Η διαμόρφωση και η εξέλιξη στα γράμματα και τις Τέχνες έχουν απόλυτο δέσιμο μ’ ένα γενικότερο αντίκρυσμα της ζωής, αλλά κι ακόμα με την κοινωνικο-πολιτική εξέλιξη μέσ’ απ’ το χρόνο. Στοιχεία άσχετα με όσα συμβάλλουν στην καθημερινότητα και άπτονται σ’ εκείνα που αγγίζουν και συγκλονίζουν μια πραγματικότητα, είναι μάταια και δεν επιζούν. Περνούν στην αδιαφορία και τα σκεπάζει ο χρόνος.
Μπορεί άνετα να μελετηθεί το είδος και ποιες ήταν οι ανάγκες της κάθε εποχής, αν ερευνηθεί σωστά ο τομέας των Γραμμάτων και Τεχνών, γιατί από ‘κει μέσα θ’ αναδυθούν αλήθειες και διδάγματα. Σα μικρό παράδειγμα, το αστάθμητο και ρευστό της σημερινής ζωής αναφαίνεται ακέραιο στα Γράμματα και τις Τέχνες, ιδιαίτερα σε ποίηση, ζωγραφική, γλυπτική, που ελάχιστα είναι τα έργα τα οποία μπορούν να σταθούν και να επιβιώσουν. Το αφαιρετικό στοιχείο, για ‘κείνους που γνωρίζουν και σκέπτονται, δεν έχει την έννοια του -ας μου επιτραπεί η έκφραση- «εμπάτε σκύλοι αλέστε» αντίθετα, είναι απέραντα δεσμευτικό. Χρειάζεται βαθιά γνώση για να χρησιμοποιηθεί και να λειτουργήσει σωστά. Μέσα σε λίγες, φαινομενικά ασαφείς αράδες, μα με περιεχόμενο «συγκεκαλυμένο» παρουσιάζεται το νόημα του ποιήματος και οι στόχοι του ποιητή.
Σε παλιότερες εποχές τα ποιήματα μακρυγορούσαν. Τούτο δε σήμαινε ότι περιττολογούσαν, αντίθετα, ήταν αφηγηματικά. Το αφηγηματικό στοιχείο ήταν έντονο, το βρίσκουμε σ’ όλον τον 18ο αιώνα και στις τρεις σχεδόν πρώτες δεκαετίες του 19ου. Υπήρχε ανάλογος χρόνος για περιγραφές με λεπτομέρειες και η αφήγηση, μεσ’ απ’ τους στίχους, έβγαινε ατόφια. Σήμερα, σχετικά με το αφαιρετικό στοιχείο, δημιουργοί οι οποίοι δεν ξέρουν σωστά τους κλασικούς κανόνες, δε γνωρίζουν και τι αφαιρούν… Από πού και για τι, για ποιο λόγο… Έτσι, η ασάφεια -και η ανοησία- κυριαρχούν στο έπακρον. Όλα εκείνα τα ακαταλαβίστικα, οι περιττολογίες και οι κενολογίες οι οποίες αραδιάζονται είναι τέτοιες που κι αυτός που τις αράδιασε δεν ξέρει -αν ρωτηθεί- πώς και γιατί έγιναν και προσπαθεί να σκεφτεί, για να εξηγήσει τα… ανεξήγητα: οπότε, ως εδώ, όλα πάνε… πάτο: Δημιουργία της παρακμής, που θα τη σκεπάσει και θα την παρασύρει το διάβα του καιρού.
Η εκφραστικότητα και η λιτότητα, που υπήρχαν σε παλιότερους ποιητές, δεν έπαψαν να ενδιαφέρουν και να συγκινούν. Διδάγματα πολλά αναφαίνονται μεσ’ απ’ όλη εκείνη την ποιότητα, που, χωρίς να φωνασκεί, επιβλήθηκε με το λυρισμό, την ευαισθησία, την ομορφιά… Η ποίηση και η σκέψη στην Τέχνη δεν είναι σκάψιμο και βοτάνισμα, δεν είναι καρβουνοκάμινο, δεν είναι «άντε ν’ ανοίξουμ’ έναν βόθρο» που είναι μεν απαραίτητος, δεν υπάρχει όμως κανένας λόγος να τον αφήνουμε και ξεσκέπαστο: Η ποίηση και η Τέχνη είναι εκείνες που με όμορφο ραφινάτο τρόπο θ’ αναδείξουν αξίες, θα προβάλλουν διδάγματα, θα τονίσουν την ομορφιά , για να ξεκουράσουν και να ευωδιάσουν τη ζωή μας. Και τούτο το διαπιστώνουμε όχι μόνο απ’ τα δικά μας δεδομένα, αλλά και τα ξένα. Βλέπουμε, σε ποιήματα ξένων ποιητών –σε ωραίες ελληνικές μεταφράσεις- πλούσιο το αφηγηματικό στοιχείο, αρκεί ν’ αναφέρουμε μερικά, όπως τη Λίμνη του Λαμαρτίνου, σε μετάφραση Αριστ. Βαλαωρίτη αλλά και Σημηριώτη, την Κοκότα του Γκουίντο Γκοντζάνο, σε μετάφραση Ρίτας Μπούμη-Παππά, τη Νεκροψία της Άντα Νέγκρι, σε μετάφραση Άγγελου Βλάχου, τις Τρεις φοινικιές του Λέρμοντωφ Μιχαήλ Γιούργεβιτς, σε μετάφραση Φώτου Γιοφύλλη – Δημ. Παπαβασιλείου, την Άνναμπελ Λη του Εδγαρ Άλλαν Πόε, σε μετάφραση Φώτη Κομπορόζου –ή το υπέροχο Κοράκι- το Αν του Ρίντγυαρ Κίπλινγκ, σε μετάφραση Νίκου Καρβούνη, τόσα και τόσα, χωρίς να μακρυγορούμε.
Το αφηγηματικό στοιχείο είχε ένα χάρισμα, ότι το ποίημα εντυπωνόταν με την αφήγηση. Μπορεί ο στίχος –σα στίχος και ομοιοκαταληξία- να ξέφευγε απ’ την αντίληψη και τη μνήμη του ακροατή ή του αναγνώστη, η αφήγηση όμως εντυπωνόταν: Ήταν η ιστορία, το γεγονός, το παραμύθι –αν θέλετε- που το ζητάει και το κουβαλάει ο άνθρωπος απ’ τα παιδικά του χρόνια. Ιδιαίτερα, στα ελληνικά ποιήματα, όπως π.χ. το παλιό εκείνο «Η Μυρτιά» του Ιωάννη Σκυλίσση, το οποίο ο Χρήστος Σολωμονίδης το αναφέρει ως εξής, «Διήγημα έμμετρο με προσώδημα κλειδοκυμβάλου»: Το ποίημα αυτό αρχίζει και συνεχίζει με την ερωτική ιστορία μιας κοπέλας, της Μυρτιάς:
Της Μυρτιάς το τραγούδι ψάλλω
είναι, φίλοι, σκοπός θλιβερός,
Πλην θα μάθετε, δεν αμφιβάλω
ότι δεν λησμονεί ο Θεός!
Σας το λέγω καθώς μου το είπε
ένας γέρων της Πίνδου βοσκός.
Και συνεχίζει σε πολλά εξάστιχα, για να φθάσει μέχρι εκεί που έρχεται η τιμωρία και η κάθαρση. Υπάρχει μέσα στην αφήγηση πάντα και το λυρικό στοιχείο έντονο, η τρυφερότητα και η συγκίνηση, που κάνουν ψυχή και καρδιά να συμμετέχουν. Ούτως ώστε δε λειτουργεί μόνο το πνεύμα, για ν’ αφήνει στεγνό το δημιούργημα. Το ποίημα του Ζαλοκώστα π.χ. Ο βοριάς που τ’ αρνάκια παγώνει από πόσα στάδια δεν περνά τον αναγνώστη ή τον ακροατή. Και τούτο αφήνει παρακαταθήκες, είτε θέλουν να το παραδεχθούν οι «σύγχρονοι» ποιητές είτε όχι, που ασφαλώς θα πουν: «Μα τότε ήταν άλλοι καιροί…». Βέβαια, σε παιδικά χρόνια μπορεί να συγκινούσε Ο Ματρώζος του Γεωργίου Στρατήγη, αλλά και άλλων ποιητών διάφορα ποιήματα, όπως Τα δυό τουφέκια, Ο μαρμαρωμένος βασιλιάς, Στον τάφο του Καραϊσκάκη, Χώμα ελληνικόν, Εορτή των Χριστουγέννων, άλλα στη δημοτική και άλλα στην καθαρεύουσα –που μας έλεγαν οι παλιότεροι– που παράσερναν με το μελωδικό τους ρυθμό και τον παλμό των στίχων… Κι έμεναν στη μνήμη. Μα και σε νεότερους ποιητές, όπως ο Νίκος Καββαδίας με το ποίημα Μαραμπού ή ο Ορέστης Λάσκος με το Δημήτρης Θωμάτος, το Πελεκάνος ή το Πλοίαρχος Λάσκος που παρασέρνουν στο ρυθμό και την ανάσα τους. Θησαυρός πραγματικός στην ποίηση και παρακαταθήκες, καθώς προείπαμε.
Όχι, δε γυρίζουμε, δε γίνεται να γυρίσουμε πίσω, κάνουμε απλά εδώ κάποιες διαπιστώσεις. Κι όμως… με τις διαπιστώσεις αυτές να που γυρίσαμε, όχι για να δημιουργήσουμε με τον ίδιο τρόπο –τον αφηγηματικό- γιατί εκεί που φτάσαμε τι να συμμαζέψεις και πώς να ξαναρχίσεις.
Όμως όταν χρειάζεται κάτι ν’ αναφέρουμε σαν παράδειγμα, σαν ομορφιά, σαν εκφραστική διατύπωση, καταφεύγουμε πάντα σε παλιούς στίχους, παλιών αναγνωρισμένων ποιητών: Αυτό, τι λέει; Ότι το σήμερα δε μας δίνει τίποτα, γιατί στο μεγάλο μέρος του είναι αέρας φρέσκος. Υπάρχουν και οι εξαιρέσεις, μα χάνονται μέσα σ’ αυτή τη δίνη, σ’ αυτό το συρφετό. Λυπηρή διαπίστωση, πάντως, έτσι έχουν τα πράγματα, για τούτο ας το συνειδητοποιήσουμε όσο είναι καιρός. Ας το συνειδητοποιήσουμε για τη στροφή, αφού το σκεφτούμε καλά.
ΡΙΤΑ ΤΣΙΝΤΙΛΗ – ΒΛΗΣΜΑ, Συγγραφέας – Ποιήτρια
(Αρχείο εφημερίδας “Τα Μετέωρα”, ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ ΜΕΤΕΩΡΑ – Γρηγόρης Σταγέας)
{loadposition mypos1}
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!