Καταλύτης εξελίξεων γύρω από την ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης για το ελληνικό ζήτημα αναδεικνύεται η έκθεση Τόμσεν- Βελκουλέσκου για τη χώρα μας, προκαλώντας από την μια πλευρά έναν -μάλλον σπάνιο στα χρονικά των Μνημονίων- διχασμό μεταξύ Ευρωπαίων και ΔΝΤ (αλλά και στο εσωτερικό του Ταμείου ακόμα) και από την άλλη μια -επίσης κάπως ασυνήθιστη- σύμπνοια της Αθήνας.
Καθοριστικές θεωρούνται πλέον οι επόμενες μέρες, με σημείο εκκίνησης αύριο Πέμπτη 9 Φεβρουαρίου, όπου η όλη κατάσταση θα συζητηθεί στο Euroworking Group (το «μικρό Eurogroup» δηλαδή) και εκεί αναμένεται να καταγραφεί και η στάση του εκπροσώπου του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών, ενώ αναμένεται να υπάρξουν περαιτέρω επαφές και ζυμώσεις σε υψηλό επίπεδο, ακόμα και μέσα στο Παρασκευοσαββατοκύριακο.
Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με πληροφορίες, η ελληνική πλευρά ετοιμάζει αντιπρόταση με νέα μέτρα που δεν θα ξεπερνάνε πάντως σε καμία περίπτωση τα 2,5 δισ. ευρώ και θα προβλέπουν μείωση αφορολογήτου περίπου στα 7.000-7.700 ευρώ.
Σκληρή γλώσσα από Τσακαλώτο-Στουρνάρα
«Με ένα στόμα» πάντως, οι κύριοι Τσακαλώτος και Στουρνάρας (και ως μέλη του Eurogroup και του Ευρωσυστήματος αντίστοιχα, αλλά και ως ο νυν και ο πρώην υπουργός Οικονομικών της Ελλάδας), στις επιστολές τους οι οποίες ενσωματώνονται στην έκθεση του ΔΝΤ, καταφέρονται με σκληρή γλώσσα κατά του ρόλου και της στάσης του Ταμείου και τώρα στο 3ο Μνημόνιο, αλλά και στο παρελθόν ακόμα, όταν εμπόδιζε να ολοκληρωθεί το 2ο Μνημόνιο ή πίεζε να ανακεφαλαιοποιηθούν οι ελληνικές τράπεζες.
Η στάση των Ελλήνων αξιωματούχων -και ειδικά του διοικητής της ΤτΕ Γιάννη Στουρνάρα- ερμηνεύεται όμως και ως κίνηση που χαίρει στήριξης και άλλων Ευρωπαϊκών θεσμών, της Κομισιόν και του Ζαν Κλοντ Γιούνκερ από τη μια, αλλά και της ΕΚΤ και του Μάριου Ντράγκι από την άλλη.
Φαίνεται να επιβεβαιώνονται έτσι και οι πληροφορίες των τελευταίων μηνών -που καταγράφηκαν από το protothema.gr- πως και οι ευρωπαϊκοί θεσμοί ακόμα «βαράνε το σαμάρι» (το ΔΝΤ δηλαδή) θέλοντας, με αφορμή το ελληνικό ζήτημα, να «υψώσουν τείχος» απέναντι στο Βερολίνο, για να περιορίσουν την «μονοκρατορία» του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στα σχέδιά του και τις πιέσεις τους (μέσω του ΔΝΤ) για «τιμωρία» ή και έξοδο της Ελλάδος από την Ευρωζώνη, εξαιτίας όχι τόσο των οικονομικών της αδυναμιών και προβλημάτων, αλλά κυρίως λόγω της θεσμικής ανεπάρκειας που έχει επιδείξει σε πολλούς τομείς η χώρα για δεκαετίες -ιδιαίτερα όμως τα τελευταία 3 χρόνια.
Αντιλαμβάνομενος την κατάσταση αυτή, ο (πάντα «προσαρμοστικός» και ευαίσθητος στις αλλαγές «τάσεων») επικεφαλής του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ έσπευσε να βάλει «πάγο» στο ΔΝΤ, απορρίπτοντας ως υπερβολικές και άδικες τις εκτιμήσεις του, ευθυγραμμιζόμενος με τους κ.κ. Τσακαλώτο και Στουρνάρα πως το Ταμείο «ακυρώνει» θυσίες ετών του ελληνικού λαού.
Και όχι μόνον αυτό, αλλά ενώ ο κύριος Ντάισελμπλουμ τονίζει πως «κούρεμα» χρέους δεν υπάρχει, αναγνωρίζει τώρα ως πιθανόν το ενδεχόμενο περαιτέρω ελάφρυνσης των όρων αποπληρωμής του, εάν απαιτηθεί και «εάν η Ελλάδα συνεχίσει σε εποικοδομητικό δρόμο». Η δήλωση αυτή έρχεται μια μέρα μετά από εκείνην του προέδρου της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι που ζητούσε να περιγραφούν άμεσα τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους για να θεωρηθεί βιώσιμο, αλλιώς η ΕΚΤ δεν θα μπορεί να αγοράσει ελληνικά ομόλογα και η Ελλάδα δεν θα μπορεί να ενταχθεί στο πρόγραμμα «ποσοτικής χαλάρωσης» (QE) ώστε να βγει μετά στις αγορές και από το 3ο Μνημόνιο το 2018.
Ο επικεφαλής του Ευρωπαίκού Τμήματος του ΔΝΤ Πόουλ Τόμσεν τρέχει τώρα «να μαζέψει τα ασυμμάζευτα» καθώς, παρουσιάζοντας την έκθεση Βελκουλέσκου, προσπάθησε να υποβαθμίσει τις διαφωνίες στο εσωτερικό του Ταμείου – που καταγράφηκαν και επισήμως- λέγοντας πως «είναι σύνηθες φαινόμενο», την ώρα που οι Financial Times την χαρακτήριζαν «σπάνια».
Πυρ ομαδόν κατά ΔΝΤ από Κυβέρνηση-Στουρνάρα
Αίσθηση προκαλούν οι επιστολές Τσακαλώτου και Στουρνάρα προς το ΔΝΤ για την «άδικη» (όπως την χαρακτηρίζουν και οι δύο) έκθεση Βελκουλέσκου. Ο διοικητής της ΤτΕ (και μέλος του ΔΣ της ΕΚΤ) όχι απλώς συντάσσεται με την στάση της Αθήνας, αλλά επιτίθεται στο Ταμείο πως υποτιμά την πρόοδο της Ελλάδας, αλλά και πως έχει ευθύνη που δεν έκλεισε η αξιολόγηση το 2013.
Έτσι:
– Από τη μια, στην δική του επιστολή προς το Εκτελεστικό Συμβούλιο του ΔΝΤ, ο υπουργός Οικονομικών αμφισβητεί όλα τα στοιχεία στα οποία έχει στηριχθεί το Ταμείο προκειμένου να προχωρήσει σε προβλέψεις τόσο για την ανάπτυξη, όσο και για το πρωτογενές πλεόνασμα, αφήνοντας να εννοηθεί ότι η ελληνική κυβέρνηση θεωρεί ως επιτεύξιμο τον στόχο πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ και μετά το 2018. Συμφωνεί πάντως με το ΔΝΤ για την «ανάγκη διεύρυνσης της φορολογικής βάσης» αν και τονίζει πως αυτό θα πρέπει να γίνει «μέσω ενίσχυσης της φορολογικής συμμόρφωσης και όχι μέσω της μείωσης του αφορολόγητου».
– Από την άλλη, η επιστολή-καταπέλτης του Γιάννη Στουρνάρα κατακεραυνώνει το ΔΝΤ πως υποεκτιμά την πρόοδο που έχει συντελεστεί και είναι υπερβολικά απαισιόδοξο στις μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προβλέψεις του, αλλά και στις εκτιμήσεις του για περαιτέρω ανάγκη ανακεφαλαιοποίησης τραπεζών. Καταγγέλει ως αστήρικτες τις θέσεις του Ταμείου ότι το τραπεζικό σύστημα θα χρειαστεί επιπλέον στήριξη με 10 δισ. ευρώ όταν ΕΚΤ, SSM και Τράπεζα της Ελλάδος εκτιμούν πως ο κεφαλαιακός δείκτης των τραπεζών είναι 18% και από τους υψηλότερους στην ΕΕ (θυμίζοντας έτσι σε πολλούς την παλιά κόντρα που είχε ο ίδιος ως υπουργός το 2012 με τον κ.Τόμσεν όταν επιχειρούσε ως επικεφαλής του Ταμείου να «τορπιλίσει» την αξιολόγηση των ελληνικών τραπεζών).
Το αποκορύφωμα είναι η δήλωση Στουρνάρα κατά του Π. Τόμσεν στην Ανάλυση Βιωσιμότητας του Χρέους του 2ου Μνημονίου. «Αντί να αναφέρεται ψευδώς στις προτιμήσεις των ελληνικών Αρχών, θα ήταν πιο ακριβές να αναφέρει ότι οι περιορισμοί της χρηματοδότησης του ελληνικού Χρέους και η έλλειψη εμπροσθοβαρούς ελάφρυνσης του, καθόρισαν τους δημοσιονομικούς στόχους», τονίζει χαρακτηριστικά, εννοώντας ότι οι τερατώδεις στόχοι για πλεονάσματα 4,5% τέθηκαν εκ των υστέρων προκειμένου να «βγαίνει» ο λογαριασμός που εκπόνησε ο κ. Τόμσεν.
Τσακαλώτος και Στουρνάρας κατηγορούν επίσης το ΔΝΤ πως επιμένει σε «παραμετρικά» μέτρα λιτότητας, παραβλέποντας πως από την πλημμυρίδα νέων μέτρων στην τελευταία διετία καταγράφεται ήδη υπερ-πλεόνασμα γενικής κυβέρνησης της τάξεως του 2% του ΑΕΠ και, άρα, όπως αναφέρει ο χαρακτηριστικά ο διοικητής της ΤτΕ, «οι δημοσιονομικές προβλέψεις του Ταμείου εγείρουν πολλά ερωτήματα».