Ένας Έλληνας σε μια θέση-κλειδί του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών δεν είναι καθημερινό φαινόμενο. Αλλά πόσο συχνά ακούμε για έναν Έλληνα που εργάζεται σε ένα από τα μεγάλα διεθνή κέντρα αποφάσεων – και μάλιστα για το Περιβάλλον και την κλιματική αλλαγή; Επιπλέον, ο Στέφανος Φωτίου έχει το σπάνιο προνόμιο – και ταυτόχρονα την βαριά ευθύνη – να ασχολείται με όσα συμβαίνουν στον μισό πλανήτη!
Με την ιδιότητα του επικεφαλής της Διεύθυνσης Περιβάλλοντος και Ανάπτυξης στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή του ΟΗΕ για την Ασία και τον Ειρηνικό, μίλησε πρόσφατα στη HuffPost σε μία εφ′ όλης της ύλης συνέντευξη.
Με αφετηρία το περιβάλλον και την κλιματική αλλαγή, συζητήσαμε για τους αρνητές της, για τα fake news που υποβαθμίζουν την ενημέρωση των πολιτών, αλλά και για τους τρόπους με τους οποίους θα μπει τέλος σε μια ανυπολόγιστη καταστροφή με τελικό αποδέκτη τον άνθρωπο.
Οι Έλληνες που συμβαίνει να εργάζονται στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών μπορεί να έχουν απομακρυνθεί από την καθημερινή δημόσια συζήτηση που διεξάγεται σε εθνικό επίπεδο, ωστόσο είναι άνθρωποι σαν όλους εμάς. Εχουν τις ίδιες ανησυχίες και ανάλογα ενδιαφέροντα. Ακριβώς όμως επειδή η ατζέντα που καλούνται να διαχειριστούν είναι μεγάλη, οι ερωτήσεις που θα ήθελες να τους θέσεις, όταν τους συναντάς, είναι πολλές και δύσκολα μπορούν να χωρέσουν σε μία τέτοια συζήτηση, που είναι άκρως ενδιαφέρουσα από την αρχή μέχρι το τέλος.
Άλλωστε ας μην ξεχνάμε πως αν στις αρχές του 1990 κάποιος επιστήμονας έλεγε πως τριάντα χρόνια μετά, ένα μόνο κύμα καύσωνα θα ήταν αρκετό ώστε να λιώσει αμέτρητους τόνους πάγου στη γη και να οδηγήσει στην άνοδο της στάθμης της θάλασσας, θα τον αντιμετωπίζαμε ίσως με καχυποψία. Κι αυτό γιατί κάθε συζήτηση για την κλιματική αλλαγή ή για τα ακραία καιρικά φαινόμενα, τότε φάνταζε πολύ μακρινή.
Κι όμως. Το καλοκαίρι που πέρασε, οι υψηλές θερμοκρασίες που έπληξαν ολόκληρη την Ευρώπη, έφθασαν μέχρι την Αρκτική, ανεβάζοντας το θερμόμετρο στους 30 βαθμούς Κελσίου και οδηγώντας στο λιώσιμο 40 δισεκατομμυρίων τόνων πάγου από την Γροιλανδία – κάτι το οποίο είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση της θερμοκρασίας κατά 1,5 βαθμό Κελσίου, όπως και την άνοδο της στάθμης της θάλασσας.
Διαβάστε στη συνέχεια την εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συνέντευξη που μας παραχώρησε ο κ. Φωτίου.
–Πώς αναλάβατε την θέση στην οποία βρίσκεστε σήμερα και πόσο δύσκολη θα χαρακτηρίζατε μια ατζέντα που μεταξύ άλλων περιλαμβάνει το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής -που δυστυχώς είναι πιο επίκαιρο από ποτέ;
Ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών με έδρα τα γραφεία του στη Νέα Υόρκη, συμπεριλαμβάνει επίσης πέντε περιφερειακές επιτροπές που καλύπτουν και πέντε γεωγραφικά διαμερίσματα. Η γεωγραφική περιοχή της Ασίας-Ειρηνικού καλύπτεται από την Επιτροπή που έχει την έδρα της στην Μπανγκόκ. Είμαστε κάπως σαν την γραμματεία του ΟΗΕ για την Ασία, τον Ειρηνικό, αλλά ασχολούμαστε αποκλειστικά με θέματα ανάπτυξης. Ανέλαβα την συγκεκριμένη ατζέντα πριν από τέσσερα χρόνια, αφότου προκηρύχθηκε διεθνής διαγωνισμός με γραπτές και προφορικές εξετάσεις.
Η δυσκολία των ζητημάτων που έχουμε να διαχειριστούμε είναι μεγάλη, καθώς ναι μεν έχουμε φτάσει σε ένα σημείο που η κλιματική αλλαγή έχει αναγνωριστεί ως ένας από τους παράγοντες που έχουν τεράστια αρνητική επίπτωση στην ανάπτυξη, την ζωή και το περιβάλλον, δυστυχώς όμως δεν έχουμε αγγίξει το επιθυμητό επίπεδο κλιματικής δράσης το οποίο θα μας επιτρέψει να αισθανόμαστε σίγουροι για το μέλλον.
Ωστόσο, οφείλω να ομολογήσω πως είναι για εμάς ένα είδος ανταμοιβής, όταν διαπιστώνουμε πως υπάρχει μια πρόοδος για την αντιμετώπιση του θέματος τουλάχιστον σε επίπεδο αντίληψης και φρασεολογίας.
-Η βάση σας αυτή τη στιγμή είναι η Μπανγκόγκ η οποία – απ’ όσο γνωρίζω βρίσκεται στη λίστα με τις δέκα πιο μολυσμένες πόλεις του κόσμου. Θα ήθελα να μας περιγράψετε την καθημερινότητα στην πόλη σε περιόδους που τα επίπεδα του νέφους για παράδειγμα είναι πολύ υψηλά. Πώς βιώνουν οι πολίτες όλη αυτή την κατάσταση;
Στη Μπανγκόκ κατοικώ τα τελευταία περίπου δέκα χρόνια και η αλήθεια είναι πως κάποιες μέρες η πόλη βρίσκεται όντως στην κορυφή των δέκα πιο μολυσμένων του κόσμου. Υπάρχουν ειδικότερα, μέρες έξαρσης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης που θα έλεγα πως θυμίζουν λίγο την Αθήνα της δεκαετίας του ’80, όπου το νέφος στην ατμόσφαιρα ήταν έντονο.
Το πρόβλημα στην ελληνική πρωτεύουσα λύθηκε με νέους κανονισμούς για τα αυτοκίνητα, την αμόλυβδη βενζίνη, με τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς για τις εκπομπές καυσαερίων και φυσικά με την βελτίωση των μέσων μεταφοράς.
Στην Μπανγκόκ μια μέρα έντονης μόλυνσης, το φαινόμενο είναι ορατό με γυμνό μάτι. Άνθρωποι που αντιμετωπίζουν αναπνευστικά προβλήματα, έχουν δυσκολία στην αναπνοή. Οι ηλικιωμένοι, τα μικρά παιδιά έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο. Οι άνθρωποι κυκλοφορούν με μάσκες.
Οι πηγές ρύπανσης στην πόλη είναι πολλές και φυσικά τα αυτοκίνητα είναι μία από αυτές. Μία όμως άλλη πηγή, που λίγοι γνωρίζουν, είναι η καύση των χωραφιών που γίνεται περιφερειακά της Μπανγκόκ από τους αγρότες. Γενικά στην Ταϊλάνδη, περίπου τα 2/3 της ατμοσφαιρικής ρύπανσης προέρχονται από την καύση των αγρών.
Οι πολίτες φυσικά δυσανασχετούν, αλλά θα έλεγα -αν θέλετε- πως η Μπανγκόκ -και άλλες πόλεις όπως αυτή- πληρώνουν το τίμημα μιας ανάπτυξης η οποία δεν ήταν βιώσιμη. Δηλαδή μιας ανάπτυξης που βασίστηκε και βασίζεται ακόμα μόνο στην δημιουργία οικονομικού κέρδους χωρίς να βλέπουμε πώς μπορούμε να δημιουργήσουμε κοινωνικά και περιβαλλοντικά οφέλη.
-Συστηματικά και σε παγκόσμιο επίπεδο, κάποιοι προσπαθούν να υποβαθμίσουν την συζήτηση σχετικά με την κλιματική αλλαγή. Η διάδοση «fake news» είναι ένας χαρακτηριστικός τρόπος. Πόσο θεωρείτε πως αυτά επιδρούν στις προσπάθειες για επιβράδυνση της κλιματικής αλλαγής;
Σαφώς επιδρούν σημαντικά στην συζήτηση για την κλιματική αλλαγή, καθώς τα περισσότερα από αυτά έχουν στόχο τον μέσο πολίτη ο οποίος δεν έχει καν χρόνο -ή και τη δυνατότητα- να ενημερώνεται από έγκριτα μέσα και επιστημονικές μελέτες. Η επιστημονική κοινότητα έχει καταλήξει για την κλιματική αλλαγή. Η θέση της είναι επίσημη, σύσσωμη και αδιαμφισβήτητη.
Το δικό μας χρέος είναι να εκλαϊκεύσουμε τα μηνύματα της, ώστε να φτάσουν στον μέσο πολίτη με πολύ απλό τρόπο. Εμείς, ως ΟΗΕ, έχουμε ακόμα έναν λόγο να συνδράμουμε σε αυτή την προσπάθεια.
-Οι ΗΠΑ αναμένεται το 2020 να αποσυρθούν από τη Συνθήκη των Παρισίων για το κλίμα, κάτι το οποίο φαντάζομαι θα έχει αντίκτυπο στον πλανήτη, δεδομένου ότι μιλάμε για μια τόσο μεγάλη χώρα. Πόσο σας ανησυχεί αυτό; Γίνονται προσπάθειες να αλλάξει η γνώμη του Αμερικανού προέδρου από φορείς όπως αυτός στον οποίο εργάζεστε;
Οποιαδήποτε απόφαση οποιασδήποτε χώρας -ειδικά μιας με μεγάλη οικονομική και πολιτική δύναμη- που εγκαταλείπει μια παγκόσμια συνθήκη κρίνεται αρνητική εξέλιξη. Όλοι αισθάνονται μια απογοήτευση, ωστόσο οφείλουμε να επισημάνουμε πως γίνονται προσπάθειες,εκτός από την κεντρική κυβέρνηση, και από Πολιτείες των ΗΠΑ οι οποίες συνεχίζουν να εργάζονται για την κλιματική αλλαγή.
Στην πολύ πρόσφατη Σύνοδο του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ για το κλίμα που πραγματοποιήθηκε τον Σεπτέμβριο στη Νέα Υόρκη, ο ίδιος ζήτησε από τα κράτη να προβούν σε συγκεκριμένες δράσεις.
Νομίζω ότι το θέμα είναι να κατανοήσουμε όλοι πως η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής σημαίνει βελτίωση του βοιοτικού επιπέδου, βελτίωση της αναπτυξιακής προσπάθειας, περισσότερες δουλειές, καλύτερο επίπεδο ζωής, καλύτερο επίπεδο υγείας. Ακόμα κι αυτοί που για τον οποιοδήποτε λόγο είναι αρνητές της κλιματικής αλλαγής, θα καταφέρουν κάποια στιγμή να ενταχθούν στο άρμα της αντιμετώπισης της.
-Το 2018 η παγκόσμια κατανάλωση ενέργειας αυξήθηκε κατά 2,8%, ποσοστό που αποτελεί ρεκόρ για τη δεκαετία. Από την άλλη, το φυσικό αέριο ως πηγή ενέργειας προτιμάται από τους πολίτες και ίσως θεωρείται η μεταβατική επιλογή μέχρι να ξεκινήσουμε να χρησιμοποιούμε ολοκληρωτικά ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Ωστόσο, νομίζω πως περιβαλλοντικές οργανώσεις, όπως η Greenpeace, έχουν εκφράσει την αντίθεσή τους στη χρήση φυσικού αερίου. Γιατί πιστεύετε πως συμβαίνει αυτό;
Το φυσικό αέριο γενικά έχει μικρότερες εκπομπές ανά θερμιδική μονάδα σε σχέση με τον λιγνίτη ή το πετρέλαιο, αλλά σίγουρα δεν έχει λίγες. Σαφώς λοιπόν και η πλήρης αντικατάσταση με το φυσικό αέριο δεν θα μπορέσει να πετύχει τους στόχους που έχουμε βάλει για την κλιματική αλλαγή, οι οποίοι είναι και πάρα πολύ συγκεκριμένοι.
Μέχρι το 2050 θα πρέπει να έχουμε πετύχει την λεγόμενη «ουδετερότητα του άνθρακα», ενώ μέχρι το 2030 -δηλαδή πολύ σύντομα- να έχουμε μειώσεις τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και άλλων αερίων κατά 40%. Υπάρχουν διάφορα σενάρια για το πώς μπορεί να γίνει αυτό, ενώ τίθεται και ένα ακόμα ερώτημα για το πόσο ακόμα μπορούμε να καίμε ορυκτά καύσιμα.
Τα σενάρια που έχει κάνει η Διεθνής Επιτροπή Ενέργειας και άλλοι Διεθνείς Οργανισμοί είναι πολλά και σίγουρα το φυσικό αέριο διαδραματίζει κάποιο ρόλο. Η λύση ωστόσο βρίσκεται στις μοντέρνες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, στα ηλιακά, στον άνεμο, στη γεωθερμία. Τα θετικό μήνυμα που οφείλουμε να τονίσουμε είναι πως το κόστος της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από τις νέες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είναι πια ανταγωνιστικό του κόστους από τον λιγνίτη και το πετρέλαιο και μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις είναι και κατώτερο.
-Κρίνετε πως η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής είναι ακριβή;
Η απάντησή μου είναι αρνητική. Δεν είναι ακριβή, πρέπει να εστιάσουμε όχι μόνο στο κόστος αλλά και στα οφέλη. Θα ήθελα στο σημείο αυτό να παραθέσω ενδεικτικά δύο νούμερα. Στην περιοχή της Ασίας-Ειρηνικού έχουμε εκτιμήσει πως οι επενδύσεις που χρειάζονται για να πετύχουμε βελτίωση της κλιματικής αλλαγής είναι περίπου 1% του ΑΕΠ.
Τα οφέλη όμως από την αντιμετώπιση αυτή θεωρούμε πως θα είναι μεταξύ 1,7-9% του ΑΕΠ. Συμπερασματικά δηλαδή, στη χειρότερη περίπτωση τα οφέλη θα είναι περίπου 70% περισσότερο από το κόστος. Ως εκ τούτου, είμαστε υποχρεωμένοι να παρατηρούμε τα θετικά σε βάθος χρόνου. Σε ορίζοντα πενταετίας, δεκαετίας και γιατί όχι εικοσαετίας.
Κατά την γνώμη μου, η λύση βρίσκεται στα χέρια των νέων. Ανήκω σε μια γενιά που φέρει ευθύνες για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει το περιβάλλον. Εάν η δυναμικότητα των νέων ανθρώπων συνδυαστεί με την επιστημονική ενημέρωση για το ποιες είναι οι προτάσεις και τα βήματα που θα πρέπει να ακολουθηθούν, είναι δεδομένο πως οι σημερινοί έφηβοι, θα λάβουν τις σωστές αποφάσεις, όταν βρεθούν σε θέσεις ευθύνης.
Το ερώτημα που τίθεται είναι εάν θα χρειαστεί μία γενιά ή παραπάνω για να το κάνουν αυτό. Οι κυβερνήσεις οφείλουν να λάβουν μέτρα με συγκεκριμένες νομοθεσίες, με συγκεκριμένα νομικά πλαίσια που θα κάνουν δύσκολη -και αν θέλετε και λίγο πιο ακριβή την καύση λιγνίτη και την καύση πετρελαίου. Έτσι, θα δώσουν την δυνατότητα στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας να λάβουν την θέση που τους αξίζει στο συνολικό ενεργειακό μείγμα μιας χώρας.
-Άρα θεωρείτε πως είναι και θέμα πολιτικής βούλησης;
Σαφέστατα είναι. Υπάρχουν περιπτώσεις που η πολιτική βούληση ήταν αρκετή για να αποδείξει πως ακόμα και η υιοθέτηση δύσκολων μέτρων -τα οποία βρήκαν αντίθετη την κοινή γνώμη- είχαν μακροπρόθεσμα θετικό για το περιβάλλον αντίκτυπο.
Όσον αφορά την Ελλάδα, πρέπει να σημειώσουμε πως πρόκειται για μια χώρα με σειρά πλεονεκτημάτων, τα οποία -κατά την γνώμη μου- αν χρησιμοποιηθούν με έξυπνο τρόπο, θα μπορέσουν να γίνουν παράδειγμα αειφορικής ανάπτυξης. Το πρώτο είναι πως έχουμε πρόσβαση σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Ο ήλιος και ο άνεμος είναι προϊόντα τα οποία πλεονάζουν.
Ένα δεύτερο θετικό στοιχείο είναι πως ακριβώς επειδή είμαστε μια μικρή πληθυσμιακά χώρα, είναι και πολύ πιο εύκολο να εφαρμοστεί κάτι. Η Ελλάδα έχει ένα μέγεθος μεγάλο και ικανό για να πάρει γενναίες αποφάσεις αλλά ταυτόχρονα μικρό, ώστε να μπορέσουν να εφαρμοστούν κάποια πράγματα με εύκολο τρόπο.
Το τρίτο θετικό της υπόθεσης είναι πως πολλές αλλαγές -σε παγκόσμιο επίπεδο- βλέπουμε πως ξεκινούν από το επίπεδο της πόλης, το επίπεδο των κοινοτήτων. Η Ελλάδα, έχοντας ολοκληρώσει τρεις κύκλους όσον αφορά την αναδιάρθρωση της τοπικής αυτοδιοίκησης, μπορεί να αναδείξει τις πόλεις που θα μπορέσουν να γίνουν αυτό που συνηθίζουμε να αποκαλούμε «κήρυκες της αειφορικής ανάπυξης»,αλλά και αυτές που θα εφαρμόσουν πραγματικά προγράμματα αειφορικής ανάπτυξης. Λένε να «σκέφτεσαι παγκόσμια και να δρας τοπικά». Η Ελλάδα πλεονεκτεί ακριβώς σε αυτό.
-Ποιες είναι οι σημαντικότερες προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα ο πλανήτης γύρω από τα ζητήματα βιώσιμης ανάπτυξης και πώς θα πρέπει να ανταποκριθεί η παγκόσμια κοινότητα ή στην προκειμένη περίπτωση η χώρα μας με τη συνδρομή φορέων για τη βιώσιμη ανάπτυξη;
Σε παγκόσμιο επίπεδο -και νομίζω ότι τα εν λόγω μηνύματα έχουν να κάνουν όχι μόνο με τις αναπτυσσόμενες χώρες της Ασίας και της Αφρικής αλλά και με τις βιομηχανικά αναπτυγμένες- εντοπίζονται τρία βασικά προβλήματα αναφορικά με την αειφορική ανάπτυξη. Το ένα το έχουμε ήδη σχολιάσει και πρόκειται για την κλιματική αλλαγή.
Το δεύτερο και πάρα πολύ σημαντικό το οποίο έχει αντίστοιχα πολύ μεγάλες αρνητικές επιπτώσεις είναι η διατάραξη της βιοποικιλότητας και των φυσικών πόρων.Χρειαζόμαστε τα οικοσυστήματα έτσι ώστε να δημιουργηθεί τροφή. Χρειαζόμαστε επίσης τα οικοσυστήματα για να έχουμε καθαρό νερό και καθαρό αέρα στα οποία στηρίζεται η ζωή. Αν διαταράξουμε τα οικοσυστήματα, έχουμε διαταράξει και την βιοποικιλότητα, τον αριθμό δηλαδή των ειδών και τις λειτουργίες των οικοσυστημάτων.
Τα δάση έχουν αποψιλωθεί και δεν μπορούν να κρατήσουν όμβρια ύδατα έτσι ώστε να αποφεύγουμε τις πλημμύρες. Τα νερά των λιμνών και των ποταμών μολύνονται και αυτό είναι πρόβλημα για το νερό που έχουμε στην διάθεσή μας για κατανάλωση.
Διάφορα οικοσυστήματα που παρέχουν προστατευτικές ιδιότητες, για παράδειγμα ιδιότητες προστασίας των εδαφών, ανακύκλωσης των διαφόρων θρεπτικών στοιχείων υφίστανται πλήγμα. Πολλοί φυσικοί μηχανισμοί έχουν διαταραχθεί, μερικοί από αυτούς σε πάρα πολύ μεγάλο επίπεδο.
Το τρίτο είναι η τεράστια οικονομική ανισότητα η οποία αυξάνεται παγκοσμίως μεταξύ των κρατών αλλά και μέσα στις ίδιες τις χώρες. Δηλαδή ενώ το ποσοστό της «απόλυτης φτώχειας» -δηλαδή οι άνθρωποι που ζουν με κάτω από 1,5 δολάριο την ημέρα –μειώνεται, αυξάνεται η ανισότητα και η διαφορά πλούτου μεταξύ των πλουσίων και των πολύ φτωχών.
Οι ανισότητες που δημιουργούνται είναι ουσιαστικά μια βραδυφλεγής βόμβα η οποία μαζί με την περιβαλλοντική καταστροφή των οικοσυστημάτων και την κλιματική αλλαγή μπορούν να δημιουργήσουν τεράστιες κοινωνικές αναταραχές. Βλέπουμε ανά τον κόσμο να ξεσπούν συγκρούσεις για θέματα που έχουν να κάνουν με την ανάπτυξη, με το περιβάλλον. Η ένταση τους θα κλιμακωθεί και τότε τα πράγματα θα γίνουν πολύ πιο δύσκολα.