H “Οικολογική Θεσσαλία” απαντά με το παρακάτω κείμενο στον σημερινό απολογισμό της Περιφερειακής Αρχής και του Περιφερειάρχη Κώστα Αγοραστού:
Πέρασε σχεδόν ενάμιση χρόνος από τη στιγμή όπου ανέλαβε εκ νέου τη διοίκηση η Περιφερειακή Αρχή και ήρθε η ώρα ενός πρώτου απολογισμού.
Κληθήκαμε να τοποθετηθούμε επί της εισήγησης της περιφερειακής αρχής (η οποία εισήγηση, ουσιαστικά δεν υπήρξε αφού μας δόθηκε ένα τεράστιο κείμενο 232 σελίδων, προϊόν συρραφής διάφορων μελετών και στοιχείων και σε ορισμένες περιπτώσεις άλλων φορέων κυρίως τομεακών, που θα έπρεπε, κανονικά να αποτελούν παράρτημα και να μη συνιστούν εισήγηση) και να απαντήσουμε, λοιπόν, αφού θέσουμε διάφορα ερωτήματα, όπως:
Τι έγινε κατά την παρούσα περίοδο;
Με ποιόν τρόπο έγινε; Ήταν ο πιο δόκιμος;
Τι δεν έγινε και για ποιόν λόγο;
Υπήρξαν άραγε παραλήψεις, σκοπιμότητες κ.α;
Για να απαντήσουμε στα παραπάνω ερωτήματα, θα πρέπει να βασιστούμε σε κάποια δεδομένα, όπως:
Οι προεκλογικές δηλώσεις και δεσμεύσεις της περιφερειακής Αρχής
Η τήρηση του πλαισίου χάραξης και άσκησης πολιτικής στην Βθμια Αυτοδιοίκηση
Ο τρόπος άσκησης πολιτικής και εφαρμογής προγραμμάτων (παρεμβάσεων) στην Περιφέρεια.
Και για τα παραπάνω θα κάνουμε μια σύντομη, ενδεικτική αναδρομή, λόγω περιορισμένου χρόνου, τόσο για την Περιφερειακή Αρχή, όσο και για την Περιφερειακή μας Κίνηση «Οικολογική Θεσσαλία».
Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου ο Περιφερειάρχης Κος Αγοραστός δήλωνε προς πάσα κατεύθυνση ότι βάζει σε προτεραιότητα τον Άνθρωπο, παρότι, να θυμίσω, στην προηγούμενη θητεία του δεν είχε δείξει, ιδιαίτερα δείγματα γραφής επ’ αυτού, αφού είχε απαξιώσει πλήρως την «ρήτρα ευελιξίας» του ΕΚΤ, που του έδινε τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει έως και 15% των πόρων του εν λόγω ταμείου για κοινωνικές δράσεις.
Κατά τη διάρκεια και της νέας του θητείας, όμως, ο Περιφερειάρχης συνέχισε να δίνει προτεραιότητα σε μεγάλα έργα υποδομής και μόνο σε ελάχιστες, μεμονωμένες περιπτώσεις, να παρεμβαίνει στο κοινωνικό τομέα και να περιορίζεται, ως επί το πλείστον, σε δράσεις που, ούτως ή άλλως, επιβάλλονται από το εθνικό ή και το κοινοτικό πλαίσιο και δεν αποτελούν διακριτές δράσεις της Περιφέρειας.
Με μόνο κάποιες ελάχιστες «λαμπρές» για μας, εξαιρέσεις, όπως αυτή της στήριξης της θεραπευτικής κοινότητας «Έξοδος» και του κέντρου του ΟΚΑΝΑ, σε πολλούς άλλους τομείς δεν υπήρξαν οι δέουσες παρεμβάσεις.
Να αναφερθούμε επίσης στην πρόσφατη πρωτοβουλία για το θέμα της Υγείας και τις προτάσεις της Περιφερειακής Αρχής (παρότι πραγματοποιήθηκε μετά την περίοδο αναφοράς μας) την οποία αναγνωρίζουμε και επικροτούμε, αρκεί να προχωρήσει σε απτή υλοποίηση και να μην καταστεί ένα συνηθισμένο πυροτέχνημα.
Δεν επαρκούν όμως τα παραπάνω, και παρότι δείχνουν μια τάση καλής πρόθεσης , απέχουν πάρα πολύ από το να συνιστούν μια συγκροτημένη βούληση για ουσιαστική παρέμβαση με θετική συνεισφορά για τον Άνθρωπο.
Η Περιφερειακή αρχή πρέπει να ξεφύγει από τις συμβατικές της υποχρεώσεις επί των κοινωνικών θεμάτων και να αντιμετωπίσει σε άλλη βάση και με ολοκληρωμένο τρόπο αυτά τα ζητήματα.
Επίσης να σημειώσουμε ότι το σημαντικότατο ζήτημα της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας και επιχειρηματικότητας, για το οποίο θα αναφερθούμε στη συνέχεια, προσεγγίστηκε με έναν «στρεβλό» θα λέγαμε τρόπο (θα επανέλθουμε).
Ο Περιφερειάρχης ως υποψήφιος, δήλωνε σε όλους τους τόνους ότι θα διαβουλεύεται για κάθε σημαντικό θέμα και ότι όλα θα γίνονται συλλογικά και με διαφάνεια.
Η πορεία όμως του ενάμιση χρόνου τον διέψευσε, διότι η επιτροπή διαβούλευσης λειτούργησε ελάχιστα και μόνο όταν αυτό ήταν απολύτως απαραίτητο (Συμβατική υποχρέωση) με ελάχιστες εξαιρέσεις (RIS, κοιλάδα Τεμπών & κλιματική αλλαγή) η δε συμμετοχή και πραγματική εμπλοκή των φορέων δεν μπορεί παρά να χαρακτηριστεί ελλειμματική.
Ελλειμματική είναι και η γενικότερη διαβούλευση με τους πολίτες της Θεσσαλίας και τις τοπικές κοινωνίες με αποτέλεσμα να μην προχωρούν παρεμβάσεις λόγω μη συναίνεσης – χαρακτηριστικό παράδειγμα τα καταδυτικά πάρκα και η αντίδραση των αλιέων.
Ενάμιση, περίπου, χρόνος και δεν έγινε καμία προσπάθεια να ενεργοποιηθεί ο θεσμός του «Συμπαραστάτη του Πολίτη και της επιχείρησης», ο οποίος θα μπορούσε να αποτελέσει τον κατεξοχήν θεσμό της αντιμετώπισης των πελατειακών σχέσεων, της διασφάλισης της διαφάνειας και της πάταξης της διαφθοράς. Μήπως, όμως, ο Περιφερειάρχης, ο οποίος κόπτεται για την επιχειρηματικότητα, προτιμάει να κατέχει ο ίδιος αυτόν τον διαμεσολαβητικό ρόλο για (προφανείς) συγκεκριμένους λόγους;
Ο Περιφερειάρχης διαλαλούσε, προς πάσα κατεύθυνση, ότι έχει ολοκληρωμένο πρόγραμμα. Στην πράξη, όμως, αποδεικνύεται ότι η Περιφερειακή Αρχή, λειτουργεί μέσω αποσπασματικών δράσεων, οι οποίες μπορούν ενίοτε και όλως τυχαίως να διασυνδεθούν μεταξύ τους. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι υπάρχουν αρκετές περιπτώσεις που υλοποιούνται δράσεις παράλληλα εν αγνοία αλλήλων.
Θα διερωτηθεί κανείς , μα δεν έκανε τίποτα από αυτά που έλεγε η Περιφερειακή Αρχή; Η απάντησή μας δεν μπορεί να είναι αρνητική ακολουθώντας μια μηδενιστική προσέγγιση, έγινε ένα μέρος, αλλά κυρίως αυτό το οποίο εκ των πραγμάτων γίνεται από τον υπηρεσιακό μηχανισμό ως συνήθεις συμβατικές δράσεις και από την υλοποίηση του Π.Ε.Π., που έτσι κι αλλιώς, είναι προαποφασισμένη και καθορισμένη.
Να δούμε όμως επιγραμματικά και το θέμα του πλαισίου που υιοθετεί η Περιφερειακή Αρχή για την άσκηση πολιτικής.
Θα λέγαμε ότι ο όρος άσκηση πολιτικής είναι κατ’ επίφαση, διότι ουσιαστική και συγκροτημένη πολιτική δεν υφίσταται. Πρόκειται για μια συρραφή δράσεων, οι οποίες, συχνά, μπορεί να είναι αντιφατικές και αλληλοσυγκρουόμενες και χωρίς να υπάρχει ένα σταθερό πλαίσιο. Τη μια φορά βασίζεται στο όραμα του Π.Ε.Π., την άλλη σε αυτό του RIS κ.ο.κ.
Ας προχωρήσουμε στη διατύπωση της άποψής μας για το μοντέλο της Περιφερειακής Αρχής. Διαφωνήσαμε, διαφωνούμε και θα συνεχίσουμε να διαφωνούμε με το αναπτυξιακό μοντέλο της μεγέθυνσης, που έχει υιοθετήσει η Περιφερειακή Αρχή. Θεωρούμε ότι είναι ένα μοντέλο που ευνοεί λίγους και συγκεκριμένα συμφέροντα, συντεχνιακά και άλλα.
Αντί για μικρές στοχευμένες δράσεις, επιλέγονται μεγαλόπνοα σχέδια, τα οποία είτε δεν πρόκειται να υλοποιηθούν, λόγω απαγορευτικού κόστους, είτε η υλοποίησή τους θα καταστεί ευνοϊκή για λίγους εις βάρος των πολλών, συχνά δε καθίστανται στην πορεία μη λειτουργικά.
Η λογική της μεγέθυνσης αποτυπώθηκε, τόσο στο χωροταξικό, όσο και στα διάφορα επιχειρησιακά σχέδια, γενικά και ειδικά π.χ. πρόβλεψη μεγάλων υποδομών για τις οποίες, συχνά, δεν γνωρίζουμε καν αν θα μπορέσουμε να διασφαλίσουμε τα μελλοντικά κόστη λειτουργίας. Η τάση για παρεμβάσεις μεγέθυνσης παρατηρείται, σχεδόν παντού, ακόμη και στο θέμα της προβολής και δημοσιότητας, για την οποία θα επανέλθουμε σύντομα με επερώτηση.
Η Περιφερειακή αρχή, γενικότερα διακατεχόταν και συνεχίζει να διακατέχεται από μια λογική θεοποίησης του ποσοτικού έναντι του ποιοτικού. Συχνά πυκνά αναφέρεται στον μεγάλο αριθμό έργων σε ορισμένες περιπτώσεις δε τεχνηέντως φουσκωμένα, με αποκορύφωμα το RIS, όπου αναφέρονται προσθετικά οι ίδιες προτάσεις που υποβλήθηκαν ηλεκτρονικά και ταυτόχρονα και σε έντυπη μορφή. Αλλά το ποσοτικό, εκτός από το ότι δεν είναι η ουσία, σε πολλές περιπτώσεις αναφέρεται χωρίς καμία σύγκριση(βλέπε έργα Υγείας), χωρίς, λοιπόν, να έχει κάποια αξία. Στην προγραμματική περίοδο 2000-2006, για παράδειγμα, υπήρχε πολύ μεγαλύτερος ποσοτικός αριθμός έργων. Επίσης, τι να το κάνουμε το ποσοτικό, όταν για παράδειγμα, στην Κάρλα με ποσοτικούς όρους, οι εργασίες πήγαν πράγματι καλά, από πλευράς περιφέρειας, η ποιοτική διάσταση όμως αναφορικά με την ποιότητα των υδάτων; αλλά και η άλλη ποιοτική παράμετρος, για την αντιμετώπιση της αστοχίας του φράγματος Γυρτώνης; κ.α.
Και βεβαίως και όλα τα λοιπά ποιοτικά ζητήματα: Φτώχεια, άστεγοι, πρόσφυγες; Εκεί σε θέλω κάβουρα να περπατάς στα κάρβουνα.
Ή για παράδειγμα κατασκευάστηκαν σχολεία… για πόσα, όμως, από αυτά θα μπορούσαν να καλυφθούν οι ανάγκες από τις συγχωνεύσεις;
Στις περισσότερες περιπτώσεις δεν έχουμε μετρήσιμα αποτελέσματα. Απορρόφηση έχουμε, αλλά λύση των προβλημάτων δεν έχουμε, συν το ότι υπάρχουν μη ολοκληρωμένα έργα, τα οποία θα δημιουργήσουν απρόβλεπτες επιβαρύνσεις, κατά την παρούσα προγραμματική περίοδο.
Αντί αυτού του μοντέλου εμείς αντιπροτείνουμε και προκρίνουμε, πολλές μικρές και ήπιες παρεμβάσεις σε ένα πλαίσιο συνεργατισμού, ενισχύοντας την μικρή επιχειρηματικότητα, με ιδιαίτερο βάρος στην κοινωνική.
Η κοινωνική επιχειρηματικότητα, που θα μπορούσε να είναι ένας από τους βασικούς μοχλούς επανάκαμψης της χώρας και της περιοχής μας, τη δύσκολη αυτή εποχή που διανύουμε, απαξιώθηκε από την Περιφερειακή Αρχή, τόσο μέσα από την, κατ’ επανάληψη, εκφρασμένη άποψη του Περιφερειάρχη, ότι δεν πιστεύει σε τέτοιου είδους δράσεις, όσο και από τον τρόπο που εγκρίθηκαν και υλοποιήθηκαν τα προγράμματα της κοινωνικής οικονομίας και επιχειρηματικότητας, στο πλαίσιο του Π.Ε.Π. Θεσσαλίας.
Υπήρξε, μάλλον, ένας συνειδητός κατακερματισμός και προσφέρθηκε η δυνατότητα στους “συνήθεις φορείς” να εντάξουν τους διαθέσιμους πόρους στις κλασικές πελατειακές παρεμβάσεις, με ταυτόχρονο όφελος των στελεχών των φορέων αυτών. Αποτέλεσμα, όλων αυτών, η απαξίωση του εγχειρήματος με την απειλή να καταστεί θνησιγενές.
Το παραπάνω περίγραμμα ισχύει και για διάφορα άλλα θέματα, αφού αυτό που φαίνεται να κυριαρχεί είναι η προσκόλληση σε μια πελατειακή αντίληψη και λογική, προωθώντας μια ιδιότυπη ευνοιοκρατία. Δεν έχουμε χρόνο να αναφερθούμε σε όλα.
Κάποια από τα παραπάνω, συχνά νομιμοποιούνται με ένα ωραίο περιτύλιγμα, ενίοτε δε έρχονται προς συζήτηση στο Περιφερειακό Συμβούλιο, ως μέρος οριζόντιων θεμάτων, αλλά και ειδικού ενδιαφέροντος, όπου παρουσιάζονται εξωραϊσμένα και μέσα σε ένα θεωρητικό πεδίο, το οποίο παραμένει ως μια ακόμη συζήτηση και δεν καταλήγει σε κάποια πρακτική εφαρμογή με πλαίσιο και χρονοδιάγραμμα υλοποίησης. Δηλαδή, πολλές διαδικασίες παραμένουν ημιτελείς και είναι για το θεαθήναι, χωρίς κάποιο πρακτικό και αποτελεσματικό αντίκρισμα.
Αυτό πρέπει να αλλάξει, διότι έχουμε ανάγκη από ουσία και όχι από φθηνή επικοινωνία. Δεν υπάρχει κανένα όφελος με το να καθόμαστε να συζητάμε χωρίς να κάνουμε πράξη τα συμπεράσματα της συζήτησης. Η συζήτηση και ο διάλογος είναι σημαντικότατες διαδικασίες, αρκεί να καταλήγουν σε αποφάσεις, οι οποίες να υλοποιούνται. Σε κάθε περίπτωση οφείλουμε να βάλουμε την κοινωνία πάνω από την επικοινωνία.
Διατυπώσαμε τις απόψεις μας επί ορισμένων πεπραγμένων της Περιφερειακής Αρχής, με ένα πνεύμα κριτικό, έχοντας όμως ως στόχο τη βελτίωση της λειτουργίας της Περιφέρειας και όχι να κάνουμε κριτική για την κριτική.
Τώρα, τι κάναμε εμείς από την πλευρά μας;
Ως «Οικολογική Θεσσαλία», παρότι δεν έχουμε την ευθύνη της διοίκησης της Περιφέρειας, θεωρούμε παρόλα αυτά, ότι οφείλουμε να παρακολουθούμε στενά και συστηματικά ό,τι «συμβαίνει» στην Περιφέρεια Θεσσαλίας και για το λόγο αυτό δεν απουσιάσαμε από καμία συνεδρίαση του Περιφερειακού Συμβουλίου και της επιτροπής στην οποία συμμετέχουμε, καθώς και από καμία σύσκεψη, στην οποία προσκληθήκαμε (σε μια μοναδική εξαίρεση απουσίας λόγω ασθένειας, παρευρέθηκε εκπρόσωπος της παράταξής μας) και ήμασταν παρόντες και σε όσες συσκέψεις πληροφορηθήκαμε τυχαία για τη διεξαγωγή τους).
Και εδώ, επιτρέψτε μου να θέσω, εκ νέου το θέμα στον Περιφερειάρχη, ότι δηλαδή πρέπει να ενημερωνόμαστε για όλες τις συσκέψεις, διότι όλα τα θέματα μας ενδιαφέρουν και μόνο σε περίπτωση απόλυτης αδυναμίας δεν θα παραστούμε, θέλουμε να έχουμε ενημέρωση και να διατυπώνουμε τις απόψεις μας για όλα τα θέματα, ευελπιστώντας ότι σε αρκετές περιπτώσεις θα έχουμε να καταθέσουμε χρήσιμες προτάσεις.
Ας αλλάξουμε, λοιπόν, κουλτούρα σε αυτό το θέμα, και ας γίνει η προσέγγιση πιο συμμετοχική, είμαστε σίγουροι ότι αυτό θα είναι προς όφελος όλων μας.
Δεν περιοριστήκαμε, όμως, μόνο σε αυτόν τον ρόλο, που κατ’ εμάς είναι ο ελάχιστος βασικός, αλλά καταβάλαμε και μεγάλη προσπάθεια προκειμένου να αναδείξουμε, να προβάλλουμε και να προωθήσουμε διάφορα θέματα (οριζόντια και μεμονωμένα), που απασχολούν την Περιφέρειά μας, σε διάφορους τομείς, προσφέροντας και τη δική μας ιδιαίτερη συνεισφορά στην ενδεχόμενη αντιμετώπιση και επίλυση θεμάτων.
Κοινωνικά, περιβαλλοντικά, πολιτιστικά κ.α. θέματα, προσπαθήσαμε να τα κατανοήσουμε και να τα επαναπροσδιορίσουμε, μέσα από συναντήσεις και συνεργασίες, που είχαμε με εκπροσώπους αρμοδίων φορέων, και πολίτες, έχοντας ως στόχο να διαμορφώσουμε την καλύτερη δυνατή άποψη, για τα θέματα που απασχολούν την Περιφέρεια και να διατυπώσουμε εύστοχες και ουσιαστικές προτάσεις για την αντιμετώπισή τους.
Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο προσεγγίσαμε τα ζητήματα, που ανέκυψαν στην Περιφέρεια Θεσσαλίας, και όταν ήρθαν τα θέματα στο Περιφερειακό Συμβούλιο ή στις αρμόδιες επιτροπές, τοποθετηθήκαμε κάνοντας προτάσεις και όχι ασκώντας στείρα κριτική.
Αναφέρω, ενδεικτικά, το θέμα του χωροταξικού, για το οποίο καταθέσαμε μακροσκελή τεκμηριωμένη πρόταση, αλλά και άλλα θέματα όπως Φτώχεια, Ρομ, Τουρισμός κ.α.
Καταθέσαμε και υποστηρίξαμε, στο πλαίσιο αυτό, συγκεκριμένες προτάσεις, οι οποίες, σε αρκετές περιπτώσεις, έγιναν αποδεκτές και οφείλουμε να το αναφέρουμε.
Εμείς θα συνεχίσουμε με τον ίδιο τρόπο, προσπαθώντας να ασκούμε τον θεσμικό μας ρόλο με σοβαρότητα και συνέπεια, ώστε να ανταποκριθούμε στις προσδοκίες όσων στήριξαν την δική μας πρόταση αλλά και βεβαίως όλων των Θεσσαλών πολιτών.
Η στάση μας, όμως, θα είναι εφεξής πιο κριτική, αφού θεωρούμε ότι το χρονικό διάστημα ανοχής έχει παρέλθει προ πολλού, απλά δόθηκε από την πλευρά μας κάποια παράταση λόγω των ειδικών συγκυριών, που διένυσε η χώρα το τελευταίο διάστημα.
Τώρα όμως, έχουν εξαντληθεί όλα τα περιθώρια και δεν πρόκειται να συγχωρέσουμε άλλες αστοχίες.
Η στάση μας θα είναι μεν πιο σκληρή, αλλά πάντα στο πλαίσιο της αντικειμενικής και δίκαιης αντιμετώπισης, χωρίς να παρεκκλίνει από την εποικοδομητική πρόθεση, όταν οι προϋποθέσεις υφίστανται.
Η «Οικολογική Θεσσαλία» σκοπεύει να ασκήσει τον θεσμικό της ρόλο ασκώντας το καθήκον, που της έχει ανατεθεί, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, και με όλες της τις δυνάμεις, προς όφελος των Θεσσαλών Πολιτών.