιώργος Tζαβέλλας (Αντιγόνη) και ο Αλέκος Σακελλάριος (Η κόρη μου η Σοσιαλίστρια).
Ο Ντίνος Κατσουρίδης θα συνδέσει άρρηκτα το όνομά του με τον Θανάση Βέγγο, τον οποίον γνώρισε για πρώτη φορά στη Φίνος Φιλμ, όταν ο Φιλοποίμην Φίνος παρέδωσε στον τότε βοηθό μοντέρ το υλικό του Δράκου για να μονταριστεί. Τη δύσκολη δουλειά ανέλαβε ο Θανάσης Βέγγος, που έκανε τόσο μεγάλη εντύπωση στον Κατσουρίδη, ώστε από το 1970 έως και το 1982 να γυρίσει μαζί του εννέα μεγάλου μήκους ταινίες.
Μία από τις πιο σημαντικές, αν όχι η σημαντικότερη στιγμή της καριέρας του, αποτελεί η διετία 1971-1972, όταν γύρισε τις ταινίες Τι Έκανες στον Πόλεμο Θανάση; και Θανάση Πάρε το Όπλο σου. Δύο ταινίες ορόσημο για τον εγχώριο κινηματογράφο, μέσα από τις οποίες ο Nτίνος Kατσουρίδης έδωσε ένα σθεναρό μήνυμα αντίδρασης στα μαύρα χρόνια της επταετίας. Παράλληλα, ανέδειξε το ταλέντο ενός από τους πιο σπουδαίους ηθοποιούς του ελληνικού κινηματογράφου, του Θανάση Βέγγου, στο ρόλο ενός ανθρώπου που από την κακομοιριά και την ηττοπάθεια, εκτοξεύεται στην αξιοπρέπεια και τη μαχητικότητα.
Ο Ντίνος Κατσουρίδης υπήρξε ο “κινηματογραφικός πατέρας” του Παντελή Βούλγαρη.
Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 συνέχισε να εργάζεται ακούραστα στις παραγωγές του νέου ελληνικού κινηματογράφου και με όλες τις ιδιότητες. Άλλοτε ως διευθυντής φωτογραφίας, άλλοτε ως μοντέρ.
Ως συνδικαλιστής διετέλεσε Πρόεδρος της Εταιρίας Ελλήνων Σκηνοθετών και μέλος των Διοικητικών Συμβουλίων της ΕΣΠΕΚ. Από την τελευταία αυτή θέση υπήρξε και πολέμιος του νόμου για τον κινηματογράφο, όχι όμως και της αλλαγής που πάντοτε πίστευε πως έπρεπε να συντελεστεί ώστε το ελληνικό σινεμά να μπορέσει να αναπνεύσει στη νέα εποχή.
{loadposition mypos1}