Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 91 ετών, στις 23 Απριλίου 1998. Δεν άφησε απογόνους από το γάμο του με την Αμαλία Μεγαπάνου (1952), που διαλύθηκε κατά τη διάρκεια της δικτατορίας.
Υπήρξε κορυφαίος έλληνας πολιτικός, με καθοριστική συμβολή στον οικονομικό και πολιτικό εκσυγχρονισμό της χώρας. Το σπουδαιότερο επίτευγμά του είναι η είσοδος της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής γεννήθηκε στις 8 Μαρτίου 1907 στο Κιούπκιοϊ (σήμερα Πρώτη), μια κωμόπολη κοντά στις Σέρρες, που τότε ανήκε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ο πατέρας του, Γεώργιος, δημοδιδάσκαλος και καλλιεργητής, είχε διωχθεί για την εθνική δράση του, τόσο από τις τουρκικές, όσο και μεταγενέστερα από τις βουλγαρικές αρχές κατοχής. Έζησε ως μαθητής, διαδοχικά, στην Πρώτη, τη Νέα Ζίχνη, τις Σέρρες και τελικά στην Αθήνα, όπου μετά την αποπεράτωση των γυμνασιακών του σπουδών, εγγράφηκε στη Νομική Σχολή, από την οποία αποφοίτησε το 1929.
Το 1930 υπηρέτησε επί τετράμηνο τη στρατιωτική του θητεία, ως προστάτης πολύτεκνης οικογένειας. Στη συνέχεια εργάστηκε ως δικηγόρος στις Σέρρες, μέχρις ότου εκλέχθηκε για πρώτη φορά βουλευτής το 1935 με το αντιβενιζελικό Λαϊκό Κόμμα. Επανεξελέγη βουλευτής το 1936, στις τελευταίες εκλογές πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Με την έκρηξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, ο Καραμανλής παρουσιάστηκε για να στρατευθεί στο Σιδηρόκαστρο, αλλά κρίθηκε ανίκανος να υπηρετήσει λόγω βαρηκοΐας. Στη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής ασχολήθηκε αποκλειστικά με τη δικηγορία. Επανήλθε στην ενεργό πολιτική το 1946, όταν έλαβε μέρος στις εκλογές της 31ης Μαρτίου ως υποψήφιος του Λαϊκού Κόμματος στις Σέρρες και εξελέγη πρώτος σε ψήφους βουλευτής.
Το όνομά του θα γίνει γνωστό στο πανελλήνιο από τη θητεία του ως Υπουργός Δημοσίων Έργων στην κυβέρνηση Παπάγου (1952-1955). Θα επιτελέσει σπουδαίο έργο, με την κατασκευή βασικών έργων υποδομής (εγγειοβελτιωτικά έργα, οδικές αρτηρίες, ενεργειακές μονάδες, έργα ύδρευσης κ.ά.). Ο δυναμισμός και η αποφασιστικότητα του Κωνσταντίνου Καραμανλή, αλλά και η απήχηση του έργου του στην κοινή γνώμη, αποτέλεσε ισχυρό πρόκριμα για την ανάδειξή του στην πρωθυπουργία, μετά τον θάνατο του Αλέξανδρου Παπάγου. Η πρωτοβουλία του βασιλέα Παύλου να του αναθέσει τον σχηματισμό της κυβέρνησης, στις 5 Οκτωβρίου 1955, εξέπληξε τους πάντες, αφού επικρατέστεροι για τη διαδοχή ήταν οι αντιπρόεδροι της κυβέρνησης Παπάγου, Στέφανος Στεφανόπουλος και Παναγιώτης Κανελλόπουλος.
Ο Καραμανλής, από την πρώτη μέρα της πρωθυπουργίας του, θέλησε να βάλει τη δική του σφραγίδα στην πολιτική ζωή της χώρας. Ίδρυσε νέο κόμμα, την Εθνική Ριζοσπαστική Ένωση (ΕΡΕ) και προσέφυγε στις κάλπες τον Φεβρουάριο του 1956. Τις κέρδισε, παρότι το κόμμα του ήλθε δεύτερο σε ψήφους, χάρις στο «τριφασικό» εκλογικό σύστημα. Η επικράτηση στην πρώτη αυτή και στη συνέχεια σε δύο ακόμη εκλογικές αναμετρήσεις, το 1958 και το 1961, του επέτρεψε να διατηρήσει αδιάλειπτα την εξουσία για μία οκταετία (1955-1963), ένα επίτευγμα χωρίς προηγούμενο στην πολιτική ιστορία της χώρας.
Το 1959 υπέγραψε τις Συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου, με τις οποίες τερματίστηκε η βρετανική κυριαρχία επί της Κύπρου και ιδρύθηκε ανεξάρτητο Κυπριακό κράτος, με εγγυήτριες δυνάμεις την Ελλάδα, την Τουρκία και τη Μεγάλη Βρετανία με δικαίωμα στρατιωτικής παρέμβασης.
Η πρώτη κυβερνητική οκταετία του Κωνσταντίνου Καραμανλή διακόπηκε απρόβλεπτα, με την παραίτησή του, τον Ιούνιο του 1963, ύστερα από διαφωνία με τον βασιλέα Παύλο, η οποία σηματοδότησε τη ρήξη του με τα Ανάκτορα. Η κρίση δεν ήταν ανεξάρτητη από το κλίμα πολιτικής έντασης εκείνης της εποχής.
Στις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου 1963 ηγήθηκε της ΕΡΕ, αλλά υπό το βάρος των καταγγελιών της αντιπολίτευσης, ηττήθηκε από την «Ένωση Κέντρου» του Γεωργίου Παπανδρέου. Τότε, ο Καραμανλής παραιτήθηκε από την ηγεσία της ΕΡΕ κι έφυγε μυστικά για το Παρίσι με το ψευδώνυμο «Τριανταφυλλίδης», όπου ιδιώτευσε επί 11 χρόνια μέχρι τη Μεταπολίτευση.
Στις 24 Ιουλίου 1974 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής επανήλθε θριαμβευτικά στην Ελλάδα, μετά την κατάρρευση της δικτατορίας υπό το βάρος του άφρονος πραξικοπήματος στην Κύπρο και της τουρκικής εισβολής στη μεγαλόνησο. Επικεφαλής της κυβέρνησης «Εθνικής Ενότητας», κατόρθωσε με συνετές και αποφασιστικές κινήσεις να αποκαταστήσει πλήρως τη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος στην Ελλάδα.
Στις πρώτες ελεύθερες εκλογές (17 Νοεμβρίου 1974) ο Καραμανλής επικράτησε με το επιβλητικό 54,2% των ψήφων. Η άνετη νίκη του και στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση (Νοέμβριος 1977), θα του επιτρέψει να παραμείνει αδιάλειπτα στην εξουσία για μία εξαετία, επικεφαλής της Νέας Δημοκρατίας, ενός νεοσύστατου σχηματισμού, που εντάσσεται στον κεντροδεξιό χώρο, με ιδεολογικό στίγμα τον ριζοσπαστικό φιλελευθερισμό. Η διενέργεια δημοψηφίσματος, στις 8 Δεκεμβρίου 1974, τερμάτισε τη μακρά διένεξη για το πολιτειακό, με την οριστική εγκαθίδρυση της αβασίλευτης δημοκρατίας.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής εγκατέλειψε την ενεργό πολιτική το 1980, μετά την υπογραφή της συνθήκης προσχώρησης της Ελλάδας στην ΕΟΚ. Στις 5 Μαΐου 1980 εκλέχθηκε Πρόεδρος της Δημοκρατίας, σε μια περίοδο που το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου βρισκόταν προ των πυλών της εξουσίας. Η αυστηρή προσήλωση στην τήρηση των συνταγματικών κανόνων και η συνεπής τοποθέτηση πάνω από τις κομματικές διαμάχες, η εξασφάλιση της ομαλής διαδοχής των κομμάτων στην εξουσία, η συμβολή στην εκτόνωση των πολιτικών παθών και η συνεισφορά του στην εμπέδωση της εθνικής ενότητας, συνέθεσαν τις κύριες παραμέτρους της παρουσίας του στο ύπατο αξίωμα, σε συνδυασμό και με την ενίσχυση του διεθνούς κύρους της χώρας.
Το 1985 ο πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου αθετεί την υπόσχεση του προς τον Καραμανλή για δεύτερη θητεία και προτείνει για Πρόεδρο της Δημοκρατίας τον αρεοπαγίτη Χρήστο Σαρτζετάκη. Ο Καραμανλής αποχωρεί πικραμένος. Επανεξελέγη στο ύπατο αξίωμα της χώρας την πενταετία 1990-1995, οπότε αποχώρησε οριστικά από την πολιτική. Είχε συμπληρώσει 60 χρόνια στο πολιτικό προσκήνιο: 8 χρόνια ως υπουργός, 14 ως πρωθυπουργός και 10 ως Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!