Μια φορά κι έναν καιρό το ζώα του δάσους διοργάνωσαν «Πανδασικούς Αγώνες Δρόμου».
Είχε καλεστεί, λένε, τότε ως αθλητικός ρεπόρτερ, ο μέγας παραμυθάς Αίσωπος, ο οποίος και μας διέσωσε πληροφορίες από πρώτο χέρι. Αυτός είναι που έγραψε λεπτομέρειες για κάποιους θρυλικούς αγώνες όπως του Λαγού με τη Χελώνα και του Κάβουρα με την Αλεπού.
Δεν αναφέρεται, όμως, στα παραμύθια του ένας τρίτος εξίσου σημαντικός αγώνας με αντίπαλους το Λαγό και το Σκαντζόχοιρο.
Όσοι γνωρίζουν καλύτερα τα αθλητικά παρασκήνια, μιλάνε για εξαγορά ή για απόκρυψη, που έγινε με επιμονή του λαγού. Δεν άντεχε, λένε, να μαθευτεί ότι έχασε δύο φορές σε αγώνες δρόμου από ζώα κατεξοχήν αργοκίνητα. Φώναζε πως τον εξαπάτησαν, πως δεν τηρήθηκαν οι κανόνες. Απειλούσε ότι θα φτάσει την υπόθεση στον αθλητικό δικαστή!
Τελικά, για να ηρεμήσουν τα πνεύματα, συμφώνησαν όλοι οι παράγοντες να ακυρώσουν τον αγώνα του με το Σκαντζόχοιρο, Πείσθηκε φαίνεται και ο Αίσωπος και δεν έγραψε λέξη γι’ αυτόν.
Μια γριά Κουκουβάγια, όμως, δεν κράτησε το στόμα της κλειστό. Το είπε στα εγγόνια της κι εκείνα στα δικά τους κι έτσι, από γενιά σε γενιά κουκουβαγιών έφτασε η ιστορία έως… εδώ!
Ήταν, που λέτε, μόλις είχε πάρει επίσημα το μετάλλιο της νίκης η Χελώνα και παιάνιζε στο δάσος ο Χελωνικός ύμνος. Ο λαγός επέμενε ότι εξαπατήθηκε, ότι το αποτέλεσμα ήταν άδικο, ότι κανείς δεν του βγαίνει στο τρέξιμο κι ότι έπεσε θύμα της υπνηλίας του. Οι κριτές του αγώνα απάντησαν με σοβαρότητα πως « όποιος επιμένει νικά» και « όποιος κοιμάται, νίκες ονειρεύεται» κι έτσι τον αποστόμωσαν.
Του έδωσαν όμως μιαν ακόμα ευκαιρία να αγωνιστεί, αν έβρισκε αντίπαλο. Ο Λαγός πρότεινε αμέσως για ανταγωνιστή του το Σκαντζόχοιρο κι ως χώρο του αγωνίσματος την κατηφορική πλαγιά ενός λόφου που ήταν εκεί κοντά. Ήξερε καλά ο πονηρούλης ότι ο Σκαντζόχοιρος δε φημίζεται για την ταχύτητά του, ενώ στην κατηφόρα οι λαγοί «πιάνουν πουλιά». Αυτή τη φορά τα έπαιζε όλα για όλα.
-Πρόσεχε, Λαγέ, μην την ξαναπάθεις κι ύστερα διαμαρτύρεσαι! του σύστησε γελώντας η Χελώνα, καθώς είδε τους δυο αθλητές να ξεκινούν για την κορυφή του λόφου.
Ο Λαγός, θυμωμένος μαζί της, προτίμησε να σιωπήσει. Πετάχτηκε τότε η Αλεπού, λέγοντας:
-Μπαίνω κριτής! Για να μην έχουμε γκρίνιες, θα ανέβω κι εγώ στο λόφο. Εγώ θα δώσω το σύνθημα για την εκκίνηση. Η πρόταση της έγινε ομόφωνα δεκτή. Τα ζώα ξάπλωσαν στο χορτάρι και παρακολουθούσαν σχολιάζοντας τους δύο ανταγωνιστές και την Αλεπού, που είχαν πάρει την ανηφόρα,
Από την κορυφή ψηλά η Αλεπού έδειξε στο Λαγό και στο Σκαντζόχοιρο μια πηγή, που γυάλιζε το νεράκι της στους πρόποδες του λόφου.
-Κι έχω μια δίψα! είπε ο Σκαντζόχοιρος.
-Λοιπόν, εκεί θα τερματίσετε, υπέδειξε η Αλεπού. Εγώ τρέχω πρώτη στην πηγή, να περιμένω το νικητή. Εσείς μείνετε εδώ ακριβώς και μόλις σας δώσω το σύνθημα, θα ξεκινήσετε.
Χάραξε μια γραμμή με το πόδι της ως αφετηρία. τους έβαλε στη σειρά, ώστε να είναι έτοιμοι για την εκκίνηση και κατέβηκε προς την πηγή με ελαφρά πηδηματάκια, Όταν έφτασε εκεί, έσκυψε πρώτα να πιει, να δροσιστεί. Ύστερα πήρε βαθιά ανάσα και φώναξε όσο μπορούσε πιο δυνατά;
-Έτοιμοι;… Μαααααρς!
Αμέσως όμως την έπιασε δυνατός βήχας. Το κρύο νερό και η δυνατή φωνή φαίνεται πως έκαναν κακό στο λαιμό της.
-Γκουχ, γκουχ, γκαχ, γκιχ, γκουχ! Ένιωθε να πνίγεται κι άφησε κατά μέρος τον αγώνα.
-Γκουχ, γκουχ, γκαχ, γκιχ, γκουχ! Μα τι βήχας είναι αυτός;
-Γκουχ, γκουχ, γκαχ. γκιχ, γκουχ! Δάκρυσαν το μάτια της και δεν μπορούσε πια να δει τίποτα. Ο λαιμός της πονούσε σαν να είχε καταπιεί καρφιά,
-Γκουχ, γκουχ, γκαχ… αχ… αααγκουχ! Δεν πρόλαβε να συνέλθει… και νάσου δίπλα της ο Σκαντζόχοιρος!
-Περαστικό σου, κυρα-Αλεπού! της είπε, τινάζοντας από πάνω του τη σκόνη. Έλα να με στεφανώσεις νικητή! Γούρλωσε τα μάτια της η Αλεπού.
-Γκουχ, γκουχ… μα… είναι δυνατόν; Πώς βρέθηκες κιόλας εδώ;
Ύστερα από λίγο έφτασε λαχανιασμένος κι ο Λαγός, φωνάζοντας:
-Είναι αδικία! Είναι ζαβολιάρης! Διαμαρτύρομαι!
-Λέγε ό,τι θέλεις… Εγώ έφτασα πρώτος. Εγώ είμαι ο νικητής! είπε με πείσμα ο Σκαντζόχοιρος,
-Όχι! δεν το δέχομαι, Δεν ήταν νίκη αυτή! φώναζε έξαλλος ο λαγός.
-Δεν καταλαβαίνω γιατί φωνάζετε! τους επέπληξε η Αλεπού, Το πράγμα είναι ξεκάθαρο, Ξεκινήσατε μαζί;
-Ναι! είπαν κι οι δυο,
-Έφτασε πρώτος στην πηγή ο Σκαντζόχοιρος;
-Ναι, ναι! είπε ο Σκαντζόχοιρος, χοροπηδώντας από χαρά.
-Ναι, ήρθε πρώτος… αλλά πώς ήρθε; διαμαρτυρόταν επίμονα ο Λαγός.
-Μήπως εννοείς πως τον υποψιάζεσαι για φάρμακα; για αναβολικά;
-Ε… όχι, όχι, δεν μπορώ να πω κάτι τέτοιο! ομολόγησε ο Λαγός.
-Αφού ήρθε πρώτος, θα στεφθεί νικητής του αγώνα! κατέληξε επίσημα η Αλεπού.
-Διαμαρτύρομαι! ο αγώνας ήταν για τρέξιμο κι ο Σκαντζόχοιρος δεν έτρεξε! Δεν μπορεί να ανακηρυχτεί νικητής! Είναι άδικο!
-Μα πώς δεν έτρεξε, αφού έφτασε πρώτος στην πηγή! απόρησε η Αλεπού.
-Φαίνεται ότι ο βήχας που σ’ έπιασε δε σε άφηνε να δεις τον αγώνα, είπε ο Λαγός. Δεν είδες τον «έξυπνο» από δω, που μόλις έδωσες το σύνθημα, διπλώθηκε σαν αγκαθωτή μπάλα κι άρχισε να κατρακυλάει με φόρα στην κατηφοριά!
-Και πού είναι η αδικία; πετάχτηκε ο Σκαντζόχοιρος, Κι αν έγινα μπάλα, είναι κάτι που το συνηθίζω. Με το δικό μου σώμα έτρεξα. Με τις δικές μου δυνάμεις έφτασα πρώτος. Σου απαγόρεψε κανείς εσένα, κύριε Λαγέ. να γίνεις μπάλα και να τρέξεις όπως κι εγώ; Όχι βέβαια!
Η Αλεπού τελικά έκρινε πως ο Λαγός δεν είχε δίκιο και στεφάνωσε νικητή το Σκαντζόχοιρο.
Τα ζώα του δάσους αποδέχτηκαν ως ορθή την απόφαση της και χειροκρότησαν με ενθουσιασμό τον αγκαθωτό δρομέα, Ο Λαγός όμως το πήρε κατάκαρδα, Απείλησε ότι θα φύγει για πάντα από το δάσος, ότι δε θα ξαναλάβει μέρος στους Πανδασικούς αγώνες και ότι θα προσφύγει στα αθλητικά δικαστήρια καταγγέλλοντας τον Σκαντζόχοιρο για αθλητική απάτη!
Ο Σκαντζόχοιρος τον λυπήθηκε που κλαιγόταν έτσι και του είπε μεγαλόψυχα:
-Καημένε μου Λαγέ, χάρισμα σου και η νίκη και το μετάλλιο, Το ξέρουμε δα, ότι στα πόδια κανείς μας δε σε ξεπερνά, Έχουμε όμως κι εμείς οι αργοκίνητοι τα μυστικά μας όπλα. Μη μας υποτιμάς! Φαίνεται πως ο εγωισμός σου δε διορθώθηκε από το πάθημα σου με τη Χελώνα. Κι ύστερα απευθυνόμενος στην Αλεπού είπε:
Κυρα-Πονήρω, σ’ ευχαριστώ για την τιμή και για τη δίκαιη κρίση. Πες όμως ότι ο αγώνας αυτός δεν έγινε ποτέ. Πες πως τρέξαμε εκτός συναγωνισμού. Δε θέλω νίκες, στηριγμένες σε διαμαρτυρίες και γκρίνιες. Μου αρκεί που ο φίλος μου ο Λαγός από σήμερα θα είναι πιο προσεκτικός στις σχέσεις του με τους άλλους.
Λέγοντας αυτά ξεκίνησε με αργά βήματα για τη φωλιά του. Αισθανόταν πραγματικά πολύ κουρασμένος και το κορμί του πονούσε από τα χτυπήματα της κατρακύλας, Στη μουσουδίτσα του όμως, είχε χαραχτεί ένα πλατύ χαμόγελο ικανοποίησης!
Πηγή: Συνεργασία, έκδ. ΠΑΣΕΓΕΣ, τεύχος 50ο , έτος 2002,
κείμενο: Δέσποινα Στίκα,
εικόνες: Ακριβή Συμεωνίδη,