Πρωτογενές υπερπλεόνασμα ρεκόρ, 4,2% του ΑΕΠ, σημείωσε ο προϋπολογισμός του 2017, έναντι μνημονιακού στόχου για 1,75% του ΑΕΠ, αλλά το κόστος πλήρωσε ακριβά η οικονομική ανάπτυξη, που προσγειώθηκε στο ισχνό 1,4% την ίδια χρονιά έναντι στόχου του προϋπολογισμού του 2017 για 2,7%.
Είναι προφανές ότι τα υπερδιπλάσια έναντι του στόχου πλεονάσματα, στερώντας πόρους από την οικονομία, συνδέονται ευθέως με την καθήλωση της ανάπτυξης στο μισό του ρυθμού που είχε προβλεφθεί. Είναι ενδεικτικό ότι η κατανάλωση ήταν σχεδόν στάσιμη το 2017 (+0,1%), κάτι το οποίο οικονομικοί αναλυτές απέδωσαν στην εξάντληση των καταναλωτών λόγω υπερβολικών φορολογικών βαρών.
Η κυβέρνηση, βεβαίως, δήλωσε ικανοποιημένη, παρότι ο πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας κατηγορούσε πριν από δύο χρόνια την προηγούμενη κυβέρνηση ότι είχε θέσει υπερβολικούς στόχους για πρωτογενή πλεονάσματα 4,5% του ΑΕΠ το 2016, ’17, ’18. Τελικά, τον στόχο αυτό τον πέτυχε ο ίδιος, αν και οι θεσμοί εν τω μεταξύ είχαν κατεβάσει τον πήχυ (στο 1,75% του ΑΕΠ για το 2017 και στο 3,5% του ΑΕΠ για το 2018).
Στη χθεσινή ανακοίνωσή του, το υπουργείο Οικονομικών μιλάει για απόδειξη «αξιοπιστίας της δημοσιονομικής διαχείρισης» και προσθέτει: «Τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι όχι μόνο είναι εφικτός ο στόχος πρωτογενών πλεονασμάτων ύψους 3,5% του ΑΕΠ για το 2018 και τα επόμενα χρόνια, αλλά και ότι θα υπάρξει ο δημοσιονομικός χώρος για στοχευμένες φορολογικές ελαφρύνσεις και κοινωνικές δαπάνες κατά τη μεταμνημονιακή περίοδο». Η επισήμανση αυτή αφορά τα «αντίμετρα» που έχει σχεδιάσει η κυβέρνηση, σε περίπτωση που ξεπεράσει τον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2019 και 2020, αλλά αυτά προς το παρόν είναι στην κρίση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, το οποίο θα εισηγηθεί εντός του Μαΐου αν μπορούν να εφαρμοστούν. Ασφαλώς, η κυβέρνηση ευελπιστεί ότι το υπερπλεόνασμα θα επηρεάσει θετικά την κρίση του Ταμείου.
Θετικά αντέδρασε, εξάλλου, χθες και η Κομισιόν, με τον επίτροπο Πιερ Μοσκοβισί και τον εκπρόσωπό της Μαργαρίτη Σχοινά να δηλώνουν ότι οι προσπάθειες και οι θυσίες του ελληνικού λαού τώρα αποδίδουν.
Το υπερπλεόνασμα που ανακοινώθηκε χθες ήταν μεγαλύτερο όχι μόνο έναντι του στόχου του προγράμματος (1,75% του ΑΕΠ), αλλά και έναντι της εκτίμησής του στον προϋπολογισμό του 2018 (2,44%), καθώς και των πρόσφατων εκτιμήσεων φορέων, όπως του Δημοσιονομικού Συμβουλίου, που ανέφερε πριν από ένα μήνα ότι «ενδέχεται να ξεπεράσει το 3,5% του ΑΕΠ».
Κατά κύριο λόγο, η υπέρβαση του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος για το 2017 είναι αποτέλεσμα της περικοπής δαπανών τόσο του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (κατά 800 εκατ. ευρώ περίπου) όσο και των κοινωνικών παροχών, καθώς υπήρξε καθυστέρηση στην εφαρμογή του Κοινωνικού Εισοδήματος
Αλληλεγγύης. Τα έσοδα ήταν μειωμένα λόγω εξάντλησης της φοροδοτικής ικανότητας των πολιτών, αλλά υπήρξε υπεραπόδοση των εσόδων του ΕΦΚΑ που κάλυψε ένα μέρος του κενού. Οι νέοι φόροι του 2017 επιβάρυναν μεταξύ άλλων καφέ, καύσιμα, κινητή τηλεφωνία, αλλά και τους κατοίκους των νησιών μετά την κατάργηση του ευνοϊκού καθεστώτος ΦΠΑ.
Σε σύγκριση με το 2016, σύμφωνα με τα στοιχεία που κοινοποίησε η ΕΛΣΤΑΤ στην Eurostat (και η τελευταία αποδέχθηκε χωρίς αστερίσκους), οι δαπάνες της γενικής κυβέρνησης μειώθηκαν σε σύγκριση με το 2016 από τα 86,271 δισ. ευρώ στα 85,322 δισ. ευρώ και τα έσοδα μειώθηκαν από τα 87,365 δισ. ευρώ στα 86,776 δισ. ευρώ.
Πλεονασματικό (0,8% του ΑΕΠ) ήταν και το ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης με τους τόκους.
Το χρέος της γενικής κυβέρνησης, εξάλλου, μειώθηκε από το 180,8% του ΑΕΠ στο 178,6% του ΑΕΠ, αν και σε απόλυτο μέγεθος αυξήθηκε από τα 315 δισ. ευρώ στα 317,4 δισ. ευρώ.
Μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης, η Ελλάδα είναι αυτή με το υψηλότερο χρέος, ακολουθούμενη από την Ιταλία (131,8% του ΑΕΠ). Το ΑΕΠ αυξήθηκε από τα 174,2 δισ. ευρώ στα 177,7 δισ. ευρώ.
Υπερφορολόγηση
Σχολιάζοντας την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων για το πρωτογενές πλεόνασμα, ο τομεάρχης Οικονομικών της Ν.Δ. Χρήστος Σταϊκούρας σημείωσε: «Η κυβέρνηση δεν δικαιούται να πανηγυρίζει για το πρωτογενές πλεόνασμα, το οποίο οφείλεται στη συνειδητή επιλογή της να υπερφορολογήσει νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Το αποτέλεσμα της πολιτικής της είναι η συρρίκνωση του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών, η διόγκωση του ιδιωτικού χρέους και η αδυναμία επίτευξης των αναπτυξιακών στόχων».
Ο κ. Σταϊκούρας σημειώνει ότι η φοροδοτική ικανότητα των πολιτών έχει εξαντληθεί και οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς εφορίες και ασφαλιστικά ταμεία έχουν ξεπεράσει τα 130 δισ. ευρώ (αύξηση 50% από το τέλος του 2014).