Ο Βλαντίμιρ Πούτιν επανεκλέγεται στην προεδρία της Ρωσίας σύμφωνα με τα επίσημα αποτελέσματα. Με καταμετρημένο το 35% των ψήφων ο Ρώσος πρόεδρος εξασφαλίζει ποσοστό 73,7%.
Στη δεύτερη θέση, βρίσκεται ο υποψήφιος του Κομμουνιστικού Κόμματος Πάβελ Γκρουντίνιν ο οποίος συγκεντρώνει ποσοστό 14,5%.
Στην τρίτη θέση βρίσκεται ο υπερεθνικιστής Βλαντίμρ Ζιρινόφκσι 6,6% και ακολουθεί η προσκείμενη στη φιλελεύθερη αντιπολίτευση δημοσιογράφος Ξένια Σαμπτσάκ με 1,4%.
O Βλαντίμιρ Πούτιν κρατά τα κλειδιά του Κρεμλίνου για τέταρτη θητεία. Δηλαδή μέχρι το 2024, όταν θα είναι 72 ετών, και 25 χρόνια αφού ορίσθηκε διάδοχος του Μπορίς Γέλτσιν.
Πρώην αξιωματικός της KGB, ο Βλαντίμιρ Πούτιν, 65 ετών, ανέλαβε το 2000 την εξουσία μίας χώρας με αποσταθεροποιημένη ηγεσία και παραπαίουσα οικονομία. Για πλήθος συμπατριωτών του είναι ο άνθρωπος της σταθερότητας και μίας νέας ευημερίας χάρη στην εκμετάλλευση του πετρελαϊκού μπουμ επί σειρά ετών, αλλά για άλλους ευθύνεται για τη σαφή υποχώρηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των ελευθεριών στη χώρα του.
Στη διεθνή σκηνή, αυτός που χαρακτήρισε τη διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης «τη μεγαλύτερη γεωπολιτική καταστροφή του 20ού αιώνα», έβαλε ως στόχο να επαναφέρει την επιρροή της Ρωσίας στον κόσμο μετά τη διάλυση την πτώση της ΕΣΣΔ και τα χαώδη χρόνια της περιόδου Γέλτσιν που ακολούθησαν.
Η μέθοδός του, ένας εμμονικός και υπομονετικός αγώνας, παρακολούθηση των σημείων αδυναμίας του αντιπάλου, εξηγούσε το 2013 ο κάτοχος οκτώ νταν στο τζούντο, απαντώντας σε έναν Ρώσο που του ζητούσε να κάνει τα πάντα «για να φτάσει και να ξεπεράσει την Αμερική», ένα παλιό σύνθημα της σοβιετικής εποχής.
Η τεχνική αυτή εφαρμόστηκε με επιτυχία στη Συρία, όπου η στρατιωτική επέμβαση της Ρωσίας από το 2015 για την υποστήριξη του καθεστώτος της Δαμασκού άλλαξε την πορεία του πολέμου και επέτρεψε στον Μπασάρ αλ Ασαντ να παραμείνει στην εξουσία, προς μεγάλη δυσαρέσκεια της Δύσης που παραμερίστηκε.
Τον περασμένο χρόνο, ο Βλαντίμιρ Πούτιν έβαλε τον μανδύα του ανορθωτή της μεγάλης Ρωσίας με την προσάρτηση της ουκρανικής χερσονήσου της Κριμαίας, μετά την επέμβαση των ρωσικών δυνάμεων και ένα δημοψήφισμα που κρίθηκε παράνομο τόσο από το Κίεβο, όσο και από τις δυτικές χώρες.
Η επιχείρηση αυτή αύξησε το κύρος του στο εσωτερικό, αλλά έγινε η αιτία για την μεγαλύτερη κρίση ανάμεσα στη Ρωσία και τη Δύση από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου , σε συνδυασμό με την υποστήριξη της Μόσχας προς την αποσχιστική εξέγερση στην ανατολική Ουκρανία, την οποία διαψεύδει το Κρεμλίνο.
Στις εντάσεις ως προς τη Συρία και την Ουκρανία προστέθηκαν μετά την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ οι κατηγορίες για ανάμειξη της Μόσχας στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές και πιο πρόσφατα η κρίση στις σχέσεις Λονδίνου -Μόσχας μετά την δηλητηρίαση του πρώην ρώσου διπλού πράκτορα Σεργκέι Σκριπάλ και της κόρης του στο βρετανικό έδαφος.
Παθιασμένος με τα σπορ, ο Πούτιν θέλησε να επιβάλει τη χώρα του και ως αθλητική δύναμη. Το 2014, η Ρωσία οργάνωσε τους ακριβότερους χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες της ιστορίας στο Σότσι. Αλλά το όνειρα του Κρεμλίνου σκιάστηκαν από τις κατηγορίες για θεσμοποιημένο ντόπινγκ – το οποίο επίσης διαψεύδει – μετά την δημοσίευση της έκθεσης ΜακΛάρεν το 2016.