Στις 12 Ιουλίου 1926 βρέθηκε νεκρή στο υπνοδωμάτιο του σπιτιού της, λόγω υπερβολικής δόσης υπνωτικών χαπιών, η Γερτρούδη Μπελ. Μεγάλη συζήτηση είχε γίνει τότε αν αυτή η υπερβολική δόση ήταν μία σκόπιμη αυτοκτονία ή ατύχημα, τη στιγμή που είχε ζητήσει από την υπηρέτριά της να την ξυπνήσει.
Η Γερτρούδη Μπελ υπήρξε Αγγλίδα αρχαιολόγος, αραβολόγος, εξερευνήτρια, συγγραφέας, διπλωμάτης και κατάσκοπος, η γυναίκα που δημιούργησε το περίφημο Αρχαιολογικό Μουσείο της Βαγδάτης.
H Γκέρτρουντ Mάργκαρετ Λόθιαν Mπελ γεννήθηκε στις 14 Ιουλίου 1868 στο Γουάσινγκτον Χολ της κομητείας Ντάραμ της Αγγλίας. H οικογένειά της ήταν πολύ ισχυρή και είχε προοδευτικές απόψεις. Η νεαρή Γερτρούδη πραγματοποίησε τις εγκύκλιες σπουδές της στο Queen’s College, ένα ιδιωτικό σχολείο θηλέων στο Λονδίνο και το 1886 έγινε δεκτή κατ’ εξαίρεση στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, όπου σπούδασε ιστορία.
Μη σκοπεύοντας να παντρευτεί, όπως κάθε κορίτσι της καλής κοινωνίας του καιρού της, έμαθε περσικά και το 1892 πήγε στην Περσία (σημερινό Ιράν), όπου ο θείος της ήταν πρεσβευτής της Βρετανίας. Εκεί έγραψε το πρώτο ταξιδιωτικό βιβλίο της «Εικόνες από την Περσία» και μετέφρασε στα αγγλικά τον μυστικιστή Πέρση ποιητή Xαφίζ. Τα επόμενα δέκα χρόνια ταξίδεψε επανειλημμένα σε όλη τη Μέση Ανατολή, όπου έζησε για μακρά χρονικά διαστήματα, έμαθε αραβικά (μιλούσε ήδη γαλλικά, γερμανικά, ιταλικά, περσικά και τούρκικα), εξάσκησε την αρχαιολογία, που ήταν πάντα η μεγάλη της αγάπη και στις αρχές του 20ού αιώνα ήταν επικεφαλής σημαντικών αρχαιολογικών αποστολών στη Συρία και στο Ιράκ, για τις οποίες μάλιστα έγραψε στη συνέχεια, δημοφιλή άρθρα.
Το 1907 αποτέλεσε δραστήριο μέλος της Κίνησης κατά της Ψήφου των Γυναικών (Anti-Suffrage League), επειδή, όπως πίστευε η γυναίκα-νοικοκυρά της εποχής της δεν ήταν ώριμη να επωμισθεί ένα τέτοιο βάρος.
Νωρίτερα και συγκεκριμένα το 1901 το όνομά της είχε κάνει τον γύρο του κόσμου, όταν κατόρθωσε να επιβιώσει κρεμασμένη επί 53 ώρες από ένα σκοινί στη βορειοδυτική πλευρά των Άλπεων, κατά τη διάρκεια ενός ορειβατικού περιπάτου.
Μετά τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, η Μπελ σχεδίασε τα σύνορα ενός νέου κράτους της Μεσοποταμίας (μετέπειτα Ιράκ), που αποτελείτο από τις πρώην οθωμανικές επαρχίες της Mοσούλης, της Bαγδάτης και της Bασόρας. Η Μπελ έπεισε τον Γουίνστον Τσόρτσιλ (τότε Υπουργό Πολέμου) να ορίσει ως ανώτατο άρχοντα τον πρώην βασιλιά της Συρίας Φαϊζάλ. Η Μπελ είχε τόση επιρροή πάνω στον ιρακινό μονάρχη, που αποκλήθηκε «βασίλισσα του Ιράκ δίχως στέμμα».
Η Μπελ, εκτός από τις πολιτικές της δραστηριότητες, ενδιαφέρθηκε για τη διάσωση του πολιτισμού και της ιστορίας του Ιράκ, της χώρας που περιλαμβάνει τα σπουδαία κατάλοιπα των πολιτισμών της Μεσοποταμίας και την παραμονή τους στον τόπο καταγωγής τους. Συγκέντρωσε έτσι στη Βαγδάτη μεγάλο αριθμό σπουδαίων έργων τέχνης, όπως της Βαβυλωνιακής αυτοκρατορίας κι αυτή η συλλογή αποτέλεσε τον πυρήνα του μουσείου, το οποίο εγκαινιάσθηκε τον Ιούνιο του 1926, ένα μόλις μήνα πριν από το θάνατό της.
Η Γερτρούδη Μπελ ήταν μια μοναχική γυναίκα με ισχυρό χαρακτήρα, απίστευτη ενεργητικότητα και δίψα για περιπέτεια. Ήταν αδύνατη, με πλούσια κοκκινωπά λαμπερά μαλλιά, διαπεραστικά γαλαζοπράσινα μάτια, τορνευτά χείλια και στρογγυλό πρόσωπο. Ντυνόταν προσεκτικά, με κυματιστές μουσελίνες. Δεν παντρεύτηκε ποτέ, ούτε απέκτησε παιδιά, είχε όμως μία «παράνομη» σχέση με έναν παντρεμένο, τον ταγματάρχη Τσαρλς Ντότι-Γουάιλι, με τον οποίο είχε ανταλλάξει ερωτικές επιστολές (από το 1913 έως το 1915), ενώ μετά το θάνατό του στην Καλλίπολη αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά στη δουλειά της.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!