Για την Τζίνα Ψάρρη το βιβλίο είναι μια πόρτα, που ακονίζει τον νου, μάς κάνει καλύτερους ανθρώπους και εμπλουτίζει το λεξιλόγιο μας, αναζωογονεί την ψυχή μας και μάς ταξιδεύει σε κόσμους πραγματικούς και φανταστικούς. Κατά την άποψή της είναι το καλύτερο εργαλείο προσωπικής εξέλιξης που διαθέτει ο πολιτισμός μας, και ασφαλώς επιμορφώνει, αρκεί βέβαια να πρόκειται για πραγματική λογοτεχνία, με ό,τι σημαίνει η λέξη.
Ο σεβασμός, η ευγενής άμιλλα, το ήθος, η παιδεία, η αφοσίωση, είναι ο σκοπός και ο προορισμός του ταξιδιού της, διότι για την ίδια το ταξίδι είναι που μετράει περισσότερο και όχι το εύπεπτο προδιαγεγραμμένο τέλος.
Οι νέοι συγγραφείς είναι ενώπιόν μας κι έχουν μπροστά τους μια σκληρή εποχή. Το θέμα δεν είναι αν θα συνεχίσουν να γράφουν ή όχι, αλλά ποια θα είναι η βαρύτητα του έργου τους, πώς θα ριζώσουν στην εποχή μας και πώς θα συνδεθούν με τον κόσμο και το μέλλον.
Σίγουρα έχουμε να μάθουμε πολλά από τη νέα αυτή συγγραφική άνοιξη που μάς χαμογελά κι έρχεται να μας σφίξει το χέρι με ζεστασιά…
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Το τελευταίο σας βιβλίο έχει τίτλο «Οι κόρες της ανάγκης» και κυκλοφορεί από την «Άνεμος Εκδοτική». Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα που αγγίζει ευαίσθητες χορδές, μια που διαπραγματεύεται το θέμα της αναπηρίας. Η αναπηρία θεωρείται ακόμη και στις μέρες μας ταμπού, πώς και αποφασίσατε να ασχοληθείτε με ένα τόσο δύσκολο θέμα;
Διάβασα μια έρευνα, η οποία διαπίστωνε πως εξαλείφεται αργά αλλά σταθερά το κοινωνικό στίγμα της αναπηρίας και ότι ενισχύεται συνεχώς η δυνατότητα των ατόμων με αναπηρία να παρακολουθούν τα κοινωνικά δρώμενα, τα δημόσια πράγματα. Ακόμη και στην Ελλάδα του 2018 ωστόσο παρατηρώ ραγδαία επιδείνωση στην ποιότητα της ζωής τους, στους πόρους διαβίωσης, στα επιδόματα και στις αναπηρικές συντάξεις, στην πρόσβαση στην απασχόληση. Οι θεσμοί της Πολιτείας καταγράφουν αρνητικό ρεκόρ απόψεων ως προς το έργο τους στο συγκεκριμένο ζήτημα. Από την άλλη, η ψυχολόγος Μοντ Μανονί αναφέρει αποδεδειγμένα πλέον πως η αναπηρία ενός παιδιού πλήττει τον «αδύναμο» γονιό σε ναρκισσιστικό επίπεδο. Πρόκειται για έναν πανικό μπροστά σε μια εικόνα που δεν μπορεί ν’ αναγνωρίσει, ούτε να αγαπήσει. Αυτός ο γονιός ζει ένα πραγματικό δράμα με βίαιες συναισθηματικές συγκρούσεις. Με δεδομένο ότι δεν είναι είδηση πως οι άνθρωποι με αναπηρία έχουν φίλους, διασκεδάζουν, παντρεύονται, με δεδομένο πως κανείς δεν χρειάζεται τα εύσημα επειδή τους αντιμετωπίζει «φυσιολογικά», ενώθηκαν όλα αυτά στο μυαλό μου και γεννήθηκε ένας θυμός, ο οποίος έπρεπε να εκτονωθεί. Το βίωσα ως χρέος που όφειλα να πληρώσω.
Πώς διαλέγετε το θέμα πάνω στο οποίο θα κινηθείτε και θα αναπτύξετε σε κάθε καινούριο σας βιβλίο;
Με δηλωμένη την ανάγκη αλλά και την επιθυμία-«περιέργεια» να παρατηρώ ανθρώπινες συμπεριφορές και να θέτω, στον εαυτό μου πρώτα, ερωτήματα που δυσκολεύομαι να απαντήσω, δημιουργώ χαρακτήρες κι αναρωτιέμαι γραπτώς πώς θα αντιδρούσα εγώ, φορώντας τα παπούτσια τους, ελπίζοντας ότι θα τρυπώσω στο μυαλό των αναγνωστών τις ίδιες ερωτήσεις, όσο αμείλικτες κι αν φαίνονται. Κάθε φορά λοιπόν που κάποιο συμβάν γύρω μου ή μέσα μου, σημαντικό ή ασήμαντο για πολλούς, με αναγκάζει να το εκτονώσω, γράφω, κυρία Δούλη.
Σε ποια ηλικία ξεκίνησε η σχέση σας με τη συγγραφή, κυρία Ψάρρη; Ήταν μια απόφαση στιγμής ή όνειρο ζωής;
Ανέκαθεν λάτρευα τη γλώσσα μας και τα τερτίπια της κι έβρισκα μεγάλο ενδιαφέρον στις σκέψεις και τα κρυμμένα νοήματα, χανόμουν μέσα στη λογοτεχνία. Από παιδί η γραφή λειτουργούσε ως η διαμαρτυρία και ψυχοθεραπεία μου, κυρία Δούλη. Ήταν όνειρο ζωής λοιπόν να δω και τους δικούς μου προβληματισμούς αποτυπωμένους στο χαρτί.
Ακολουθείτε κάποια συγκεκριμένα βήματα για να φτάσετε στο τελικό επιθυμητό αποτέλεσμα;
Όταν επιλέξω το θέμα με το οποίο θέλω να ασχοληθώ, φτιάχνω ένα γρήγορο σχεδιάγραμμα, πώς θέλω να εξελιχθεί η ιστορία περίπου, αν και οι ήρωες που δημιουργώ έχουν τη δύναμη να με οδηγήσουν όπου θέλουν εκείνοι. Ύστερα γράφω αποσπασματικά τις σκέψεις μου και φτάνω στο δύσκολο κομμάτι της συρραφής τους. Το σίγουρο είναι πως αδυνατώ να ξεκινήσω από την πρώτη γραμμή και να συνεχίζω φράση τη φράση ώς το τέλος.
Οδηγείτε με μαεστρία τον αναγνώστη από τον δρόμο της Μοίρας στον δρόμο των επιλογών, ξεκαθαρίζοντας μέσα από την ιστορία σας πως η ζωή μας είναι οι επιλογές μας, ανεξαρτήτως του παράγοντα της τύχης που αλλάζει την κατεύθυνσή μας. Πιστεύετε ότι υπεύθυνοι για τη ζωή μας είμαστε εμείς οι ίδιοι;
Η ζωή μας είναι αντικατοπτρισμός των επιλογών μας. Είναι τα παράθυρα που ανοίξαμε διάπλατα κι όσα αποφασίσαμε να κρατήσουμε διπλοσφαλιστά.
Ποια από τις ηρωίδες σας στο «Κόρες της σιωπής» σάς αντιπροσωπεύει, κυρία Ψάρρη;
Θα έλεγα πως κλίνω περισσότερο προς την Αγνή, παρότι όλοι οι χαρακτήρες έχουν –αναπόφευκτα– τροποποιημένα στοιχεία από μένα.
Σε ποιο χρονικό σημείο της συγγραφής αποφασίσατε για τον επίλογο που θα δώσετε στο βιβλίο σας;
Κάθε βιβλίο ένα ταξίδι είναι, και το ζητούμενο για κάθε αναγνώστη διαφορετικό. Και στα δύο βιβλία μου είχα εξαρχής αποφασίσει ο επίλογος να μοιάζει «ανοιχτός» στην κρίση του κάθε αναγνώστη. Διότι το ταξίδι είναι που μετρά περισσότερο κατά τη γνώμη μου, όχι το εύπεπτο προδιαγεγραμμένο τέλος.
Πόσο χρόνο σας παίρνει συνήθως η ολοκλήρωση ενός βιβλίου; Ποιο σημείο της συγγραφής θεωρείτε ότι είναι το δυσκολότερο κομμάτι της;
Στο πρώτο βιβλίο, μέχρι να αποφασίσω πως ήρθε η ώρα να «εκτεθώ» δημόσια, χρειάστηκαν οκτώ χρόνια επίπονης προσπάθειας. Το δεύτερο ολοκληρώθηκε σε δύο χρόνια, και από όσο μπορώ να προβλέψω τόσο περίπου θα χρειαστώ και για την ολοκλήρωση του τρίτου που ήδη γράφεται. Θεωρώ πως η συρραφή των σκέψεων και προβληματισμών που γράφονται αποσπασματικά και η αρμονική ενσωμάτωσή τους στην πλοκή, είναι το δυσκολότερο κομμάτι της συγγραφής.
Πότε αντιληφθήκατε ότι μπορούν να συνυπάρχουν αρμονικά το πραγματικό με τη μυθοπλασία και η ιστορία με τη φαντασία;
Το βιβλίο αυτό είναι μια μυθοπλασία τόσο αληθινή, όσο και η οικογένεια της διπλανής πόρτας. «Δανείζομαι» στοιχεία από τις ζωές ανθρώπων που γνωρίζω αλλά και δικά μου κι ύστερα αφήνω τη φαντασία μου να οργιάσει. Απόλυτα αρμονικά δεμένες μού φάνηκαν η φαντασία και η πραγματικότητα από την πρώτη στιγμή.
Μέχρι πού μπορεί να φθάσει η φαντασία του συγγραφέα; Μπορούν να μπουν όρια στην έμπνευση;
Όρια θεωρώ ότι ο συγγραφέας οφείλει να βάλει μόνο όταν γράφει κάποια βιογραφία και την ορίζει ως τέτοια, κυρία Δούλη. Τότε η φαντασία πρέπει να μπαίνει στην άκρη και να κρυφοκοιτάζει μόνο από εκείνες τις γωνίες που δεν αλλοιώνουν την πραγματικότητα.
Ποια είναι τα στοιχεία που χρειάζεται ένα βιβλίο για να κρατήσει εσάς ως αναγνώστρια σε εγρήγορση;
Ως αναγνώστρια αρέσκομαι στην «καταβύθιση», στην άγρα του δεύτερου και τρίτου επίπεδου που κρύβεται πίσω από τις λέξεις. Με εντυπωσιάζουν οι ευφάνταστες ανατροπές και η γρήγορη πλοκή με προσεγμένα λυρική αλλά καθόλου φλύαρη γλώσσα. Αν όλα αυτά ένας συγγραφέας καταφέρει να τα ενώσει, είναι κατά τη γνώμη μου το ιδανικό ανάγνωσμα.
Πιστεύετε ότι ένα μυθιστόρημα μπορεί να έχει και επιμορφωτικό χαρακτήρα, κυρία Ψάρρη;
Μια πόρτα είναι το βιβλίο, που ακονίζει τον νου, που σε κάνει καλύτερο άνθρωπο και εμπλουτίζει το λεξιλόγιο, αναζωογονεί την ψυχή και σε ταξιδεύει σε κόσμους πραγματικούς και φανταστικούς. Είναι το καλύτερο εργαλείο προσωπικής εξέλιξης που διαθέτει ο πολιτισμός μας, και ασφαλώς επιμορφώνει. Αρκεί να πρόκειται για πραγματική λογοτεχνία, με ό,τι σημαίνει η λέξη.
ΤΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΤΗΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΣ
Γεννήθηκε στην Αθήνα. Αποφοίτησε από την Ελληνογαλλική σχολή Ουρσουλινών και πήρε το πτυχίο της Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας από το Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο. Δούλεψε για 20 χρόνια στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια εκπαίδευση, διδάσκοντας γαλλικά και ιστορία, σε σχολεία της Αθήνας και της επαρχίας.
Από τις εκδόσεις Όστρια, κυκλοφόρησε το 2015 το πρώτο της μυθιστόρημα με τίτλο «Μέχρι το πέμπτο σκαλοπάτι», ενώ πολλά ποιήματα και διηγήματά της έχουν δημοσιευτεί σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά (Fractal, Άνεμος Magazine) αλλά και λογοτεχνικά blogs (Eikonakailogos, Λογοτεχνικά Σοκάκια, Πολιτιστική Ατζέντα, Ψυχής Απάγκιο).
Το διήγημά της «Πρωινό αστέρι», απέσπασε το 2016 το πρώτο βραβείο στον Πανελλήνιο διαγωνισμό που κάθε χρόνο διοργανώνει η Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών. «Οι κόρες της ανάγκης» είναι το τελευταίο της βιβλίο και κυκλοφορεί από την «Άνεμος Εκδοτική».
*Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Τα Μετέωρα» στις 27 Ιουλίου 2018.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!