Στις σελίδες των λογοτεχνικών βιβλίων και τη γραφή, βρήκε –ως έφηβη ακόμη– το επάγγελμα που ήθελε να ακολουθήσει: συγγραφέας. Έκτοτε γέμισε πολλές νέες σελίδες με τις ιδέες της: από παιδικά και εφηβικά βιβλία μέχρι βιβλία για μεγάλους. Η βραβευμένη για τα βιβλία της και για το έργο της Τρικαλινή συγγραφέας Τούλα Τίγκα μοιράζεται μαζί μας την αγάπη για τη γενέτειρά της, καθώς και τις εμπειρίες της, από ένα ενδιαφέρον και πολύχρονο ταξίδι στη συγγραφή.
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Κυρία Τίγκα, γράφετε για παιδιά, γράφετε και για μεγάλους. Ποιες διαφορές υπάρχουν στα δύο είδη γραφής;
Η διαφορά αφορά όχι τόσο στα θέματα όσο στον τρόπο που τα προσεγγίζει και τα αναπτύσσει ο συγγραφέας όταν απευθύνεται σε διαφορετικές ηλικίες. Για παράδειγμα, αλλιώς βλέπει τη φιλία ανάμεσα σε δύο μικρά παιδιά ή τον έρωτα στην εφηβεία και αλλιώς όταν αυτά αφορούν ενήλικες. Εγώ πάντως μ’ αυτό το «αλλιώς» δουλεύω σε κάθε περίπτωση. Και με την ίδια σοβαρότητα βλέπω και το παιδί και τον ενήλικα ως αναγνώστες. Εξ άλλου η ζωή είναι η ίδια δεξαμενή, από την οποία αντλούμε θέματα. Άλλα αφορούν τους νέους άλλα τους ενήλικες.
Όταν γράφετε για παιδιά, από πού αντλείτε τη θεματολογία σας;
Από τη ζωή τους. Από αυτά που διαβάζω για τους νέους, που ακούω και βλέπω, που συζητώ μαζί τους ή που θυμάμαι από τα δικά μου παιδικά χρόνια, όταν χρειαστεί. Η δεξαμενή που μας δίνει τα θέματα είναι η ίδια, δηλαδή η ζωή. Απλώς η προσέγγιση και ο τρόπος παρουσίασης είναι διαφορετικός.
Η γυναικεία γραφή παλιά ίσως ταυτιζόταν με το γλυκό και το ελαφρύ γι’ αυτό σήμερα κάποια μυθιστορήματα γραμμένα από γυναίκες ξαφνιάζουν με τη σκληρή τους γλώσσα. Ποια είναι η άποψή σας; Θα μπορούσατε να μας δώσετε έναν ορισμό για τη γυναικεία λογοτεχνία;
Υπάρχει «γυναικεία λογοτεχνία» τελικά; Σίγουρα παίζουν κάποιο ρόλο το φύλο και τα βιώματα του συγγραφέα. Αλλά όλη η μαστοριά είναι να μπορείς να περιγράφεις πειστικά καταστάσεις και χαρακτήρες που δεν έχουν καμία σχέση με τον εαυτό σου. Το «γλυκό και ελαφρύ» αφορά και κάποιους άνδρες συγγραφείς, αλλά κάθε συγγραφέας έχει το κοινό του. Η σκληρή γλώσσα, εξυπηρετεί το θέμα, την προσέγγιση χαρακτήρων, εποχών και καταστάσεων. Όσο για ορισμό, δεν το διακινδυνεύω. Για μένα, υπάρχουν βιβλία που με μαγεύουν από τις πρώτες σελίδες και βιβλία που τα διαβάζω αδιάφορα – είτε γράφονται από γυναίκες είτε από άντρες.
Το περιβάλλον σας, με όποια έκφρασή του, συμβάλλει στη διαμόρφωση του έργου σας;
Συνήθως το περιβάλλον τροφοδοτεί με αρκετό υλικό έναν συγγραφέα. Γίνεται δέκτης, συλλέκτης και κυρίως επεξεργαστής ιδεών, εικόνων, ακουσμάτων ή συναισθημάτων. Το δύσκολο –αλλά ενδιαφέρον– είναι η διαδικασία τής επεξεργασίας αυτού του υλικού ώστε στο τέλος να συνυπάρχουν στο κείμενο η πυκνότητα του λόγου, η γλωσσική επάρκεια και οι αφηγηματικές αρετές. Όλοι κάτι έχουμε να πούμε γι’ αυτά που συμβαίνουν γύρω μας και μέσα μας. Η διαφορά είναι στο πώς το λέει ο καθένας.
Τι μας κάνει τελικά να επιλέγουμε τον δρόμο μας;
Οι καταβολές μας, οι στόχοι που βάζουμε, ο τρόπος που θέλουμε να ζήσουμε, τα όνειρά μας. Είναι πολλά, και μην ξεχνάμε και τα λάθη μας, που κι αυτά έχουν μερίδιο ευθύνης για κάποιες επιλογές μας.
Σας ενδιαφέρει η εμπορική επιτυχία των βιβλίων σας;
Δεν ξέρω, κυρία Δούλη, αν η εμπορική επιτυχία συμβαδίζει πάντα με την λογοτεχνική αξία ενός βιβλίου. Η αναγνωστική παιδεία και συμπεριφορά καθορίζουν τις προτιμήσεις τού αναγνώστη και επηρεάζουν τον αριθμό των πωλήσεων. Είναι μεγάλη ιστορία αυτή, αλλά δεν μπαίνω σε λεπτομέρειες ούτε καν για τον εαυτό μου. Πιστεύω πως κάθε βιβλίο βρίσκει τον δρόμο του και το κοινό του. Δουλειά τού συγγραφέα δεν είναι να κρίνει τους αναγνώστες και τα βιβλία των άλλων αλλά τον εαυτό του, με στόχο να γίνεται όλο και καλύτερος. Φυσικά μ’ ενδιαφέρει να πάνε καλά τα βιβλία μου. Αλλά μ’ ενδιαφέρει περισσότερο να κερδίσω την εκτίμηση του αυστηρού και επαρκούς αναγνώστη.
Παρατηρείται πληθώρα εντύπων τα τελευταία χρόνια. Μήπως αυτό είναι ένα μεγάλο μειονέκτημα για την ποιότητα;
Το μειονέκτημα νομίζω αφορά τη σύγχυση που προκαλεί η υπερπαραγωγή γενικώς – εντύπων, πληροφοριών, ειδήσεων, βιβλίων. Δεχόμαστε έναν καταιγισμό από καινούρια που παλιώνουν πριν τα αφομοιώσουμε, πριν τα χορτάσουμε. Υπάρχει ποιότητα, η οποία είναι πάντα το ζητούμενο, αλλά θέλει ψάξιμο για να την ανακαλύψεις. Ειδικά σήμερα που η ποιότητα βρίσκεται στα αζήτητα.
Τα βιβλία σας αγγίζουν σημαντικά κοινωνικά θέματα, όπως συμβαίνει στην «Εποχή των υακίνθων», στη «Βοή των υδάτων», αλλά και σε όλα τα βιβλία σας. Συνήθως τι σας εμπνέει για να γράψετε μια ιστορία αλλά και ποιος είναι ο στόχος του κάθε βιβλίου σας;
Τα θέματα που επιλέγω απασχολούν εμένα κυρίως. Αφορούν δικές μου απορίες και ανησυχίες. Ο αναγνώστης θα έχει τον τελευταίο λόγο. Εγώ εκδοχές εξετάζω. Στην «Εποχή των υακίνθων» εξετάζω μία εκδοχή τής συμβίωσης παιδιών που προέρχονται από διαφορετικούς γάμους. Και στη «Βοή των υδάτων» , μια εκδοχή τής απόπειρας αυτοκτονίας μιας νέας κοπέλας. Υπάρχουν κι άλλες βέβαια. Εγώ διάλεξα μία και μ’αυτήν δούλεψα. Ο αναγνώστης, ακολουθώντας τους δικούς μου προβληματισμούς, θα φτάσει στους δικούς του. Μπορεί να συμφωνήσει μαζί μου, μπορεί και όχι. Αν τον κατάφερα να προβληματιστεί είναι κέρδος και των δυο μας. Σ’ αυτό αποβλέπω. Και επειδή αφηγούμαι φανταστικές ιστορίες, με φανταστικούς ήρωες που έχουν ελάχιστα δάνεια από την πραγματικότητα, προσπαθώ αυτά όλα τα φανταστικά να μοιάζουν με συμβάντα τής πραγματικότητας. Κι αυτό είναι ένας ακόμα στόχος.
Επισκέπτεστε πολύ συχνά σχολεία στην περιοχή μας –και όχι μόνο– και συνομιλείτε με τα παιδιά. Τι σας ρωτούν συνήθως; Έχετε εκπλαγεί από κάποιο ερώτημά τους;
Με ρωτούν αυτά που θέλει να μάθει ο κάθε αναγνώστης: για τη ζωή μου, από πού παίρνω τα θέματά μου, πόσο μου παίρνει να τελειώσω ένα βιβλίο, αν έχω ζήσει όσα αφηγούμαι – η ταύτιση του συγγραφέα με τον ήρωα είναι μια μόνιμη απορία. Εμένα με χαροποιεί η ερώτηση, διότι σημαίνει ότι έδωσα στο φανταστικό μια εικόνα πραγματικότητας. Η έκπληξη είναι κυρίως των παιδιών, διότι βλέπουν μπροστά τους μια συγγραφέα, την οποία διδάσκονται στο μάθημα της λογοτεχνίας. Σαν να βγαίνω ξαφνικά από τις σελίδες των βιβλίων τους για να βρεθώ σε απόσταση αναπνοής από το θρανίο τους. Έπειτα είναι και για μένα μια ευκαιρία να συζητήσω από κοντά με τους αναγνώστες μου.
Η παιδική λογοτεχνία έχει τη θέση που πρέπει σήμερα στα σχολεία;
Γίνεται μία προσπάθεια. Από τους εκπαιδευτικούς κυρίως. Και προγράμματα όπως του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου, με τις επισκέψεις συγγραφέων σε Γυμνάσια και Δημοτικά, βοηθάει τα παιδιά και τους εκπαιδευτικούς να δουν από μια άλλη πλευρά τη λογοτεχνία. Πλησιάζοντας μέσα από τη συζήτηση τον δημιουργό, πλησιάζουν περισσότερο και το δημιούργημά του. Το βιβλίο κι αυτά που προσφέρει: διαφορετική επαφή με τη γλώσσα, ενεργοποίηση της φαντασίας, γνώσεις και πλούτο σκέψεων, προετοιμασία για δυσκολότερες μελλοντικές αναγνώσεις. Συνάντησα εκπαιδευτικούς που πασχίζουν για να λειτουργήσει μια βιβλιοθήκη, να συγκεντρώσουν βιβλία, να παρακινήσουν τα παιδιά.
Στα βιβλία σας «Εποχή των υακίνθων» και «Τριπλή νύχτα», ο τόπος που εκτυλίσσεται η ιστορία είναι τα Τρίκαλα. Ζείτε στα Τρίκαλα, στην πόλη όπου γεννηθήκατε. Τι σας αρέσει σ’ αυτή την πόλη;
Το ανθρώπινο πρόσωπο της επαρχίας, το γεγονός ότι εδώ γεννήθηκα και από δω θα «φύγω», έστω κι αν γνώρισα ή αγάπησα κι άλλες πόλεις. Το ότι είμαι μέρος ενός συνόλου, μέσα στο οποίο μπορώ και δημιουργώ, κερδίζοντας την αποδοχή του.
Χάνετε ή κερδίζετε γράφοντας, και τι;
Χάνω μόνο λίγες ώρες ύπνου. Αλλά η περιπέτεια της συγγραφής ενός βιβλίου είναι από μόνη της ένα κέρδος τεράστιο. Από κει και πέρα, ό,τι μου συμβαίνει, μόνο κέρδος είναι.
Είναι μάλλον γεγονός ότι ο νεοέλληνας δεν διαβάζει. Οι δε νεότερες γενιές έχουν μια διαφορετική αίσθηση για την ανάγνωση ενός βιβλίου. Πού οφείλεται αυτό;
Νομίζω στην εισβολή της εικόνας και της «εικονικής πραγματικότητας» στη ζωή μας. Και στο ότι ζούμε τρέχοντας μέσα σε έναν κόσμο που εξελίσσεται ραγδαία.
Τι θα λέγατε σε έναν νέο που δεν αισθάνεται ιδιαίτερα άνετα με τις παρωχημένες γνώσεις που του δίνονται στη δημόσια εκπαίδευση; Τι θα τον συμβουλεύατε να ψάξει περισσότερο;
Να ψάξει κυρίως μέσα του. Να βάζει στόχους υψηλούς –ποιότητας και όχι ποσότητας– και να έχει ως πρότυπο τους άριστους. Ακόμα, να αξιοποιεί με τον καλύτερο τρόπο τις όποιες γνώσεις, τις δυνατότητές του και όσα του μαθαίνει κάθε εποχή και κάθε ηλικία.
Ποια είναι τα επόμενα συγγραφικά σας βήματα;
Τον Σεπτέμβριο θα κυκλοφορήσει από τον Ψυχογιό ένα μυθιστόρημα με θέμα τη ζωή δύο οικογενειών στα Τρίκαλα, από την εποχή των κολίγων μέχρι τη δεκαετία τού ’80. Και τώρα γράφω ένα βιβλίο για ενήλικες και κρατώ σημειώσεις για ένα εφηβικό.
ΤΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΤΗΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΣ
Η Τούλα Τίγκα γεννήθηκε στα Τρίκαλα. Έζησε στο Βόλο και στη Θεσσαλονίκη, όπου και τελείωσε τις γυμνασιακές και πανεπιστημιακές της σπουδές στο Αριστοτέλειο, τμήμα Αγγλικής φιλολογίας. Ζει στα Τρίκαλα από το 1965. Άρχισε να γράφει από έφηβη στίχους και μικρά κείμενα.
Δραστηριοποιήθηκε στα Τρίκαλα με προγράμματα στήριξης και προώθησης της φιλαναγνωσίας, σε ομάδες ενηλίκων γυναικών αλλά και παιδιών μέσα από τα προγράμματα της ΧΕΝ Ελλάδος –μιας εθελοντικής Οργάνωσης που έχει στόχο της την ανάπτυξη της γυναίκας και των νέων γενικότερα– της οποίας υπήρξε εκλεγμένη πρόεδρος για δύο τριετίες.
Για αρκετά μεγάλο διάστημα είχε εβδομαδιαία στήλη στον τοπικό τύπο με θέματα της επικαιρότητας. Καλείται συχνά σε σχολεία, για συναντήσεις με τα παιδιά με αφορμή τα βιβλία της και με θέματα που αφορούν την εφηβική κυρίως ηλικία. Αποσπάσματα από τα βιβλία της «Οδός Γραβιάς» παλαιότερα και «Η εποχή των υακίνθων» πρόσφατα, έχουν συμπεριληφθεί στο βιβλίο της Α! Γυμνασίου «Κείμενα νεοελληνικής λογοτεχνίας»
Bραβεύθηκε από τον Ιστορικό Φιλολογικό Σύνδεσμο Τρικάλων με το «Βραβείο Φιλίας Τρικάλων», ένα βραβείο που δίνεται κάθε δύο χρόνια σε ανθρώπους οι οποίοι συμβάλουν με το έργο τους, στην ανάπτυξη και την προβολή της πόλης των Τρικάλων.
Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Τα Μετέωρα” στις 22 Ιουνίου 2012.