Την χαρακτηρίζει η φράση η «χαρά της ζωής». Πολυταξιδεμένη και εμπνευσμένη από τα ταξίδια της, διοχετεύει μέσα από την πένα της τις εμπειρίες που απέκτησε και ευελπιστεί να δημιουργήσει πρότυπα με τη συγγραφή της. Η Φιλομήλα Λαπατά, παρά την συγγραφική της επιτυχία, παραμένει ακόμη μια αφοσιωμένη αναγνώστρια και μας λέει ότι η ζωή είναι το μεγαλύτερο σχολείο. Η όμορφη συζήτηση μαζί της ήταν η αφορμή να μας ανοίξει την καρδιά της απλά και ανθρώπινα.
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Κυρία Λαπατά, τί θα λέγατε να αρχίσουμε την κουβέντα μας, μιλώντας για το τελευταίο σας μυθιστόρημα «Η Ξυπόλυτη των Αθηνών», που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Καστανιώτη;
Είναι ένα μυθιστόρημα για την κοσμοπολίτικη Αθήνα της Μπελ Επόκ (1890-1910). Μια ιστορία γεμάτη ιστορίες. Μια θυσία που προκαλεί ένα μεγάλο πείσμα κι ένα μεγάλο έρωτα, μίση και πάθη, αξεπέραστα με την πρώτη ματιά, αλλά στο τέλος έρχεται η κάθαρση. Στην Αθήνα του 1902, μια γυναίκα απαράμιλλης ομορφιάς, με τίτλους ευγενείας, αναγκάζεται να παντρευτεί έναν ζάπλουτο Ζακυνθινό ταπεινής καταγωγής για να σώσει την οικογένειά της από την οικονομική καταστροφή και μπορείτε να φαντασθείτε τί επακολουθεί…
Ποια ήταν η αφορμή για να γραφεί το συγκεκριμένο μυθιστόρημα;
Λατρεύω το ιστορικό μυθιστόρημα. Έχουν κυκλοφορήσει πέντε μυθιστορήματα δικά μου από τις Εκδόσεις Καστανιώτη, εκ των οποίων τα τρία είναι ιστορικά με κοινό παρονομαστή τον ελληνισμό τής διασποράς και το πέμπτο είναι η «Ξυπόλυτη των Αθηνών». Για όλα έχει προηγηθεί μια λεπτομερέστατη έρευνα εποχής. Ανακάλυψα, λοιπόν, πως για τη χρυσή εποχή τής Αθήνας, τη λεγόμενη Μπελ Επόκ, δεν υπήρχαν μυθιστορήματα, τα οποία να την περιγράφουν μέσα από τις ζωές των ηρώων τους, και δεν εννοώ επιστημονικά βιβλία για την Αθήνα, γιατί τέτοια υπάρχουν πολλά, τα οποία υπήρξαν και οι πηγές μου από τις οποίες άντλησα τις πληροφορίες που χρειάστηκα.
Πιστεύετε ότι τα βιβλία πρέπει να βασίζονται πάνω σε αληθινές ιστορίες ή σε φανταστικά σενάρια;
Πιστεύω πως η ζωή γράφει καλύτερα σενάρια και από την πιο γόνιμη φαντασία. Πολλοί αναγνώστες μού χαρίζουν τις ιστορίες τους. Μερικές από αυτές τις θεωρώ εξαιρετικά ενδιαφέρουσες. Σ’ αυτές στηρίζονται και τα περισσότερα μυθιστορήματά μου, εκτός από το πρώτο μου μυθιστόρημα «Οι κόρες του νερού», το οποίο είναι η ιστορία της δικής μου οικογένειας από το 1790. Όλο το ιστορικό υπόβαθρο των Ελλήνων του Πόντου και τα γεγονότα που περιγράφω είναι αληθινά.
Συνδυάζετε την ιστορική αφήγηση με την άριστη χρήση τής ελληνικής γλώσσας. Πώς καταφέρνει να συνδυάσει μαγικά και τα δύο η πένα τού συγγραφέα;
Πιστεύω πως για να γράψει κανείς ένα μυθιστόρημα που θα έχει επιτυχία και θα αγαπηθεί από τους αναγνώστες, διότι αυτός είναι και ο τελικός σκοπός, πρέπει να έχει δυο βασικούς παράγοντες: μια συναρπαστική ιστορία, με έναν ενδιαφέροντα τρόπο δοσμένη. Η γλώσσα είναι το πιο σπουδαίο εργαλείο ενός συγγραφέα. Δίχως σωστή χρήση τής γλώσσας το μυθιστόρημά του δεν θα πάει… πολύ μακριά!
Αν η παγκόσμια κοινότητα σας πρότεινε να στείλετε ένα απ’ τα βιβλία σας σ’ έναν άλλο πλανήτη, ποιο θα ήταν αυτό και γιατί;
Θα έστελνα την «Ξυπόλυτη των Αθηνών» διότι είναι ένα ιστορικό μυθιστόρημα της Αθήνας και συνεπώς μια ενδιαφέρουσα μαρτυρία τού πώς ήταν η πόλη εκείνη τη συγκεκριμένη εποχή. Αν είχα και μια δεύτερη ευκαιρία θα έστελνα τη «Lacryma Christi (Το δάκρυ του Χριστού)». Το συγκεκριμένο μυθιστόρημα το θεωρώ πολιτικό γιατί προτείνει μια άλλη αντιμετώπιση της ζωής.
Απ’ όσο ξέρω ταξιδεύετε πολύ. Ποιο είναι το αγαπημένο σας ταξίδι;
Η Αφρική! Την έχω ήδη επισκεφθεί τρεις φορές και από το δεύτερο ταξίδι μου στην Κένυα άντλησα και τις πληροφορίες για να γράψω το κεφάλαιο «Η Φυγή» στο μυθιστόρημά μου «Επικίνδυνες Λέξεις».
Αν υποθέσουμε πως επισκεπτόσασταν το νησί των επιθυμιών, ποια θα ήταν η πρώτη σας επιθυμία;
Έχω μια ίσως παράλογη επιθυμία, αν οι επιθυμίες μπορούν να χαρακτηρισθούν παράλογες: Θα ήθελα να υπήρχε σ’ αυτό το νησί μια μηχανή του χρόνου, να μπω μέσα και να ταξιδέψω αόρατη πίσω στο παρελθόν, σε όλες αυτές τις ιστορικές περιόδους που περιγράφω στα μυθιστορήματά μου, δίχως όμως τη δυνατότητα να επέμβω στην εξέλιξη της ζωής και των ιστορικών γεγονότων.
Ζούμε σε μια εποχή που η λογοτεχνία διαθέτει μια μεγάλη «γκάμα» συγγραφέων. Ποια η άποψη σας γι’ αυτό;
Συγγραφείς υπάρχουν πολλοί και για όλα τα γούστα. Γεννιούνται καθημερινά περισσότεροι, αλλά τελικά λίγοι είναι αυτοί οι οποίοι έχουν επιτυχία και αντέχουν στον χρόνο. Η εποχή πριν την κρίση που ζούμε σήμερα, έδινε τη δυνατότητα να πραγματοποιήσει κανείς το όνειρό του και να γίνει συγγραφέας. Σήμερα αυτό είναι πια πολύ δύσκολο. Οι εκδότες δεν έχουν περιθώριο για ρίσκο, ποντάρουν σε αναγνωρισμένα ονόματα.
Κυρία Λαπατά, έχετε σπουδάσει Δημόσιες Σχέσεις. Σε ποιο βαθμό πιστεύετε ότι επηρεάζει τις πωλήσεις ενός βιβλίου το marketing;
Πιστεύω ότι επηρεάζει πάρα πολύ και είναι και αναγκαίο να ξέρει κανείς ποια είναι η αγορά, το κοινό του δηλαδή, και πώς να το στοχεύσει. Θεωρώ το marketing βασικό σε όλες τις επιχειρήσεις προσφοράς υπηρεσιών και προϊόντων.
Εκτός από το να είστε συγγραφέας είστε και αναγνώστρια; Αν ναι, ποιους Έλληνες αλλά και ξένους συγγραφείς διαβάζετε;
Πιστεύω πως οι περισσότεροι συγγραφείς υπήρξαν προηγουμένως αδηφάγοι αναγνώστες. Τουλάχιστον αυτό συμβαίνει στην περίπτωσή μου. Μικρή, όταν ανακάλυψα τα βιβλία και τις δυνατότητες που προσφέρουν για διεύρυνση πνεύματος, διάβαζα αδιακρίτως ό,τι έπεφτε στα χέρια μου. Μεγαλώνοντας έγινα επιλεκτική. Παραμένω όμως μια αφοσιωμένη αναγνώστρια. Είναι πολλοί οι συγγραφείς που μου αρέσουν, δεν μπορώ να περιοριστώ σε ένα δυο, γιατί θα υποτιμούσα έτσι τους υπόλοιπους. Θα έλεγα, όμως, πως γενικά μου αρέσουν οι Λατινοαμερικάνοι, ενώ από τους Έλληνες η δουλειά της Ιωάννας Καρυστιάνη, της Ευγενίας Φακίνου, της Ζυράννας Ζατέλη, του Τάσου Αθανασιάδη, του Καραγάτση και άλλων. Είδατε πόσο δύσκολο είναι να τους αναφέρω όλους;
Οι αναγνώστες φανταζόμαστε ότι ο συγγραφέας πρέπει να βρίσκεται σε μια «δημιουργική μοναξιά» για να πραγματοποιεί την συγγραφή του. Ισχύει;
Δεν γνωρίζω για τους άλλους συγγραφείς, αλλά μπορώ να σας πω για μένα πως η μοναξιά μού είναι απαραίτητη όταν γράφω ένα μυθιστόρημα. Έχω ανάγκη να μπω σε μια περίοδο σιωπής και περισυλλογής, εξαιρετικά εποικοδομητικής. Κομμένα τα τηλεφωνήματα, οι καφέδες, οι έξοδοι, το σκόρπισμα γενικά, το ξόδεμα, θα έλεγα, των εσωτερικών μου πηγών. Η σιωπή είναι γνώση.
Αν κοιτάξετε προς τα πίσω, ποια νομίζετε ότι υπήρξε η πρώτη μεγάλη «σχολή» για εσάς στη ζωή σας;
Αν εννοείτε για συγγραφική έμπνευση, θα έλεγα η «σχολή» των Λατινοαμερικανών συγγραφέων, καμιά όμως καλύτερη της ίδιας της ζωής. Η ζωή είναι το μεγαλύτερο σχολείο, αν βέβαια έχει κανείς τη διάθεση να «πληρώσει τα ακριβά του δίδακτρα» και να μάθει.
Ποιος θεωρείτε ότι είναι ο πιο διεισδυτικός δρόμος για τους ανθρώπους να αντιληφθούν τα πράγματα και τις καταστάσεις;
Η αυτοεπίγνωση και μόνο αυτή, κατά τη γνώμη μου, βοηθάει να μπούμε στην καρδιά πραγμάτων και καταστάσεων.
Για να μπορείς να μιλάς για την εποχή σου πρέπει να συμμετέχεις σ’ αυτή; Ποια είναι η άποψή σας;
Ασφαλώς, πώς αλλιώς; Πώς μπορεί κανείς να μιλάει για την εποχή του αν δεν παρατηρεί και δεν συμμετέχει. Είναι απαραίτητο να είμαστε ενεργοί πολίτες.
Υπάρχει ιδανικό πρότυπο ανθρώπου για εσάς;
Δεν έχω ιδανικό πρότυπο ανθρώπου και δεν νομίζω πως υπάρχει ο τέλειος. Πιστεύω ότι κάθε άνθρωπος έχει τα θετικά και τα αρνητικά του στοιχεία και πως και τα δυο είναι πολύτιμα για να είναι κανείς ολοκληρωμένος. Εγώ το θέλω όλο το πακέτο!
Ποια λέξη σας χαρακτηρίζει;
Η χαρά της ζωής!
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΤΗΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΣ
Η Φιλομήλα Λαπατά γεννήθηκε στην Αθήνα το 1952. Σπούδασε Δημόσιες Σχέσεις, μιλάει ξένες γλώσσες κι έχει ταξιδέψει πολύ. Έζησε στην Ιταλία οκτώ χρόνια, τώρα ζει στην Ελλάδα. Στο παρελθόν εργάστηκε στον ιδιωτικό τομέα. Τιμήθηκε στην Ιταλία το 2005 με το βραβείο «Citta di Bacoli» (αρχαία Cuma) και το 2006 με το βραβείο Premio Internazionale per la Cultura «Sebetia-Ter».
Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Τα Μετεώρα” στις 20 Απριλίου 2012.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!