Η ενασχόλησή του µε τη συγγραφή ξεκίνησε αυθόρµητα, αβίαστα χωρίς κάποια ώθηση από κάπου. Ο Γιώργος Γιαντάς πιστεύει ότι υπάρχουν ιδέες που κατά την ανάπτυξη τους, µπορεί να ενσωµατώνουν «εσωτερικές διαδικασίες».
Θεωρεί ακόμη πως η αξία ενός λογοτεχνικού έργου, προφανώς εστιάζεται στο «τι έχει να πει», στο μήνυμα που περνά στους αναγνώστες και στη διαχρονική του επιρροή στις ψυχές των ανθρώπων, γι’ αυτό άλλωστε η διαχρονικότητα των καλών μυθιστορημάτων είναι κι ένας λόγος που η λογοτεχνία δεν έχει την ανάγκη να ακολουθεί την επικαιρότητα.
Τον κατευθύνει η μαγεία και η μέθη της δημιουργίας και το πάθος για οτιδήποτε κάνει. Από μικρός θέλησε να ανακαλύψει την έξαρση, την έξαψη, το άλμα. Γι’ αυτό εξερευνώντας τον άνθρωπο, τον εαυτό του, τα συναισθήματά του, τις αντοχές του, τα όριά του έφτασε τελικά στη λογοτεχνία.
Οι οξυδερκείς σκέψεις που εκφράζει περιλαμβάνουν την ουσία των όσων έμαθε στο ταξίδι της ζωής κι ας είναι αρκετά νέος.
Μιλάει χωρίς βαρύγδουπους όρους, με απλότητα και με ταπεινότητα. Τα μετριοπαθή του λόγια σίγουρα αξίζουν περισσότερο από επιβλητικούς λόγους και εκφράσεις εντυπωσιασμού.
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Πόσο σημαντικό είναι για έναν νέο συγγραφέα να συνεργάζεται στα πρώτα του βήματα μ’ έναν από τους μεγαλύτερους εκδοτικούς οίκους στην Ελλάδα;
Η συνεργασία με τον εκδοτικό οίκο που βρίσκομαι, δικαίωσε τον κόπο μου, κυρία Δούλη. Ακόμη περισσότερο, τον δικαιώνει το γεγονός πως αυτή συνεχίστηκε απρόσκοπτα. Καθώς απαιτείται μεγάλη δαπάνη χρόνου με τα γραπτά και αφού παράλληλα εργάζομαι, είναι εξαιρετικά δύσκολη η ενασχόληση με την προβολή και προώθηση των έργων. Οι εκδόσεις Λιβάνη έχουν στηρίξει την προσπάθεια μου αυτή, με σοβαρότητα, υπεύθυνα και στην εμβέλεια που τις χαρακτηρίζει.
Στο «Αύριο», η ιστορία ξεκινά όταν σημειώνεται η ρωγμή στη ζωή μιας πλούσιας κοπέλας. Θέλετε να μας σκιαγραφήσετε το βιβλίο σας, κύριε Γιαντά;
Η ιστορία του εξελίσσεται διαδοχικά στο παρόν και στο παρελθόν. Οι πρωταγωνιστές παρουσιάζονται νεότεροι αλλά και ώριμοι, όταν πια έχουν ακολουθήσει ο καθένας το μονοπάτι του στη ζωή. Σκοπός μου ήταν να εγείρω ερωτήματα γύρω από το κατά πόσο ο πλούτος επαρκεί για την ευτυχία, γύρω από τις φιλοδοξίες και την ορθότητα των κριτηρίων των ανθρώπων για το τι τελικά ορίζεται ως «αξία».
Ο λόγος σας ρέει και παρασέρνει τον αναγνώστη να μπει γλυκά στην πλοκή της ιστορίας. Αποτελεί το «Αύριο» μια κατάδυση σε χρόνους και εποχές ειλικρινών ανθρώπινων σχέσεων;
Τα κεφάλαια που διαδραματίζονται στο παρελθόν, πράγματι επιδιώκουν μια τέτοια «κατάδυση». Φαίνεται πως μεγαλώνοντας έχουμε συχνά την τάση να αναπολούμε προηγούμενες εποχές, ως πιο ειλικρινείς, πιο ανθρώπινες. Δεν πρέπει όμως να παραμελούμε εξωγενείς παράγοντες που επέδρασαν καταλυτικά στις ανθρώπινες σχέσεις τις τελευταίες δεκαετίες. Αναφέρομαι πρωτίστως στο διαδίκτυο που υποκατέστησε τις άμεσες σχέσεις και επαφές, όπως και το φλερτ, τη γοητεία των απευθείας γνωριμιών. Είναι μια μεταβολή που επιθυμούσα να στιγματίσω γράφοντας το «Αύριο».
Πόση σημασία έχει για εσάς η διαδικασία παραγωγής ενός έργου και σε ποια σημεία εστιάζεται η αξία του;
Ως σημαντικότερο κομμάτι θεωρώ την αρχική ιδέα. Από εκεί κι έπειτα το βάρος της διαδικασίας πέφτει στην ανάπτυξη, στον τρόπο που θα δομηθούν οι ενότητες, στη σκιαγράφηση ολοκληρωμένων χαρακτήρων των ηρώων. Η αξία ενός λογοτεχνικού έργου, προφανώς εστιάζεται στο «τι έχει να πει», στο μήνυμα που περνά στους αναγνώστες, στη διαχρονική του επιρροή στις ψυχές των ανθρώπων. Η διαχρονικότητα των καλών μυθιστορημάτων είναι κι ένας λόγος που η λογοτεχνία δεν έχει την ανάγκη να ακολουθεί την επικαιρότητα, κυρία Δούλη.
Θεωρείτε πως η βιωματική διαδικασία –όταν αυτή υπάρχει– κατέχει τον κύριο και ουσιαστικό λόγο του έργου ή δεν φτάνει αυτό να επικυρώσει την αξία του;
Ένα έργο επικυρώνεται με την πνευματική του αξία. Όπως προανέφερα, με αυτό που «έχει να πει». Δε νομίζω πως το ζήτημα των βιωμάτων κατέχει τον ουσιαστικό λόγο. Μάλλον εκείνα υποβοηθούν ένα δημιουργό στο να προσεγγίσει συμπεριφορές, καταστάσεις και γεγονότα.
Σας ενδιαφέρει η δομή του λόγου ή ο ίδιος ο λόγος και το νόημά του;
Προτιμώ τα δομημένα έργα, την αριστοτεχνική αφήγηση, την ατμόσφαιρα, και, βεβαίως τη «μουσικότητα» στη δυναμική του συνόλου. Ως αναγνώστης, μπορώ να πω πως μαγεύομαι από σύνολα που ρέουν αβίαστα, χωρίς απαραίτητα να στέκονται διαρκώς σε εμφάσεις και συμπεράσματα.
Τι σας ενοχλεί περισσότερο στην εποχή μας, κύριε Γιαντά;
Η στροφή από τις αξίες στην εμπορευματοποίηση, η προσήλωση στην ύλη και την επιφάνεια. Δυστυχώς, το καθετί φαίνεται να ζυγίζεται με κριτήριο τη χρηματική του αξία και σε ένα βαθμό η οικονομική κρίση διόγκωσε αυτή την αντίληψη.
Η πατρίδα και γενέτειρά σας, η Μυτιλήνη, δίνει από το καλοκαίρι μια καθημερινή- ηρωική μάχη με της πρόσφυγες. Θα θέλαμε να μάθουμε από ένα παιδί της κάποιες «πικρές-γλυκιές» αλήθειες…
Στην κορύφωση του φαινομένου βρεθήκαμε απέναντι σε μια κατάσταση, η οποία χρειαζόταν άμεση και σωστή διαχείριση. Το σημείο στο οποίο θα ήθελα να σταθώ, αφορά τον ανθρώπινο παράγοντα. Αναφέρομαι στο γεγονός πως πρόκειται για ανθρώπους με σοβαρά προβλήματα στις χώρες τους, τέτοια που τους εξωθούν να ξεκινήσουν διαδρομές προς ασφαλέστερα σημεία, κυρία Δούλη.
Τι νοσταλγείτε από τα παιδικά σας χρόνια στη Μυτιλήνη;
Αναπολώ συχνά την εποχή πριν την εξάπλωση του διαδικτύου, το παιχνίδι στους δρόμους, τις μαθητικές παρέες, τη ξενοιασιά. Αυτές οι εικόνες έχουν παρέλθει και αν υπάρχουν, υπάρχουν σαφώς σε μικρότερο βαθμό.
Πόσο άλλαξε τις ζωές μας η κρίση; Τι κερδίσαμε;
Θεωρώ πως αυτό που κερδίσαμε έχει να κάνει με τη συνειδητοποίηση της πραγματικότητας που ζούσαμε και ζούμε, σε όλες τις διαστάσεις της, κοινωνικές, οικονομικές, πολιτικές. Καθώς θα περνούν τα χρόνια, θα διαφαίνονται ακόμη καλύτερα τα πραγματικά αίτια αυτής της κατάρρευσης. Ασφαλώς και υπήρχαν και στη χώρα μας λάθη, «ανισότητες», υπερβολικός καταναλωτισμός. Πιστεύω πως η κρίση μας έκανε -έστω σε ένα ποσοστό- να αναθεωρήσουμε τη σημασία της υπερβολής στις δαπάνες. Δυστυχώς, η κατανάλωση υλικών αγαθών είχε ταυτιστεί με την ευτυχία και κάπου υπήρξε εκτροχιασμός.
Ζούμε σε εποχές σκοτεινές… Για ποιο μέλλον θα μπορούσαμε να μιλήσουμε σήμερα;
Ασφαλώς και οι εποχές είναι δύσκολες. Δεν είμαι υπεραισιόδοξος ούτε είναι καιρός για εξωραϊσμούς. Παρατηρώ πως από τις γενιές της αστικοποίησης και των μετακινήσεων προς την πρωτεύουσα και τις μεγάλες πόλεις, περάσαμε στην αποχή της μετανάστευσης στο Εξωτερικό για την εξασφάλιση μιας καλύτερης ζωής. Ας ελπίσουμε λοιπόν πως σήμερα, παρά τη γενικότερη δυσφορία, θα προκύψουν λύσεις που θα αποτρέψουν περαιτέρω κοινωνικές αστάθειες, φανατισμούς και ακρότητες, κυρία Δούλη.
Τι είναι αυτό που σας τρομάζει περισσότερο από όλα, όσα συμβαίνουν, κύριε Γιαντά;
Στο πεδίο του τόπου μας, με προβληματίζει η ερήμωση, η εγκατάλειψη του από τη νέα γενιά, η διάχυτη αίσθηση πως δεν υπάρχουν ευκαιρίες. Υιοθετήθηκε και προβλήθηκε εδώ και δεκαετίες, μια ρηχή κουλτούρα, που το μόνο που πέτυχε ήταν να παραδώσει μια χώρα «έρμαιο» στις ορέξεις και τους σκληρούς όρους της νεοφιλελεύθερης αγοράς.
Ποια είναι η καλύτερη συμβουλή που σας έχουν δώσει και σας βοήθησε ως άνθρωπο;
«Να είσαι καλός με τους ανθρώπους».
ΤΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
Ο Γιώργος Γιαντάς κατάγεται από τη Μυτιλήνη της Λέσβου.
Συστήθηκε στο αναγνωστικό κοινό το 2011 μέσω του βιβλίου του, «Ως Την Τελευταία Πνοή», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Λιβάνη, από τότε κυκλοφορήσαν από τον ίδιο Εκδοτικό οίκο τα μυθιστορήματά του: «Mindland» (2012) και «O Θίασος της Μαριάννας Μαλτέ» (2014).
Έχει έναν πολύ όμορφο τρόπο να αποτυπώνει τις λέξεις στο χαρτί και το χάρισμα να κερδίζει τον αναγνώστη εξαρχής. Το τελευταίο του βιβλίο έχει τίτλο «Αύριο» και κυκλοφορεί επίσης από τον Εκδοτικό οίκο Λιβάνη.
Το προσωπικό του blog στην ηλεκτρονική διεύθυνση: http://giorgogianta.blogspot.gr/.
Μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί του μέσω Facebook στη σελίδα Giorgos Giantas.
*Η συνέντεξη δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Τα Μετέωρα” στις 29 Απριλίου 2016.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!