Διαβάζοντας κάποιος τα βιβλία του, μαθαίνει να παρατηρεί, να εξιδανικεύει, να κατευθύνει τη συνείδησή του. Η γραφή του, εντυπωσιακή και δυναμική, στηρίζεται από ένα αυθεντικό ιδεώδες. Στο έργο του διακρίνονται αγάπη και γαλήνη, έρωτας και πάθος, θλίψη και μοναξιά, εκρηκτικότητα και ζωντάνια. Διότι ο ρόλος τού συγγραφέα δεν είναι να περιγράφει πιστά το θέμα του, αλλά να δίνει ανάσα στα πρόσωπα, εσωτερική ενέργεια στους ήρωές του, να εκφράζει, να προκαλεί στοχασμό για τη ζωή. Ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος αναγνωρίζει πως η τέχνη είναι ένα ακριβό και ριψοκίνδυνο τίμημα και την υπερασπίζεται με περισσή παρρησία.
H ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Στην καθημερινότητά μας υπάρχει πολιτισμός; Υπάρχει δημοκρατία, κύριε Ραπτόπουλε;
Εν μέσω οικονομικής κρίσης, υπάρχει βαρβαρότητα. Η ανεργία και ο εξαναγκασμός σε ανέχεια, δηλαδή η «πτωχοποίηση», είναι από τις χειρότερες μορφές βίας, και άρα το αντίθετο του πολιτισμού. Όσο για τη δημοκρατία, κι αυτή αναστέλλεται κατ’ ουσίαν, λόγω κρίσης. Και μόνο το γεγονός ότι ανώτατα στελέχη τραπεζών διορίστηκαν ως πρωθυπουργοί σε Ελλάδα και Ιταλία (Παπαδήμος και Μόντι), επιβεβαιώνει του λόγου το αληθές.
Τί θα θέλατε να δείτε να αλλάζει στην ελληνική κοινωνία;
Αυτή τη στιγμή, είμαστε μια σμπαραλιασμένη κοινωνία, σε προϊούσα αποσύνθεση. Άνθρωποι κλεισμένοι στο καβούκι τού συμφέροντός τους, ξένοι, εάν όχι εχθρικοί, ο ένας απέναντι στον άλλον. Το θέμα δεν είναι μόνο να αλλάξει η ελληνική κοινωνία, αλλά να ξαναγίνει κοινωνία.
Θεωρείτε ότι το ταλέντο στον άνθρωπο είναι και καθήκον;
Οι Γάλλοι το θέτουν ως εξής: «Το ταλέντο υποχρεώνει».
Η πολιτική σας συνείδηση και σκέψη πόσο έχουν επηρεάσει το έργο σας;
Πολύ, κυρία Δούλη. Αλλά σας απαντάει η συνειδητή πλευρά μου. Ενώ, ως γνωστόν, η λογοτεχνία γράφεται τόσο με το συνειδητό μας μέρος όσο και με το ασυνείδητο.
Αξίζει να ρισκάρει κανείς, κατά τη γνώμη σας;
Μα δεν αξίζει και τίποτε άλλο! Ιδίως στην τέχνη. Αλλιώς καταδικάζεσαι στο αναμάσημα και στην επανάληψη των ήδη κεκτημένων. Δηλαδή, σε αιώνιο σημειωτόν.
Υπάρχει σήμερα, κύριε Ραπτόπουλε, αντίδραση από τους πνευματικούς ανθρώπους αυτού του τόπου; Κι αν όχι, πού το αποδίδετε;
Τα ΜΜΕ δίνουν βήμα μόνο σε καθεστωτικούς πνευματικούς ανθρώπους, επειδή ακριβώς δεν λένε τίποτα ενοχλητικό. Όσους, πάλι, αντιτίθενται στην κρατούσα κατάσταση, πρώτα τους φιμώνουν, και μετά τους κατηγορούν ότι σωπαίνουν.
Είστε αυστηρός με τον εαυτό σας;
Πολύ περισσότερο απ’ ό,τι με τους άλλους. Ή τουλάχιστον, έτσι βαυκαλίζομαι.
Θεωρείτε ότι σήμερα υπάρχει η προσφορά ή ότι υπάρχει απλά ένας μηδενισμός;
Ο μηδενισμός κάνει θραύση γύρω μας. Όσο η κρίση βαθαίνει όμως θα γεννηθούν αναπόφευκτα και τάσεις αλληλεγγύης ή προσφοράς. Το καλό και το κακό αλληλοτροφοδοτούνται.
Με αφορμή το νέο σας βιβλίο «Η πιο κρυφή πληγή», που είναι μια σύγχρονη ερωτική ιστορία, με φόντο τα Δεκεμβριανά του ’44, θά ‘θελα να σας ρωτήσω πόσο κοντά βλέπετε έναν νέον εμφύλιο στα χρόνια της κρίσης που διανύουμε;
Μακάρι να ήμουν ο μόνος που φοβάται έναν νέο εμφύλιο. Από τη μία η «πτωχοποίηση» μεγάλου μέρους του πληθυσμού, και από την άλλη η ατιμωρησία των υπεύθυνων για κολοσσιαία οικονομικά σκάνδαλα. Οι ταξικές διαχωριστικές γραμμές έρχονται ξανά στην επιφάνεια. Οι Από Πάνω αρνούνται να συναισθανθούν τους Από Κάτω, και το αντίθετο. Δεν είναι φυσικό να απειλείται η ειρηνική συνύπαρξή τους;
Πώς έφτασαν οι ήρωές σας εδώ; Πως φτάσαμε εμείς σ’ αυτή την κατάσταση;
Τα τείχη υψώθηκαν στα χρόνια της πλασματικής ευδαιμονίας. Τότε που η κοινωνία μας παραδόθηκε, ψυχή τε και σώματι, στη θεοποίηση του χρήματος και του συμφέροντος, στρέφοντας τα νώτα της σε οτιδήποτε πνευματικό και μη-χρησιμοθηρικό.
Χρησιμοποιείτε τους πρωταγωνιστές-ήρωες των βιβλίων σας για να αποδράσετε από τον σημερινό κόσμο;
Γράφοντας, αποδράς από την πραγματικότητα αρχικά, με σκοπό να επικοινωνήσεις ακόμα περισσότερο μαζί της στη συνέχεια. Οι λογοτεχνικοί ήρωες άλλοτε διορθώνουν τις ατέλειες του αληθινού κόσμου, κι άλλοτε τις επιδεινώνουν, ώστε να μας βοηθήσουν να τις αντιληφθούμε ευκολότερα.
Τα πολιτιστικά δρώμενα της χώρας μας πώς τα βλέπετε;
Τα πολιτιστικά μας πράγματα βρίσκονται σε φάση μεγάλων αλλαγών, ακολουθώντας την πορεία τής κοινωνίας. Στα χρόνια του ευδαιμονισμού ο πολιτισμός είχε περιοριστεί σ’ έναν ψυχαγωγικό ρόλο. Τώρα πρέπει να ανακαλύψει εκ νέου το ρόλο του εμψυχωτή, που δίνει στους ανθρώπους κουράγιο και δύναμη, για να τα βγάλουν πέρα σε αντίξοες συνθήκες.
Πρόσφατα προβήκατε σε μια συγκινητική και σπουδαία κίνηση. Δωρίσατε το προσωπικό σας αρχείο στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη. Τί σας ώθησε να κάνετε μια τέτοια κίνηση; Θέλετε να μας μιλήσετε σχετικά;
Νιώθω ευγνώμων που τα χαρτιά μου βρήκαν στέγη στη Γεννάδειο, πλάι στα αρχεία τόσο σπουδαίων δημιουργών. Από τον Σεφέρη, τον Ελύτη και τον Βάρναλη, ώς τον Μυριβήλη και τον Πετρόπουλο, κι από τον Δημήτρη Μητρόπουλο ώς τον Νίκο Χατζηκυριάκο-Γκίκα. Νιώθω δέος, και λίγα λέω.
Δοθείσης της ευκαιρίας, θα ήθελα να μας πείτε τί σημαίνει βιβλιοθήκη για σας και τί πρέπει να παρέχει τόσο στον άνθρωπο όσο και στην κοινωνία;
Η βιβλιοθήκη, ως θεσμός, ποτέ δεν ρίζωσε στη χώρα μας, και ποτέ δεν έπαιξε τον σημαίνοντα ρόλο που παίζει στις ανεπτυγμένες δυτικές κοινωνίες. Και μάλλον είναι αργά τώρα πια. Το Ίντερνετ και το ψηφιακό βιβλίο αλλάζουν καταλυτικά τα πράγματα και σ’ αυτόν τον τομέα.
Ο Πρωταγόρας ανέπτυξε την φιλοσοφία των ανθρωπίνων σχέσεων με τη χαρακτηριστική ρήση «πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος». Πώς εφαρμόζεται αυτό σήμερα κατά τη γνώμη σας, κύριε Ραπτόπουλε;
Η ρήση του Πρωταγόρα, ειδικά για μας τους Νεοέλληνες, γίνεται ακόμα πιο επίκαιρη, αλλά από την ανάποδη, αν σκεφτεί κανείς τη σημασία της δεύτερης λέξης. Τα «χρήματα», με τη σημερινή έννοια, κυριαρχούν και έχουν γίνει το μέτρο για κάθε τι ανθρώπινο. «Πάντων ανθρώπων μέτρον χρήμα», θα λέγαμε λοιπόν εν έτει 2012.
Τί θεωρείτε αυθεντικό σ’ έναν άνθρωπο και τί στη ζωή;
Ζούμε την παντοκρατορία τού ψεύδους γύρω μας. Το αυθεντικό βρίσκεται γενικά υπό διωγμόν, εάν όχι υπό εξαφάνιση. Αποξενωμένος από τη φύση και απογυμνωμένος από κάθε πνευματικότητα, ο σύγχρονος άνθρωπος κάνει σχεδόν σε όλα το αντίθετο απ’ ό,τι πρέπει. Εύχομαι να πλησιάζουμε στο σημείο, όπου θα αρχίσει επιτέλους η αντίστροφη πορεία.
ΤΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
Ο Bαγγέλης Pαπτόπουλος γεννήθηκε το 1959 στην Aθήνα, όπου σπούδασε παιδαγωγικά και δημοσιογραφία. Έζησε για ένα χρόνο στη Σουηδία (1980-’81) και ως υπότροφος του International Writing Program για μισό περίπου χρόνο στις HΠA (1984).
Πρωτοεμφανίστηκε με τη σταδιακά δημοσιευμένη τριλογία Kομματάκια (1979), Διόδια (1982), Tα τζιτζίκια (1985), που κυκλοφόρησε σ’ έναν τόμο το 2003, με τον γενικό τίτλο H γενιά μου.
Συνολικά έχουν τυπωθεί περισσότερα από 250.000 αντίτυπα των βιβλίων του.
O εργένης μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο, τα Διόδια και διηγήματα από τα Kομματάκια και τις Έμμονες ιδέες στην τηλεόραση – ορισμένα απ’ αυτά σε δικά του σενάρια. Διασκεύασε, επίσης, για το θέατρο μία από τις Ιστορίες της Λίμνης, ενώ δραματοποιημένες σκηνές από την Επινόηση της πραγματικότητας παρουσιάστηκαν σε βιβλιοπωλεία. Έχει ακόμη γράψει το σενάριο της ταινίας H φανέλα με το εννιά και της τηλεταινίας O μικρός ηλεκτρολόγος, και έχει διασκευάσει για το θέατρο το Παραμύθι χωρίς όνομα.
Kατά καιρούς έχει κάνει διάφορες δουλειές, λίγο πολύ σχετικές με τη λογοτεχνία και το γράψιμο: σύμβουλος ελληνικής και ξένης λογοτεχνίας σε εκδοτικούς οίκους («Kέδρος», «Λιβάνης»), τακτικός συνεργάτης εφημερίδων και περιοδικών («Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία – Επτά», «Η Καθημερινή της Κυριακής», «Tα Nέα», «Athens Voice», «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία – Έψιλον», «Kλικ»), σύμβουλος σεναρίων στο Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου (ΕΚΚ) και σε τηλεοπτικά κανάλια (ET1, ET2), παραγωγός και παρουσιαστής ραδιοφωνικών εκπομπών (στο «Πρώτο», «Δεύτερο», «Tρίτο Πρόγραμμα» της EPA, στον «Eν Λευκώ» και στο «Kανάλι 1»). Δίδαξε επίσης σε σεμινάρια δημιουργικής γραφής (EKEBI, ΕΚΕΜΕΛ), ενώ από το 2005 ως το 2007 υπήρξε μέλος του Δ.Σ. της Eταιρείας Συγγραφέων. Το προσωπικό αρχείο του βρίσκεται στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη.
Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Τα Μετέωρα” στις 30 Νοεμβρίου 2012.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!