Δεσμεύσεις ώς το 2022 αναλαμβάνει η κυβέρνηση με το επικαιροποιημένο μνημόνιο που προέκυψε από την τέταρτη αξιολόγηση, το οποίο –επιπλέον– αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να εφαρμοστεί από 1/1/2019 η μείωση του αφορολογήτου, παρά τις διαβεβαιώσεις κυβερνητικών αξιωματούχων ότι το ενδεχόμενο αυτό έχει αποκλειστεί.
Το κείμενο που ανήρτησε χθες στην ιστοσελίδα της η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συνιστά ουσιαστικά ένα νέο –τέταρτο– μνημόνιο χωρίς λεφτά, η εφαρμογή του οποίου θα παρακολουθείται στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας που αναμένεται να συγκεκριμενοποιηθεί στο επόμενο Eurogroup της 21ης Ιουνίου. Η ιδέα της καθαρής εξόδου, μετά τη δημοσιοποίηση του επικαιροποιημένου μνημονίου, δείχνει να έχει χάσει κάθε περιεχόμενο.
Για να μην αφήσει καμία αμφιβολία ότι βλέπει μακριά, πέραν της 20ής Αυγούστου, το κείμενο του επικαιροποιημένου μνημονίου σημειώνει στην εισαγωγή του: «Η επιτυχία της ανάκαμψης θα απαιτήσει τη σταθερή εφαρμογή των συμφωνηθεισών πολιτικών για πολλά χρόνια». Στο σημείο αυτό μιλά για την «πολιτική δέσμευση» που είναι απαραίτητη, καθώς και για την τεχνική βοήθεια που θα παράσχει η ευρωπαϊκή πλευρά. Γενικά, το κείμενο διαπνέεται από μια λογική συνέχειας (δεσμεύσεων, συνεργασίας κ.τ.λ.) και όχι τέλους του μνημονίου.
Το κείμενο ακυρώνει ουσιαστικά και το περίφημο ολιστικό αναπτυξιακό σχέδιο της κυβέρνησης. Το αντιμετωπίζει ως ένα κείμενο που δεν είναι τελικό, καλεί την κυβέρνηση να διαπραγματευθεί με τους κοινωνικούς εταίρους για την οριστικοποίησή του, σημειώνει ότι στα σημεία που είναι «γενικό» πρέπει να συγκεκριμενοποιηθεί με λειτουργικά μέτρα πολιτικής, ώστε να ενισχυθεί η αξιοπιστία του και –το αποκορύφωμα– βάζει σφήνα ένα Επιστημονικό Αναπτυξιακό Συμβούλιο, στο οποίο θα συμμετέχει ένα Συμβουλευτικό Πάνελ από ξένους επενδυτές, εκτός από τους κοινωνικούς εταίρους και τις κλαδικές επιχειρηματικές οργανώσεις, προκειμένου να «βοηθήσει» την κυβέρνηση στην εφαρμογή της αναπτυξιακής της στρατηγικής.
Παράλληλα, αποδυναμώνει τα φιλόδοξα κυβερνητικά σχέδια για την Εθνική Αναπτυξιακή Τράπεζα, αφού ορίζει σαφώς ότι «δεν θα δέχεται καταθέσεις από το κοινό, ούτε θα εμπλέκεται σε άμεσο δανεισμό». Επίσης, θα διασφαλισθεί ότι η τράπεζα δεν θέτει σε κίνδυνο τα δημόσια οικονομικά και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
Τα προαπαιτούμενα του επικαιροποιημένου μνημονίου κάθε άλλο παρά έχουν μειωθεί από το τέλος της προηγούμενης αξιολόγησης. Σχεδόν 90 δεσμεύσεις πρέπει να γίνουν πράξη τις επόμενες τρεις εβδομάδες, ενώ σε τουλάχιστον 20 γίνεται αναφορά σε μεταμνημονιακές υποχρεώσεις.
Οι μεταμνημονιακές δεσμεύσεις ξεκινούν από τα δημοσιονομικά: Ως προαπαιτούμενο θα ψηφιστεί το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα 2019-22, που θα προβλέπει πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ ώς το 2022. Μάλιστα, ανοίγει παράθυρο και για πρόσθετα μέτρα, αφού σημειώνει ότι η κυβέρνηση πρέπει να λάβει υπόψη της τις υφιστάμενες και μελλοντικές αποφάσεις δικαστηρίων, οι συνέπειες των οποίων πρέπει να αντισταθμιστούν.
Από κει και πέρα, στις μεταμνημονιακές δεσμεύσεις περιλαμβάνονται τα εξής:
• Η μείωση των συντάξεων το 2019 για να εξοικονομηθεί 1% του ΑΕΠ, αλλά και η μείωση του αφορολογήτου, επίσης από το 2019, «αν το ΔΝΤ, σε συνεργασία με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και τις ελληνικές αρχές, στο πλαίσιο της τελικής αξιολόγησης και βάσει μιας διαφανούς πρόβλεψης, θεωρήσει ότι χρειάζεται μια εμπροσθοβαρής εφαρμογή για να επιτευχθεί το πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2019». Διαφορετικά, το αφορολόγητο θα μειωθεί το 2020.
• Η πλήρης κατάργηση του ΕΚΑΣ ώς τον Δεκέμβριο του 2019.
• Η ολοκλήρωση του κτηματολογίου ώς τις 31/6/2021.
• Η συνέχιση των ιδιωτικοποιήσεων που ξεπερνούν τον ορίζοντα του μνημονίου (μεταξύ άλλων, ΔΕΣΦΑ το τέλος του 2018, Ελληνικό τον Δεκέμβριο του 2018, ΔΕΗ πώληση 17%).
• Οι τοποθετήσεις στελεχών στο Δημόσιο ώς τον Δεκέμβριο του 2018.
• Οροφές στην απασχόληση και στο μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων, ώστε να μειώνεται το κόστος μισθοδοσίας ως ποσοστό του ΑΕΠ έως το 2022.