Η τηλεκπαίδευση έχει ως αποτέλεσμα πολλά παιδιά σχολικής ηλικίας να χάνουν την όρεξή τους για φαγητό, να παραπονιούνται για πόνους στη μέση και να εμφανίζουν μέχρι συμπτώματα κλινικής κατάθλιψης.
Κάποια παιδιά απολαμβάνουν τη δυνατότητα που τους δίνεται να μαθαίνουν από το σπίτι και την προτιμούν από τη φυσική παρουσία στη σχολική αίθουσα, ενώ για άλλα η τηλεκπαίδευση αποτελεί ολοκληρωτική καταστροφή.
«Η πίεση στα παιδιά είναι τεράστια», εξηγεί ο Μάθιου Μπίελ, επικεφαλής του τμήματος παιδικής και εφηβικής ψυχιατρικής στην ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου Τζόρτζταουν.
«Τα επτάχρονα θέλουν αναγνώριση όταν σηκώνουν το χέρι στην τάξη, κάτι που δεν είναι εφικτό μέσω Ζοοm. Θέλουν να μπορούν να σχολιάσουν, να αστειευθούν με τους συμμαθητές τους και τίποτα από αυτά δεν επιτρέπεται. Το παιδί θέλει να σηκωθεί και να κινηθεί στον χώρο, όμως και αυτό είναι αδύνατο, επειδή πρέπει να βλέπουμε στην οθόνη το πρόσωπό τους», προσθέτει.
Η κατάσταση είναι πιο δύσκολη για παιδιά με ειδικές ανάγκες, αναπτυξιακή καθυστέρηση ή κοινωνικές δυσκολίες αλλά και όσα απλώς αποζητούν τη φιλία και την ηρεμία των «μικρών σχολικών τελετουργιών».
Τα πιο μικρά παιδιά εκφράζουν τη δυσαρέσκεια και τη λύπη τους, με βίαια ξεσπάσματα και εκρήξεις θυμού με τους γονείς να κάνουν ό,τι μπορούν για να τα καθησυχάσουν, αδυνατώντας να τους απαντήσουν ωστόσο πότε επιτέλους θα τελειώσει η πανδημία.
«Έτσι είναι η ζωή σήμερα», υπογραμμίζει ο δρ Μπίελ. «Κανείς δεν μπορεί να πει στα παιδιά πότε θα τελειώσει αυτή η πλήρης ανατροπή της καθημερινότητάς τους. Κανείς, άλλωστε, δεν το γνωρίζει».