Τη γνώρισα συγγραφικά εντελώς τυχαία και απροσδόκητα όταν η αδερφή μου το 2006 μού χάρισε το βιβλίο της «Θεανώ η λύκαινα της Πόλης» και μού είπε –γνωρίζοντας την αγάπη μου για τα βιβλία- ότι αυτή η συγγραφέας θα με σημαδέψει. Αποδείχτηκε προφητική -έξι χρόνια αργότερα- όταν για μένα άνοιξε ένας νέος δρόμος, εκείνος της αρθρογραφίας, και ήταν η Λένα Μαντά το αγαπημένο πρόσωπο που εγκαινίασε τη στήλη «ΠΡΟΣΩΠΑ» στις φιλόξενες σελίδες των «Μετεώρων».
Από το 2012, που μού παραχώρησε την πρώτη συνέντευξη συναντηθήκαμε άλλες δύο φορές, πάντα με τόπο συνάντησης την Εφημερίδα «ΤΑ ΜΕΤΕΩΡΑ», τον Φεβρουάριο του 2016 και σήμερα 15 Ιουνίου του 2018. Κάθε φορά που «επικοινωνώ» μαζί της νιώθω ακριβώς την ίδια οικειότητα και άνεση, κάτι φυσικά που εκπορεύεται από την πληθωρική της προσωπικότητα και τη μεγάλη της καρδιά.
Πρόκειται για μια συγγραφέα που χρόνια τώρα προσφέρει στο αναγνωστικό της κοινό μια βαθιά συναισθηματική εμπειρία μέσα από την ποιότητα των ιστοριών της και μέσα από ήρωες που διαθέτουν ξεχωριστές προσωπικότητες. Τη φαντάζομαι την ώρα που γράφει η πένα της να φλέγεται, να ίπταται, να αστράφτει. Εκφραστική και με συγγραφική ευκρίνεια, ανέδειξε και θα αναδεικνύει με λεπτότητα τις αποχρώσεις των βιβλίων της.
Η Λένα Μαντά με μια ανεπιτήδευτη συγγραφική προσέγγιση σκάβει διακριτικά κάτω από την επιφάνεια των πραγμάτων, σκαλίζει ενοχλητικά τις παρορμήσεις ενός καθημερινού προσώπου και ψυχρά αλλά θαρραλέα τραβά τα σκεπάσματα από τις περίπλοκες, συχνά κάθε άλλο παρά ομαλές, ανθρώπινες σχέσεις.
Οι δύο τελευταίες ηρωίδες της από το «Ζωή σε πόλεμο», η Φραντζέσκα και η Κάλλια κουβαλούν πολύ πόνο, χωρίς όμως να το φωνάζουν. Η ιστορία τους για όλους μας είναι μια υπενθύμιση πραγμάτων, φόβων, καταστάσεων, που ίσως θέλουμε να διώχνουμε από τη σκέψη μας, όμως είτε το θέλουμε είτε όχι, είναι εκεί. Είτε στην πραγματικότητα, στην άκρη κάποιου δρόμου, είτε μέσα μας με τη μορφή καταχωνιασμένων φόβων.
Το βιβλίο είναι ένα ταξίδι απρόβλεπτης κατάληξης, μια γλυκιά κίνηση σεβασμού και αγάπης, μια κατάθεση ειλικρινών συναισθημάτων. Το μυστήριο, η δραματικότητα, ο μαγικός ρεαλισμός και το χιούμορ δημιουργούν μία ζωογόνα και γοητευτική ιστορία, που ευχόμαστε στη συγγραφέα της να είναι κι αυτή καλοτάξιδη και να αποτελέσει το εφαλτήριο για τον επαναπροσδιορισμό οικογενειακών δεσμών και σχέσεων.
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
«Ζωή σε πόλεμο», είναι ο τίτλος του τελευταίου σας βιβλίου, κυρία Μαντά, που κυκλοφορεί κι αυτό από τις εκδόσεις «Ψυχογιός». Αυτή τη φορά, παίρνουμε στο κατόπι τα συγγραφικά σας βήματα και φθάνουμε σε γειτονιές της Αθήνας, όπως τους Αμπελοκήπους και τον Χολαργό. Ποιους συναντάμε εκεί;
Στους Αμπελοκήπους εμένα και τη μητέρα μου, μετά το διαζύγιο με τον πατέρα μου. Σ’ ένα δυάρι χωρίς πολλά έπιπλα, λιγάκι σκοτεινό, αλλά το μπαλκόνι του σαλονιού βλέπει σε θερινό Κινηματογράφο! Στον Χολαργό μένει ο πατέρας μου, με τη νέα του οικογένεια, τη γυναίκα του και τον γιο του. Δίπλα του οι γονείς του.
Φραντζέσκα-Αθηνά είναι η πρωταγωνίστρια της ιστορίας σας. Μπορείτε να σκιαγραφήσετε αυτή τη δυναμική γυναίκα που αγαπήθηκε πολύ αλλά…;
Η Αθηνά…είναι όντως μια δυναμική γυναίκα! Την ονόμασα Φραντζέσκα, για να μπορέσω να τη διαχειριστώ συγγραφικά, κυρία Δούλη. Και ναι, αγαπήθηκε πολύ, αλλά η ίδια έβλεπε κάθε σχέση σαν πόλεμο και αντιμετώπιζε τις προκλήσεις σαν άντρας και μάλιστα πολύ δυναμικός,πολύ άγριος,πολύ δεσποτικός. Η αγάπη για εκείνη ήταν απλώς άλλος ένας πόλεμος και έπρεπε οπωσδήποτε να βγει νικήτρια!
Το «Ζωή σε πόλεμο» αναφέρεται στην προσωπική σας ζωή και κυρίως στη σχέση σας με τη μητέρα σας. Ήταν εύκολη υπόθεση η ισορροπία ανάμεσα στη μυθοπλασία και την πραγματικότητα;
Δεν υπάρχει ίχνος μυθοπλασίας σε αυτό το βιβλίο, κι αυτό ήταν το δύσκολο! Έπρεπε ν’ ανασύρω αναμνήσεις που πονούσαν και που είχα προσπαθήσει πολύ σκληρά να θάψω. Έπρεπε ακόμη, να επιλέξω ποιες από αυτές μπορούσα να εξωτερικεύσω, αλλά και οι αναγνώστες να διαβάσουν!
Κρυμμένες αλήθειες και οικογενειακά μυστικά. Πόσο μπορούν να κρατηθούν θαμμένα τελικά;
Για μένα κάθε τι που θάβεις, σημαίνει ότι πονάει. Για να επουλωθούν σωστά οι πληγές, πρέπει να τις σκαλίζεις μέχρι να ματώνουν. Από μέσα προς τα έξω. Αλλιώς υπάρχει κίνδυνος να κακοφορμίσει η πληγή… και τα οικογενειακά μυστικά, δημιουργούν τις πιο ύπουλες πληγές….
Άνθρωποι που αγαπάμε ή μισούμε, συμπαθούμε ή αντιπαθούμε. Μας συντροφεύουν, ωστόσο, χρόνια τώρα διαβάζοντας τα βιβλία σας. Πού αναζητάτε τα ονόματα και τις ιστορίες των πρωταγωνιστών σας;
Αναζητώ τα ονόματα σε ημερολόγια, ακόμη και στο διαδίκτυο και επιλέγω συνειδητά τα πιο σπάνια! Τα επαναλαμβάνω συνεχώς και φωναχτά, για να βεβαιωθώ ότι μου αρέσει ο ήχος τους! Τις ιστορίες δεν τις αναζητω! Με βρίσκουν εκείνες και κυριεύουν με έφοδο μυαλό και ψυχή, χωρίς να καταλαβαίνω από πού έρχονται! Αυτή είναι και η μαγεία!
Στην πραγματική ζωή πόσο δύσκολο πιστεύετε ότι είναι να ξεγελάσει κανείς αυτό που του έχει γράψει η μοίρα. Μπορεί να κρυφτεί και τελικά να ξεφύγει από το ριζικό του;
Λένε πως μόνοι μας φτιάχνουμε την τύχη μας… Δεν είμαι και τόσο σίγουρη γι’ αυτό… Μπορείς ίσως να καθορίσεις και να κατευθύνεις τη μοίρα με την προϋπόθεση ότι έχεις μπροστά σου όλο το πλάνο της ζωής σου… Ανέφικτο… Σαφώς όμως υπάρχουν και στιγμές που έχεις μπροστά σου δυο δρόμους και τότε καλείσαι να πάρεις απόφαση σαν σύγχρονος Ηρακλής…
Μέσα από τις σελίδες των βιβλίων σας αναδύεται ένα άρωμα ευγένειας, ευπρέπειας και σεβασμού προς τον αναγνώστη. Εμείς εισπράττουμε ότι είναι προέκταση του χαρακτήρα και της προσωπικής σας στάσης ζωής. Είναι έτσι;
Νομίζω ναι… Απεχθάνομαι τη χυδαιότητα σε οποιαδήποτε έκφανση της ζωής, κυρία Δούλη.
Στο εξώφυλλο του τελευταίου σας βιβλίου διαβάζουμε: Η συγγραφέας των 1,8 εκατομμυρίων αντιτύπων, τα βιβλία της έχουν μεταφραστεί σε 8 γλώσσες. Πράγματι εντυπωσιακό νούμερο. Σας φορτώνει αυτό με μια επιπλέον ευθύνη για κάθε νέα σας προσπάθεια, κυρία Μαντά;
Θα μπορούσε, αν όλα αυτά τα σκεφτόμουν κάθε φορά που έγραφα κάτι καινούριο! Η αλήθεια είναι όμως ότι κάθε μυθιστόρημα είναι για μένα σαν το πρώτο! Εκείνο το διάστημα είμαι μόνο εγώ, οι ήρωες μου και η ιστορία τους! Τα αντίτυπα και οι μεταφράσεις δεν υπάρχουν!
Πιστεύετε ότι είναι η αφηγηματική σας δεινότητα ο βασικός λόγος που οι αναγνώστες ακολουθούν πιστά κάθε νέο σας βιβλίο;
Αυτό δεν το ξέρω! Ίσως πρέπει να ρωτήσετε τους αναγνώστες για να πάρετε μια σαφή και πιο έγκυρη απάντηση! Θεωρώ όμως ότι οι αναγνώστες επιλέγουν… συνδυαστικά! Ιστορία, τρόπος γραφής, δομή, ήρωες…
Με τις εκδόσεις «Ψυχογιός» έχετε μια μακροχρόνια συνεργασία. «Κρατάει χρόνια αυτή η κολόνια»! Μιλήστε μας λίγο γι’ αυτή την επαγγελματική σχέση.
Επαγγελματική… Έχει περάσει πια σε άλλο επίπεδο, μετά από τόσα χρόνια! Είναι η εκδοτική μου οικογένεια! Αγαπάω πολύ όλη την ομάδα! Υπάρχει σεβασμός, εμπιστοσύνη και απόλυτη ταύτιση! Φοράω με καμάρι την «φανέλα» με το Ψ και ενδιαφέρομαι για τα του οίκου μου! Θα μπορούσα να μιλάω ώρες για όλους τους αγαπημένους μου συνεργάτες! Θα πω όμως αυτό που λέω πάντα: Ένας λόγος υπάρχει, για να μην βγει βιβλίο μου από τις εκδόσεις Ψυχογιός… Μόνο αν σταματήσω να γράφω!
Έχετε δώσει δεκάδες συνεντεύξεις και δεχτήκατε να απαντήσετε σε εκατοντάδες ερωτήματα. Υπάρχει κάτι που θέλετε να μοιραστείτε με τους αναγνώστες των «Μετεώρων», κυρία Μαντά;
Όπως είπατε, όλα αυτά τα χρόνια, έχω απαντήσει σε εκατοντάδες ερωτήσεις για πολλά απ’ όσα με αφορούν. Νομίζω ότι όλα τα υπόλοιπα τα λέω στο τελευταίο μου βιβλίο! Σας ευχαριστώ, κυρία Δούλη!
ΤΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΤΗΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΣ
Μαμά, γιατί ήρθαμε εδώ; Δε μου αρέσει καθόλου αυτό το σπίτι!» Κοίταξε το απογοητευμένο προσωπάκι της κόρης της και προσπάθησε να δει το νέο τους κατάλυμα μέσα από τα δικά της μάτια. Δεν την αδικούσε.
Μπορεί να ήταν λίγο μεγαλύτερο από το σπίτι τους στον Χολαργό, αλλά εκείνο είχε έπιπλα, ενώ αυτό όχι. Εκείνο είχε κήπο και ήταν φωτεινό, τούτο ήταν σε μια πολυκατοικία, σ’ ένα στενό των Αμπελοκήπων, και αρκετά σκοτεινό. Το μπαλκόνι του σαλονιού, μάλιστα, έβλεπε σε θερινό κινηματογράφο• μια γιγάντια οθόνη και πλαστικές καρέκλες, στριμωγμένες ανάμεσα σε ψηλές πολυκατοικίες, με το αγιόκλημα να καταβάλλει προσπάθειες να σταθεί στο ύψος του για να σκορπίσει την ευωδιά του στους θαμώνες, δίνοντας την ψευδαίσθηση ενός δροσερού παραδείσου, ανάμεσα σε τόνους τσιμέντου.
Έσπρωξε μαλακά τη δυσαρεστημένη εξάχρονη στο εσωτερικό του διαμερίσματος και έκλεισε πίσω τους την πόρτα. Βρίσκονταν σ’ έναν άδειο χώρο, που κανονικά θα έπρεπε να ήταν το χολ. Αριστερά τους ανοιγόταν ένα μεγαλύτερο δωμάτιο, που προοριζόταν για σαλόνι, αλλά τώρα είχε τοποθετηθεί εκεί το κρεβάτι της μικρής, καθώς κι ένας μπουφές που φιλοξενούσε το καλό της σερβίτσιο, αυτό που είχαν δίκαια μοιράσει με τον πρώην άντρα της. Ευθεία, μια πόρτα έδειχνε την είσοδο στη μοναδική κρεβατοκάμαρα του σπιτιού, που εκτός από μια τεράστια καφέ βαλίτσα δεν είχε τίποτε άλλο για να γεμίσει. Δεξιά ήταν η κουζίνα, που δύσκολα θα χωρούσε και τις δύο, και ακριβώς δίπλα το μπάνιο με διαστάσεις κλουβιού.
Είχε περάσει ώρες να το καθαρίσει και να το βάψει, προκειμένου να το κάνει να φαίνεται καλύτερο απ’ ό,τι ήταν. Τα αποτελέσματα ήταν φτωχά και το ήξερε, αλλά προς το παρόν δεν μπορούσε να κάνει τίποτα περισσότερο. Το πορτοφόλι της περιείχε μόλις δεκατέσσερις δραχμές και στο άμεσο μέλλον δεν προβλεπόταν να μπουν άλλα χρήματα. Σουρούπωνε και…
*Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Τα Μετέωρα” στις 15 Ιουνίου 2018.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!