Η σχέση του με τη συγγραφή είναι μακροχρόνια. Ξεκίνησε με ποίηση, με την οποία ασχολείται από δώδεκα ετών. Πέρασε στον πεζό λόγο ως φοιτητής, όταν, ενθουσιασμένος από ταξίδια, άρχισε να καταγράφει ταξιδιωτικές περιπέτειες. Για τον Παναγιώτη Ντούσκα ένα είναι σίγουρο, ότι η συγγραφή αποτελεί πλέον γι’ αυτόν μια ανάγκη όπως το φαγητό.
Πρόκειται για έναν νέο άνθρωπο, οξυδερκή, που διαθέτει πολύπλευρη δραστηριότητα μιας και συνδυάζει αρμονικά στη ζωή του τις σπουδές του, τη δουλειά του, τη συγγραφή, τη φωτογραφία και την ποίηση. Η αγάπη του για τη λογοτεχνία και την τέχνη, η δημιουργική σκέψη, το ανοιχτό μυαλό, η ετοιμότητα, καθώς και η ερευνητική διάθεση, συνιστούν τα κύρια προσωπικά του χαρακτηριστικά.
Πιστεύει ότι η πιο σημαντική και ανεξάντλητη «πηγή ιδεών» για έναν συγγραφέα είναι η ίδια η ζωή. Αν ο συγγραφέας έχει τις κεραίες του ανοιχτές, επιδιώκει νέες εμπειρίες, γνωρίζει νέους ανθρώπους, ταξιδεύει, δοκιμάζει καινούργια πράγματα η έμπνευση του δεν πρόκειται να στερέψει.
Ασπάζεται την άποψη του Μπέντζαμιν Ντισραέλι που είχε πει: «είτε γράψε κάτι που να αξίζει να διαβαστεί, είτε κάνε κάτι για το οποίο αξίζει να γράψεις». Για εκείνον σημασία έχει να ζει μια συναρπαστική ζωή που να τον οδηγεί σε συναρπαστικές εμπνεύσεις.
Η συνέντευξη
Κύριε Ντούσκα, πρόσφατα μας χαρίσατε ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα, με τίτλο «Εκεί που ο ήλιος άργησε να λάμψει», το οποίο κυκλοφορεί από την «Άνεμος Εκδοτική». Πιστεύετε ότι η γοτθική λογοτεχνία και λογοτεχνία του φανταστικού έχει μέλλον στην Ελλάδα;
Αδιαμφισβήτητα, κυρία Δούλη υπάρχει κοινό στην Ελλάδα που διαβάζει γοτθική λογοτεχνία και λογοτεχνία του φανταστικού αλλά έχω την εντύπωση ότι ως επί το πλείστον, το κοινό αυτό διαβάζει ξένους συγγραφείς. Θέλω να πιστεύω ότι για τους αναγνώστες αποτελεί ευχάριστη έκπληξη ένα μυθιστόρημα γοτθικής λογοτεχνίας γραμμένο από Έλληνα συγγραφέα.
Από πού αντλήσατε την έμπνευσή σας για το μυθιστόρημα «Εκεί που ο ήλιος άργησε να λάμψει» αλλά και για τους χαρακτήρες της ιστορίας σας;
Καθοριστικό ρόλο έπαιξε η παραμονή μου στη Σκωτία. Αυτό θα έλεγα ότι αποτελεί και το σημείο εκκίνησης για την έμπνευση. Το μυθιστόρημα δεν είναι αυτοβιογραφικό. Ωστόσο συγκεκριμένες πραγματικές εμπειρίες όπως για παράδειγμα μια συναυλία στο Εδιμβούργο, μια επίσκεψη στη Γλασκόβη, η παραμονή σε ένα youth hostel, απέκτησαν μυθιστορηματική χροιά και λειτούργησαν σαν καύσιμο για την έμπνευση.
Πόσο δύσκολο ήταν να σταχυολογήσετε τις απαραίτητες πληροφορίες ώστε να συνδυάσετε γεγονότα, τόπους και μυθοπλασία στην ιστορία σας;
Πρόκειται για μια πολύ δύσκολη διαδικασία και για μένα ήταν κι ένα ταξίδι μάθησης, trial & error, καθότι το πρώτο μου μυθιστόρημα. Βοηθάει όταν γράφεις για τόπους οικείους που τους έχει βιώσει και βέβαια βοηθάει όταν τα γεγονότα δεν βρίσκονται 100% στη σφαίρα της φαντασίας σου. Χρειάζεται πολλές φορές να ξεκινήσεις από κάτι χειροπιαστό, ίσως μια πραγματική εμπειρία, και να το σμιλεύσεις σιγά σιγά σε έργο όπως ακριβώς κάνει κι ο κεραμίστας με ένα κομμάτι πηλού.
Συνήθως οι περισσότεροι συγγραφείς είτε έχουν σπουδάσει κάποιο αντικείμενο, είτε ασκούν ως επάγγελμα κάτι εντελώς διαφορετικό από τη συγγραφική τους ιδιότητα. Θέλετε να μας μιλήσετε σχετικά μ’ αυτό και να μας πείτε πόσο αρμονικός είναι ο συνδυασμός όλων αυτών και κατά πόσο αλληλοεπηρεάζονται οι επιμέρους ιδιότητές σας;
Ναι, βέβαια, ισχύει αυτό κι εγώ δεν αποτελώ εξαίρεση. Έχω αρκετές σπουδές στο ενεργητικό μου μη σχετικές με τη λογοτεχνία. Είναι γεγονός ότι οι επιμέρους ιδιότητες ενός συγγραφέα αλληλοεπηρεάζονται κατά το συγγραφικό του ταξίδι. Δεν είναι τυχαίο για παράδειγμα το ότι ένας συγγραφέας που έχει υπάρξει και δημοσιογράφος, αναπτύσσει στο μυθιστόρημα του έναν ήρωα που είναι δημοσιογράφος (βλ. Stieg Larsson). Αυτό δεν είναι κακό. Όπως ανέφερα και πριν, πολλές φορές οι συγγραφείς χρειάζονται ως σημείο εκκίνησης κάτι οικείο, κάτι χειροπιαστό. Στη πραγματικότητα οτιδήποτε εμπλουτίζει τη προσωπικότητα μας, μπορεί να εμπλουτίσει και το μυθιστόρημα μας. Τελικά, το κατά πόσο μπορεί να υπάρξει αρμονική συνύπαρξη όλων αυτών εξαρτάται από τον εκάστοτε συγγραφέα κι εκεί φαίνεται το συγγραφικό του ταλέντο και η δημιουργικότητα του.
Πόσο εύκολο, ή επώδυνο είναι να συμπεριλάβει ένας συγγραφέας προσωπικά βιώματα σ’ ένα βιβλίο του και πόσο εφικτή είναι η αντικειμενική προσέγγισή τους συγγραφικά, κύριε Ντούσκα;
Οι χαρακτήρες που αναπτύσσει ένας συγγραφέας είναι συχνά εμπνευσμένοι από πτυχές του χαρακτήρα του, κυρία Δούλη. Αποτελούν κομμάτια του εαυτού του, της ψυχής του. Ως εκ τούτου η ενσωμάτωση προσωπικών βιωμάτων σε ένα μυθιστόρημα είναι σχεδόν αναπόφευκτη αν και πολλές φορές γίνεται ασυνείδητα. Αν πρόκειται για μυθοπλασία δεν νομίζω ότι τίθεται θέμα αντικειμενικής προσέγγισης ενός προσωπικού βιώματος. Σημασία έχει η δημιουργική αφομοίωση του στο μυθιστόρημα.
Είναι δύσκολο να απαντήσει κάποιος με βεβαιότητα για το αν η συμπερίληψη προσωπικών βιωμάτων σε ένα βιβλίο είναι κάτι εύκολο ή επώδυνο. Θα έλεγα ότι εξαρτάται από το βίωμα. Αν είναι κάτι που έχει αφήσει ψυχικά τραύματα σε κάποιον, το να πρέπει να έρθει αντιμέτωπος με το βίωμα αυτό κατά τη διάρκεια της συγγραφικής διαδικασίας μπορεί να είναι επώδυνο. Σε κάθε περίπτωση όμως θα λειτουργήσει ως κάθαρση, θα λειτουργήσει ψυχοθεραπευτικά.
Θεωρείτε πώς η σύγχρονη πραγματικότητα μπορεί να αποτελέσει πηγή έμπνευσης για έναν συγγραφέα και, ειδικότερα, οι τόσο δύσκολες καταστάσεις που βιώνουμε τελευταία στην πατρίδα μας ή μήπως το ζητούμενο από τους αναγνώστες είναι ακριβώς η «φυγή» από αυτή τη ζοφερή πραγματικότητα;
Οτιδήποτε μπορεί να αποτελέσει πηγή έμπνευσης και αυτή είναι η ομορφιά της τέχνης. Τελικά είναι το έργο τέχνης που έχει σημασία και αξία. Το έργο τέχνης, ένα μυθιστόρημα για παράδειγμα, μπορεί να αποτελεί φυγή από μια ζοφερή πραγματικότητα αλλά μπορεί και να σε φέρνει αντιμέτωπο με αυτή. Δεν υπάρχει σωστό ή λάθος. Ίσως όμως σήμερα, περισσότερο από άλλες εποχές, οι αναγνώστες να αναζητούν μία διέξοδο από τη μίζερη πραγματικότητα που βιώνουν καθώς και μια υπενθύμιση ότι έχουν ακόμα το δικαίωμα να ονειρεύονται.
Είχατε κάποιους «ενδοιασμούς» όταν αποφασίσατε να δώσετε το πρώτο σας μυθιστόρημα προς έκδοση; Αγωνιούσατε ως προς την αποδοχή που θα τύχαινε από το αναγνωστικό κοινό;
Δεν είχα κανέναν απολύτως ενδοιασμό να το δώσω για έκδοση. Από την αρχή πίστεψα στο έργο και ένιωθα ότι είχα στα χέρια μου ένα δυνατό μυθιστόρημα. Όσο όμως δεν έχεις feedback από τρίτους και μάλιστα αρμόδιους τρίτους όπως για παράδειγμα έναν εκδοτικό οίκο, η αμφιβολία για το κατά πόσο το έργο σου αξίζει πραγματικά δεν εξαλείφεται. Χαίρομαι που το έργο έχει πάρει πλέον τον δρόμο του και το feedback που λαμβάνω μέχρι τώρα είναι θετικό.
Πιστεύετε ότι η θεματολογία των περισσότερων βιβλίων παίζει το δικό της ρόλο στην αποδοχή από το αναγνωστικό κοινό;
Πιστεύω ότι η θεματολογία ενός μυθιστορήματος δεν αποτελεί ένα από τα συστατικά που το καθιστούν ποιοτικό ή πετυχημένο. Ωστόσο, αν ως επιτυχία θεωρήσουμε την εμπορικότητα ενός βιβλίου, αδιαμφησβήτητα κάποιες κατηγορίες μυθιστορημάτων που συνδέονται με συγκεκριμένες θεματολογίες απευθύνονται σε μεγαλύτερο κοινό και πουλάνε περισσότερο, κυρία Δούλη.
Ποια είναι τα επόμενα συγγραφικά σχέδια και τι να περιμένουμε από εσάς στο μέλλον, κύριε Ντούσκα;
Βάζω τις τελευταίες πινελιές σε μια δεύτερη ποιητική συλλογή ενώ ήδη έχω ξεκινήσει ένα δεύτερο μυθιστόρημα. Μέσα στα επόμενα δυο χρόνια θα ήθελα να έχουν εκδοθεί και τα δύο βιβλία.
*Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Τα Μετέωρα” στις 17 Φεβρουαρίου 2017.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!