Εφυγαν και έριξαν μαύρη πέτρα πίσω τους σε ποσοστό που προσεγγίζει το 82%.
Ερευνα της ICAP για το brain drain, τα συμπεράσματα της οποίας δημοσιεύει η «Καθημερινή», αποκαλύπτει ότι 36% των «μυαλών» που εγκατέλειψαν την Ελλάδα, λόγω της κρίσης, δηλώνουν ότι δεν θα γυρίσουν ποτέ στη γενέτειρα, ενώ επιπλέον ποσοστό της τάξεως του 46% εκτιμά ότι θα χρειαστεί πάνω από τρία χρόνια για να εξετάσει το ενδεχόμενο επιστροφής.
Μόλις οι 11 στους 100 δηλώνουν ότι μπορεί να γυρίσουν μέσα στα επόμενα δύο χρόνια, ενώ για νωρίτερα το συζητά η ισχνή μειοψηφία του 7%. Ακόμη και αυτοί που θα συζητούσαν το ενδεχόμενο επιστροφής, δηλώνουν ότι θα το έκαναν μόνο αν είχαν μια πολύ καλή επαγγελματική πρόταση που θα τους εξασφάλιζε ετήσιες μεικτές αποδοχές άνω των 40.000 ευρώ. Δηλαδή, θέτουν ως προϋπόθεση για να επιστρέψουν κάτι που αποτελεί «είδος υπό εξαφάνιση» στην Ελλάδα: μια καλοπληρωμένη θέση εργασίας.
Είναι η τέταρτη συνεχόμενη χρονιά κατά την οποία η εταιρεία διενεργεί τη συγκεκριμένη έρευνα και αυτή τη φορά το δείγμα αφορούσε 1.068 άτομα από 61 χώρες. Οι απαντήσεις δόθηκαν ηλεκτρονικά στο διάστημα από 16 Απριλίου έως 30 Μαΐου φέτος, κάτι που σημαίνει ότι σε αυτές έχουν αποτυπωθεί όλες οι τρέχουσες εξελίξεις στην Ελλάδα. Οπως επισημαίνει ο Κώστας Ζούλιας, διευθυντής του τμήματος human capital consulting, «ο πληθυσμός του brain drain ωριμάζει και εξελίσσεται και όσοι από αυτούς επιτυγχάνουν στις νέες τους πατρίδες, κατά μεγάλο ποσοστό θα παραμείνουν εκεί, χωρίς να υπάρχει τρόπος για την Ελλάδα να αξιοποιήσει τις εμπειρίες και τις γνώσεις που έχουν αποκτήσει με παραγωγικό τρόπο».
Ο βασικότερος λόγος που επικαλέστηκαν οι ερωτηθέντες από την ICAP για να δικαιολογήσουν την απόφασή τους να εργαστούν εκτός Ελλάδας «πληγώνει», καθώς δεν είναι παράγοντας που εξαλείφεται με την έξοδο από την οικονομική κρίση. Σε ποσοστό 44% οι ερωτηθέντες επικαλέστηκαν την έλλειψη αξιοκρατίας και τη διαφθορά στην Ελλάδα, ενώ η οικονομική κρίση έρχεται δεύτερη σε ποσοστό 36%. Το 27% των ερωτηθέντων προέβαλε τις καλύτερες εργασιακές συνθήκες που επικρατούν στο εξωτερικό, ενώ η εξεύρεση υψηλότερων αποδοχών αποτελεί τον κυριότερο λόγο για το 25% των ερωτηθέντων.
Οι μισθοί τους οποίους εξασφαλίζουν όσοι μετακινούνται εκτός Ελλάδας είναι πολύ υψηλοί για τα ελληνικά δεδομένα. Ετσι, ετήσιες αποδοχές έως και 20.000 ευρώ έχουν μόλις οι 18 στους 100. Ο ένας στους 3 εισπράττει από 21 έως 40.000 ευρώ, ενώ περίπου ο ένας στους δύο σπάει προς τα πάνω το φράγμα των 40.000 ευρώ ετησίως (σ.σ.: το 18% κυμαίνεται από 41 έως 60.000 ευρώ, το 17% από 61 έως 10.000 ευρώ και το 13% από 100 χιλιάδες ευρώ και πάνω).
Εκτός από τον υψηλότερο μισθό, όσοι έφυγαν εκτός Ελλάδας δηλώνουν ότι απολαμβάνουν και άλλες παροχές όπως η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη (σε ποσοστό 75%), ένα συνταξιοδοτικό πρόγραμμα (σε ποσοστό 63%), κινητό τηλέφωνο (σε ποσοστό 41%) αλλά και έξοδα μετακίνησης (σε ποσοστό 37% ή τα κουπόνια (σε ποσοστό 20%).
Στους συνεντευξιαζόμενους τέθηκε το ερώτημα ποιος θα ήταν ο ελάχιστος ετήσιος μεικτός μισθός με τον οποίο θα επέστρεφαν στην Ελλάδα. Σε ποσοστό 37% απάντησαν 50.000 ευρώ και πάνω, ενώ το 13% θα «συμβιβαζόταν με 40.000 έως 50.000 ευρώ. Το 21% πέφτει στα 30 έως 40.000 ευρώ, ενώ το 21% περιορίζεται στα 20 έως 30.000 ευρώ. Στο επίπεδο των 10 έως 20.000 ευρώ, η έρευνα καταγράφει ποσοστό μόλις 8%. Αξίζει να σημειωθεί ότι, όπως προκύπτει από τις φορολογικές δηλώσεις, ετήσιο εισόδημα άνω των 20.000 ευρώ ετησίως από μισθωτές υπηρεσίες δεν έχει, πλέον, στην Ελλάδα ούτε ο ένας στους 6.
Ακόμη όμως και αν υπήρχαν καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας για να οδηγήσουν στον επαναπατρισμό του ανθρώπινου δυναμικού που έφυγε, έπρεπε να αντιμετωπιστεί και το θέμα της υπερφορολόγησης της εργασίας: «Αν συγκρίνουμε έναν μισθωτό με μηνιαίο καθαρό εισόδημα γύρω στα 1.730 ευρώ στην Ελλάδα και την Κύπρο, θα διαπιστώσουμε ότι οι φόροι και οι εισφορές που αποδίδει στο κυπριακό κράτος αποτελούν μόλις το 14% του μεικτού μισθού του, ενώ στο ελληνικό το 45%», υποστηρίζει από την πλευρά του ο Αρης Σκέρτσος, γενικός διευθυντής του ΣΕΒ, συμπληρώνοντας ότι «η μείωση της υπερφορολόγησης της εργασίας αποτελεί μείζονα προτεραιότητα για περισσότερες επενδύσεις, νέες θέσεις απασχόλησης και επαναπατρισμό των άξιων Ελλήνων και Ελληνίδων που έχουν εγκαταλείψει τη χώρα».
Πρώτοι στις… διαρροές οικονομολόγοι και μηχανικοί
Με το brain drain η Ελλάδα χάνει πολύτιμο ανθρώπινο κεφάλαιο όπως προκύπτει και από την επεξεργασία των βιογραφικών όσων έχουν αποχωρήσει. Οι 53 στους 100 έχουν μεταπτυχιακό, ενώ οι 8 στους 100 έχουν και διδακτορικό. Χωρίς πτυχίο είναι μόλις το 8%. Μάλιστα, όταν ερωτώνται για τη χώρα απόκτησης του πτυχίου του μεταπτυχιακού ή του διδακτορικού απαντούν ως εξής:
1. Σε ποσοστό 80% απέκτησαν το πρώτο πτυχίο στην Ελλάδα (κάτι που σημαίνει ότι οι κύριες σπουδές χρηματοδοτήθηκαν με πόρους του Ελληνα φορολογούμενου).
2. Σε ποσοστό 42% απέκτησαν μεταπτυχιακό στο Ηνωμένο Βασίλειο με δεύτερη την Ελλάδα σε ποσοστό 27%, ενώ το διδακτορικό αποκτήθηκε σε ποσοστό 35% στο Ηνωμένο Βασίλειο και σε ποσοστό 25% στην Ελλάδα.
Στο εξωτερικό διαρρέουν κυρίως οικονομολόγοι, μηχανικοί και επιστήμονες με ειδίκευση στον χώρο της πληροφορικής. Ετσι, τα οικονομικά πτυχία (μαζί με αυτά της διοίκησης και του marketing) έρχονται στην πρώτη θέση της κατάταξης σε ποσοστό 35%, ενώ ακολουθούν οι μηχανικοί σε ποσοστό 19%.
Η πληροφορική είναι στην τρίτη θέση με ποσοστό 12%, ενώ παρά την αντίληψη που έχει δημιουργηθεί, οι γιατροί κατατάσσονται στις κατώτερες θέσεις της σχετικής κατάταξης με ποσοστό μόλις 5%.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!